Τις καθυστερήσεις, τις παλινωδίες και τα deals τα τελευταία 20 χρόνια γύρω από τα έργα για την αναβάθμιση των σιδηροδρομικών μετακινήσεων στη χώρα μας, φέρνει στο φως το Euractiv με εκτενές ρεπορτάζ του, στον απόηχο της τραγωδίας των Τεμπών.
Στο δημοσίευμα με τίτλο «Ελλάδα και ΕΕ χαμένες στη Βαβέλ των “deals” για την ασφάλεια στον σιδηρόδρομο», το Euractiv σημειώνει ότι επί σειρά ετών, η Κομισιόν πίεζε τις ελληνικές αρχές για να προχωρήσουν σε έργα που αφορούν τη σηματοδότηση και την επικοινωνία στις σιδηροδρομικές μεταφορές.
Όπως αναφέρει, η Ελλάδα και ΕΕ προσπαθούν να εκσυγχρονίσουν το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας μας για περισσότερα από 20 χρόνια, «αλλά μια σειρά καθυστερήσεων, γκρίζων συμβάσεων και η μηδενική λογοδοσία έχουν αποκαλύψει τόσο τον ανεπαρκή επενδυτικό σχεδιασμό της Ελλάδας όσο και τους χαλαρούς μηχανισμούς παρακολούθησης της ΕΕ και η τραγωδία του τρένου που κόστισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους άνοιξε το Κουτί της Πανδώρας».
Σύμφωνα με έγγραφο που είδε το Euractiv, εδώ και χρόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιέζει τις ελληνικές αρχές και εκφράζει ανησυχίες για δύο έργα βασικά για την αντιμετώπιση της ασφάλειας των ελληνικών σιδηροδρόμων, τα οποία όμως δεν υλοποιήθηκαν ποτέ.
Ευρωπαϊκή πηγή ανέφερε στο Euractiv ότι προγραμματίζεται ακρόαση στο πλαίσιο της έρευνας σχετικά με την προβληματική εκτέλεση των εργασιών συντήρησης και αναβάθμισης του σιδηροδρομικού δικτύου μεταξύ 2000-2013, όταν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ βρίσκονταν στην εξουσία.
Το πρώτο έργο αφορά στην εγκατάσταση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Σιδηροδρόμων (ETCS) για την περίοδο 2000-2006 και το δεύτερο την αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης του σιδηροδρόμου και της τηλεδιοίκησης, η οποία υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί την περίοδο 2007-2013.
Στόχος και των δύο έργων ήταν η αναβάθμιση της ασφάλειας των τρένων με ψηφιακές τεχνολογίες για την αποφυγή «ανθρώπινου λάθους», καθώς οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι εξακολουθούν να λειτουργούν χειροκίνητα, επισημαίνεται στο δημοσίευμα.
Σε επιστολή που έστειλε στην κυβέρνηση Μητσοτάκη τον Ιούνιο του 2021, η Κομισιόν αναφέρει ρητά ότι τα δύο αυτά έργα συγχρηματοδοτήθηκαν από τις Βρυξέλλες αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί. Μάλιστα, η Κομισιόν κάλεσε την κυβέρνηση να δώσει εξηγήσεις, προειδοποιώντας ότι θα ζητούσε «οικονομική διόρθωση», δηλώνοντας ως μη επιλέξιμα κονδύλια της ΕΕ σχεδόν 18 εκατ. ευρώ.
Σε πολλές επιστολές που είδε το Euractiv, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξέφρασε διαφωνίες με την προοπτική των «οικονομικών διορθώσεων», χαρακτηρίζοντάς τες μάλιστα «άδικες» μπροστά στην προσπάθεια που καταβάλλει για να ολοκληρώσει τα έργα και λαμβάνοντας υπόψη τους εθνικούς πόρους που δαπανήθηκαν γι’ αυτά.
Πάντως, σύμφωνα με το δημοσίευμα, η Κομισιόν φαίνεται ότι δεν πείστηκε και ζήτησε ακρόαση προκειμένου να δοθούν εξηγήσεις για τις σημαντικές καθυστερήσεις.
