Δεν χρειαζόταν να αντιληφθεί κανείς την φορά των ανέμων που φθάνουν και στα καθ’ ημάς πολιτικά πράγματα από το (δήθεν) αντισυστημικό ψύχος της Βόρειας Ευρώπης, την εδραίωση του “ορμπανισμού” στην ανατολική πλευρά της Γηραιάς Ηπείρου, την επικράτηση της μεταμφιεσμένης ακροδεξιάς της Τζώρτζια Μελόνι, και την γενικότερη καθίζηση του “ευρωπαϊκού τρόπου ζωής” στα σκάνδαλα τύπου Qatargate και την γενικότερη αβελτηρία της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών απέναντι στην κρίση και την όξυνση των ανισοτήτων.
Εδώ και αρκετούς μήνες, άλλωστε, οι δημοσκοπήσεις που φθάνουν στο Μέγαρο Μαξίμου και στα άλλα κομματικά στρατηγεία προβλέπουν με σχετική έως απόλυτη βεβαιότητα πως το νεοναζί μόρφωμα (διάδοχο της Χρυσής Αυγής) του φυλακισμένου Ηλία Κασιδιάρη μπορεί εύκολα να εκπροσωπηθεί στην επόμενη Βουλή. Κορυφαίος δημοσκόπος μας έλεγε πως στην Πρόθεση Ψήφου το συγκεκριμένο μόρφωμα λαμβάνει κοντά στο 3,5% και στην εκτίμηση εκλογικού αποτελέσματος αρκετά παραπάνω!
Μόλις τις τελευταίες μέρες, όμως, η κυβέρνηση φαίνεται να κινητοποιείται. Η δίκη της εγκληματικής οργάνωσης συνεχίζεται στο Εφετείο με τον Λαγό να υβρίζει την Μάγδα Φύσσα, τον συνήγορο Πλεύρη να χαιρετά ναζιστικά και η έδρα να κάνει πως δεν βλέπει, και τα στελέχη της Χρυσής Αυγής να προκαλούν. Και τον ίδιο τον Κασιδιάρη να διευθύνει ανενόχλητος το κόμμα του από τις φυλακές, να στέλνει μηνύματα και να απευθύνει “διαγγέλματα” μίσους από το YouTube μέχρι πρόσφατα.
Για να αποκλειστεί ο περί ου ο λόγος από τις επόμενες εκλογές θα αρκούσε μόνο η τελεσίδικη απόφαση του δικαστηρίου και η συνακόλουθη στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων. Επτά χρόνια μετά, όμως, αυτή η απόφαση φαίνεται πως ακόμα αργεί, σε μία δίκη που καθυστέρησε πολύ με ευθύνη κυβερνήσεων, υπουργείου Δικαιοσύνης, δικαστών.
Η νομοθετική παρέμβαση, ως εκ τούτου, είναι απαραίτητη. Ακόμα κι αυτή, όμως, θα μπορούσε να είχε προωθηθεί σε πολιτικά ανύποπτο χρόνο, σε απόσταση από τις εκλογές. Συμβαίνει τώρα και συμβαίνει υπό πίεση και με λάθος τρόπο.
