Η Ευρωζώνη εισέρχεται σε ύφεση τον χειμώνα. Σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν, η οικονομία της ζώνης του ευρώ αναμένεται να συρρικνωθεί το τέταρτο τρίμηνο του 2022 και το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης ορίζονται ως ύφεση. Η οικονομική κατάσταση στη νομισματική ένωση χαρακτηρίζεται από «εξαιρετικό βαθμό αβεβαιότητας», σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που αναθεώρησε και την πρόβλεψή της για τον πληθωρισμό για το 2023: θα κυμανθεί στο 6,1%, έναντι μόλις 4% που αναμενόταν μέχρι στιγμής. Ο πληθωρισμός αναμένεται να επιστρέψει σε μέτρια επίπεδα μόνο το 2024. «Η οικονομική κατάσταση έχει επιδεινωθεί σημαντικά», δήλωσε ο Επίτροπος Νομισματικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι.
Οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να περιβάλλονται από έναν εξαιρετικό βαθμό αβεβαιότητας – συνοψίζουν οι Βρυξέλλες – αφού συνεχίζεται τόσο ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, όσο και ο κίνδυνος νέων οικονομικών αναταραχών.
Η πιο προφανής απειλή προέρχεται από τις αρνητικές εξελίξεις στην αγορά φυσικού αερίου, όσο και αν οι ευρωπαϊκές αποθήκες είναι προς το παρόν γεμάτες. «Η ΕΕ είναι πάντα άμεσα και έμμεσα εκτεθειμένη σε περαιτέρω κραδασμούς στις αγορές άλλων πρώτων υλών λόγω γεωπολιτικών εντάσεων», παραδέχτηκε ο Τζεντιλόνι.
Το πρώτο, ευτυχώς ζεστό φθινόπωρο της «πολεμικής οικονομίας» δίνει βήμα-βήμα τη θέση του στον χειμώνα και ο συνδυασμός έκτακτων μέτρων που ελήφθησαν για να αποφευχθεί ο κίνδυνος ύφεσης, δεν αποδίδουν.
Άμπωτη πριν από το τσουνάμι
Η πιο πρόσφατη προειδοποίηση για την ύφεση ήταν ο δείκτης της μεταποίησης PMI από την Standard & Poor’s που μετρά την εμπιστοσύνη και την αντίσταση του οικονομικού συστήματος στους ανέμους που πνέουν στον βιομηχανικό τομέα. Τον Οκτώβριο ο δείκτης PMI σημείωσε πτώση σε όλη την Ευρώπη, σε σχέση με τον Σεπτέμβριο. Στην ατμομηχανή της Ε.Ε. -τη Γερμανία- υποχώρησε τον Οκτώβριο στις 45,1 μονάδες έναντι 47,8 τον Σεπτέμβριο. Στη Γαλλία, ο δείκτης PMI ήταν 47,2 μονάδες, από 47,7 τον Σεπτέμβριο, στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δυόμισι ετών. Στην Ιταλία υποχώρησε από τις 47,9 στις 46,4 μονάδες. Όταν ο δείκτης αυτός είναι κάτω από το 50 δείχνει μια οικονομία σε ύφεση. Με απλά λόγια: οι βιομηχανίες σε όλη την Ευρωζώνη μειώνουν τις προοπτικές για παραγγελίες για τους επόμενους μήνες. Και μια σταδιακή και παρατεταμένη υποχώρηση είναι όπως η άμπωτη της θάλασσας στην ακτή που προηγείται ενός τσουνάμι.
«Τον Οκτώβριο, οι νέες παραγγελίες μειώθηκαν με ρυθμό που σπάνια είχαμε δει κατά τη διάρκεια των 25 χρόνων που συλλέγουμε αυτά τα στοιχεία», λέει ο Τζο Χάγιες, επικεφαλής οικονομολόγος της στην S&P Global Market Intelligence. «Ούτε στους χειρότερους μήνες της πανδημίας, ούτε και στο αποκορύφωμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης μεταξύ 2008 και 2009, δεν είχαμε τέτοια πτώση», προσθέτει.
Η Ευρώπη σε «πολυκρίση»
Η Ευρώπη βιώνει μια πολυδιάστατη κρίση- μια « πολυκρίση», όπως είχε ορίσει ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ την επικίνδυνη κατάσταση στην Ευρώπη την περίοδο μετά το 2014.
Τον Απρίλιο του 2022 το ινστιτούτο Cascade δημοσίευσε μια ανάλυση, ορίζοντας τι είναι η «πολυκρίση»: Πρόκειται για τον τριών ή περισσότερων συστημικών κινδύνων που αλληλοεπιδρούν, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει έναν καταρράκτη καταστροφών, που υποβαθμίζει αμετάκλητα προοπτικές της οικονομίας». Δυστυχώς, αυτό που βιώνει η Ευρώπη στο τέλος του 2022, ενόψει του 2023, είναι μια τέτοια κατάσταση.
