Το 1849, ο γιατρός και φυσιολόγος Arnold Berthold ευνούχισε έναν κόκορα και εμφύτευσε τους όρχεις του στην κοιλιά του, γεγονός που επέτρεψε στο ζώο να διατηρήσει τα δευτερογενή σεξουαλικά χαρακτηριστικά του, σε αντίθεση με τους άλλους κόκορες, οι οποίοι δεν επωφελήθηκαν από αυτή την επανεμφύτευση.
Της Δήμητρας Τζανάκη
Ο Berthold περιγράφει τη συμπεριφορά του τελευταίου ως εξής: «Τα ζώα αυτά έδειχναν την πλήρη φύση των κάπαων, συμπεριφέρονταν σαν δειλοί και σπάνια εμπλέκονταν σε σύντομες, ενεργητικές μάχες με άλλα κοκόρια και εξέπεμπαν τον γνωστό μονότονο τόνο των κάπαων. Η κορυφογραμμή και οι αγκύλες έγιναν χλωμές και ελάχιστα ανεπτυγμένες —το κεφάλι παρέμεινε μικρό».
Η χαμηλή εκτίμηση του Berthold γι’ αυτά τα άτυχα καπόνια, από την άλλη, αντανακλά την ερμηνεία ενός δίπολου ανδρισμού-θηλυκότητας καθώς και τη σύνδεση του ανδρισμού με την παρουσία όρχεων, αλλά και με συγκεκριμένες ιδιότητες όπως του ανταγωνισμού, της υπεροχής, αλλά και της βίας. Η ευγονική (1883) θα ισχυροποιήσει αυτό το σεξιστικό αφήγημα.
O Francis Galton επινόησε την τεχνική της σύνθετης προσωπογραφίας ως εργαλείο για την απεικόνιση διαφορετικών ανθρώπινων «τύπων». Πρώτα, εφάρμοσε τη μέθοδο σε πορτραίτα καταδίκων για να διαπιστώσει αν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του προσώπου μπορούσαν να συσχετιστούν με διακριτούς τύπους εγκληματικότητας. Αργότερα συνέχισε να δημιουργεί σύνθετες φωτογραφίες άλλων τμημάτων του πληθυσμού, τα μέλη των οποίων θεωρούνταν αδύναμα ή κοινωνικά κατώτερα, συμπεριλαμβανομένων των ψυχικά ασθενών, των ασθενών με φυματίωση και των Εβραίων, συνομιλώντας στην ουσία με τη θεωρία του εκφυλισμού και του εκφυλισμένου υποτίθεται πληθυσμού που θεωρείται η πηγή της εγκληματικότητας.
Αντίστοιχα, το 1907, η πολιτεία της Ιντιάνα ψήφισε τον πρώτο νόμο στείρωσης στον κόσμο «για να αποτρέψει την τεκνοποίηση επιβεβαιωμένων εγκληματιών, ηλιθίων, και βιαστών». Κατά την επόμενη δεκαετία, εκατοντάδες επεμβάσεις στείρωσης θα πραγματοποιούνταν βάσει αυτού του νόμου, ενώ την ίδια περίοδο στιγματίζεται ο φαλλός του νέγρου ως ένδειξη παρέκκλισης και εγκληματικότητας. Ένα άρθρο με τίτλο «Γεννητικές ιδιαιτερότητες του νέγρου», δημοσιεύτηκε στην Ιατρική Εφημερίδα της Ατλάντα το 1903 και προειδοποιούσε το κοινό της για την «περιβόητη υπερτροφία» του «ανδρικού μορίου» του νέγρου και την «υπερβολική libido sexualis που είναι [το] χαρακτηριστικό γνώρισμα». Οι ιδέες αυτές οδηγούσαν στο συμπέρασμα του δρ. William Lee Howard, από τη Βαλτιμόρη ότι ένας νέγρος δεν θα μπορούσε ποτέ να φτάσει στο σημείο ενός λευκού. Την ίδια περίοδο ο Henry H. Goddard κατέληγε στο συμπέρασμα ότι μια ποικιλία ψυχικών χαρακτηριστικών, όπως διανοητική αναπηρία, μαθησιακές δυσκολίες και ψυχικές ασθένειες, οδηγούσαν στη φτώχεια, στη βία, στην πορνεία, στην παραβατικότητα, στην πρώιμη θνησιμότητα, στην εγκληματικότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ευνουχισμός χρησιμοποιήθηκε ως τιμωρητική ενέργεια κατά των εγκληματιών. Ωστόσο, το 1907 και το 1909, ο Dr Harry C. Sharp έδωσε δύο ομιλίες στην Εθνική Ένωση Φυλακών στις οποίες αναφέρθηκε σε διαδικασίες στείρωσης που είχε πραγματοποιήσει για πειραματικούς, θεραπευτικούς σκοπούς, ενώ το 1920 δύο επιστήμονες, ο νομικός Karl Binding και ο ψυχίατρος Alfred Hoche, δημοσίευσαν ένα κείμενο με τον τίτλο «Η διά νόμου εξόντωση της άχρηστης ζωής». Έτσι, σε μια περίοδο όπου ο απόηχος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ανέτειλε μια εποχή εξαθλίωσης, φτώχειας, ασθένειας, ψυχικών νοσημάτων και βίαιων θανάτων, το 1929 το έργο των Max Schlapp & Edward Smith, The New Criminology, θα ερχόταν να καταλήξει στο πώς η ανθρώπινη εγκληματικότητα εντοπιζόταν σε μια ζωώδη φύση που επηρεαζόταν άμεσα από τις σεξουαλικές ορμές, όπως θα το επαναλάβει και ο έλληνας εγκληματολόγος Ε. Σηφάκης το 1971, στο άρθρο του «Εγκληματολογία του εγκλήματος».
