Στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο 105,5» και τον Διονύση Ελευθεράτο μίλησε το μεσημέρι της Κυριακής ο δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας Documento, Κώστας Βαξεβάνης, μετά τον πολιτικό «σεισμό» που προκάλεσαν οι αποκαλύψεις της εφημερίδας του για το σκάνδαλο των υποκλοπών.
Υπενθυμίζεται ότι από προχθές το βράδυ είχε κυκλοφορήσει το πρωτοσέλιδο του σημερινού φύλλου, στο οποίο αποκαλύπτονταν ονόματα πολιτικών, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών που είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση από το κακόβουλο λογισμικό Predator και την ΕΥΠ.
Ο κ. Βαξεβάνης αρχικά τόνισε σχετικά με το σημερινό δημοσίευμα ότι «κάναμε τη δουλειά μας και έπρεπε να προσέχουν γιατί είχαμε προειδοποιήσει», υπογραμμίζοντας, αναφερόμενος στην κυβέρνηση, ότι «ήθελαν να ακολουθήσουν έναν θεσμικό κατήφορο και αυτά είναι τα αποτελέσματα».
Σχετικά με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, ο οποίος χθες προσπάθησε να δώσει ορισμένες εξηγήσεις για το σκάνδαλο, ο κ. Βαξεβάνης ανέφερε : «Ο κ. Οικονόμου ήθελε να κάνει τον καμικάζι του κ. Μητσοτάκη χθες, να κάνει έφοδο στη γελοιότητα, στην αυτογελοιοποίηση και νομίζω ότι είναι ορατό πλέον, δεν το λέω μόνο εγώ, το λένε μέχρι και τα συστημικά μέσα. Ότι όλο αυτό το οποίο έγινε και η απάντηση ήταν μια αποδοχή, γιατί ο κ. Οικονόμου αφού βρίζει σε βαθμό να κινδυνεύει ποινικά για αυτά που έχει πει, «συκοφάντη» κλπ, κατέληξε στο ότι γίνονται παρακολουθήσεις αλλά εμείς (σ.σ. η κυβέρνηση) δεν έχουμε καμία σχέση. Πρόκειται για μια παραδοχή».
«Ο κ. Οικονόμου θέλει να πάρουμε τα πράγματα ξεχωριστά το καθένα», συνέχισε ο δημοσιογράφος και εξήγησε: «Γιατί ο κ. Μητσοτάκης ότι κάνει παρακολουθήσεις είναι δεδομένο. Ότι ο κ. Ανδρουλάκης και ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης έχουν παρακολουθηθεί και από το Predator και ταυτοχρόνως από την ΕΥΠ, με διάφορες διατάξεις που έχει υπογράψει κατ’εντολή της κυβέρνησης μία Εισαγγελέας, για λόγους εθνικής ανάγκης που δεν μας εξήγησε ποτέ, είναι δεδομένο».
Ο κ. Βαξεβάνης υπογράμμισε επιπλέον ότι «η συμπεριφορά ενόχου του κ. Μητσοτάκη είναι δεδομένη», αναφέροντας στη συνέχεια ορισμένα γεγονότα που έχουν γίνει ήδη γνωστά και αποδεικνύουν τη δυσχερή θέση του πρωθυπουργού: «Πήρε την ΕΥΠ πάνω του, την έβαλε να κάνει παρακολουθήσεις, έκανε νόμο για να μην μπορεί να ενημερωθεί ο πολίτης αν παρακολουθείται. Στη συνέχεια όταν ξέσπασε το σκάνδαλο τα έριξε στον ανιψιό του και τον οδήγησε σε παραίτηση για αυτό. Στη συνέχεια δεν πήγε καν να ειδοποιήσει τον Αλέξη Τσίπρα, σε όλη αυτή τη συζήτηση που προκάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ για την υπόθεση των υποκλοπών και ως κερασάκι στην τούρτα, όταν ήρθε η PEGA, Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ελέγχου και Έρευνας του Ευρωκοινοβουλίου, έστριψε διά του αρραβώνος με τη συνεχή αντιθεσμική συμπεριφορά. Άρα, για να μην ξεχνάμε πού βρισκόμαστε και επειδή δεν προέκυψε κάτι εν κενώ, έχουμε όλα τα στοιχεία εκείνα και τις αποδείξεις για την ενοχή του κ. Μητσοτάκη. Δεν μιλάει, βγάζει κάτι τύπους σαν τον κ. Οικονόμου να ψελλίσουν προπαγανδιστικά επιχειρήματα του στυλ ότι «είναι αόριστα» κλπ».
