Μήπως να ξεκινήσουμε όλη αυτή τη συζήτηση σχετικά με το “κόμμα Κασιδιάρη” και την σχετική τροπολογία με μια παραδοχή που πονάει; Τον νεοναζισμό, είτε στην εκδοχή του υπασπιστή του Μιχαλολιάκου, είτε στην άλλη της “Χρυσής Αυγής” σπεύδουμε άρον-άρον να τον αποκλείσουμε από τις εκλογές επειδή δεν μπορέσαμε μέχρι τώρα να τον νικήσουμε.
Νομίζαμε πως ξεμπλέξαμε με την εγκληματική οργάνωση επειδή δεν εκπροσωπήθηκε στη Βουλή στις εκλογές του 2019 και επειδή καταδικάστηκε πρωτόδικα με εκείνη την ιστορική δικαστική απόφαση. Ακόμα κι εκείνη την μοναδική στιγμή, όμως, που την γιόρτασε ο δημοκρατικός κόσμος που είχε συγκεντρωθεί έξω από το Εφετίο, έσπευσαν να την ενοχοποιήσει η αστυνομία και η διατεταγμένη υγειονομική αντίληψη περί …συνωστισμού. Κι όσοι λέγαμε τότε πως ο φασισμός δεν νικιέται μόνο με δικαστικές αποφάσεις αλλά κόβοντας τις ρίζες του στην κοινωνία, εκεί που αλιεύει οπαδούς από την παθητικότητα, την ανοχή, την οργή, τον ρατσισμό, τις φοβίες και την (δήθεν) αντισυστημικότητα, χαρακτηρισθήκαμε κινδυνολόγοι.
‘Ισως δεν κάναμε περισσότερα λάθη από άλλους συνΕυρωπαίους που ψήφισαν την ακροδεξιά και τον (κρυφο)φασισμό, όμως κανένα άλλοθι δεν έχουμε ακριβώς διότι τα είδαμε όλα αυτά, τα σχολιάσαμε δηκτικά, και μετά επαναπαυτήκαμε. Και να που τώρα το “κόμμα Κασιδιάρη” που προσπαθούμε να απαγορεύσουμε μια ανάσα πριν τις εκλογές καταγράφει ποσοστό πάνω από 3% στις δημοσκοπήσεις και φαίνεται πως θα μπορούσε εύκολα να καταλάβει τα έδρανα της “Χρυσής Αυγής” στη Βουλή. Αλλά και η τελευταία συνεχίζει να διατηρεί δημοσκοπικό αποτύπωμα και αναμφίβολα επιρροή σε μερίδα του εκλογικού σώματος.
Κι αν για το πρώτο λάθος εφηύραμε τις δικαιολογίες για τα μνημόνια, το μεταναστευτικό, και τις Πρέσπες, τώρα στο μεταμνημονιακό τοπίο της ανάπτυξης, της ευμάρειας και του μεταρρυθμιστικού οίστρου ποιά δικαιολογία ακριβώς θα επικαλεστούμε;
Πώς να απαγορεύσεις “αναίμακτα” τον νεοναζισμό όταν μόλις πριν μερικές μέρες το επίσημο κράτος -δια της Ελληνικής Αστυνομίας- έχει χαρακτηρίσει την “Χρυσή Αυγή” (σε επίσημο έγγραφο) …πολιτικό κόμμα και επικαλείται γι αυτό τις “συνταγματικές προβλέψεις” για να συναινέσει στη διοργάνωση συγκέντρωσης στο κέντρο της Αθήνας; Για να καταστεί σαφές: Η ΕΛ.ΑΣ θεωρεί τον πολιτικό φορέα της εγκληματικής οργάνωσης πολιτικό κόμμα (όπως όλα τα άλλα;) και αντιμετωπίζει το αίτημά του στη βάση του Συντάγματος, το οποίο έχει καταλύσει και παραβιάσει πλειστάκις. Αν δεν είναι βλακεία, είναι υπονόμευση των θεσμών.
Η κυβερνητική τροπολογία, η τροπολογία του ΣΥΡΙΖΑ και οι προτάσεις των κομμάτων, έχουν ένα κοινό τόπο. Επιθυμούν να αποκλείσουν τα πολιτικά κελύφη του νεοναζισμού από τις εκλογές και την επόμενη Βουλή. Σε αυτό συμφωνούν όλοι. Διαφωνούν ως προς τα πιθανά φαντάσματα άλλων εποχών που μπορεί να κρύβονται στην κυβερνητική τροπολογία και ως προς το εάν είναι συνταγματικά ανθεκτική και δεν καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος επιτυγχάνοντας το αντίθετο αποτέλεσμα απ΄ αυτό που επιδιώκει.
Το ερώτημα, όμως, παραμένει: τι ακριβώς πράττει η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα για να κόψει από τη ρίζα τον νεοναζισμό; Θα μπορούσε να γράψει κανείς ολόκληρο βιβλίο για τα λάθη που έχουμε όλοι διαπράξει τα τελευταία χρόνια -με κύρια και μεγάλη ευθύνη της κυβέρνησης. Και τώρα, βάζουμε τον Άρειο Πάγο να “διατάξει” για να διορθώσει (;) όλα τα λάθη που έγιναν. Ας συμφωνήσουμε, τουλάχιστον, σε τούτο: τον απαγορεύουμε, τον αποκλείουμε από τις εκλογές, δεν τον νικήσαμε. Για να συμβεί το τελευταίο θέλει πολλή δουλειά και πάνω απ΄ όλα συμφωνίας ως προς την κατανόηση των αιτίων που τον φουντώνουν…
Διότι, υπό μία έννοια, ο Κασιδιάρης μας …προσφέρει τώρα το αποκρουστικό του πρόσωπο, ως μέλος μιας εγκληματικής οργάνωσης που δολοφόνησε τον Φύσσα και τον Λουκμάν και εξαπέλυσε πογκρόμ με τα τάγματα εφόδου. Και είναι ευκολότερο να δούμε τη φρίκη. Αύριο, μεθαύριο, ίσως βρεθούμε μπροστά σε ένα λιγότερο αποκρουστικό πρόσωπο, έναν φασισμό με λευκό κολάρο που δεν θα ντρέπονται να τον υποστηρίξουν όσοι τώρα κοροϊδεύουν τους δημοσκόπους.