Ο κύριος ισχυρισμός του βιβλίου είναι ότι οι εγκληματίες γεννιούνται στον κόσμο «με το πεπρωμένο τους σε μεγάλο βαθμό καθορισμένο»· και ότι το πεπρωμένο αυτό είναι «προδιαγεγραμμένο [και στα βρέφη] με αποτέλεσμα την αντικοινωνική συμπεριφορά λόγω ελαττωμάτων στη νοητική και νευρική τους συγκρότηση». Οι συγγραφείς —ο ένας γιατρός, ο άλλος δημοσιογράφος— υπόσχονται να αποδείξουν ότι «η συντριπτική πλειονότητα όλων των εγκληματιών, των παραβατών, των διανοητικά ελλειμματικών και ελαττωματικών είναι προϊόντα σωματικών διαταραχών, ότι τα περισσότερα εγκλήματα προκύπτουν από διαταραχές των αγωγών αδένων στον εγκληματία ή από διανοητικά ελαττώματα που προκαλούνται από ενδοκρινικές διαταραχές στη μητέρα του εγκληματία. Την ίδια περίοδο, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο γιατρός Leo Stanley μετά από μια ακόμη εκτέλεση στις φυλακές Σαν Κουεντίν, αυτή τη φορά του Κλάρενς Κέλλυ, έφτασε στο σημείο να του αφαιρέσει τους όρχεις. Πίστευε ότι η μητέρα του Κέλλυ ήταν μια «φθαρμένη και αξιολύπητη φιγούρα με το φτηνό παλτό της», η οποία, όπως τόσες πολλές γυναίκες, είχε, χαϊδεύοντας τον γιο της, προκαλέσει «ασυνείδητα την καταστροφή» στη ζωή του. Το 1931, ο Aldous Huxley (1894-1963) έγραψε το μυθιστόρημα Brave New World (μια «αντι-ουτοπία»), στο οποίο περιγράφει μια κοινωνία στην οποία η γενετική και η κλωνοποίηση χρησιμοποιούνται για την κατάταξη των ατόμων από το ανώτερο στο κατώτερο.
Την ίδια περίοδο η επιστήμη κατέληγε ότι αιτία της εγκληματικότητας είναι η ανήθικη μητέρα των λαϊκών στρωμάτων και οι σεξουαλικές της επιμιξίες, ενώ η μεγαλύτερη ανησυχία των ευγονιστών ήταν η οικονομική επιβάρυνση των φιλανθρωπικών οργανώσεων και των φορολογουμένων για τη συντήρηση ενός πληθυσμού που θεωρούσαν «εκφυλισμένο». Ο ευνουχισμός δεν ήταν παρά η διαχείριση της «ανάξιας» ζωής και ο πυρήνας των ανησυχιών της ευγονικής για τη βελτίωση της φυλής, αυτού του άτρωτου όντος που καλείται να ξεριζώσει ό, τι ανθρώπινο από μέσα του για να μετατραπεί σε «κοινωνικό» ανταγωνιστικό Δυτικό ον. Το ολοκαύτωμα έδειξε το μέγεθος μιας τέτοιας αντίληψης.
Οι μεταπολεμικές κοινωνίες στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου επανακωδικοποίησαν την ταξινόμηση της ζωής σε ανθρώπινη και ζωώδη, ενώ, μέσα από έρευνες, όπως των Rose et al. (1971), εξετάζοντας τα επίπεδα της τεστοστερόνης στο αίμα σε σύνδεση με την επιθετική συμπεριφορά, συμπέραναν ότι από τους 34 ενήλικους πιθήκους, οι 5 με τη μεγαλύτερη επιθετική συμπεριφορά είχαν και τα υψηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης. Αντίθετα, η μελέτη των Van Dussen και Mednick (1983) διατείνεται ότι δεν υπάρχουν διαφοροποιήσεις στα επίπεδα της αδρεναλίνης και της ανδρεναλίνης μεταξύ εγκληματιών και γενικού πληθυσμού, υπό την έννοια ότι οι ανωτέρω ορμόνες, ακόμα και με γενετικούς όρους, σχετίζονται με την προστασία ή άμυνα του οργανισμού, δηλαδή εκκρίνονται σε καταστάσεις άγχους, φόβου, συγκίνησης, αντίδραση σε περιβαλλοντικές συνθήκες (π.χ. ψύχος).
