Προσπαθώ να γράψω ένα αισιόδοξο κείμενο ταιριαστό με παραμονή Χριστουγέννων, κάτι συμβατό με την ατμόσφαιρα της αναγκαστικής διαμονής μας στην glitter εορταστική παρένθεση.
Σ’ αυτό το φαντασμαγορικό σύμπαν των κουραμπιέδων, των μελομακάρονων, των «Ωσαννά» που μπερδεύονται με το «Last Christmas», το «Μarket pass» και το «Τούλι για τον Χριστούλη», των Μάγων, των Αστρων και των «Jingle bells», τα εκατομμύρια λαμπιόνια, παρότι λάμπουν εντυπωσιακά, δεν καταφέρνουν να φωτίσουν τόσες ζωές σε διωγμό.
Νομίζω πως κάτι τέτοιες μέρες, με τόσα δυσάρεστα κι επικίνδυνα θέματα σε εξέλιξη, ο εγκλωβισμός στην επιβεβλημένη χαρά, στο φαγοπότι και το ξεφάντωμα των εορτών, αλλά και στην πολυδιαφημισμένη φιλανθρωπία σε απευθείας τηλεοπτικές μεταδόσεις, γίνεται ακόμη πιο ασφυκτικός και αφόρητος.
Τα φετινά Χριστούγεννα βρίσκουν πάλι την Ελλάδα στη δίνη σκανδάλων, διαφθοράς εντός κι εκτός συνόρων, βίας, φτωχοποίησης, καταστολής, ανεργίας, κουπονιών φαγητού, κατασχέσεων και τρομοκρατίας.
Χρόνια η χώρα αγωνίζεται ν’ αντέξει μέσα σε μια αβάσταχτη οικονομική κρίση διαρκείας, τώρα προστέθηκε και ένας πόλεμος στη γειτονιά της και με τους Τούρκους από δίπλα, πιο προκλητικούς κι επιθετικούς από ποτέ.
Τα μόνα αισιόδοξα που μπορώ να εντοπίσω, σ’ αυτήν την εποχή των τεράτων που μαίνονται, είναι το πείσμα των ανθρώπων που τους βγάζει στους δρόμους, αποφασισμένους ν’ απαλλαγούν από τη μέγγενη της φτώχειας και της ακρίβειας, του πολέμου, της ανασφάλειας, αλλά και μια εντυπωσιακή ουσιαστική κοινωνική αλληλεγγύη (όχι σαν την πλαστή των ΜΚΟ ή εκείνη που προσφέρουν φιλάνθρωπες κυρίες και παπα-Αντώνηδες), που όλο και φουντώνει, που γίνεται όλο και πιο συνειδητή.
Με τόσα καθημερινά αδιέξοδα, όλοι καταλαβαίνουν πως έχουμε μόνο ο ένας τον άλλον και μόνο μεταξύ μας μπορούμε να βοηθηθούμε. Ενωμένοι απέναντι στη λαίλαπα. Η Ιστορία το δείχνει. Πάντα το έδειχνε. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος.
Οσα συνέβησαν κάποτε, ξανασυμβαίνουν. Σε άλλα σκηνικά, με άλλο σενάριο, αλλά πάντα με τους ίδιους σκηνοθέτες, αυτούς τους υπάκουους υπαλλήλους, που τους ανατέθηκε να ρυθμίζουν τα πλάνα της ζωής μας και να τα μοντάρουν, με βάση τα συμφέροντα του βρώμικου συστήματος που τους συντηρεί.
Κι επειδή καμιά παραμονή Χριστουγέννων δεν έχει σταθεί ικανή μέχρι σήμερα να σταματήσει το «πήγαινε έλα» μας από δυστοπία σε δυστοπία, ας δούμε αυτές τις μέρες σαν μια ευκαιρία να αφιερωθούμε σε όποιο είδος «κατάνυξης» επιλέξει ο καθένας μας. Μια ευκαιρία για ένα διάλειμμα πραγματικά φωτεινό, έστω και μέσα σ’ αυτήν την αβάσταχτη συνθήκη της εκκωφαντικής φρενίτιδας των εορτών. Ισως βρούμε τον χρόνο να καταφύγουμε και να προσευχηθούμε στους δικούς μας «αγίους».
●Και πρώτα απ’ όλους στον Μπρεχτ, που το ποίημά του «Φτάνουν τα Χριστούγεννα» μοιάζει ανατριχιαστικά σημερινό.
«Φτάνουν Χριστούγεννα λοιπόν! Παραμονή. (…)
Το χιόνι πέφτει στο κορμί μας, το παγώνει, το χιόνι εισβάλλει στην καλύβα και σαρώνει.
Κόπιασε, χιόνι, μπες, θα βρεις φίλους εδώ.
Κι εμάς μας έδιωξαν από τον ουρανό. (…)
Θα ρίξουμε τα πανωφόρια στη φωτιά, να γίνει η φλόγα της για λίγο πυρκαγιά, να ζεσταθούμε
ενώ θα καίγεται η στέγη,
να ζούμε όταν το σκοτάδι πια θα φεύγει.
Κόπιασε, άνεμε – εκεί έξω πώς αντέχεις; Κι εσύ κουράστηκες, κι εσύ σπίτι δεν έχεις»
●Στον Τάσο Λειβαδίτη, που το 1950 έγραψε στη Μακρόνησο το ποίημα «Παραμονή Χριστουγέννων»:
(…) Ξεκινάνε τα φορτηγά.
