Η Ευρώπη περνάει μια σοβαρή κρίση. Θα μου πείτε είναι η πρώτη; Απανωτές έρχονται οι κρίσεις τα τελευταία χρόνια: η χρηματοπιστωτική κρίση που εξελίχθηκε σε υπαρξιακή για το ευρώ με την Ελλάδα στο επίκεντρο, όπως και με τη μεταναστευτική κρίση στη συνέχεια, μετά η πανδημία και τώρα ο πόλεμος στην Ουκρανία που συνοδεύεται από μια μεγάλη ενεργειακή κρίση και την άμεση προοπτική στασιμοπληθωρισμού. Και όλα αυτά σε κοινωνίες όλο και περισσότερο διχασμένες, με πολλούς σε απόγνωση, άρα και ευάλωτους στις σειρήνες των δημαγωγών.
Του Λουκά Τσούκαλη
Η σημερινή κρίση αλλάζει ριζικά τα δεδομένα. Είναι ένας γεωπολιτικός σεισμός που συγκρίνεται με τα γεγονότα που ακολούθησαν την πτώση της σοβιετικής αυτοκρατορίας τρεις και περισσότερο δεκαετίες πριν. Τότε έπεσε το Τείχος του Βερολίνου, κατέρρευσαν σαν τραπουλόχαρτα τα κομμουνιστικά καθεστώτα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη γιατί τα σοβιετικά τανκς δεν είχαν πλέον εντολή να τα στηρίξουν, διαλύθηκε και η Σοβιετική Ενωση εις τα εξ ων συνετέθη. Τερματίστηκε ο Ψυχρός Πόλεμος – ή τουλάχιστον έτσι θέλαμε να πιστεύουμε οι περισσότεροι.
Με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καταρρέει τώρα η μεταψυχροπολεμική τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη. Επανέρχεται το φάσμα του πολέμου, μπαίνει ένα τέλος και στην οικονομική αλληλεξάρτηση Ρωσίας και υπόλοιπης Ευρώπης. Ηταν στρατηγικό λάθος μια τέτοια σχέση με το αυταρχικό καθεστώς Πούτιν, μια σχέση όμως αμοιβαίου συμφέροντος για όσο ίσχυε; Σίγουρα, αυτή είναι η κυρίαρχη άποψη σήμερα στην εδώ πλευρά μετά τις θηριωδίες στην Ουκρανία και τις παραληρηματικές δηλώσεις που επαναλαμβάνονται συστηματικά στο Κρεμλίνο. Κανένας δεν μπορεί βεβαίως να αποδείξει εκ των υστέρων ότι η Ρωσία του Πούτιν δεν θα προσέφευγε στη χρήση βίας αν η Δύση δεν τη στρίμωχνε στη γωνία. Και σίγουρα κανείς δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη βαρβαρότητα της εισβολής. Αλλά επιτρέψτε μου να πιστεύω ότι ενώ η Δύση κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο, δεν κατάφερε μετά να κερδίσει την ειρήνη. Για αυτήν την αποτυχία, οι ευθύνες δεν περιορίζονται μόνο στην άλλη πλευρά. Αλλά τώρα, άλλα λόγια να αγαπιόμαστε εμείς στο δυτικό στρατόπεδο.
Με έναν φρικτό πόλεμο στη γειτονιά της και εκατομμύρια προσφύγων από την Ουκρανία που αναζητούν καταφύγιο, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης κράτησαν ενιαία στάση στο θέμα των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας στηρίζοντας ταυτόχρονα με κάθε μέσο την Ουκρανία που ζει την κόλαση του πολέμου. Αντιμέτωπες όμως με μια μεγάλη ενεργειακή κρίση και την ανάγκη απεξάρτησης κυρίως από το ρωσικό φυσικό αέριο, δεν κατάφεραν οι χώρες της ΕΕ, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, να επαναλάβουν αυτό που είχαν πετύχει με την πανδημία.
Φιλόδοξο πακέτο
Θυμίζω ότι, μόλις δύο χρόνια πριν, οι 27 συμφώνησαν πολύ γρήγορα σε ένα φιλόδοξο πακέτο σχεδόν 800 δισ. από το οποίο προέκυψε το Ταμείο Ανάκαμψης με μια ισχυρή αναδιανεμητική διάσταση υπέρ των φτωχότερων και περισσότερο ευάλωτων οικονομιών. Αυτό σημαίνει σε απλά ελληνικά ότι χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα ωφελούνται πολύ περισσότερο από όσο η Γερμανία ή η Δανία. Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άνοιξε τους κρουνούς της χρηματοδότησης αγοράζοντας κρατικά ομόλογα και επέτρεψε στις εθνικές κυβερνήσεις να δανείζονται με σχεδόν μηδενικά επιτόκια. Οι ευρωπαϊκές χώρες συμφώνησαν επίσης σε ένα κοινό εφοδιασμό των εμβολίων. Χωρίς αμφιβολία, η πανδημία έφερε την ευρωπαϊκή ενοποίηση πολλά βήματα μπροστά. Σκεφτόμαστε άραγε τι θα κάναμε εμείς σήμερα χωρίς αυτήν την πολύ απτή έκφραση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης;
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την ενέργεια. Η προσπάθεια για μια κοινή πολιτική δεν έχει αποδώσει (ακόμη;) πολλούς καρπούς. Η καθεμία χώρα χωριστά προσπαθεί να προμηθευτεί ενέργεια στις καλύτερες δυνατές τιμές και να προφυλάξει ταυτόχρονα την οικονομία και την κοινωνία της από την έκρηξη τιμών. Οι ισχυρότεροι με τις βαθύτερες τσέπες έχουν σίγουρα το πλεονέκτημα. Και όταν λέγεται αυτό, όλοι σκέφτονται πρώτα τη Γερμανία, της οποίας η κυβέρνηση ανακοίνωσε πρόσφατα ένα εξαιρετικά δαπανηρό πρόγραμμα για να προστατεύσει τις δικές της επιχειρήσεις και τους δικούς της πολίτες. Ταυτόχρονα, αντιστέκεται σε όποια προσπάθεια κοινού ευρωπαϊκού εφοδιασμού και εφαρμογής πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου.
