Εκτενές αφιέρωμα στον δικαστικό αγώνα της Ελένης Τουλουπάκη με φόντο το σκάνδαλο Novartis κάνει σήμερα η γαλλική Monde, τονίζοντας τις πολιτικές προεκτάσεις της υπόθεσης.
Στο δημοσίευμα φιλοξενούνται δηλώσεις της πρώην εισαγγελέως κατά τη διαφθοράς, η οποία μεταξύ άλλων σημειώνει: «Ήξερα ότι αντιμετώπιζα μια πολύ μεγάλη διαφθορά, αλλά η πραγματικότητα ήταν πέρα από τη φαντασία μου».
Από την πλευρά του ο δικηγόρος της, Γιάννης Μαντζουράνης, δήλωσε ότι στόχος της δίωξης της κ. Τουλουπάκη είναι «στο μέλλον να μην τολμήσουν να επιτεθούν στους λεγόμενους «άθικτους», δηλαδή στους ισχυρούς του πολιτικού και οικονομικού κόσμου».
Σε δηλώσεις προς τη γαλλική εφημερίδα προχώρησε και ένας αναλυτής της ελληνικής πολιτικής ζωής, ο οποίος όμως προτίμησε να μείνει ανώνυμος, υποστηρίζοντας ότι: «Όλοι φοβούνται να τοποθετηθούν σε αυτή την υπόθεση από φόβο μήπως δεχθούν επίθεση από τα ΜΜΕ, τους πολιτικούς αρχηγούς. Αυτό είναι ανησυχητικό για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα», ενώ ο δημοσιογράφος και εκδότης, Κώστας Βαξεβάνης, σημείωσε: «η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να στρέψει την προσοχή των ψηφοφόρων σε άλλα σκάνδαλα που συνδέονται με την προηγούμενη κυβέρνηση».
Αναλυτικά το δημοσίευμα:
«Στην Ελλάδα, μία πρώην εισαγγελέας κατά της διαφθοράς αντιμετωπίζει τη δικαιοσύνη. Η Ελένη Τουλουπάκη ήταν υπεύθυνη για το σκάνδαλο Novartis από το 2017, στο οποίο εμπλέκεται η ελβετική φαρμακευτική εταιρεία. Από το 2019 έχει αντιμετωπίσει νομικό πόλεμο από τους αντιπάλους της. Δικάζεται για κατάχρηση εξουσίας», αναφέρει το δημοσίευμα και στη συνέχεια αφιερώνει δηλώσεις της κ. Τουλουπάκη. «Επί τέσσερα χρόνια βίωσα μια πραγματική διάσχιση της ερήμου, μια προσωπική δοκιμασία», λέει η Ελένη Τουλουπάκη πρώην εισαγγελέας κατά της διαφθοράς από το γραφείο του δικηγόρου της, στις 30 Ιανουαρίου. Δικάστηκε από τον Νοέμβριο για «κατάχρηση εξουσίας» ενώπιον ειδικού δικαστηρίου της Αθήνας, μίλησε για πρώτη φορά ενώπιον του δικαστηρίου στις 23 Ιανουαρίου και η απόφαση για την τύχη της αναμένεται μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου.
Από το 2017 ο δικαστής είναι υπεύθυνος για την έρευνα της Novartis, υπόθεση στην οποία εμπλέκεται η ελβετική φαρμακευτική εταιρεία, η οποία κατηγορείται ότι δωροδοκούσε ανώτερους αξιωματούχους και γιατρούς για να διογκώσουν τις τιμές των φαρμάκων στην ελληνική αγορά. Τότε, εν μέσω οικονομικής κρίσης, ακόμη και όταν οι πιστωτές (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) παρακολουθούσαν στενά τις δαπάνες της χώρας για την υγεία, η Novartis διέθετε δέκα προϊόντα σε υψηλές τιμές. Σύμφωνα με την έρευνα που διενήργησε η ελληνική δικαιοσύνη, αυτές οι πρακτικές στοίχισαν στο Δημόσιο περίπου 3 δισ. ευρώ.
Δέκα πολιτικοί εμπλέκονται
Το σκάνδαλο ξεκίνησε από έρευνα του FBI. Η ελληνική θυγατρική της Novartis παραδέχθηκε ότι η αμερικανική αστυνομία πλήρωσε, μεταξύ 2012 και 2015, δωροδοκίες σε υπαλλήλους δημοσίων νοσοκομείων για να αυξήσουν τις πωλήσεις ορισμένων φαρμάκων. Το 2020, η Novartis συμφώνησε να πληρώσει 347 εκατομμύρια δολάρια (317 εκατομμύρια ευρώ) ως μέρος ενός διακανονισμού με το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Στην Ελλάδα αυτή η υπόθεση δεν αποτελεί αντικείμενο καμίας καταδίκης. Όμως από τον περασμένο Ιούνιο ο Έλληνας υπουργός Υγείας διεκδικεί αποζημίωση 214 εκατ. ευρώ από την εταιρεία.
Ποτέ δεν υπήρξε τόσο διχασμένοι οι πολιτικοί ηγέτες στην Ελλάδα. Αποκαλύφθηκε επί της αριστερής κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, η έρευνα ενέπλεξε περισσότερους από 100 γιατρούς, περίπου 30 ανώτατους δημόσιους υπαλλήλους και 10 πολιτικούς από το δεξιό κόμμα Νέα Δημοκρατία και το σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ. «Καθώς οι τιμές των φαρμάκων καθορίζονται από πολύ υψηλά στελέχη, κάποια στιγμή η έρευνα έφτασε αναπόφευκτα σε πολιτικά πρόσωπα με επιρροή», εξηγεί η Ελένη Τουλουπάκη.
