Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών στο πόλεμο εντός της Ευρώπης και οι επιπτώσεις για τις χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, έχουν δημιουργήσει ένα νέο περίπλοκο μωσαϊκό στον παγκόσμιο χάρτη Το 2022, ήταν μια χρονιά με πολλές εκπλήξεις στη διεθνή σκακιέρα που προφανώς θα επηρεάσει σε τεράστιο βαθμό τα χρόνια που θα ακολουθήσουν.
Ο δημοσιογράφος Γιώργος Καπόπουλος και ο καθηγητής Κώστας Υφαντής, γράφουν στο AnatropiNews για όσα έφερε το 2022 στη διεθνή επικαιρότητα καθώς και όσα αναμένεται να κληροδοτήσει στην επόμενη – δύσκολη σε όλα τα επίπεδα – χρονιά.
Το τέλος της μεταψυχροπολεμικής εποχής
Γιώργο Καπόπουλος, δημοσιογράφος
Το 1947 πέρασε στην ιστορία σαν η αφετηρία του Ψυχρού Πολέμου ο οποίος τερματίσθηκε στην διετία 1989-1991, από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου μέχρι και την αυτοδιάλυση της ΕΣΣΔ.
Όλα δείχνουν ότι το 2022 θα είναι μια χρονιά το αποτύπωμα της οποίας θα είναι το τέλος της μεταψυχροπολεμικής εποχής.
Ήδη μετά το τέλος της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα άρχισαν να γίνονται ορατά τα σημάδια ενός νέου κεφαλαίου της ιστορίας, την ανάδυση μιάς ομάδας μεσαίων και μεγάλων δυνάμεων που θα διαμορφώσουν τον μετααμερικανικό κόσμο, έναν κόσμο πολυκεντρικό και συνεπώς πολύ πιο ασταθή και απρόβλεπτο σε σχέση με το παρελθόν.
Η συσπείρωση της Δύσης γύρω από τις ΗΠΑ για να αντιμετωπισθεί η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία διαμορφώθηκε μεν ταχύτατα αλλά δεν είχε μέχρι στιγμής τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Η Ρωσία συνέχισε να απολαμβάνει την κανονικότητα στις σχέσεις της με την Ομάδα Χωρών των ΒRICS αλλά και την πλειοψηφία των μελών της Ομάδας των G-20 με το μήνυμα να είναι σαφές ότι δεν αρκεί η επίδειξη αποφασιστικότητας της Ουάσιγκτον και των συμμάχων της για να καταστεί μία αντίπαλη δύναμη κράτος-παρίας.
Από την Λατινική Αμερική , την Αφρική μέχρι και την περιοχή Ασίας –Ειρηνικού αλλά και την Ευρύτερη Μέση Ανατολή έρχονται βροχή τα μηνύματα ότι η μεταψυχροπολεμική αίγλη των ΗΠΑ ως Μόνης Υπερδύναμης αποτελεί παρελθόν.
Η περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας είναι εμβληματική λόγω της άρνησης της να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου με στόχο την μείωση της τιμής του ως ενός ακόμη μοχλού πίεσης στην Ρωσία.
Το Ριάντ πέταξε το γάντι στον Μπάιντεν που είχε επισκεφθεί την χώρα με τον διάδοχο του θρόνου Μοχάμεντ Ιμπν Σαλμάν να εισηγείται και να πετυχαίνει μείωση της παραγωγής πετρελαίου από τον OPEC.
Μέσα σε λίγους μήνες η ενότητα της Δύσης απέναντι στην Κίνα και την Ρωσία ξεθώριασε με την Ε.Ε να κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι έχουν κηρύξει εμπορικό πόλεμο στην Γηραιά Ήπειρο.
Η Ευρώπη και κυρίως η Γερμανία προβάλλουν ως τα κατ’ εξοχήν θύματα του πολέμου στην Ουκρανία και εντελώς απρόθυμοι να στοιχηθούν πίσω από την Ουάσιγκτον σε μια πολιτική επιθετικών εμπορικών κυρώσεων κατά της Κίνας.
Ποιος θα μπορούσε πριν λίγα χρόνια να φαντασθεί όχι απλά και μόνον την ανταρσία της Σαουδικής Αραβίας απέναντι στις ΗΠΑ αλλά την προσέγγιση του Ριάντ με την Κίνα και την Ρωσία;
Το 2022 θα περάσει στην ιστορία σαν η χρονιά στην οποία οι ΗΠΑ βρέθηκαν σε ανοικτή αντιπαλότητα ταυτόχρονα με την Κίνα και την Ρωσία μια επιλογή που ήδη φαίνεται να λειτουργεί στην λογική και την δυναμική της αυτοεκπληρούμενης προφητείας όπου επισπεύδεται η αρνητική εξέλιξη που επιχειρείται να καθυστερήσει και πολύ περισσότερο να ακυρωθεί.
«Η Αθήνα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιδράσει σε μια πιθανή διπλωματική επίθεση “συνεννόησης” από την Άγκυρα»
Κώστας Υφαντής, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Διευθυντής του ΙΔΙΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Για την περιφερειακή ασφάλεια το 2022 ήταν χρόνια σημαντικών εξελίξεων. Υπό μια έννοια, αυτή η διαπίστωση δεν συνιστά κάποια ιδιαιτέρως πρωτότυπη περιγραφή. Εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία η ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και του Κόλπου είναι ένα στρατηγικό τοπίο σε κίνηση. Είναι τόσο δυναμικό που δεν επιτρέπεται ο πραγματικός εφησυχασμός, καθώς οι “παίκτες” προσπαθούν συνεχώς να κινηθούν και να αποκτήσουν ή να διατηρήσουν το όποιο πλεονέκτημα στην γεωπολιτική σκακιέρα.
