Ο Μιχάλης Φραγκιαδάκης, Διευθυντής Εργαστηρίου Αντισεισμικής Τεχνολογίας του ΕΜΠ, μιλώντας στο AnatropiNews, με αφορμή τον καταστροφικό σεισμό στην Τουρκία και τη Συρία που οδήγησε στην ισοπέδωση τεράστιων εκτάσεων, αλλά και στον αφανισμό ανθρώπινων ζωών και όχι μόνο, επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι το «βασικό όπλο της Πολιτείας για να μειώσει τη σεισμική διακινδύνευση είναι οι αντισεισμικοί κανονισμοί, αλλά και οι κανονισμοί που αφορούν στα δομικά υλικά».
Στο προσκήνιο, επίσης, έρχεται και το μείζον θέμα της τρωτότητας των κατασκευών στην γείτονα χώρα, σε συνδυασμό με την πολύ υψηλή σεισμικότητα της περιοχής.
Συνέντευξη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο
-Τι έχουμε κάνει και τι πρέπει να κάνουμε έτσι ώστε να αποφύγουμε εικόνες σαν κι αυτές σε Τουρκία και Συρία από έναν μελλοντικό ισχυρό σεισμό;
Οι εικόνες που βλέπουμε σήμερα στην Τουρκία είναι συνδυασμός της πολύ υψηλής σεισμικότητας στην περιοχή και της μεγάλης τρωτότητας των κατασκευών. Η σεισμικότητα στην Ελλάδα είναι υψηλή, αλλά όχι ανάλογη με αυτή του σεισμού της Τουρκίας. Με άλλα λόγια, η πιθανότητα να συμβεί ένας σεισμός αυτής της έντασης είναι σαφώς μικρότερη στη χώρα μας.
Όσον αφορά στην τρωτότητα των κατασκευών, αυτή διαφέρει ανάλογα με το πότε κατασκευάστηκε ένα κτίριο. Το βασικό όπλο της Πολιτείας για να μειώσει τη σεισμική διακινδύνευση είναι οι αντισεισμικοί κανονισμοί, αλλά και οι κανονισμοί που αφορούν στα δομικά υλικά. Ιστορικά, έπειτα από κάθε μεγάλο σεισμό, ενδεικτικά αναφέρουμε Κεφαλονιά 1953, Θεσσαλονίκη 1978, Αθήνα 1981, Καλαμάτα 1986 και Αθήνα 1999, η πολιτεία βελτίωνε τους κανονισμούς για να φτάσουμε στον σημερινό κανονισμό με τον οποίο σχεδιάζονται οι κατασκευές μετά το 2000. Σε γενικές γραμμές, οι κατασκευές αυτές παρέχουν σημαντική ασφάλεια. Για όσους δεν το γνωρίζουν, οι αντισεισμικοί κανονισμοί θέτουν τους κανόνες με βάση τους οποίους θα σχεδιαστεί ο φέρων οργανισμός ενός κτιρίου. Για παράδειγμα, μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει ότι τα κτίρια πριν το 1960 έχουν μικρότερες κολώνες σε σχέση με μία πιο σύγχρονη κατασκευή. Το πρόβλημα επικεντρώνεται στις παλαιότερες κατασκευές, αλλά και σε κρίσιμες υποδομές όπως νοσοκομεία, σχολεία, γέφυρες, κλπ.
Σημαντική δράση επίσης είναι οι προσεισμικοί έλεγχοι. Πρόκειται για δράσεις του Οργανισμού Αντισεισμικής Προστασίας (ΟΑΣΠ) σε συνεργασία με φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Οι Προσεισμικοί έλεγχοι αφορούν σε ελέγχους που διενεργούνται από κλιμάκια μηχανικών που εξετάζουν, μακροσκοπικά, την τρωτότητα μίας κατασκευής. Οι έλεγχοι αυτοί παρότι δεν είναι ακριβείς, παρέχουν σημαντικές πληροφορίες και αποτελούν χρήσιμο εργαλείο. Λόγω όμως του μεγάλου αριθμού των κατασκευών, οι έλεγχοι αυτοί αφορούν κυρίως σε δημόσια κτίρια και σε κτίρια κοινωφελούς χρήσης.
Συνοψίζοντας, δεν είναι σωστό να λέμε ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε πάρει μέτρα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ακόμα πολλά για να κάνουμε.
-Σε τι κατάσταση είναι σήμερα τα γερασμένα κτίρια της πρωτεύουσας και των μεγάλων πόλεων, όσα έχουν χτιστεί πριν τη δεκαετία του 70. Σε τι ποσοστό ανέρχονται;
Οι κατασκευές αυτές συχνά έχουν διατηρηθεί σωστά και δεν παρουσιάζουν προβλήματα. Είναι όμως σαφές ότι πρόκειται για κτίρια που δεν πληρούν τις σύγχρονες αντισεισμικές απαιτήσεις, άρα εξ’ ορισμού είναι ευάλωτες. Γενικά πρόκειται για μεγάλο ποσοστό του δομικού πλούτου, κατ’ εκτίμηση υπερβαίνει το 60%, και άρα το πρόβλημα είναι σημαντικό. Λεπτομερή στοιχεία έχει στη διάθεσή της η Πολιτεία, π.χ από τα αρχεία των Πολεοδομικών γραφείων και από την πρόσφατη απογραφή. Το πρόβλημα είναι οξύ στα κέντρα των πόλεων και ειδικά στην περίπτωση των οριζόντιων ιδιοκτησιών. Ακόμα και σε περιπτώσεις κτιρίων που δεν είναι σε καλή κατάσταση, είναι δύσκολο να παρθούν από ιδιώτες αποφάσεις για επεμβάσεις που θα είναι δαπανηρές και επίσης θα προκαλέσουν σημαντική όχληση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σαφώς λοιπόν πρόκειται για ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα απέναντι στο οποίο τα μέσα είναι περιορισμένα.
-Σε τι κατάσταση είναι τα “κίτρινα” κτίρια της Αττικής μετά τον σεισμό του 99′; Έχουμε εικόνα αν έγιναν οι απαραίτητες επισκευές;
Εκτιμώ ότι πολλά από αυτά τα κτίρια συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα, είκοσι τρία χρόνια μετά. Ασφαλώς σε πολλές περιπτώσεις, εάν όχι στην πλειοψηφία τους, αποτελούν επικίνδυνες κατασκευές.