Στη χώρα μας, μετά τους πολύ ισχυρούς σεισμούς στην ΝΑ Τουρκία και Συρία και τις βιβλικές καταστροφές που προκάλεσαν, η κοινή γνώμη ανησυχεί και αναρωτιέται τι θα συμβεί σε παρόμοια περιστατικά στην Ελλάδα.
Παναγιώτης Ψυχογιός*
Ιστορικά η Ελλάδα έχει πολύ μεγάλη σεισμικότητα και έχει υπολογιστεί ότι στο απώτερο παρελθόν αλλά και στα νεότερα χρόνια έχουν καταγραφεί παρόμοιου μεγέθους σεισμοί. Το «Ελληνικό Τόξο» δηλαδή το σημείο επαφής-τριβής της Αφρικανικής πλάκας με την Ευρασιατική πλάκα στην περιοχή μας, δημιουργεί εντάσεις στην λιθόσφαιρα και αποτέλεσμα αυτών των εντάσεων είναι η απότομη ρήξη των ασθενέστερων σημείων με την δημιουργία των σεισμών. Συνήθως τα ασθενέστερα σημεία είναι εκεί που έχουν δημιουργηθεί ρήγματα από προηγούμενες ρήξεις της λιθόσφαιρας, και εκεί κατά προτεραιότητα εκδηλώνονται οι νέοι σεισμοί. Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να δείτε τα γνωστά ενεργά ρήγματα της χώρας μας και τους πολύ ισχυρούς σεισμούς που έχουν γίνει στην περιοχή μας.
Από τους παραπάνω χάρτες είναι φανερό ότι πολύ ισχυροί σεισμοί μεγέθους άνω των 7,0Μs έχουν συμβεί αρκετές φορές στα ιστορικά χρόνια με πολλά ανθρώπινα θύματα και μεγάλες καταστροφές στα δομήματα.
Ευτυχώς, οι πολύ ισχυροί σεισμοί συνήθως είναι υποθαλάσσιοι και αρκετά μακριά από την ξηρά εκτός από την περιοχή του ρήγματος των Επτανήσων που βρίσκεται πολύ κοντά σε πυκνοκατοικημένα νησιά και επανειλημμένα έχει πλήξει Ζάκυνθο, Κεφαλονιά και Λευκάδα. Υπάρχουν και στην ξηρά ρήγματα που μπορεί να δημιουργήσουν πολύ ισχυρούς σεισμούς , όπως το ρήγμα της Αταλάντης ή της κοιλάδας του Ευρώτα που έχουν μεγάλο δυναμικό αλλά ευτυχώς μεγάλο χρονικό διάστημα επανάληψης. Οι πολύ ισχυροί σεισμοί έχουν μεγάλες επιπτώσεις στα δομήματα και προξενούν σημαντικές καταστροφές σε όλα τα παλιά κτίρια και μεγάλες ζημιές στα νέα κτίρια πάντα σε σχέση με την απόστασή τους από το επίκεντρο.
Ισχυροί σεισμοί μεγέθους άνω των 5,5Μs γίνονται συχνά στον Ελλαδικό χώρο και προξενούν ανθρώπινα θύματα και καταστροφές ειδικά όταν το επίκεντρό τους είναι κοντά σε αστικές περιοχές με γερασμένο κτιριακό απόθεμα. Ο Κορινθιακός κόλπος, ο Παγασητικός κόλπος και ο Μεσσηνιακός κόλπος έχουν ενεργά ρήγματα που δίνουν τακτικά ισχυρούς σεισμούς. Συνήθως τα νέα κτίρια δεν έχουν πρόβλημα με αυτούς τους σεισμούς, ενώ τα παλιότερα παρουσιάζουν εκτεταμένες ζημιές και καταρρεύσεις.
Είναι γνωστό ότι το κτηριακό απόθεμα της Ελλάδας είναι γερασμένο, υπολογίζεται ότι ποσοστό άνω του 35% είναι χτισμένο προ του 1950 και ποσοστό άνω 85% πριν από την ισχύ του Νέου Αντισεισμικού. Τα παλιά κτίρια είναι περισσότερο ευάλωτα σε σεισμικές καταπονήσεις λόγω της παλαιότητας και ακαταλληλότητας των υλικών τους και των κανονισμών που ίσχυαν ή που δεν υπήρχαν όταν κατασκευάστηκαν. Περισσότερο ευάλωτα είναι εκείνα που έχουν υποστεί ζημιές σε προηγούμενους σεισμούς και δεν έχουν επισκευαστεί και εκείνα που ο φέροντας οργανισμός τους έχει τροποποιηθεί αυθαίρετά και χωρίς μελέτη. Μια μεγάλη κατηγορία ευάλωτων κτιρίων είναι τα αυθαίρετα και ειδικότερα εκείνα που οι ιδιοκτήτες τους έχουν υποχρέωση από τον Νόμο (λόγω εκτεταμένων προσθηκών) να ελέγξουν την στατική τους επάρκεια και να προβούν στις απαραίτητες ενισχύσεις. Οι νομιμοποιήσεις και τακτοποιήσεις που έγιναν και γίνονται από το 2010 με διάφορους Νόμους, βάζουν σε πολύ κατώτερο επίπεδο το θέμα της στατικής επάρκειας των κτιρίων και την ασφάλεια των κατοίκων τους. Ο έλεγχος στατικής επάρκειας είναι μια ειδική στατική μελέτη με την οποία μπορούν να διαπιστωθούν οι αδυναμίες των κτιρίων λόγω υπερφόρτισης ή αδύναμων υλικών και διατομών και να προταθεί ο τρόπος ενίσχυσής τους.
