Βιέννη: Ο Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν επανεκλέγεται στον πρώτο γύρο (9.10.2022) πρόεδρος της δημοκρατίας. Είναι ο καθηγητής και πολιτικός από τον χώρο των Πρασίνων που αντιμετώπισε, το 2016, ήδη, νικηφόρα τον φασισμό των Στράχε και Χόφερ.
Του Κώστα Ζώρα*
Ρώμη: Στο προεδρείο της Γερουσίας, την επιζήσασα του Ολοκαυτώματος διαδέχεται ο μουσολινικός Λα Ρούσα, προστατευόμενος της ήδη πρωθυπουργού, επίσης μουσολινικής Μελόνι.
Στοκχόλμη: Ο Κρίστερσον του κόμματος των κεντροδεξιών «Μετριοπαθών» πρωθυπουργός, με τη στήριξη των φασιστών του κόμματος «Σουηδοί Δημοκράτες». Συνωστισμός μετριοπαθών κεντροδεξιών και φασιστών.
Ουάσινγκτον: Ο κινούμενος μεταξύ ακροδεξιάς και φασισμού τραμπισμός ως απειλή εμφυλίου πολέμου, κατά το Δημοκρατικό Κόμμα.
Επάνοδος στα μοντέλα των δεκαετιών του 1960 και του 1970 ή μάλλον στα μοντέλα του Μεσοπολέμου (Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα και άλλοι), τι κι αν τώρα δεν φορούν καφέ ή μαύρες στολές, αλλά κοστούμια και γραβάτες.
Στη Γερμανία, επιστημονικοί κύκλοι, κάτω από τα μελανά ευρωπαϊκά νέφη, συζητούν και προσπαθούν να αντικρούσουν και πάλι τις κρατικές και συνταγματικές θεωρίες του Καρλ Σμιτ, θεωρητικού απολογητή του εθνικοσοσιαλισμού.
Οπως για τον Dezisionismus. Πρόκειται για πολιτική και νομική θεωρία, που τοποθετεί την απόφαση και τη λήψη της απόφασης στο επίκεντρο των εκτιμήσεων.
Θεωρεί ότι η αιτιολόγηση μιας απόφασης είναι λιγότερο σημαντική από την ίδια την απόφαση.
Σύμφωνα με αυτήν, δεν μπορεί να υπάρξει γενικά δεσμευτική αιτιολόγηση με βάση αξίες ή ηθικές θέσεις.
Ως εκ τούτου, η απόφαση των ανθρώπων για αυτήν ή την άλλη ενέργεια είναι τελικά αυθαίρετη και δεν δικαιολογείται με λογική ανάλυση ή με βάση ηθικά κριτήρια.
Δηλαδή αποφάσεις γρήγορες και άμεσες, χωρίς περίσκεψη, χωρίς προβληματισμό, χωρίς διάλογο, χωρίς ενσυναίσθηση, από έναν «εθνικά ομοιογενή λαό» και τις «ολιγαρχικές – φασιστικές» ηγεσίες του.
(Μίχαελ Τσιρν, καθηγητής, διευθυντής του επιστημονικού κέντρου κοινωνικών ερευνών στο Βερολίνο, STERN, 21.9.02022).
Αποφάσεις όπως:
Απόρριψη ευρωπαϊκών και διεθνών θεσμών για την επίλυση παγκόσμιων προβλημάτων (κλιματική κρίση, προσφυγικό, μεταναστευτικό, ασφάλεια).
Ξενοφοβικό μίσος και ρατσισμός για τον αλλοδαπό, τον αλλόθρησκο, τον αλλόφυλο.
Απόρριψη των σκοπών και σύγκρουση με τα μεγάλα κινήματα χειραφέτησης (φεμινισμός, άμβλωση, ερωτική απελευθέρωση, ΛΟΑΤΚΙ).
Εκμετάλλευση του γεγονότος ότι η φτώχεια και η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων δημιουργούν δυσπιστία στα μεσαία και χαμηλά στρώματα απέναντι στη δημοκρατία και στην ικανότητα του συστήματος για λύσεις (ψήφος προς φασιστικά κόμματα, αποχή).
Στήριξη της συρρίκνωσης μέχρι κατάργησης των πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών (π.χ. ελευθερία του Τύπου, Ουγγαρία, Πολωνία, Βραζιλία, Ελλάδα).
Η επέλαση του φασισμού βρίσκει μια πολλαπλώς αδύναμη Ευρωπαϊκή Ενωση, χωρίς γεωστρατηγική πολιτική, χωρίς πολιτική ειρήνης, με σαφέστατη έλλειψη ηγεσίας.
Οι σχέσεις μεταξύ συντηρητικών ή κεντροδεξιών κομμάτων και φασιστικών είναι, στις «δύσκολες» στιγμές, ακατάλυτες. Πρόκειται για τον ταξικό δεσμό στήριξης των συμφερόντων του μεγαλοαστισμού και της ολιγαρχίας.
Αμεση συσπείρωση και συνεργασία των προοδευτικών, δημοκρατικών, αριστερών, σοσιαλιστικών, πράσινων και οικολογικών δυνάμεων. Κατά τη διακήρυξη του Ευρωπαϊκού Φόρουμ, που οργάνωσε πρόσφατα στην Αθήνα ο ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ.
Η απουσία συνιστά πολιτικό έγκλημα.
* ομότιμος καθηγητής, πρώην Αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου
Πρώτη δημοσίευση στην Εφ.Συν.