Η πρόσφατη συμφωνία για την επανέναρξη των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας με την πρωτοβουλία της Κίνας έχει την δική της σημειολογία χωρίς ωστόσο να αλλάζει τα γεωπολιτικά δεδομένα στην περιοχή.
Του Ευάγγελου Βενέτη
Το Ριάντ παραμένει στην σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ και των συμμάχων τους την περιοχή ενώ το Ιράν ακολουθεί την δική του αναθεωρητική αντιαμερικανική πολιτική, συμμαχώντας με την Μόσχα, πολιτική η οποία πρόσφατα ενισχύθηκε από την έναρξη του ουκρανικού πολέμου.
Το Ιράν και η Σαουδική Αραβία έχουν τεταμένες σχέσεις εδώ και πολλά χρόνια, με τις δύο χώρες να συναγωνίζονται για περιφερειακή κυριαρχία και να ανταγωνίζονται για επιρροή στη Μέση Ανατολή. Η σχέση μεταξύ των δύο χωρών έφτασε σε μηδενικό σημείο τον Ιανουάριο του 2016, όταν η Σαουδική Αραβία εκτέλεσε τον εξέχοντα Σηίτη κληρικό Νιμρ αλ-Νιμρ. Ακολούθησε επίθεση κατά της πρεσβείας της Σαουδικής Αραβίας στην Τεχεράνη. Το περιστατικό οδήγησε σε πλήρη κατάρρευση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, με τις δύο πλευρές να επιδίδονται σε λεκτικό πόλεμο και να υποστηρίζουν αντίπαλες φατρίες σε περιφερειακές συγκρούσεις.
Η Κίνα, ως ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη, επιδιώκει να επεκτείνει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή και έχει συμμετάσχει ενεργά στην προώθηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή. Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα συνεργάζεται τόσο με το Ιράν όσο και με τη Σαουδική Αραβία, προσφέροντας να μεσολαβήσει στις διαφορές τους και να προωθήσει την οικονομική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. Η πρωτοβουλία του Δρόμου του Μεταξιού της Κίνας, η οποία επιδιώκει να ενισχύσει τη συνδεσιμότητα και το εμπόριο μεταξύ της Κίνας και του υπόλοιπου κόσμου, θα μπορούσε ενδεχομένως να προσφέρει μια πλατφόρμα για αυξημένη οικονομική συνεργασία μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η επανέναρξη των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας θα αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις, δεδομένης της βαθιάς ριζωμένης δυσπιστίας κι αντιπαλότητας μεταξύ των δύο χωρών. Ο πόλεμος στην Υεμένη, όπου το Ιράν υποστηρίζει τους αντάρτες Χούτι και η Σαουδική Αραβία ηγείται ενός συνασπισμού που μάχεται εναντίον τους, παραμένει σημαντική πηγή έντασης μεταξύ των δύο χωρών. Η σύγκρουση στη Συρία, όπου το Ιράν υποστηρίζει την κυβέρνηση του Μπασάρ αλ Άσαντ και η Σαουδική Αραβία υποστηρίζει την αντιπολίτευση, είναι άλλη μια πηγή έντασης.
Εν γένει η επανάληψη των σχέσεων Ιράν-Σαουδικής Αραβίας με την πρωτοβουλία του Πεκίνου είναι ένα πρώτο βήμα αλλά απομένουν πολλά ακόμη για την παγίωση της περιφερειακής σταθερότητας κι οικονομικής συνεργασίας. Οποιαδήποτε πρόοδος προς την επίλυση των διαφορών τους θα απαιτούσε σημαντική αλλαγή στους πολιτικούς και στρατηγικούς υπολογισμούς και των δύο χωρών και μια γνήσια δέσμευση για την προώθηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή. Η Κίνα έχει το δικό της μερίδιο συμμετοχής σε αυτή την διαδικασία, το οποίο όμως πρέπει να αυξηθεί πολύ ακόμη για να αποδώσει καρπούς για το Πεκίνο.
Δρ. Ευάγγελος Βενέτης
Ειδικός σε θέματα Ισλάμ και Γεωπολιτικής