Απειλές
Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ κατηγόρησαν τότε το κόμμα του Πρωθυπουργού, τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την κ. Τουλουπάκη, ότι «συνωμοτούν» για να βλάψουν τους δέκα πολιτικούς. Κάποιοι από τους κατηγορούμενους, ιδίως πρώην υπουργοί Υγείας, αποφάσισαν τότε να μηνύσουν τον εισαγγελέα. «Από την αρχή, λάβαμε απειλές κάθε είδους από τους πολιτικούς που ερευνούσαμε. Άγνωστοι εισέβαλαν στο σπίτι μου δύο φορές, παίρνοντας μόνο έγγραφα και προσωπικές σημειώσεις και στέλνοντάς μου ένα σαφές μήνυμα για τον κίνδυνο που διέτρεχα (…) Ήξερα ότι αντιμετώπιζα μια πολύ διαφθορά, αλλά η πραγματικότητα ήταν πέρα από τη φαντασία μου», δηλώνει σήμερα Ελένη Τουλουπάκη.
Μετά την εκλογή της συντηρητικής κυβέρνησης το 2019, απομακρύνθηκε από τα καθήκοντά της. Το 2020 η Βουλή ψήφισε νόμο που καταργούσε τη θέση του εισαγγελέα κατά της διαφθοράς και τους φακέλους της κυρίας Τουλουπάκη ανέλαβε ο αρμόδιος για οικονομικά εγκλήματα εισαγγελέας. Διωκόμενη, δεν μπορεί να υποβάλει αίτηση προς την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, όπως θα ήθελε. Από τους 10 πολιτικούς για τους οποίους είχε ανοίξει προανάκριση, μόνο τρεις αποτέλεσαν τελικά το αντικείμενο νομικής διαδικασίας.
Οι έρευνες έγιναν κανονικά
Το 2021 οι δικαστές αποφάσισαν ότι η υπόθεση έκλεισε και ότι ήταν αδύνατο να γνωρίζουμε από πού προέρχονται τα μεγάλα χρηματικά ποσά που βρέθηκαν στους λογαριασμούς των κατηγορουμένων. Το καλοκαίρι του 2022, η δικαιοσύνη επίσης διαπίστωσε τελικά ότι οι έρευνες της κ. Τουλουπάκη για την υπόθεση Novartis είχαν γίνει σωστά και ότι δεν είχε προσπαθήσει να υποκινήσει σχέδιο εναντίον αυτών των πολιτικών.
Πλέον ολοκληρώνεται το τελευταίο σκέλος της δικαστικής μάχης εις βάρος της πρώην εισαγγελέως. Αυτή τη φορά κατηγορείται για «κατάχρηση εξουσίας» από αρκετούς πολιτικούς εμπλεκόμενους στην υπόθεση Novartis, με το σκεπτικό ότι δεν διαβίβασε στη Βουλή έγγραφα που αφορούσαν σε πρώην υπουργό Υγείας του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ που ενεπλάκη στο σκάνδαλο. Στην υπεράσπισή της, στο δικαστήριο, η κ. Τουλουπάκη αναφέρθηκε σε ομιλία του Εμμανουέλ Μακρόν που απευθυνόταν στους απογόνους του Άλφρεντ Ντρέιφους τον Οκτώβριο του 2021, «αυτός ο άνθρωπος υπέστη τα χειρότερα, ταπείνωση, σιωπή, απομόνωση. Τίποτα δεν θα επιδιορθώσει αυτές τις ταπεινώσεις, αλλά ας μην τις επιδεινώσουμε αφήνοντάς τις ξεχασμένες (…) ή επαναλαμβανόμενες».
Για τον δικηγόρο της πρώην εισαγγελέως, Γιάννη Μαντζουράνη, «η δίκη αυτή θα παραμείνει στα δικαστικά χρονικά της χώρας μας. Μέσω της κυρίας Τουλουπάκη στοχοποιείται η ανεξαρτησία δικαστών και εισαγγελέων και στόχος είναι στο μέλλον να μην τολμήσουν να επιτεθούν στους λεγόμενους «άθικτους», δηλαδή στους ισχυρούς του πολιτικού και οικονομικού κόσμου».
«Δεν έχω δει ποτέ, για τουλάχιστον 25 χρόνια, τέτοιες νομικές διαδικασίες εναντίον εισαγγελέων στην Ελλάδα. Όλοι φοβούνται να τοποθετηθούν σε αυτή την υπόθεση από φόβο μήπως δεχθούν επίθεση από τα ΜΜΕ, τους πολιτικούς αρχηγούς. Αυτό είναι ανησυχητικό για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα», είπε ένας αναλυτής της ελληνικής πολιτικής ζωής που προτιμά να παραμείνει ανώνυμος.
Στιγματισμένη από το καλοκαίρι σε υπόθεση παράνομων υποκλοπών πολιτικών αντιπάλων, δημοσιογράφων και υπουργών, «η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να στρέψει την προσοχή των ψηφοφόρων σε άλλα σκάνδαλα που συνδέονται με την προηγούμενη κυβέρνηση», εκτιμά ο διευθυντής της εβδομαδιαίας εφημερίδας Documento, Κώστας Βαξεβάνης, ο οποίος κατηγορήθηκε από ορισμένους από τους αξιωματούχους που στοχοποιήθηκαν από την έρευνα της Novartis ότι συμμετείχε σε «συνωμοσία» για να αποκαλύψουν ότι συμμετείχαν στο σκάνδαλο και αθωώθηκε τον περασμένο Ιούνιο.