Η Τουρκία επιχειρεί να διαμορφώσει το πεδίο με βάση μια αυταπάτη μεγάλης δύναμης, που θεωρεί ότι μπορεί να αγνοεί τις προτιμήσεις και τα συμφέροντά άλλων σε κρίσιμα θέατρα όπως της Συρίας και της Λιβύης. Έχοντας στρατιωτική παρουσία στο έδαφος προσπαθεί στην Συρία (και στο Ιράκ) να αναχαιτίσει τις κουρδικές πολιτοφυλακές και την υπαρξιακή – όπως γίνεται παραδοσιακά αντιληπτή στην Τουρκική κουλτούρα ασφάλειας – απειλή που εκπροσωπούν, ενώ στην Τρίπολη το διακύβευμα είναι η μεγαλοϊδεατική “Γαλάζια Πατρίδα”.
Η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η κατάρρευση της ευρωπαϊκής ασφάλειας, η αναζωογόνηση του ΝΑΤΟ και όλες οι παράπλευρες, αλλά ζωτικής σημασίας συνέπειες που προκύπτουν όταν η πρώτη παραγωγός σιτηρών στον κόσμο εισβάλει στο έδαφος της πέμπτης και όταν “αποσυναρμολογούνται” οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, έχουν αποσυντονίσει την λειτουργία του διεθνούς συστήματος και επηρεάζουν την διαδικασία λήψης αποφάσεων σε κρατικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
Τέλος, το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών για το αμερικανικό κογκρέσο μείωσε αρκετά την αβεβαιότητα για τα επόμενα δύο χρόνια και επιτρέπει έναν μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό για τις κυβερνήσεις στην περιοχή.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η ελληνική εξωτερική πολιτική έδειξε αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα και ετοιμότητα να αντιδράσει στις κινήσεις της Τουρκίας. Έχοντας συγκροτήσει ένα δίκτυο συνεργασιών και συμμαχιών τα προηγούμενα χρόνια, η Αθήνα καταφέρνει να αντέχει τις πιέσεις της διπλωματικής έντασης που συντηρεί η Άγκυρα με μεγάλες δόσεις τοξικότητας και λεκτικής βίας. Η χωρίς δεύτερες σκέψεις ενεργή υποστήριξη της Ουκρανική αντίστασης επιτρέπει στην Αθήνα να συνομιλεί με αξιοπιστία με τους εταίρους της και να συνδέει εμμέσως αλλά σαφώς την ανάσχεση του ρωσικού αναθεωρητισμού με το δίλημμα ασφάλειας στο Αιγαίο.
Από την στιγμή που κατέστη προφανές ότι η μητέρα των μαχών με το καθεστώς Ερντογάν θα δοθεί στην Λιβύη, η ελληνική διπλωματία καταφέρνει να υπονομεύει συνεχώς την προσπάθεια της Τουρκίας να νομιμοποιήσει το Τουρκολιβυκό μνημόνιο έχοντας καταστήσει την κυβέρνηση Ντμπεϊμπά έναν τουρκικό “proxy”. Σε αυτό το πλαίσιο, η σημασία της Αιγύπτου είναι κάτι παραπάνω από πολύτιμη. Η συνεργασία με το Κάιρο είναι ακρογωνιαίος λίθος της ελληνικής στρατηγικής και οι προοπτικές μιας συνολικής διευθέτησης στην Ανατολική Μεσόγειο περνάνε από την Αίγυπτο.
Για την Αθήνα θα ήταν ιδανικό η διαφορά Αιγύπτου-Λιβύης να αχθεί ενώπιον της διεθνούς δικαιοσύνης. Θα της δινόταν η δυνατότητα παρέμβασης που δεν θα μπορούσε να αρνηθεί η Τρίπολη (και θα έθετε τεράστια ζητήματα για την Άγκυρα και αυτό το αντιλαμβάνεται η Τουρκική πλευρά. Ίσως η συγκυρία είναι καλή για μια προσεκτική ελληνοτουρκική επαναπροσέγγιση που θα αποφορτίσει το κλίμα μέχρι να ολοκληρωθούν οι εκλογικές διαδικασίες και στις δύο πλευρές του Αιγαίου.
Βεβαίως, δεν πρέπει να δημιουργηθούν προσδοκίες εκεί που δεν υπάρχουν, όπως είναι σήμερα τα πράγματα. Όμως, το 2023 ίσως αποδειχθεί κομβικό – αν και η ίδια πρόβλεψη συνόδευε και το 2022 πέρυσι τέτοια εποχή. Η σημερινή διελκυστίνδα με την Τουρκία δεν είναι βιώσιμη και η κλιμάκωση της αντιπαράθεσης σε στρατιωτικό επίπεδο αυξάνεται με κάθε ημέρα που περνά μέσα σε συνθήκες έντασης και απειλών. Μια συζήτηση έστω με τις γνωστές φόρμες (διερευνητική, πολιτικός διάλογος, ΜΟΕ) δεν έχει προοπτικές όσο η ατζέντα επιβαρύνεται με απαράδεκτα θέματα όπως η αποστρατιωτικοποίηση. Όμως, η Αθήνα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιδράσει σε μια πιθανή διπλωματική επίθεση “συνεννόησης” από την Άγκυρα. Σενάρια που αφορούν πολυμερή σχήματα διαπραγμάτευσης αλλά και διμερή επικοινωνία είναι ρεαλιστικά ενδεχόμενα. Καλό είναι η πρωτοβουλία να μην αφεθεί στην άλλη πλευρά.