Η δημοσιογραφική του πορεία, η πολιτική του σάτιρα, τα θεατρικά του έργα και το συνολικό συγγραφικό του έργο αντιμετωπίστηκαν με λογοκρισία, φυλακίσεις, επικήρυξη και απόπειρες δολοφονίας.
Ο Αζίζ Νεσίν έγραψε πολλά διηγήματα, ποιήματα, μυθιστορήματα και εννέα θεατρικά κείμενα και εξέδωσε συνολικά περισσότερα από εκατό έργα. Έχει επανειλημμένα βραβευτεί στην Τουρκία (Ένωση Τούρκων Θεατρικών Συγγραφέων, Τουρκική Ένωση Λογοτεχνών κ.ά.) και στο εξωτερικό (Βουλγαρία, Πολωνία, Σοβιετική Ένωση, Ρουμανία, Ιταλία, Φιλιππίνες), ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί σε 32 γλώσσες. Το 1991 ήλθε στην Αθήνα για να παραλάβει το βραβείο ελληνοτουρκικής φιλίας «Αμπντί Ιπεκτσί». Έργα του έχουν μεταφραστεί σε τριάντα γλώσσες και στα ελληνικά. Το πιο γνωστό είναι ο «Καφές και η Δημοκρατία», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Θεμέλιο».
Γεννήθηκε στη Χάλκη της Κωνσταντινούπολης στις 20 Δεκεμβρίου του 1915, ήταν παιδί μιας φτωχής μικροαστικής οικογένειας και έμεινε ορφανός σε πολύ μικρή ηλικία. Το «Αζίζ» ήταν το όνομα του πατέρα του, τον οποίο και έχασε σε μικρή ηλικία. Αποφοίτησε από το Στρατιωτικό Λύκειο Kuleli (1935), τη Στρατιωτική Ακαδημία (1937) και τη Στρατιωτική Σχολή Φυσικομαθηματικών Σπουδών (1939). Φοίτησε, επίσης, για δύο χρόνια στη Σχολή Καλών Τεχνών. Υπηρέτησε ως αξιωματικός για αρκετά χρόνια, όμως το 1945 απομακρύνθηκε από τον στρατό με την κατηγορία της κατάχρησης καθήκοντος και εξουσίας.
Έκτοτε στράφηκε στη δημοσιογραφία. Η σάτιρά του προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τους αντιπάλους του, η κυκλοφορία της εφημερίδας του απαγορεύτηκε και ο ίδιος εξορίστηκε στην Προύσα για ένα χρόνο (1947). Ωστόσο, ο Νεσίν συνέχισε τον αγώνα του με την ίδια μαχητικότητα επιμένοντας να εκδίδει την εφημερίδα του με διαφορετικούς τίτλους (Malumpasa, Merhumpasa, Ali Baba, Bizimpasa και Hur Markopasa).
Μετά από τη δημοσίευση ενός άρθρου στην εφημερίδα Tan, το 1945, στο οποίο ασκούσε έντονη κριτική στο πολιτικό καθεστώς, τα γραφεία της εφημερίδας κάηκαν από παρακρατικούς και στρατιωτικούς, ενώ ο ίδιος διώχτηκε πολιτικά. Για τους ίδιους λόγους δικάστηκε και οδηγήθηκε πολλές φορές στη φυλακή: το 1945, για τη δημοσίευση ενός φυλλαδίου με τίτλο “Πώς να ιδρύσετε ένα κόμμα, διαλύοντας ένα άλλο”, το 1948, για την κυκλοφορία του δεύτερου βιβλίου του, που περιλάμβανε άρθρα και σχόλια για την τουρκική αλλά και για τη διεθνή πολιτική κατάσταση, το 1949, μετά τη δίωξη που άσκησαν εναντίον του για δυσφήμιση η βασίλισσα της Αγγλίας, ο Σάχης του Ιράν και ο βασιλιάς της Αιγύπτου, και το 1951, μετά την κυκλοφορία δύο άλλων περιοδικών που εξέδωσε, του Bastan και Yeni Bastan.
Τον Σεπτέμβριο του 1955 συνελήφθη μαζί με άλλους αριστερούς ως υποκινητής του πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης. Γρήγορα, όμως, η κατηγορία απορρίφθηκε, αφού ήταν φανερό ότι τα «Σεπτεμβριανά», όπως έμειναν στην ιστορία, τα είχαν οργανώσει οι μηχανισμοί της κυβέρνησης Μεντερές.
Το 1952 άνοιξε στην Κωνσταντινούπολη ένα βιβλιοπωλείο, ενώ τον επόμενο χρόνο άνοιξε ένα στούντιο φωτογραφίας. Στη συνέχεια, ωστόσο, επέστρεψε στη δημοσιογραφική δράση αρθρογραφώντας σε εφημερίδες και εκδίδοντας σατιρικά περιοδικά, ενώ το 1956 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Dusun, που λίγα χρόνια αργότερα κάηκε από “αγνώστους” και καταστράφηκε ολοσχερώς.
Πέθανε στις 5 Ιουλίου του 1995, από καρδιακή προσβολή, έπειτα από μια εκδήλωση-αφιέρωμα στο έργο του, στο Τσεσμέ της Σμύρνης.