Το ζήτημα ωστόσο παραμένει και δεν είναι άλλο από το ότι όλα αυτά τα πειράματα όπως και μια ολόκληρη επιχειρηματολογία υπέρ ή κατά του χημικού ευνουχισμού, δεν είναι παρά η ίδια όψη μιας (σεξιστικής) ευγονικής αυθαίρετης ερμηνείας που ταξινομεί τη ζωή σε ανθρώπινη και ζωώδη, αποδίδοντας στην τελευταία συγκεκριμένα αυθαίρετα χαρακτηριστικά και κληρονομικές ιδιότητες. Την ίδια στιγμή, η ανθρωπότητα μαθαίνει να εξοικειώνεται με αυτό το αυθαίρετο αφήγημα. Έτσι, καταλήγουμε να ονειρευόμαστε το κυνήγι ενός «τερατώδους» άλλου εντός της ίδιας μας της φύσης και όχι εναντίον ενός συστήματος που ακριβώς αναπαράγει το «τέρας» εντός της φτώχειας, της εξαθλίωσης και της κουλτούρας του βιασμού και της βίας. Με τέτοιο τρόπο μάλιστα, που σε κάθε κρίση, αναζητούμε τον υποτιθέμενο γεννημένο εγκληματία του Τσέζαρε Λομπρόζο, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι το αίτημα για χημικό ευνουχισμό δεν γειτνιάζει απλώς αλλά βρίσκεται εντός του ισχυρισμού του Rudolph Hess σύμφωνα με τον οποίο ο ναζισμός δεν ήταν τίποτα άλλο από εφαρμοσμένη βιολογία.
Στις μέρες μας, βλέπουμε να επανέρχεται η συζήτηση περί διαχείρισης παραπτωμάτων που σχετίζονται με σεξουαλικές παραβατικότητες, όπως βιασμούς και ασέλγεια σε ανηλίκους, με τον «χημικό ευνουχισμό». Δηλαδή, με τη χορήγηση φαρμάκων και πιο συγκεκριμένα με τη χορήγηση του Dero-Provera, ενός γυναικείου αντισυλληπτικού που μειώνει την τεστοστερόνη, με στόχο τη μείωση της libido και άρα και της εγκληματικότητας. Η μέθοδος φαίνεται να κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος στην Αμερική και την Ευρώπη, με την Πολωνία να είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που θέσπισε τον υποχρεωτικό ευνουχισμό τα τελευταία χρόνια. Οι υποστηρικτές της μεθόδου, μάλιστα, προβάλλουν το επιχείρημα ότι ο χημικός ευνουχισμός είναι το ίδιο αποτελεσματικός με τον «φυσικό ευνουχισμό», δηλαδή της ορχεκτομής. Την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ ακροδεξιές οργανώσεις έχουν ζητήσει την εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου για την αντιμετώπιση των «πρωτόγονων» παρορμήσεων της μαύρης φυλής.
Εν κατακλείδι, προτού καταλήξουμε τόσο επιπόλαια στην κατάφαση μιας αυστηροποίησης των μέτρων και σε ένα αίτημα ενός πιο αυταρχικού κράτους που αποκτά το δικαίωμα στη ζωή σταδιακά με όλο και πιο ηγεμονικό τρόπο, ας σκεφτούμε ξανά αυτό που γράφει ο Charles Patterson στην Αιώνια Τρεμπλίνκα: «Οι άνθρωποι ευνούχισαν τους ταύρους, τους επιβήτορες και τους κόκορες επειδή θεώρησαν τον ανδρισμό τους προβληματικό, όταν στον εαυτό τους τον θαυμάζουν. Ένα δύο επιδέξια κοψίματα με το μαχαίρι –ή ένα επιτήδειο δάγκωμα από μια Λαπωνέζα που βόσκει ταράνδους– αρκούν για να πέσουν τα επίπεδα τεστοστερόνης σε διαχειρίσιμα επίπεδα αμέσως και για το υπόλοιπο της ζωής του ζώου. Οι άνθρωποι θέλουν τα οικόσιτα ζώα τους υποτακτικά και ελεγχόμενα. Τα άθικτα αρσενικά είναι αναγκαίο κακό: θέλουμε μόνο τόσα όσα χρειάζονται για να δημιουργήσουν μια νέα γενιά σκλάβων».
*Η Δήμητρα Τζανάκη είναι μεταδιδακτορική ερευνήτρια (Π.Τ.Δ.Ε., Πανεπιστήμιο Αιγαίου)
πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών