Οι επενδυτές έχουν χάσει σχεδόν μισό τρισεκατομμύριο δολάρια από την αξία των τραπεζικών μετοχών σε όλο τον κόσμο τις τελευταίες μέρες.
Του Κωνσταντίνου Βέργου
Οι χρηματοοικονομικές μετοχές υποχώρησαν αυτή την εβδομάδα καθώς οι επιπτώσεις από την κατάρρευση της Silicon Valley Bank εξαπλώθηκαν στις παγκόσμιες αγορές. Η υποχώρηση τιμών ξεπερνάει το 15% και είναι η πιο έντονη πτώση από τον Μάρτιο του 2020 που έγινε η κατάρρευση της αγοράς λόγω της κρίσης κορονοϊού, με ενδεικτική πτώση 18 % των τραπεζικών μετοχών στις ΗΠΑ , 15% σε ΕΕ και 9% στην Ιαπωνία. Την Παρασκευή 17 Μαρτίου οι μετοχές της προβληματικής τράπεζας στην Καλιφόρνια First Republic έχασαν 25% της αξίας τους παρά την εισροή μετρητών 30 δισ. δολαρίων από τράπεζες της Wall Street, συμπεριλαμβανομένων των JPMorgan Chase και Goldman Sachs, ενώ η χρηματιστηριακή τιμή της Credit Suisse υποχώρησε επιπλέον 8 % την ίδια μέρα παρά το ότι έλαβε πιστωτική γραμμή έκτακτης ανάγκης 50 δισ. Ελβ. φράγκων (50 δις ΕΥΡΩ περίπου) την Πέμπτη από την ελβετική κεντρική τράπεζα. Συζητιέται η διάλυση της Credit Suisse και την άντληση κεφαλαίων μέσω δημόσιας προσφοράς του περιφραγμένου ελβετικού τμήματός της, με την πώληση των μονάδων διαχείρισης πλούτου και περιουσιακών στοιχείων, ενώ άλλες προτάσεις περιλαμβάνουν απολύσεις ή και το κλείσιμό της.
Οι τράπεζες στις ΗΠΑ που έχουν καταρρεύσει από τις 10 Μαρτίου – η Silicon Valley Bank (SVB) και η Signature Bank – αποτελούν και τις μεγαλύτερες τραπεζικές χρεοκοπίες από το 2008. Και οι δύο εξυπηρετούσαν επιχειρήσεις και είχαν δεσμούς με τον κλάδο της τεχνολογίας, ο οποίος δυσκολεύεται λόγω αύξησης επιτοκίων και συνακολούθου κόστους εξυπηρέτησης. Όταν η 16η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας SVB είπε ότι έπρεπε να συγκεντρώσει χρήματα, οι πελάτες πανικοβλήθηκαν και έσπευσαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους. Σε λιγότερο από 48 ώρες, σχεδόν το ένα τέταρτο των κεφαλαίων της τράπεζας είχε φύγει. Μετά την εξάπλωση του πανικού στην Τράπεζα Signature, οι ρυθμιστικές αρχές είπαν ότι θα εγγυηθούν όλες τις καταθέσεις και στις δύο τράπεζες, όχι μόνο τα 250.000 δολάρια που απαιτούνται από το νόμο. Ο πανικός όμως επεκτάθηκε λίγες μέρες μετά τα προβλήματα σε μια τρίτη τράπεζα, την Silvergate , που την ανάγκασαν να κλείσει.
Η άνοδος των επιτοκίων έχει δημιουργήσει επίσης ένα πολύ ευρύτερο πρόβλημα, βλάπτοντας την αξία των μακροπρόθεσμων επενδύσεων σε ομόλογα που αγόρασαν οι τράπεζες όταν τα επιτόκια ήταν χαμηλότερα. Μόνο στις ΗΠΑ, οι τράπεζες έχουν περίπου 620 δισ. δολάρια σε μη πραγματοποιηθείσες ζημίες.
Οι εξελίξεις αυτές οφείλονται στον λεγόμενο επιτοκιακό κίνδυνο, λόγω αύξησης επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πχ, αύξησε αυτή τη βδομάδα τα επιτόκια κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες όπως είχε προγραμματιστεί . Όμως οι απότομες άνοδοι των επιτοκίων οδηγούν σε ασύμμετρους κινδύνους που δεν μπορούν να γίνουν διαχειρίσιμοι. Ήδη στις ΗΠΑ το κόστος δανεισμού τους τελευταίους μήνες έχει εκτοξευτεί κατά 4,25% , στην Αγγλία 3,25% πρόσφατα και στην ζώνη του ΕΥΡΩ, κατά 3%. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η καταστροφική αύξηση των Αμερικανικών επιτοκίων βάσης κατά περίπου 400 μονάδες βάσης στο 5,25% τον Ιούνιο του 2006 ήταν εκείνη που οδήγησε στην κατάρρευση της Αμερικανικής και παγκόσμιας οικονομίας το 2007, και σε μια παγκόσμια κρίση που η ανθρωπότητα χρειάστηκε 10 τρισεκατομμύρια δολάρια και 6 χρόνια για να ξεπεράσει. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι κινούμαστε σε αντίστοιχη πορεία. Οι αναλυτές αναμένουν ότι η πρόσφατη αναταραχή θα οδηγήσει τις κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου να κινηθούν πιο προσεκτικά κατά τη συνεδρίασή τους την επόμενη εβδομάδα.
Στα θετικά να σημειωθεί ότι μετά την κατάρρευση του 2008, οι ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο εισήγαγαν αυστηρότερους περιορισμούς – ιδιαίτερα για τις τράπεζες που θεωρούνται σημαντικές για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, τις λεγόμενες ρυθμίσεις της ‘Συνθήκης Βασιλείας 3+’, ώστε οι τράπεζες να αντέξουν σοβαρούς οικονομικούς κραδασμούς και αναταραχή στην αγορά. Όμως η ήδη μεγάλη άνοδος επιτοκίων που προαναφέραμε σε ΗΠΑ, ΕΕ και Αγγλία εκτροχιάζει τις επιχειρήσεις, τους πολίτες και τις τράπεζες. Σε τι βαθμό οι αρχές θα πάρουν μέτρα ανάσχεσης της περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων ή άλλα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας του συστήματος, είναι άγνωστο. Σε κάθε περίπτωση έχουμε μπει σε εποχή αυξημένων κίνδυνων. Αν και φαίνεται πιθανό η χρηματιστηριακή αγορά να συνεχίσει την άνοδο μετά κάποιες διακυμάνσεις, η διεύρυνση προβλημάτων στον τραπεζικό τομέα τους επόμενους 6 μήνες αναμένεται να οδηγήσει σε εξελίξεις που θα κάνουν περαιτέρω άνοδο πολύ ασταθή στη συνέχεια με αυξανόμενη πιθανότητα για το τέλος του ανοδικού κύκλου , και σημαντική πτώση στη συνέχεια, ίσως προς το δεύτερο μισό του έτους.
*Κωνσταντίνος Βέργος, Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Μεγάλη Βρετανία