Ένα από τα ωραιότερα έργα του:
«Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,Τι σε νοιάζει εσένα;, μου λέγανε, θα βρείς το μπελά σου, σώπα(…) Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε: Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα, Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμίες ζηλευτές, με τους γειτονες, μας ένωνε, όμως, το Σώπα.(…) τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσά μου, γιατί νομίζω πως θα’ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο, με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει: ΜΙΛΑ!….»
“Ο καφές και η δημοκρατία” (απόσπασμα)
Δυο πράγματα δεν ευδοκιμούν στη χώρα μας.
Το ένα είναι το δέντρο του καφέ και το άλλο η Δημοκρατία. Και τα δύο μας έρχονται από το εξωτερικό.
Στα χώματά μας δεν μπορέσαμε ν’ αναπτύξουμε με κανένα τρόπο το δέντρο του καφέ.
Το κλίμα της χώρας μας, το νερό, το χώμα, δεν είναι κατάλληλα για την ανάπτυξη του δέντρου αυτού.
Όσο για τη Δημοκρατία… Η αλήθεια είναι πως ό,τι περνούσε από το χέρι μας, δεν παραλείψαμε να το κάνουμε, για την ανάπτυξή της, για την εδραίωσή της.
Αν κοιτάξετε την ιστορία μας, πριν από εκατό χρόνια πάνω κάτω ρίχτηκε στη χώρα μας ο σπόρος της Δημοκρατίας.
Είναι εκατό χρόνια που όλο λέμε:
Αμάν η Δημοκρατία μας μπουμπούκιασε!…
Η νεαρή Δημοκρατία μας!…
Αμάν η νεαρή Δημοκρατία μας!…
Να είναι δοξασμένος αυτός που τη μεγάλωσε, μόλις καταφέραμε τόσα χρόνια να φέρουμε σ’ αυτό το ανάστημα τη Δημοκρατία, έγινε ένα φιντάνι η Δημοκρατία.
Αν ξοδεύαμε αυτό τον κόπο των εκατό χρόνων που αφιερώσαμε στη Δημοκρατία, για την ανάπτυξη του καφέ, σήμερα η χώρα μας θα γινόταν δάσος από καφέ, που δεν τ’ άγγιξε ο μπαλτάς του ξυλοκόπου.
Στο παρελθόν κρίθηκε απαραίτητο, δεν το είχαμε καταλάβει. Αντί να φυτέψουμε σπόρο καφέ, φυτέψαμε το σπόρο της Δημοκρατίας. “Δόξα τω Θεώ”, αν και δεν έχουμε καμιά στενοχώρια απ’ τη μεριά της Δημοκρατίας, εμείς ξέρουμε το τι τραβάμε από την έλλειψη του καφέ.
Καφές είναι αυτός!… Δε μοιάζει σε τίποτε. Έτσι είναι η Δημοκρατία; Και να είναι και να μην είναι το ίδιο κάνει…
Αν δεν υπάρχει καφές, του ανθρώπου το κεφάλι γυρίζει, αν δεν υπάρχει Δημοκρατία, του ανθρώπου το κεφάλι δεν γυρίζει. Ο καφές μοσκοβολάει, η Δημοκρατία ούτε καν έχει μυρουδιά.
Τον καφέ τον βάζεις στο φλιτζάνι, τον πίνεις. Η Δημοκρατία ούτε τρώγεται, ούτε πίνεται. Σε τι χρειάζεται αυτή η Δημοκρατία, μπορείτε να μου πείτε;
Στη χώρα μας έρχεται από το εξωτερικό μπόλικη μπόλικη Δημοκρατία, αλλά καφές δεν έρχεται. Τον καφέ τον πουλάνε, τη Δημοκρατία τη δίνουν.
Ο καφές είναι με λεφτά, η Δημοκρατία τζάμπα… Για τον καφέ χρειάζεται συνάλλαγμα, για τη Δημοκρατία τίποτα δεν χρειάζεται. Για κοιτάξτε το τι τραβάμε απ’ τον καφέ.
Σάμπως δεν έχουμε συνηθίσει στον καλό καφέ; Αμέσως καταλαβαίνουμε τον καλό καφέ απ’ τον άσκημο, το μπαγιάτικο απ το φρέσκο, το νοθεμένο απ το σκέτο.
Ζωή να ‘χουνε, μερικοί πατριώτες μας έκαναν ψεύτικο καφέ. Στην αρχή βγήκε ο κριθαρένιος καφές, δεν έπιασε.
Ύστερα βγήκε καφές από φασόλια, δεν το κατάπιαμε.
Εμείς σαν έθνος είμαστε θεριακλήδες του καφέ. Αν και καταπίνουμε όλες τις απομιμήσεις, του καφέ την απομίμηση δεν την καταπίνουμε.
Ω, Ύψιστε! Να γινόταν, τόσο δα απ’ ό,τι καταλαβαίνουμε απ’ αυτόν τον καφέ, να καταλαβαίναμε και από Δημοκρατία…
Πηγή: Το Κουτί της Πανδώρας