Ένα νέο κεφάλαιο, ίσως το σημαντικότερο, στην 72χρονη ιστορία της επιχειρεί να ανοίξει το 2023 η ΔΕΗ.
Ο λόγος για την απόπειρα εξόδου της εκτός των συνόρων της χώρας είτε με την εξαγορά ενεργειακών assets είτε με την ανάπτυξη υποδομών ηλεκτροπαραγωγής που θα καταστήσουν τις δραστηριότητες της εξωστρεφείς.
Οι κινήσεις της δημόσιας εταιρείας έχουν γεωστρατηγικό χαρακτήρα καθώς εκδηλώνονται εν μέσω της ενεργειακής κρίσης και των γεωπολιτικών ανακατατάξεων που πυροδότησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Η ελληνική επιχείρηση, μεγαλώνει μέσα από τέσσερα επιχειρηματικά deals και αναπτύσσει κομβικό ρόλο στη μεταφορά ενέργειας στην περιοχή της Βαλκανικής.
Το υδροηλεκτρικό της Β. Μακεδονίας
Ένα από τα επιχειρηματικά deals της ΔΕΗ που δεν έχει γίνει ευρύτερα γνωστό είναι η συμμετοχή της σε διαγωνισμό της Β. Μακεδονίας για την παραχώρηση εκμετάλλευσης υδάτων του «Μαύρου Ποταμού» προκειμένου να αναπτυχθεί το μεγάλο έργο υδροηλεκτρικής παραγωγής Cebren.
Η ελληνική εταιρεία είναι η μοναδική που κατέθεσε δεσμευτική προσφορά για την κατασκευή σταθμού υδροηλεκτρικής παραγωγής ισχύος 330 MW. Η δυνατότητα παραγωγής ρεύματος ανέρχεται σε 1.000 με 1.200 GWh ετησίως, ικανή να καλύψει τις ανάγκες ηλεκτροδότησης 200.000 νοικοκυριών.
Η κυβέρνηση της Β. Μακεδονίας έχει αναγνωρίσει τη ΔΕΗ ως τη μοναδική εταιρεία που υπέβαλλε προσφορά, ωστόσο, απομένουν ακόμη διοικητικές διαδικασίες προκειμένου να κατακυρωθεί το έργο υπέρ της εταιρείας.
Η πιθανή δραστηριοποίηση της ΔΕΗ στη γειτονική χώρα θεωρείται από αναλυτές στρατηγικής σημασίας καθώς η ελληνική εταιρεία με την ανάπτυξη του Cebren αναλαμβάνει σημαντικό ρόλο ως προς την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού του κράτους. Παράλληλα, διευρύνει το χαρτοφυλάκιο της με ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας, ικανές να παρέχουν χαμηλό κόστος ηλεκτροδότησης στους πελάτες της τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος.
Η Enel
Σχεδόν ένας μήνας απομένει μέχρι την καταληκτική ημερομηνία (τέλος Ιανουαρίου) της ολοκλήρωσης των αποκλειστικών διαπραγματεύσεων της ΔΕΗ με την ιταλική Enel για την απόκτηση υποδομών και περιουσιακών στοιχείων της τελευταίας στη Ρουμανία.
Τα συγκεκριμένα assets θεωρούνται ενεργειακά «φιλέτα» από αναλυτές και η εξαγορά τους από την ελληνική εταιρεία, την οδηγούν στην κατάκτηση μίας σημαντικής γεωστρατηγικής θέσης στα Βαλκάνια. Η Ρουμανία είναι διάδρομος μεταφοράς ενέργειας προς τις χώρες που γειτνιάζουν με τη Ρωσία και οι οποίες διψούν για εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού.
Η ΔΕΗ αν ευοδωθούν οι διαπραγματεύσεις παίρνει υπό την ομπρέλα της assets αξίας 1,2 με 1,3 δις. ευρώ. Ανάμεσα τους εν λειτουργία αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 534 MW, 3 εκατομμύρια πελάτες και δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας 130.000 χλμ.
Η Mytilineos
Η ΔΕΗ δεν εισέρχεται στη Ρουμανία μόνο μέσω της ιταλικής Enel.
Πρόσφατα, η θυγατρική της «ΔΕΗ Ανανεώσιμες» ανακοίνωσε συμφωνία με τη Mytilineos για την ανάπτυξη, κατασκευή και πώληση ενός χαρτοφυλακίου ηλιακής ενέργειας περίπου 210MW στη Ρουμανία.
Το χαρτοφυλάκιο αυτό αποτελείται από δύο φωτοβολταϊκά πάρκα, που αναμένεται να τεθούν σε εμπορική λειτουργία κατά τη διάρκεια του 2024. Και τα δύο έργα αναπτύχθηκαν από τη Mytilineos, η οποία θα αναλάβει και την κατασκευή.
Τα εν λόγω έργα βρίσκονται στη νότια περιοχή της Ρουμανίας, κοντά στο Βουκουρέστι. Συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο από αυτά είναι το Kinisis, ένα φωτοβολταϊκό πάρκο έτοιμο για κατασκευή στις αρχές του 2023 (Ready to Build) ισχύος 130 MW. Τα υπόλοιπα 80MW θα είναι έτοιμα να κατασκευαστούν έως το 1ο τρίμηνο του 2023.
Με την ολοκλήρωση της κατασκευής τα φωτοβολταϊκά θα περάσουν στη ΔΕΗ Ανανεώσιμες.
Το CCGT Αλεξανδρούπολης
Στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της περιοχής των Βαλκανίων θεωρείται και το πρόσφατο deal ανάμεσα στη ΔΕΗ, τη ΔΕΠΑ Εμπορίας και τη Damco Energy του ομίλου Κοπελούζου για την ανάπτυξη και κατασκευή σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο το φυσικό αέριο στην Αλεξανδρούπολη.
Το CCGT ισχύος 840 MW ανήκει κατά 51% στη ΔΕΗ, 29% στη ΔΕΠΑ Εμπορίας και 20% στην Damco Energy. Η μονάδα θα είναι συνδεδεμένη στον υποσταθμό Υψηλής Τάσης Νέα Σάντα, ιδανικά τοποθετημένη για εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας στις γειτονικές χώρες, στις οποίες δεν προβλέπεται λειτουργία νέων μονάδων φυσικού αερίου που να καλύπτουν τις ανάγκες τους στα προσεχή έτη.