«Και εγώ θέτω το ερώτημα: πού ξέρει ο κ. Οικονόμου αν αυτή είναι μια πραγματική ή μη πραγματική λίστα;», προσθέτει ο εκδότης του Documento και συμπληρώνει: «Ξέρει την πραγματική; Γιατί αν λέει ότι όλα αυτά είναι ψεύδη, γνωρίζει ο ίδιος ποια είναι η αληθινή λίστα. Γιατί παρεμπόδισαν την έρευνα και σε εισαγγελικό επίπεδο και σε επίπεδο επιτροπής της Βουλής;».
Πολιτική, δημοσιογραφία και δικαιοσύνη σε θερμικό κατήφορο
Σχετικά με την πρόσφατη εντολή έναρξης προκαταρκτικής έρευνας, κ. Βαξεβάνης, ήταν ιδιαίτερα επικριτικός ως προς τη λειτουργία της δικαιοσύνης, λέγοντας: «Μόλις τώρα ανακοίνωσε, αφού το προανήγγειλε ο κ. Οικονόμου, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ότι ξεκινάει προκαταρκτική έρευνα. Μία ακόμα. Είναι η πέμπτη. Έχουμε πέντε προκαταρκτικές έρευνες, για τις οποίες την εντολή για την έρευνα την έχει πταισματοδίκης, για το πώς υπήρξαν διαρροές, για το τι έγινε με τον Ανδρουλάκη, για το τι έγινε με τον Κουκάκη, αλλά την έρευνα για τις διαρροές από την ΕΥΠ την κάνει προσωπικά ο κ. Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Πώς το εξηγεί αυτό;
Στην περίπτωση της Novartis, δόθηκε εντολή την έρευνα να την κάνουν αντιεισαγγελείς του Αρείου Πάγου και την έκαναν. Και σε μια υπόθεση που υπάρχει θεσμική εκτροπή, που κατηγορείται ο ίδιος ο πρωθυπουργός, για μια τόσο σοβαρή υπόθεση ότι ο πρωθυπουργός παρακολουθεί το σύμπαν, τους υπουργούς τους και τις γυναίκες τους ακόμα, αναλαμβάνει η Εισαγγελία γενικώς και αορίστως για να κάνει προκαταρκτική; Πώς το εξηγεί ο κ. Ντογιάκος αυτό; Σε αυτόν τον κατήφορο τον θεσμικό έχουμε ρίξει την πολιτική, έχουμε ρίξει τη δημοσιογραφία, έχουμε ρίξει και τη δικαιοσύνη.
Και θα θέσω τώρα τα ερωτήματα, τα οποία θα θέσω και στον κ. Ντογιάκο που φαντάζομαι ότι θα δεχτεί να με δει και δεν θα φοβηθεί. Και λέω δεν θα φοβηθεί γιατί στο παρελθόν είχε αποκαλυφθεί ο ρόλος του κ. Ντογιάκου για διάφορες ιστορίες με τον Βγενόπουλο. Το ερώτημα είναι το εξής: Θέλουν αποδείξεις; Οι αποδείξεις είναι ενός τύπου. Δεν υπάρχουν άλλες. Να βγάλουμε μηνύματα που έχουν προκύψει από την παρακολούθηση; Να βγάλουμε βίντεο που έχουν προκύψει από την παρακολούθηση και υλικό που ενδέχεται να έχουμε στην κατοχή μας; Γιατί αυτός που μας έδωσε τη λίστα, δεν μας έδωσε τη λίστα και εμείς την πήραμε και τη δημοσιεύσαμε. Προφανώς κάναμε κάποια έρευνα. Έχουμε δέσει τα γεγονότα που μας περιγράφει ότι είναι αληθή και έχουμε στοιχεία».
«Θέλουν να βγάλουμε τις καταγραφές;»
Ο ίδιος, επεσήμανε επίσης, σχετικά με τα στοιχεία που διαθέτει ότι «ο κ. Οικονόμου και ο κ. Μητσοτάκης δεν θέλησαν να καταλάβουν, αλλά κάποια από αυτά τα στοιχεία και συγκεκριμένα τα τέσσερα link που στάλθηκαν στον Καρυπίδη τον επιχειρηματία, ο οποίος ήταν στη λίστα για να παρακολουθείται διά του Καρυπίδη και της αδερφής του ο Βαγγέλης Μαρινάκης, τα δημοσιεύσαμε. Και δεν κατάλαβαν ότι έχουμε στοιχεία, ότι έχουμε πράγματα που μας διαφυλάττουν από την κακή ώρα. Θέλουν να βγάλουμε καταγραφές;».