Μια μεγάλη ευκαιρία που χάθηκε για να ελεγχθούν τα παλαιά ιδιωτικά κτίρια ήταν με τα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων όπου ενώ διατίθενται πολλά εκατομμύρια για κουφώματα και θερμομονώσεις δεν προβλέφθηκε και ο ταυτόχρονος έλεγχος της στατικής επάρκειας των κτιρίων.
Μια μεγάλη κατηγορία ευάλωτων δομημάτων είναι τα κτίρια που χρησιμοποιούνται και στεγάζουν υπηρεσίες του Δημοσίου (Κεντρική Κυβέρνηση, Αποκεντρωμένη Διοίκηση, Τοπική Αυτοδιοίκηση, ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ). Τα κτίρια αυτά που συνήθως είναι παλιά και ασυντήρητα και ο αριθμός τους πλησιάζει τις 85.000 έπρεπε να έχουν ελεγχθεί όλα τουλάχιστον Πρωτοβάθμια και σε Δεύτερο Βαθμό όσα ήταν προβληματικά. Από αυτά έχουν ελεγχθεί περίπου 20.000 σε Πρωτοβάθμιο έλεγχο και μόνο τα σχολεία σε Δευτεροβάθμιο έλεγχο, δηλαδή πλήρης αδιαφορία για την ασφάλεια των πολιτών και των εργαζομένων που τα χρησιμοποιούν.
Η Πολιτεία για να προστατέψει τη ζωή και τις περιουσίες των πολιτών έχει θεσπίσει διάφορους Αντισεισμικούς Κανονισμούς που καλύπτουν τόσο τα νεοανεγειρόμενα κτίρια όσο και τα ενισχυόμενα ή επισκευαζόμενα κτήρια (ΝΕΑΚ, ΚΑΝΕΠΕ, ΚΑΔΕΤ, Ευρωκώδικες), με υποχρεωτική εφαρμογή κατά τις οικοδομικές εργασίες. Αυτό που πρέπει να γνωρίζουν οι πολίτες είναι ότι η φιλοσοφία των νεότερων κανονισμών είναι να εξασφαλίσουν τα κτήρια από κατάρρευση, δηλαδή ο φέρων οργανισμός μπορεί να πάθει και σοβαρές ζημιές αλλά σε ελεγχόμενα σημεία που δεν επιφέρουν την κατάρρευση. Δεν θα δούμε δηλαδή αυτό που είδαμε στην Τουρκία στα νέα κτήρια. Ο λόγος που οι κανονισμοί επιτρέπουν να πάθουν ζημιές τα κτίρια είναι κυρίως οικονομικοί γιατί το κόστος κατασκευής πλήρως αντισεισμικών κατασκευών είναι πάρα πολύ μεγάλο. Μόνο σε ειδικές κατασκευές που στεγάζουν χρήσεις που πρέπει να μείνουν σε λειτουργία αμέσως μετά το σεισμό ή πρέπει να προστατευτούν μοναδικά πολιτιστικά μνημεία, προβλέπεται η αύξηση του βαθμού ασφαλείας. Αυτό επιτυγχάνεται είτε με επαύξηση των φορτίων που πρόκειται να αναλάβει ο φέρων οργανισμός σε περίπτωση σεισμού είτε με σεισμική μόνωση της θεμελίωσης του κτιρίου που έχει αρχίσει και εφαρμόζεται πλέον. Κάθε ιδιοκτήτης που πρόκειται να χτίσει, μπορεί να ζητήσει από τον μηχανικό του να υπολογίσει με αυξημένους συντελεστές το ακίνητό του και να επιβαρυνθεί με το επιπλέον κόστος κατασκευής.
Τα τελευταία χρόνια με την εξάπλωση των δικτύων λήψης online σεισμολογικών δεδομένων σε πάρα πολλά σημεία της χώρας και την επεξεργασία τους με σύγχρονα προγράμματα Η/Υ, έχει προκύψει ανάγκη αναθεώρησης των σεισμικών ζωνών της χώρας που έχουν καθιερωθεί με τους ισχύοντες κανονισμούς. Για ακόμα μεγαλύτερη ασφάλεια των κατασκευών, ο ΟΑΣΠ έχει ήδη αρχίσει την προετοιμασία για την αναθεώρηση όλων των αντισεισμικών κανονισμών, με βάσει τις πιο σύγχρονες αντιλήψεις για την θωράκιση των κτηρίων και με εφαρμογή στους υπολογισμούς των τροποποιημένων φασμάτων, που προκύπτουν από τη μελέτη εκατοντάδων σεισμών που έχουν γίνει κοντά στην κάθε υπό μελέτη περιοχή. Οι εκλεπτυσμένες αυτές προσομοιώσεις απαιτούν και πολύ καλή γνώση του εδάφους στο σημείο που θα κατασκευαστεί το κτήριο.
Συμπερασματικά οι σεισμοί ήταν και θα είναι παρόντες στην περιοχή μας, η αντισεισμική προστασία των τεχνικών έργων γίνεται όλο και καλύτερη και οι πολίτες θα μπορούν αν θέλουν να κοιμούνται ήσυχοι κατά τη διάρκεια τους.
—
Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ, Μέλος Δ.Σ. του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (Ο.Α.Σ.Π.)