Τα δεδομένα του δείκτη μεταποίησης είναι το… δάχτυλο. Το φεγγάρι ,είναι η φύση της Ευρώπης ως θύμα του πολέμου στην Ουκρανία. Ενός πολέμου που διεξάγεται ουσιαστικά διά του « Ευρωπαίου αντιπροσώπου», ανάμεσα στη Ρωσία και την Αμερική.
Ένα νέο «Συνέδριο της Βιέννης»
Η Ευρώπη πρέπει να σηκώσει επιτέλους κεφάλι και να παρέμβει για τον τερματισμό του πολέμου. Αντί να στέλνει οικονομική και στρατιωτική βοήθεια να παρέμβει διπλωματικά για ένα νέο
«Συνέδριο της Βιέννης», του 21ου αιώνα. Όπως μετά τη μάχη του Βατερλό το 1815, οι αντιπρόσωποι των νικητριών δυνάμεων ίδρυσαν μεν την Ιερή Συμμαχία, αλλά αποφάσισαν να επαναφέρουν την «αρχή της νομιμότητας». Να επανασχεδιαστεί δηλαδή σήμερα τη μελλοντική τάξη μαζί με τις δύο εμπόλεμες χώρες. Για την ευρωπαϊκή οικονομία, όσο συνεχίζεται ο πόλεμος επιταχύνει την κρίση: Πρώτα από όλα, με το αναπόφευκτο ενεργειακό χάος, που ενισχύει την δεύτερη συστημική κρίση, αυτή του πληθωρισμού. Η τρίτη πρόκληση είναι η απώλεια του ευρώ και της ευρωπαϊκής ηγετικής θέσης στον παγκόσμιο νομισματικό ανταγωνισμό.
Η βιασύνη για την αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου , υποχρέωσε επίσης τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες να γεμίσουν τις αποθήκες φυσικού αερίου, αναζητώντας παντού τον «μπλε χρυσό»: Αζερμπαϊτζάν, Αλγερία, Κονγκό, Αγκόλα, Καζακστάν, Νιγηρία και φυσικά οι ΗΠΑ και το Κατάρ είναι οι προμηθευτές στους οποίους προστρέχουν με αγωνία οι Ευρωπαίοι για να βρουν φυσικό αέριο ή LNG .
Περίπλοκα σενάρια
H επιδιωκόμενη ανεξαρτησία από το ρωσικό αέριο, ξεδιπλώνει περίπλοκα σενάρια σε στρατηγικό επίπεδο. Πολύ συχνά ακυρώνονται μακροπρόθεσμα συμβόλαια, που δυσκολεύουν τον ευρωπαϊκό στόχο να ξεπεραστεί η εξάρτηση από εξαιρετικά ασταθείς αγορές όπως η Ttf στο Άμστερνταμ.
Οι ευρωπαϊκές χώρες αναγκάζονται να χορηγούν εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ σε επιδοτήσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους και των λογαριασμών, με αποτέλεσμα όμως να προκύπτουν πολλά ερωτηματικά σχετικά με την ανθεκτικότητα του συστήματος σε περίπτωση που επαναληφθεί η κρίση τιμών και τους κινδύνους νέας αύξησης των δημοσίων χρεών. Υποτίθεται βέβαια ότι η Κομισιόν θα έλυνε το πρόβλημα με την αναθεώρηση των αυστηρών κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά οι προτάσεις που διατύπωσε την περασμένη Τετάρτη δεν φαίνεται να ικανοποιούν αρκετές χώρες μέλη. Αρκετοί οικονομολόγοι εκφράζουν φόβους ότι θα υπάρξει μετάδοση της αυστηρής νομισματικής πολιτικής που επιβάλει η ΕΚΤ, στη δημοσιονομική πολιτική των χωρών μελών. Κάτι που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο στρατηγικές επενδύσεις, αλλά και να ανοίξει το δρόμο στην επιβολή νέων πολιτικών λιτότητας.
Αρκεί να φανταστούμε ένα σενάριο στο οποίο, σε ένα χρόνο, τα ευρωπαϊκά κράτη θα αντιμετωπίσουν δημοσιονομικά προβλήματα ,σε ένα πλαίσιο συνεχιζόμενου πολέμου, κρίσης εφοδιασμού, υψηλού πληθωρισμού και αύξησης του κόστους των πρώτων υλών. Είναι μια εφιαλτική προοπτική, που θα βυθίσει την Ευρώπη σε μια πιο βαθιά, συστημική ύφεση σε σχέση με τις τρεις προηγούμενες των τελευταίων 15 ετών. Μια πραγματική ταφόπλακα για κάθε φιλοδοξία μελλοντικής ανάπτυξης.