Μετά τη μάχη του Στάλινγκραντ, τη μεγάλη καμπή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη, οι ανάγκες της ναζιστικής Γερμανίας σε εργατικά χέρια έγιναν περισσότερο πιεστικές.
Του Μενέλαου Χαραλαμπίδη
Όλο και περισσότεροι Γερμανοί εργάτες επιστρατεύονταν για να πολεμήσουν κατά του Κόκκινου Στρατού στο ανατολικό μέτωπο. Τα κενά που άφηναν πίσω τους, θα τα κάλυπταν με τη βία εργάτες των κατεχόμενων ευρωπαϊκών χωρών. Το μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης, της καταναγκαστικής εργασίας στα γερμανικά εργοστάσια, εφαρμόστηκε σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη, με εξαίρεση την Ελλάδα. Η 10ήμερη εξέγερση του ελληνικού λαού τον Φεβρουάριο – Μάρτιο του 1943, ανάγκασε τους Γερμανούς να αποσύρουν το μέτρο. Με αυτό τον τρόπο, η ελληνική Αντίσταση και κυρίως το ΕΑΜ, έσωσε δεκάδες χιλιάδες εργάτες από την αποστολή στη Γερμανία για καταναγκαστική εργασία, δίπλα στους περίπου 8,5 εκατομμύρια εργάτες, κυρίως Σοβιετικούς, Πολωνούς και Γάλλους, που δούλευαν στη Γερμανία τον τελευταίο χρόνο του πολέμου.
Η πρώτη κινητοποίηση ενάντια στο μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης, πραγματοποιήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 1943. Στις 10 το πρωί εργάτες και ιδιωτικοί υπάλληλοι συγκεντρώθηκαν στην οδό Αιόλου, στην πλατεία της Αγ. Ειρήνης και στην οδό Αγ. Μάρκου. Εκεί δέχτηκαν επίθεση από Έλληνες αστυνομικούς, οι οποίοι απέτυχαν να τους διαλύσουν. Λίγο αργότερα, οι συγκεντρωμένοι ξεκίνησαν τη διαδήλωση. Φωνάζοντας συνθήματα κατά της πολιτικής επιστράτευσης, της ελληνικής δοσιλογικής κυβέρνησης και των κατακτητών, κατευθύνθηκαν στην πλατεία Συντάγματος μέσω των οδών Μητροπόλεως, Ερμού, Κολοκοτρώνη και Πραξιτέλους. Μια άλλη ομάδα διαδηλωτών είχε συγκεντρωθεί επί της Βασ. Σοφίας έξω από το κτίριο των Παλαιών Ανακτόρων (σημερινή Βουλή των Ελλήνων). Ήταν περίπου 3.000 άτομα, κυρίως ανάπηροι πολέμου και φυματικοί, οι οποίοι κατάφεραν να σπάσουν τον αστυνομικό κλοιό και να εισέλθουν στο κτίριο από τη δυτική του πύλη, που βλέπει στη Βασ. Σοφίας. Στόχος τους ήταν να φτάσουν στο γραφείο του δοσίλογου κατοχικού πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου. Σπάζοντας πόρτες και παράθυρα, οι διαδηλωτές άρχισαν μια μάχη σώμα με σώμα με τους χωροφύλακες, στους διαδρόμους του κτιρίου. Οι χωροφύλακες κατάφεραν να τους αναχαιτίσουν στον προθάλαμο του πρωθυπουργικού γραφείου, ανοίγοντας πυρ εναντίον τους. Μαζεύοντας τους τραυματίες, οι διαδηλωτές υποχώρησαν εκτός κτιρίου και επιτέθηκαν εκ νέου, από τη βόρεια πύλη του. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή, με τους διαδηλωτές να κρατούν λοστούς και να πετούν πέτρες και μάρμαρα και τους χωροφύλακες να απαντούν με πυρά. Την ίδια ώρα, οχήματα της πυροσβεστικής έφτασαν στην πλατεία Συντάγματος και με τη χρήση των αντλιών νερού, διέλυσαν το άλλο τμήμα των διαδηλωτών.
