Χρειάζεται καθένας μας να απαντήσει στο ερώτημα που τίθεται στη συνείδησή του, αναρωτώμενος αν αναγνωρίζει ή όχι μιαν αξία σημαντικότερη από τον εαυτό του ● Η αληθινή διαφορά δεν είναι μεταξύ εκείνου που πιστεύει και εκείνου που δεν πιστεύει, αλλά μεταξύ εκείνου που υπερβαίνει τον εαυτό του για να υπηρετήσει ανώτερες αξίες και εκείνου που αντίθετα ανάγει τα πάντα στον εαυτό του. Η ηθική γεννιέται εδώ: πάνω στη βάση της επίγνωσης μιας αξίας ανώτερης από το εγώ.
Αρθρο του Ιταλού θεολόγου και φιλοσόφου Βίτο Μανκούζο, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα La Stampa και αναδημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών
Η φωτογραφία από την «Θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι
Αναζητώ μιαν ηθική γι’ αυτές τις δύσκολες μέρες που ζούμε, ή μάλλον που υπομένουμε. Νιώθω ότι έχουμε πολύ μεγάλη, θα έλεγα απεγνωσμένη, ανάγκη για μιαν ηθική, δεδομένης της απελπισίας που διαπερνάει τα μυαλά μας και μερικές φορές καταλήγει να προκαλεί πόνο στα σπλάχνα μας. Την έχουμε ανάγκη περισσότερο και από την ενέργεια του ρωσικού φυσικού αερίου ή εκείνη του ήλιου και του ανέμου· περισσότερο και από το νιοστό εμβόλιο. Περισσότερο από κάθε άλλη επείγουσα οικονομική, κοινωνική ή πολιτική ανάγκη, νομίζω ότι χρειαζόμαστε μιαν ηθική. Νομίζω ότι μόνον το νερό είναι περισσότερο αναγκαίο, εκείνο το νερό που είναι πηγή της ζωής. Η ηθική είναι το νερό της ψυχής μας, χωρίς το οποίο αυτή ξεραίνεται και τελικά πεθαίνει.
Πόσες είναι άραγε οι νεκρές ψυχές μέσα σε σώματα ακόμα ζωντανά, που περιφέρονται στις πόλεις μας; Μερικές φορές, εξαιτίας αυτής της ανάγκης μου, αισθάνομαι σαν «φωνή βοώντος εν τη ερήμω», όπως λέει το Ευαγγέλιο. Η σαν τον τρελό τού Νίτσε, που κρατούσε ένα φανάρι μέρα μεσημέρι και αναζητούσε τον Θεό στην αγορά. Είναι γνωστή η απάντηση με την οποία αποστομώνει εκείνους που τον κορόιδευαν: «Πού είναι ο Θεός; Θα σας πω εγώ! Τον σκοτώσαμε, εσείς κι εγώ! Είμαστε όλοι δολοφόνοι του!». Εξηγεί έπειτα τις συνέπειες ως εξής: «Δεν περιπλανιόμαστε σαν μέσα σε ένα απέραντο μηδέν; Δεν νιώθουμε την ανάσα του κενού χώρου;».
Μετά από μισό και πάνω αιώνα, ο Χάιντεγκερ σχολίαζε: «Ο υπεραισθητός κόσμος των σκοπών και των κανόνων δεν υποκινεί και δεν ρυθμίζει πλέον τη ζωή. Αυτός ο κόσμος έχασε από μόνος του τη ζωή· είναι νεκρός. Αυτό είναι το μεταφυσικό νόημα της δήλωσης “Ο Θεός είναι νεκρός”». Ο θάνατος του Θεού επομένως ισοδυναμεί με τον θάνατο του Καλού, με τον θάνατο της ηθικής νοούμενης ως ανώτερης αξίας για την οποία ζούμε. Γνωρίζω ήδη τον αντίλογο: «Μα, υπάρχουν πάρα πολλοί άθεοι που είναι υποδειγματικά ηθικά πρόσωπα». Αυτό είναι απολύτως αληθινό, απαντώ. Ανέκαθεν είμαι πεπεισμένος ότι δεν είναι απαραίτητη η πίστη σε έναν υπερβατικό Θεό για να είμαστε καλοί, ειλικρινείς, δίκαιοι, όπως επίσης ανέκαθεν διαπιστώνω ότι υπάρχουν πρόσωπα που λένε ότι πιστεύουν στον Θεό και συμπεριφέρονται ανήθικα.
Το ζήτημα όμως δεν είναι η πίστη στην ύπαρξη ενός Θεού· το ζήτημα είναι, για να επαναλάβουμε τα λόγια του Χάιντεγκερ, «ο υπεραισθητός κόσμος των σκοπών και των κανόνων». Δοκιμάζω να μεταφράσω με υπαρξιακούς όρους το ερώτημα σε όποιον διαβάζει αυτό το άρθρο: εσύ θεωρείς ότι, για σένα, υπάρχει κάτι πιο σημαντικό από σένα; Κάτι πιο σημαντικό από τη δική σου επιτυχία και τη δική σου απόλαυση; Γνωρίζεις κάτι μπροστά στο οποίο αισθάνεσαι ότι οφείλεις να σταματήσεις και να συμμορφώσεις τη δράση σου με αυτό; Υπάρχει για σένα κάτι που δεν μπορεί να παραγνωριστεί και στο οποίο εσύ αφοσιώνεσαι; Ναι ή όχι; Αν ναι, ονόμασέ το όπως θες αυτό το πιο σημαντικό κάτι, θες ουτοπία, ηθικό νόμο, ομορφιά, αλήθεια, επιστήμη, δικαιοσύνη, πολιτικό ιδεώδες, ίσως ακόμα και Θεό.