Η σύμβαση 717
Το Euractiv αναφέρεται και στην αμαρτωλή σύμβαση 717, υπενθυμίζοντας ότι υπεγράφη με την ΕΕ το 2014 για την αναβάθμιση του δικτύου σηματοδότησης. Έφερε όπως σημειώνει την υπογραφή της τότε κυβέρνησης της ΝΔ, έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε δύο χρόνια, το 2016 και ανατέθηκε στην κοινοπραξία Alstom και Άκτωρα.
«Το συμβόλαιο είχε πολλές τεχνικές ασάφειες και κενά» επισημαίνει το δημοσίευμα, σημειώνοντας πως σύμφωνα με επικριτές στην Αθήνα πρόκειται για ένα πολύ γνωστό κόλπο που χρησιμοποιείται στην Ελλάδα προκειμένου ο εργολάβος που θα αναλάβει να εκμεταλλευτεί τις ασάφειες για να κάνει αναπροσαρμογές τιμών προς τα πάνω.
Τα ελληνικά ΜΜΕ, όπως προσθέτει το δημοσίευμα, σημείωναν ότι κατά το διάστημα υλοποίησης του έργου οι δύο εταιρείες διαφώνησαν, με αποτέλεσμα η υπόθεση να οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Ωστόσο, ένα τμήμα του έργου που ανέλαβε αποκλειστικά η γαλλική Alstom στη Βόρεια Ελλάδα παραδόθηκε.
Επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η υπόθεση οδηγήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο, που απεφάνθη ότι θα έπρεπε να υπογραφεί συμπληρωματική σύμβαση, ανεβάζοντας το συνολικό κόστος κατά 13,3 εκατ. ευρώ, ενώ ο αρχικός προϋπολογισμός του ήταν στα 42 εκατ. ευρώ. Ο ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε πως παρέδωσε σύμβαση χωρίς νομικά εμπόδια και ότι το έργο είχε ολοκληρωθεί κατά 70% επί των ημερών του.
Ενώ όμως η συμπληρωματική σύμβαση ήταν έτοιμη το 2018, η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας την υπέγραψε το 2021, τρία χρόνια μετά τη δικαστική απόφαση.
Δεν είναι ακόμη σαφές γιατί υπήρξε τέτοια καθυστέρηση για την υπογραφή της συμπληρωματικής σύμβασης. Το Euractiv επικοινώνησε με εκπροσώπους της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά δεν έλαβε απάντηση μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης.
Από την πλευρά της, η Κομισιόν παραδέχεται ότι υπήρξαν καθυστερήσεις. Πηγές της Επιτροπής δήλωσαν ότι το εν λόγω έργο βρίσκεται ακόμη προς υλοποίηση με καταληκτική ημερομηνία το τέλος του 2023, δίχως να υπάρξει νεότερη ενημέρωση.
Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δεν έχασε χρόνο και έχει ήδη ξεκινήσει έρευνα για τη σύμβαση, «εξετάζοντας αποκλειστικά για πιθανές οικονομικές ζημιές στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η πίεση αυξήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση να επιταχύνει τα πράγματα καθώς το έργο έγινε μέρος των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για τη λήψη χρημάτων από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αγνόησε τις προειδοποιήσεις
Το Euractiv κλείνει το εκτενές ρεπορτάζ του παρατηρώντας ότι ανήμερα της τραγωδίας στα Τέμπη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε προγραμματίσει επίσκεψη σε Κέντρο Τηλεδιοίκησης στη Βόρεια Ελλάδα, το οποίο… δεν υπήρχε.
«Παραμένει ερωτηματικό το τι αφορούσε η επίσκεψη του πρωθυπουργού» δήλωσε στο Euractivο πρόεδρος των Μηχανοδηγών του ΟΣΕ Κώστας Γενηδούνιας. «Δεν υπήρχε κέντρο τηλεχειρισμού για τη γραμμή Λάρισας-Θεσσαλονίκης […] δεν καταλάβαμε ποτέ τι έργο θα εγκαινίαζε», είπε ο Γενηδουνιάς. Πρόσθεσε δε ότι από τον Σεπτέμβριο του 2021 έως τον Οκτώβριο του 2022, η ένωσή του είχε στείλει τρία εξώδικα στην κυβέρνηση προειδοποιώντας την για τα προβλήματα ασφάλειας στα τρένα. «Η κυβέρνηση απάντησε ότι διαδίδουμε ψέματα και fake news», σημείωσε.