Η μανία της φύσης ισοπεδώνει την ανθρώπινη ματαιότητα. Λένε ότι το καταστροφικό χτύπημα του Εγκέλαδου ενώνει φίλους κι εχθρούς, κράτη που έχουν αντίθετη γεωπολιτική ατζέντα, όπως συνέβη στις τεταμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις με τον σεισμό του 1999.
Δρ. Ευάγγελος Βενέτης
Το ίδιο επιχειρεί το Μαξίμου αυτή την στιγμή μετά τον καταστροφικό σεισμό σε Τουρκία και Συρία της 6.2.2023. Το επιχειρεί όμως επιλεκτικά, διότι δεσμεύεται από αδιόρατα συμμαχικά δεσμά. Το επιχειρεί μόνο προς την Τουρκία.
Ενώ, λοιπόν, σπεύδει το Μαξίμου μαξιμαλιστικά να εκφράσει τα συλλυπητήρια του προς την τουρκική πλευρά με κάθε τρόπο (με μηνύματα του Έλληνα πρωθυπουργού στον Τούρκο Πρόεδρο, με αποστολή ανθρωπιστικής υλικής βοήθειας και διασωστικού συνεργείου) δεν πράττει το ίδιο με την ομοιοπαθούσα Συρία. Για την ακρίβεια δεν κάνει τίποτε.
Πέραν μιας τυπικής και γενικόλογης ανακοίνωσης έκφρασης συλλυπητηρίων χωρίς αποδέκτη για τα θύματα σε Τουρκία και Συρία[1], η ελληνική κυβέρνηση αποφεύγει επιμελώς κι εξόφθαλμα να επικοινωνήσει με τον Σύριο Πρόεδρο Άσαντ, δεν ανακοινώνει απευθείας συγκεκριμένη αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας ή διασωστικού συνεργείου στην πολύπαθη Συρία παρά μόνο υποτυπωδώς μέσω ΟΗΕ. Προς τι αυτή η σιωπή;
Δεν είναι οι Σύριοι άνθρωποι άξιοι να τύχουν της αρωγής της Ελλάδας; Μήπως έχει η Αθήνα ανταγωνιστικές σχέσεις με την Δαμασκό; ή μήπως δεν πρέπει η Ελλάδα να δυσαρεστήσει νατοϊκούς και μη νατοϊκούς συμμάχους της στην Ανατολική Μεσόγειο, που ασκούν αντι-συριακή πολιτική;
Προφανώς οι ελληνο-συριακές σχέσεις έχουν υπάρξει πάντοτε φιλικές με τους δύο λαούς και κυβερνήσεις να διατηρούν ένα πάντοτε αξιοπρεπές επίπεδο επαφών κι ανταλλαγών ε κάθε τομέα. Ενίοτε όμως έχουν δοκιμαστεί και δοκιμάζονται λόγω των εξελίξεων στο Παλαιστινιακό, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις προσδεμένες, ή καλύτερα αλυσοδεμένες, στο δυτικό άρμα συμφερόντων δεν ασκούν εποικοδομητική διπλωματία στο Παλαιστινιακό Ζήτημα με σκοπό την γεωπολιτική ασφάλεια και ειρήνη.
Σήμερα είναι ακριβώς το Παλαιστινιακό Ζήτημα που απλώνει την σκιά του πάνω από τις ελληνο-συριακές σχέσεις. Έχοντας απεμπολήσει έως τώρα κάθε προοπτική άσκησης εξωτερικής πολιτικής βασισμένης στην κυρίαρχη ουδετερότητα της Ελλάδας στην διαπάλη μεταξύ Δύσης κι Ανατολής για το γεωπολιτικό παιχνίδι της Ευρασίας, η ελληνική κυβέρνηση, όπως και η προηγούμενη, δείχνει ότι άγεται και φέρεται από υποδείξεις επισφαλών συμμάχων.
Ακόμη κι αν ένας κυνικός πραγματιστής ισχυριστεί με …κάποια υποτέλεια «Ναι, πρέπει να ακούμε τους συμμάχους μας, διότι δεν έχουμε –δήθεν- άλλα στηρίγματα την περιοχή», αυτό δεν σημαίνει ότι, επειδή η Συρία κι η Ελλάδα έχουν διαφορετική πολιτική στην περιοχή, δεν πρέπει η Ελλάδα να στέκεται δίπλα στην συριακή κυβέρνηση και τον λαό της στις δύσκολες αυτές στιγμές. Αντιθέτως το πνεύμα ανθρωπισμού, ο άγραφος νόμος της ηθικής και το Διεθνές δίκαιο προτάσσουν, κι επιτάσσουν, την έμπρακτη ανθρωπιστική αλληλεγγύη της Ελλάδας προς την Συρία σε αυτές τις δύσκολες στιγμές για τον συριακό λαό.
Ας μην ξεχνά το Μαξίμου ότι στην ελληνική εξωτερική πολιτική προς την Συρία κι εν γένει δεν αντανακλώνται διεθνώς μόνο οι συμμαχικές δεσμεύσεις της Ελλάδας αλλά δοκιμάζονται ενώπιον των άλλων λαών και τα διαχρονικά ελληνικά πολιτιστικά αντανακλαστικά του ανθρωπισμού, της δημοκρατίας της και της ελευθερίας. Αυτά τα αντανακλαστικά σε καμία περίπτωση καμία ελληνική κυβέρνηση δεν επιτρέπεται να τα ξεχνά στο όνομα οιωνδήποτε ξένων συμφερόντων.
*Ειδικός σε θέματα Ισλάμ και Μέσης Ανατολής