Το ουσιώδες ωστόσο είναι ότι εσύ ζεις για μιαν αξία που υπερβαίνει τον ορίζοντα του δικού σου εγώ και οι σκοποί σου και οι κανόνες σου πηγάζουν από αυτήν. Αν είναι έτσι, εσύ γνωρίζεις κάτι πιο ισχυρό και πιο πολύτιμο από σένα, με βάση το οποίο αποφασίζεις τι πρέπει να κάνεις και τι όχι, εξαιτίας του οποίου δεν είσαι ένα κλειστό στον εαυτό του σύστημα, αλλά ένα ανοιχτό ον. Προκειμένου να κατονομάσουν αυτό το άνοιγμα της ζωής τους, οι ανθρώπινες υπάρξεις όλων των πολιτισμών οδηγήθηκαν να μιλήσουν για το θείο, με όποιον τρόπο το αντιλαμβάνονταν έπειτα, είτε πολυθεϊστικό είτε μονοθεϊστικό, ανδρικό ή γυναικείο, προσωπικό ή απρόσωπο. Γι’ αυτό χρειάζεται καθένας μας να απαντήσει στο ερώτημα που τίθεται στη συνείδησή του, αναρωτώμενος αν αναγνωρίζει ή όχι μιαν αξία σημαντικότερη από τον εαυτό του.
Η αληθινή διαφορά δεν είναι μεταξύ εκείνου που πιστεύει και εκείνου που δεν πιστεύει, αλλά μεταξύ εκείνου που υπερβαίνει τον εαυτό του για να υπηρετήσει ανώτερες αξίες και εκείνου που αντίθετα ανάγει τα πάντα στον εαυτό του. Η ηθική γεννιέται εδώ: πάνω στη βάση της επίγνωσης μιας αξίας ανώτερης από το εγώ. Γι’ αυτό αυτή παρουσιάζεται ως επιταγή και χωρίς επιταγή απλώς δεν υπάρχει, αλλά, στην καλύτερη περίπτωση, παραχωρεί τη θέση της σε στάσεις όπως ο υπολογισμός, η ωφελιμότητα, το συμφέρον, ο συμβιβασμός, η προσαρμογή, η ευγένεια και, στις χειρότερες περιπτώσεις, μόνον στις επιθυμίες και στις ιδιοτροπίες τού εγώ.
Προκειμένου να υπάρχει αληθινή ηθική, πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι πιο σημαντικό από το προσωπικό μας συμφέρον και να νιώθουμε την επιθυμία να υπακούσουμε σε αυτό: όπως η φωνή του δαιμόνιου που άκουγε ο Σωκράτης μέσα του και που τον πρόσταζε τι να μην κάνει· όπως η θεϊκή φωνή που άκουσε ο Μωυσής στο όρος Σινά και που τον οδήγησε να γράψει τις Δέκα Εντολές· όπως η κατηγορική προσταγή του Καντ· όπως η αρχή της ευθύνης του Χανς Γιόνας. Αυτό το ιδιαίτερο γνώρισμα της ηθικής θα το αναγνωρίσει με οξυδέρκεια και ο Νίτσε, ο μεγαλύτερος πολέμιος της ηθικής και του πρωτείου της: «Αφέλεια –σαν να απέμεινε ακόμα μια ηθική, όταν λείπει ένας Θεός που την επικυρώνει! Αν διατηρείται η πίστη στην ηθική, το “υπερπέραν” είναι απολύτως αναγκαίο».
Το υπερπέραν, όπως ήδη σημείωσα, δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτό υποχρεωτικά με τη φυσική ή μεταφυσική του έννοια. Το ουσιώδες είναι να το αισθανόμαστε υπαρξιακά, να το αντιλαμβανόμαστε δηλαδή ως ανώτερο αξιακό ορίζοντα σε σχέση με το άμεσο προσωπικό μας συμφέρον. Μπορεί να μην πιστεύουμε στο υπερπέραν ως κατοικία ενός υπερβατικού Θεού κι ωστόσο να νιώθουμε την εμπειρία ενός αξιακού υπερπέραν που οδηγεί στην αυθυπέρβαση. Ακριβώς σε αυτήν την αυθυπέρβαση έγκειται η απολύτως αναγκαία προϋπόθεση της ηθικής. Αυτή γεννιέται από την επίγνωση του ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μιαν αξία πιο σημαντική από το άμεσο συμφέρον μας. […]
ℹ️ Ο Βίτο Μανκούζο είναι καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ούντινε. Στο βιβλίο του «Etica per giorni difficili» (Garzanti 2022) σημειώνει ότι ο σύγχρονος κόσμος έχει γίνει αφιλόξενος για την ηθική. Σήμερα, ωστόσο, η ηθική εμφανίζεται, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη φορά, ως η μοναδική δυνατότητα σωτηρίας τόσο της φύσης και των οικοσυστημάτων της όσο και των ανθρώπινων υπάρξεων, που θέλουν να δώσουν νόημα και αξία στη ζωή τους