Όσο, δε, για το ενδεχόμενο να δημοσιεύσει καταγραφές και συνομιλίες που ενδέχεται να έχει στην κατοχή του ο δημοσιογράφος, ανέφερε: «Το να βγάλουμε καταγραφή είναι θέμα ηθικό και ακόμα το εξετάζουμε ως δημοσιογράφοι. Αφού μας λένε ψεύτες, ότι δεν ισχύουν αυτά που βγάλαμε και προσπαθούν να τα συγκαλύψουν, αν βγάλουμε μια συνομιλία του Άδωνι Γεωργιάδη με έναν κύριο ή μία κυρία, για παράδειγμα, τι θα κάνουν μετά; Θα ασκήσουν δίωξη εναντίον των δημοσιογράφων του Documento για κατοχή προσωπικών δεδομένων, για παράνομη καταγραφή προσωπικών δεδομένων, για παράνομη διαχείριση αρχείου και θα μας κλείσουν στη φυλακή. Αυτοί που λένε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία. Το έχουν στημένο το σκηνικό. Εμείς, λοιπόν, αρνούμαστε να μπούμε σε αυτή τη λογική. Αρνούμαστε να υποπέσει η πολιτική αντιπαράθεση, όταν όλα είναι φανερά μπροστά μας, σε επίπεδο να βγάζουμε κασέτες στον αέρα, αν τις έχουμε.
«Θέλουν να μακελέψουν τη χώρα;»
Ο κ. Βαξεβάνης, μίλησε επιπλέον και για τον αντίκτυπο που έχουν όλες αυτές οι αποκαλύψεις διεθνώς, τονίζοντας ότι «αυτή τη στιγμή είναι (σ.σ. η κυβέρνηση) με την πλάτη στο πάτωμα», αναφερόμενος τόσο στην ευρωβουλευτή της PEGA που έχει βγει και έχει αποκαλέσει τον πρωθυπουργό της χώρας «παρανοϊκό», όσο και σε διεθνή μέσα που κάνουν λόγο για αντιδημοκρατικό κατήφορο του πρωθυπουργού.
«Τι άλλο θέλουν να γίνει; Θέλουν να μακελέψουν τη χώρα πολιτικά; Θέλουν να τη ρίξουν στον βούρκο στον οποίο βουτάνε οι ίδιοι παρακολουθώντας το σύμπαν γύρω τους εδώ και τρία χρόνια;» διερωτήθηκε ο δημοσιογράφος, ενώ μιλώντας για το ποιους παρακολουθεί κυρίως ο κ. Μητσοτάκης, ανέφερε: «Παρακολουθούν αυτούς από τους οποίους θεωρεί ο κ. Μητσοτάκης ότι κινδυνεύει. Είτε είναι υπουργοί του, είτε είναι ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας, είτε είναι ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, που ξέρουμε ότι δεν έχουν και τις καλύτερες σχέσεις, είτε πρόκειται για τους ανθρώπους του Μαξίμου για τους οποίους ήθελε να μάθει πώς κινούνται και αν σχεδιάζουν τίποτα με επιχειρηματικά συμφέροντα».
Ο κ. Βαξεβάνης σημείωσε επίσης ότι «σε όλον αυτόν τον κύκλο παρακολουθήσεων, υπήρχαν προφανώς προθέσεις και πρακτικές εκβιασμών», προμηνύοντας νέες αποκαλύψεις και διευκρινίζοντας για τις πηγές του ότι «τις πληροφορίες δεν μας τις έδωσε ένας, υπάρχει ένα σύστημα. Και υπάρχει η πληροφορία, προσπαθούμε να την επιβεβαιώσουμε, ότι κατά τη διάρκεια ταξιδιού ενός απεσταλμένου υπουργού στη Λάρισα για μια δουλειά που δεν ήταν ακριβώς ούτε νόμιμη ούτε εγκεκριμένη από το περιβάλλον του Μαξίμου, ο υπουργός δέχθηκε τηλεφώνημα που του είπαν ξέρουμε πού πας και τι πας να κάνεις, γύρνα πίσω».
Πηγή: Αυγή