Αναντίρρητα, τρεις είναι οι φάσεις διαχείρισης της πανδημίας που ξεχωρίζουν, συνοδευόμενες από αντίστοιχες μεταβολές στις αντιλήψεις της κοινής γνώμης
Άγγελος Σεριάτος
Η πρώτη φάση, έως τα μέσα του καλοκαιριού του 2020, διακρίνεται από τη με κάθε κόστος προτεραιοποίηση της δημόσιας υγείας έναντι της οικονομίας, με τους πολίτες να στηρίζουν σχεδόν καθολικά τις κυβερνητικές επιλογές.
Από τα μέσα εκείνου του καλοκαιριού εκκίνησε η δεύτερη φάση, κατά την οποία η κυβέρνηση προχώρησε σε περιορισμένο άνοιγμα του τουρισμού και χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, με τους πολίτες να απολαμβάνουν τα οφέλη των βαθμών ελευθερίας στις μετακινήσεις τους. Η απότομη, ωστόσο, προσγείωση στην πραγματικότητα της αύξησης των θανάτων λόγω της άρσης των περιορισμών οδήγησε αναπόφευκτα στην αποστοίχιση από τις κυβερνητικές επιλογές. Παράλληλα, οι κοινωνικές-ψυχολογικές επιπτώσεις είχαν πλέον γίνει εξαιρετικά έντονες, ενώ η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα είχε πλέον βρεθεί στα όρια της κατάρρευσης.
H τρίτη φάση, που ξεκίνησε την άνοιξη του 2021 και την οποία ακόμα διανύουμε, είναι μια περίοδος κατά την οποία ο πληθυσμός έχει με αρκετές επιφυλάξεις μαζικά εμβολιαστεί, εξοικειωθεί με την ιδέα ότι η πανδημία είναι παρούσα, ενώ οι αντιλήψεις ότι ιός έχει πλέον αποδυναμωθεί και ότι η κοινωνία είναι σχετικά προστατευμένη έχουν (ορθώς ή όχι) ευρέως εμπεδωθεί. Από τότε και έπειτα, η μεγαλύτερη μερίδα της κοινωνίας (περίπου 60%) αξιολογεί σταθερά αρνητικά την κυβέρνηση ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, με τη σημαντικότητα, ωστόσο, του ζητήματος (καλώς ή κακώς, λίγο αφορά τις μετρήσεις της κοινής γνώμης) να έχει υποχωρήσει στη σχετική λίστα των προβλημάτων που απασχολούν τους πολίτες.
Ποια είναι, ωστόσο, εκείνα τα κρίσιμα γεγονότα τα οποία συνέβαλαν στον έναν ή στον άλλο βαθμό και σε αντίστοιχη ενίσχυση του σκεπτικισμού απέναντι στην επιστήμη; Πρώτον, το μη αναμενόμενο και χωρίς σαφές σχέδιο άνοιγμα της οικονομικής δραστηριότητας στις αρχές του φθινοπώρου του 2020. Το μήνυμα που δόθηκε εκείνη την περίοδο ήταν αντιφατικό και σαφώς ενίσχυσε τον ανορθολογισμό: οφείλουμε να προστατεύσουμε τις ανθρώπινες ζωές, αλλά θα πρέπει να περιοριστεί με κάθε τρόπο και το κόστος για την οικονομία. Και το θολό αυτό μήνυμα καλλιέργησε σε σημαντική μερίδα πολιτών τη σκέψη ότι ο ιός ίσως και να μην ήταν ποτέ τόσο επικίνδυνος και ότι ενδεχομένως να ήταν διαφορετικοί οι επιδιωκόμενοι σκοποί των περιοριστικών μέτρων ή ακόμα και κατασκευασμένη απειλή η ίδια η Covid-19.
Το δεύτερο ορόσημο για την ανάπτυξη του κλίματος σκεπτικισμού ήταν αναμφίβολα η εμβολιαστική καμπάνια και το σχέδιο «Ελευθερία»: τα αυθαίρετα, αντιφατικά, συνεχώς διαψευδόμενα -και γι’ αυτό μεταβαλλόμενα- μηνύματα των διαφόρων φάσεων της σχετικής καμπάνιας συνέβαλαν αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Ποιος/α άλλωστε μπορεί να ξεχάσει τα αφηγήματα περί του στόχου επίτευξης ανοσίας της αγέλης ή του ενός, εφάπαξ, εμβολιασμού ως εισιτήριο για την «ελευθερία», τα οποία φυσικά σύντομα διαψεύστηκαν;
Εν κατακλείδι, την κυρίαρχη ευθύνη για την επίλυση της οποιασδήποτε κρίσης φέρει αυτός που χαράσσει και υλοποιεί την εθνική στρατηγική, δηλαδή στα δημοκρατικά συστήματα η κυβέρνηση. Και στην περίπτωση της πανδημικής κρίσης, η επίλυση αναμφίβολα περνούσε -και- μέσα από την αναχαίτιση του κλίματος σκεπτικισμού σε σχέση με την επικινδυνότητα της Covid-19 και κατ’ επέκταση απέναντι στο ισχυρότερο όπλο της επιστήμης για την προστασία της κοινωνίας: τον εμβολιασμό. Κλίμα σκεπτικισμού απέναντι στην επιστήμη και τα επιτεύγματά της, που ενισχύθηκε από τα αντιφατικά μηνύματα και τις υλοποιούμενες στρατηγικές της εγχώριας πολιτικής ελίτ με εφαρμογή μέτρων που συχνά δεν ευθυγραμμίζονταν με τη λογική, ενώ όταν το έκαναν, δεν γινόταν συντεταγμένη προσπάθεια να προσληφθούν από την κοινωνία ως τέτοιες.
Και η ανάγκη των ανθρώπων για μείωση της αβεβαιότητας («uncertainty reduction theory») μέσω της εξήγησης των γεγονότων με βάση ένα συγκροτημένο και συνεπές αφήγημα χρειάζεται να ικανοποιείται. Διότι όταν δεν επιχειρείται η συρρίκνωση της αβεβαιότητας σε τόσο σύνθετα ζητήματα, οι θεωρίες συνωμοσίας και ο σκεπτικισμός απέναντι σε τυπικούς και άτυπους θεσμούς, όπως η Δημοκρατία, η επιστήμη και τα κόμματα, αναπόφευκτα θα έρθουν να καλύψουν το σχετικό κενό.
* Ο Άγγελος Σεριάτος είναι επικεφαλής Πολιτικών Ερευνών της Prorata
πηγή: Αυγή