Με άλλα λόγια, στον κρίσιμο τομέα της ενέργειας, η εθνική αλληλεγγύη κερδίζει το πρώτο ημίχρονο εις βάρος της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Αυτό άλλωστε συμβαίνει συνήθως γιατί οι εθνικές κυβερνήσεις εκλέγονται και είναι υπόλογες στους πολίτες της δικής τους χώρας. Αυτούς σκέφτονται πρώτα. Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και οι κοινές πολιτικές παραμένουν το δύσκολο ζητούμενο στο δεύτερο ημίχρονο. Το ευρωπαϊκό σύστημα μοιάζει πολύ περισσότερο με συνομοσπονδία παρά με ομοσπονδία. Το εντυπωσιακό δεν είναι όταν οι Ευρωπαίοι διαφωνούν αλλά όταν συμφωνούν – και συμφωνούν συχνά παρά τα διαφορετικά συμφέροντα, αξίες και αντιλήψεις για τον κόσμο εκτός ευρωπαϊκών συνόρων. Η ανθεκτικότητα της ΕΕ στις αλλεπάλληλες κρίσεις το επιβεβαιώνει περίτρανα.
Οι εθνικιστές, μαζί με κάθε λογής τζάμπα μάγκες που αφθονούν στα δικά μας μέρη, απαξιώνουν συνεχώς τη σημασία και τον ρόλο της ΕΕ. «Δεν σας τα λέγαμε; Αδειανό πουκάμισο η Ευρώπη, όταν έρχονται τα δύσκολα» επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία που οι 27 στις Βρυξέλλες δυσκολεύονται να πάρουν από κοινού αποφάσεις. Μόνον που δεν κάνουν τον κόπο όλοι αυτοί να μας εξηγήσουν ποιες εναλλακτικές έχουν στο μυαλό τους. Πίσω στην απεριόριστη εθνική κυριαρχία σε έναν κόσμο όπου οι Μεγάλες Δυνάμεις βρίσκονται όλες εκτός Ευρώπης; Αυτή τη φαντασίωση είχαν οι υποστηρικτές του Brexit και πληρώνει, εδώ και χρόνια, το Ηνωμένο Βασίλειο ένα μεγάλο τίμημα. Ο Τζόνσον και η Τρας ήταν το αποτέλεσμα. Μπορεί να δούμε και χειρότερα, αν και όταν γίνει το επόμενο δημοψήφισμα στη Σκωτία.
Οταν ακούω δικούς μας πολιτικούς να επιχειρηματολογούν για μια ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική, ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζουν τη διατήρηση του εθνικού βέτο, ψάχνω απεγνωσμένα να βρω τη συνέπεια. Αν χρειαζόμαστε το βέτο για περιπτώσεις όπως η πρώην ακατονόμαστη χώρα που τελικά βαφτίστηκε Βόρεια Μακεδονία, καλύτερα να μην το είχαμε. Οσο για την Τουρκία, δεν νομίζω ότι το χρειαζόμαστε. Φροντίζει άλλωστε για αυτό ο κ. Ερντογάν με τις δηλώσεις και τις πράξεις του.
Η Ευρώπη χρειάζεται μια κοινή ενεργειακή πολιτική περισσότερο από ποτέ άλλοτε. Εχουμε ήδη διανύσει αρκετή απόσταση στην προσπάθεια να συγκλίνουν οι εθνικές θέσεις. Μην εκπλαγείτε διόλου αν υπάρξουν σημαντικά και απτά αποτελέσματα σχετικά σύντομα. Δύσκολα όμως θα μοιάζουν οι όποιες κοινές αποφάσεις με αυτές που προέκυψαν στην πανδημία. Δεν είναι κάθε μέρα Κυριακή, ούτε είναι όμως και τόσο απλό να επιβάλλεις πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου όταν δεν παίζεις μόνος σου παιχνίδι.
Ο Λουκάς Τσούκαλης είναι καθηγητής στη Sciences Po στο Παρίσι και ομότιμος καθηγητής στο ΕΚΠΑ
Πηγή: Έντυπη έκδοση «Τα Νέα»