Είκοσι άνθρωποι κουβαριασμένοι μες σ’ ένα αντίσκηνο
δε μπορείς να σαλέψεις ούτε τη γλώσσα σου
μα είναι πολλά τα χέρια να μοιράσεις την πίκρα σου
πολλές οι ανάσες να ξεχνάς τη βροχή.
Εχει αρκετή θέση
για να πεθάνεις.
Θα κουβαλήσουμε κι απόψε το σακί της νύχτας
θα κολλήσουμε τ’ αποτσίγαρο στη μύτη της αρβύλας μας
θ’ ακουμπήσουμε την καρδιά μας σε μια διπλανή καρδιά
όπως το βράδυ ακουμπάνε οι κουβέρτες και τα όνειρά μας.
Ελάτε λοιπόν, όλοι μαζί
να φυσήξουμε αυτό το μικρό καρβουνάκι στη χόβολη της ελπίδας
τώρα που η λάμπα μας έσβησε
που νυστάζει η σκοπιά
και το στρατόπεδο φόρεσε την κουρελιασμένη χλαίνη
της ομίχλης.
(…)
Χιονίζει.
Μια πλάκα φωνογράφου στο Διοικητήριο.
Πιο μακριά η σιωπή. Καλή νύχτα, καλά Χριστούγεννα.
Συλλογιέσαι τ’ άστρα πίσω απ’ την καταχνιά
σκέφτεσαι πως αύριο μπορεί να σε σκοτώσουν.
Μα απόψε αυτή η φωνή είναι μια τσέπη μάλλινη
χώσε τα χέρια σου.
●Να θυμηθούμε τον Γιάννη Ρίτσο, που πέρασε Χριστούγεννα στην εξορία, μαζί με τον Λειβαδίτη, κι έγραψε:
«Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά».
●Τον επίσης εξόριστο Νίκο Καρούζο, που είπε:
«Απ’ την ώρα που γεννήθηκα είμαι χρεωμένος στην αγωνία. Αγωνία θα πει θυσία των πραγμάτων, ανάγκη γυμνώσεως ως την ανιδιοκτησία των ουρανών, υλική και σωματική και ψυχική».
●Τον Αλκη Αλκαίο που σιγοτραγούδησε μαζί με τον Βασίλη το «Πόρτο Ρίκο».
Σαλπάρισε μια νύχτα με πανσέληνο
και στο στερνό του γράμμα μου ‘χε γράψει:
«Αξίζει φίλε να υπάρχεις για ένα όνειρο και ας είναι η φωτιά του να σε κάψει».
●Τον Μενέλαο Λουντέμη που αναρωτήθηκε:
«Θα ζήσω να τα φωνάξω όλα αυτά; Θα ζήσω για να τα πω…
Κι αν ζήσω θα μπορέσω να ιστορήσω τα ανιστόρητα;»
●Κάποτε σ’ ένα ρεπορτάζ που έκανα στη Μακρόνησο, γνώρισα την Αλέκα Παΐζη. Μου είχε μιλήσει για όσα πέρασε. Με χαμόγελο. Για τα άγρια βασανιστήρια που κάθε φορά ακολουθούσαν τα «όχι» της στις «δηλώσεις μετανοίας», για το καψόνι του ύπνου στο χώμα, για τον βούρδουλα. Μεταφέρθηκε εκεί, με ένα καράβι που κουβαλούσε ζώα.
Την διανοούμενη, πνευματώδη, βελούδινη Παΐζη, λοιπόν, οι διώκτες της την συμπεριέλαβαν μεταξύ των «100 πιο επικίνδυνων γυναικών»! Εκείνη είχε πει:
«Εμένα η συνείδησή μου είναι ήσυχη σαν πουλάκι. Δεν πίστεψα σε μια αοριστία. Η αντίδρασή μου, η συμμετοχή μου στο μεγάλο αυτό λαϊκό κίνημα ήταν πρωτογενής. Είναι στοιχείο της ζωής να αντιδράς στο κακό. Εξαρτάται από το πώς αναπνέει κανείς. Αγωνίστηκα για να μπορώ να αναπνέω. Κι ας ήταν άγρια εποχή. Την αντέξαμε, γιατί είχαμε όνειρο να κερδίσουμε την ελευθερία. Είχαμε ιδανικά πέρα από την απελευθέρωση, ιδανικά που αντέχουν και ζητούν δικαίωση».
***
23 Δεκέμβρη σήμερα του 2022.
Καλά Χριστούγεννα σε όλους. Καιρός να ζήσουμε σ’ έναν καλύτερο κόσμο, που θα φτιαχτεί από εμάς και θα ‘ναι στα μέτρα των ανθρώπων.
Και ποιος ξέρει, μπορεί να γεννηθεί κι αυτός ο κόσμος, μια νύχτα του Δεκέμβρη από φτωχούς και κυνηγημένους.
Κι όπως θα ‘λεγε ο ποιητής:
«Η δημιουργία του κόσμου δεν τέλειωσε ακόμα. Την αποτελειώνουν κάθε μέρα οι εργάτες και οι ποιητές».
Πηγή: rizospastis.gr