Οι διαδηλωτές δεν πτοήθηκαν. Ανασυγκροτήθηκαν στην πλατεία Κολωνακίου, σύμφωνα με τον σχεδιασμό. Η κατάσταση ήταν πλέον εκτός ελέγχου. Περίπου 15.000 άτομα κινήθηκαν μέσω των οδών Σόλωνος και Σκουφά προς το κτίριο του υπουργείου Εργασίας, στη συμβολή των οδών Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα στα Εξάρχεια. Οι άνδρες του Δ΄ αστυνομικού τμήματος που φρουρούσαν το κτίριο, τέθηκαν εύκολα εκτός μάχης. Στη συνέχεια, οι διαδηλωτές έσπασαν πόρτες και παράθυρα και μπήκαν στο ισόγειο και το υπόγειο του υπουργείου Εργασίας, αναζητώντας τις ονομαστικές καταστάσεις με τα στοιχεία των προς επιστράτευση εργατών. Έβγαλαν τμήμα του αρχείου του ΙΚΑ στο πεζοδρόμιο και το έκαψαν. Άλλη ομάδα έσπασε τη βιτρίνα του παρακείμενου ταχυδρομείου, το κατέλαβε, πέταξε στο δρόμο το αρχείο του και του έβαλε φωτιά. Σε αυτή την πρώτη επίθεση κατά του υπουργείου, ακολούθησε μεγαλύτερη στις 5 Μαρτίου, οι διαδηλωτές δεν προχώρησαν περισσότερο. Μετά από λίγη ώρα αποχώρησαν. Ένα τμήμα τους πήγε στην οδό Αγησιλάου 10. Εκεί στεγαζόταν ο άλλος φορέας που είχε προσωπικά στοιχεία εργατών, το Εργατικό Κέντρο Αθηνών. Οι διαδηλωτές έσπασαν τις πόρτες και τα παράθυρα, μπήκαν στο κτίριο και το κατέστρεψαν. Μετά από την επέμβαση ελληνικής και γερμανικής αστυνομικής δύναμης, οι διαδηλωτές διαλύθηκαν. Με αυτό τον τρόπο έληξαν οι συγκρούσεις στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, οι οποίες διήρκεσαν όλη τη μέρα. Ήταν η πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της κατοχής, όπου η Αθήνα έζησε μια πραγματική εξέγερση.
Υπάρχουν 25 καταγεγραμμένοι τραυματίες διαδηλωτές. Ήταν σίγουρα πολλοί περισσότεροι. Ένας από αυτούς υπέκυψε στα τραύματά του την επόμενη μέρα, σαν σήμερα, πριν από 80 χρόνια. Ήταν ο πρώτος ανάπηρος του Αλβανικού Μετώπου, οργανωμένος στο ΕΑΜ, που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια αντιστασιακής ενέργειας. Ως στρατιώτης, ο Διονύσης Δημακόπουλος, γλύτωσε από τις ιταλικές σφαίρες στα αλβανικά βουνά, για να πεθάνει, ως αντιστασιακός, από τη σφαίρα Έλληνα χωροφύλακα στο κέντρο της Αθήνας. Ο 25χρονος Δημακόπουλος, υπάλληλος του υπουργείου Γεωργίας, κάτοικος Εμπεδοκλέους 18 στο Παγκράτι, χτυπήθηκε στα πλευρά από σφαίρα που δέχτηκε στη μάχη σώμα με σώμα έξω από το γραφείο του Λογοθετόπουλου. Μεταφέρθηκε βαριά τραυματισμένος στον Ευαγγελισμού, όπου και πέθανε στις 6 το απόγευμα της 25ης Φεβρουαρίου. Ανάπηροι πολέμου 1940-1941 και μέλη του ΕΑΜ, πήραν με τη βία τον νεκρό συναγωνιστή τους, τον μετέφεραν και τον έθαψαν στο προαύλιο του 3ου Στρατιωτικού Νοσοκομείου (σήμερα νοσοκομείο Ελπίς) στους Αμπελόκηπους.
Στη φωτογραφία ανάπηροι του αλβανικού μετώπου, οργανωμένοι στο ΕΑΜ, στην πλατεία Ομονοίας κατά τους εορτασμούς της απελευθέρωσης της Αθήνας.
Πρώτη δημοσίευση στο Facebook