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος διατύπωσε, προ ημερών (“Καθημερινή”) την εξής παρατήρηση:
“Ο νόμος που, με πρωτοβουλία της σημερινής κυβέρνησης, ψηφίστηκε το 2021, επιτρέπει στους κ. Μιχαλολιάκο, Κασιδιάρη και Λαγό & Σία να είναι υποψήφιοι στους συνδυασμούς κόμματος –υφιστάμενου ή νέου–, αρκεί να μην κατέχουν ηγετική θέση σε αυτό (άρθρο 93 ν. 4804/2021). Μπορούν, με άλλα λόγια, να πολιτευτούν από τη φυλακή ως «κοινοί θνητοί», τοποθετώντας κάποιους από τους εκτός φυλακής φίλους τους, ως επικεφαλής «αχυρανθρώπους». Μερικοί από τους εγκλείστους το επιδιώκουν από καιρό, με αρκετές πιθανότητες επιτυχίας, αν τουλάχιστον κρίνει κανείς από τα ευρήματα των πρόσφατων δημοσκοπήσεων.“
Σημείωση: Αφελώς ή σκοπίμως, ο νόμος του 2021 δεν είχε λάβει υπόψιν του το προφανές, αυτό, δηλαδή, που πολύ εύκολα μπορεί να πράξει ο Κασιδιάρης με κάποιο “παρένθετο” πρόσωπο στην ηγεσία του μορφώματος. Τώρα “τρέχουμε”…
Η πρόταση Γεραπετρίτη που έφθασε στα κόμματα πριν λίγο καιρό φαίνεται πως είναι γενικόλογο και ευάλωτη σε έγερση θέματος αντισυνταγματικότητας. Το τελευταίο, εάν συνέβαινε, θα αποτελούσε κόλαφο για το πολιτικό σύστημα και θα ηρωοποιούσε τον χρυσαυγίτη των φυλακών που επιδιώκει να νομιμοποιηθεί μέσω των εκλογών. Οι συνταγματολόγοι διατυπώνουν απορίες και κριτική. Ο υπουργός Επικρατείας βάλλεται επίσης (ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ) ότι σε αυτή την γενικόλογη διάταξη (ΠΡΟΣΟΧΗ: η πολιτική αντιπαράθεση διεξάγεται επί κειμένου που δεν είναι ευρέως γνωστό) υπάρχει “διάβολος”: η αοριστία, δηλαδή, μπορεί να εξομοιώνει τους νεοναζί με αριστερά κόμματα που μπορεί να κριθούν από τον Άρειο Πάγο ως οργανώσεις που δεν υπακούουν στο Σύνταγμα. Θα ήταν λάθος, και σε κάθε περίπτωση επ΄ αυτού απαιτείται η άποψη των ειδικών, η οποία πρέπει να καταθετεί άμεσα στη δημόσια σφαίρα. Και η κυβέρνηση να την ακούσει, όχι όπως έκανε με την αντίδραση των συνταγματολόγων για την γνωμοδότηση Ντογιακου…
Οι συνταγματολόγοι δείχνουν πάλι τον δρόμο: αποκλεισμός του κόμματος Κασιδιάρη και της Χρυσής Αυγής από τις εκλογές. Σημειώνεται πως η δεύτερη εξακολουθεί να υφίσταται (πρόσφατα οργάνωσε και διαμαρτυρίες στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ αποτυπώνεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις)!
Γράφει, σχετικά, ο κ. Αλιβιζάτος, επικαλούμενος συναδέλφους του:
Για την ανωτέρω ρύθμιση η κυβέρνηση επικαλείται βέβαια το Σύνταγμα, το άρθρο 51 του οποίου ορίζει ότι το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι δεν μπορεί να αφαιρεθεί παρά μόνο «συνεπεία αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα». Χρειάζεται δηλαδή να εξαντληθεί και το στάδιο της αναίρεσης στον Αρειο Πάγο. Χρονικό σημείο από το οποίο απέχουν πολύ οι χρυσαυγίτες, αν λάβει κανείς υπόψη τους ρυθμούς και της κατ’ έφεση δίκης που διεξάγεται αυτή την περίοδο. Σημαίνει άραγε αυτό ότι έως τότε θα μπορούν να πολιτεύονται «σαν να μην τρέχει τίποτα»;
Η απάντηση είναι όχι. Χωρίς να χρειάζεται η αυξημένη πλειοψηφία που το Σύνταγμα προβλέπει για την άμεση αλλαγή του εκλογικού συστήματος, η σημερινή Βουλή μπορεί να προλάβει το κακό. Αρκεί να σκεφτεί έξυπνα: όπως έχουν δείξει από παλιά ο Γ. Σωτηρέλης και άλλοι συνάδελφοι, το άρθρο 29 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «η οργάνωση και η δράση» των πολιτικών κομμάτων οφείλει να υπηρετεί «την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος», δεν αποτελεί απλή ευχή, αλλά αφήνει πολλά περιθώρια για τη λήψη πρακτικών μέτρων εναντίον των νεοναζί και όλων όσοι μετέρχονται την ωμή βία. Και ναι μεν, ύστερα από τις οδυνηρές εμπειρίες του παρελθόντος, υποστηρίζεται ότι, υπό το ισχύον Σύνταγμα, ούτε με νόμο ένα κόμμα δεν μπορεί να τεθεί εκτός νόμου –τυπικά, όσο και αν αυτό φαίνεται παράλογο, η Χ.Α. δεν έχει διαλυθεί, παρά την καταδίκη της ηγεσίας της!–, πλην όμως, αν αποδεδειγμένα το κόμμα αυτό λειτουργεί ως προπέτασμα εγκληματικής οργάνωσης, το άρθρο 29 δεν αποκλείει τον αποκλεισμό του από τις εκλογές. Υπάρχει καλύτερη απόδειξη ότι ένα κόμμα υπηρετεί τέτοιους σκοπούς από τη συμπερίληψη στους συνδυασμούς του προσώπων που έχουν καταδικασθεί –έστω και πρωτόδικα– για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης;
Πολύ περισσότερο που το άρθρο 51 του Συντάγματος αφορά τα πολιτικά δικαιώματα ατόμων και όχι κομμάτων. Οπως ορθά έχει επισημάνει ο συνάδελφος Ν. Παπασπύρου, θα ήταν τουλάχιστον οξύμωρο να θεωρηθεί ότι το Σύνταγμα ανέχεται κάθοδο στις εκλογές κομμάτων τα οποία «πλαισιώνουν εγκληματική συλλογική δράση που αντιστρατεύεται το δηµοκρατικό πολίτευµα». Για τα κόμματα αυτά δεν χρειάζεται αμετάκλητη καταδίκη.“
Οι ειδικοί, λοιπόν, υποδεικνύουν τον δρόμο για αποκλεισμό από τις εκλογές μόνο του κόμματος Κασιδιάρη και της Χρυσής Αυγής ως νεοναζί μορφώματα και διάδοχα σχήματα της εγκληματικής οργάνωσης. Ωστόσο, η κυβέρνηση επιλέγει μία πιο γενική διάταξη που αφήνει υπόνοιες (ενδεχομένως φανταστικές) για την επιδίωξη ενός μεγαλύτερου στόχου.
Το δημοκρατικό/συνταγματικό τόξο, όμως,πρέπει, συμπαγώς να αποκλείσει τους νεοναζί. Όχι ό,τι απαιτείται ευρύτατη πλειοψηφία –μπορεί η κυβέρνηση να περάσει μόνη της την διάταξη από τη Βουλή-, αλλά θα ήταν ένα καθαρό και ηχηρό μήνυμα της Δημοκρατίας προς τους νεοναζί. Αλλιώς θα γίνει προεκλογικό παιχνίδι με χρεώσεις ευθύνης και υπονοοούμενα.
Από την άλλη, ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης πρέπει να απορρίψουν την επιδιωκόμενη συναίνεση. Βεβαίως, η κυβέρνηση ως έχουσα την πρωτοβουλία πρέπει να αφαιρέσει κάθε τι που προβληματίζει την αντιπολίτευση, σημασία έχει, άλλωστε, η σύμπνοια και όχι η επιβολή άποψης. Ιδιαίτερα όταν αυτή η κυβέρνηση έχει μεγάλη ευθύνη γιατί φτάσαμε να συζητάμε αυτό το θέμα στο παραπέντε των εκλογών, όταν ήταν παγκοίνως γνωστό πως θα συνέβαινε.
Υ.Γ Είναι αντικείμενο άλλου άρθρου τα αίτια που μας οδηγούν ΞΑΝΑ ενώπιον του κινδύνου των νεοναζί. Το αβγό έσπασε μια φορά και το φίδι έφτασε στη Βουλή. Τώρα το αβγό έχει ξανασπάσει…