Την ώρα που τα προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT, τείνουν να γίνουν κομμάτι της καθημερινότητάς μας και μαθαίνουμε πόσο ισχυρά μπορούν να είναι, ένα πράγμα εγείρει ερωτήματα και προβληματισμούς: ποιο μπορεί να είναι το «αποτύπωμα» της τεχνητής νοημοσύνης στις θέσεις εργασίας.
Μια νέα έκθεση της Goldman Sachs– με ημερομηνία την Κυριακή- αναφέρει ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να επιφέρει «σημαντική αναστάτωση» στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με το CNBC. Η ανάλυση της τράπεζας για τις θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δείχνει ότι τα δύο τρίτα των θέσεων εργασίας θα μπορούσαν να αυτοματοποιηθούν τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό.
Στις ΗΠΑ, «από τα επαγγέλματα που είναι εκτεθειμένα, τα περισσότερα έχουν ένα σημαντικό -αλλά μερικό- μερίδιο του φόρτου εργασίας τους (25-50%) που μπορεί να αντικατασταθεί», αναφέρουν οι αναλυτές της Goldman Sachs στο έγγραφο της έκθεσης. Σύμφωνα με την έκθεση, σε όλο τον κόσμο θα μπορούσαν να επηρεαστούν έως και 300 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Επομένως, είναι πιθανές οι αλλαγές στις αγορές εργασίας – αν και ιστορικά, η τεχνολογική πρόοδος δεν καθιστά απλώς περιττές θέσεις εργασίας, αλλά δημιουργεί και νέες.
Η χρήση της τεχνολογίας της τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε επίσης να ενισχύσει την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και να αυξήσει το παγκόσμιο ΑΕΠ έως και 7% με την πάροδο του χρόνου, σημειώνει η έκθεση της Goldman Sachs.
Ποιες θέσεις εργασίας επηρεάζονται περισσότερο/ λιγότερο από την αυτοματοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης
Σύμφωνα με την έκθεση ορισμένες θέσεις εργασίας θα επηρεαστούν περισσότερο από άλλες. Οι θέσεις εργασίας που απαιτούν πολλή σωματική εργασία είναι, για παράδειγμα, λιγότερο πιθανό να επηρεαστούν σημαντικά. Στις ΗΠΑ, οι θέσεις εργασίας γραφείου και διοικητικής υποστήριξης έχουν το υψηλότερο ποσοστό εργασιών που θα μπορούσαν να αυτοματοποιηθούν με 46%, ακολουθούμενες από 44% για νομικές εργασίες και 37% για εργασίες στο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής και της μηχανικής.
Ο τομέας των βιολογικών, φυσικών και κοινωνικών επιστημών ακολουθεί από κοντά με 36% και οι επιχειρηματικές και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα με 35%.
Στο άλλο άκρο της κλίμακας, μόλις το 1% των εργασιών στον τομέα καθαρισμού και συντήρησης κτιρίων και εδάφους είναι ευάλωτες στην αυτοματοποίηση. Οι εργασίες εγκατάστασης, συντήρησης και επισκευής είναι ο δεύτερος λιγότερο επηρεαζόμενος κλάδος με 4% των εργασιών που ενδέχεται να επηρεαστούν, και οι κατασκευές και εξορύξεις έρχονται τρίτοι από το τέλος με 6%.
Τα δεδομένα για την Ευρώπη είναι ελαφρώς ευρύτερα, αλλά αποτυπώνουν μια παρόμοια εικόνα με τους ρόλους υποστήριξης γραφείου να επηρεάζονται περισσότερο, καθώς το 45% της εργασίας τους θα μπορούσε να αυτοματοποιηθεί, και μόλις το 4% της εργασίας στον τομέα των βιοτεχνιών και των συναφών επαγγελμάτων να είναι ευάλωτο.
Συνολικά, το 24% της εργασίας στην Ευρώπη θα μπορούσε να αυτοματοποιηθεί – λίγο κάτω από τον μέσο όρο του 25% στις ΗΠΑ.
Οι χώρες που θα επηρεαστούν περισσότερο
Τα παραπάνω στοιχεία αλλάζουν όταν εξετάζουμε την αυτοματοποίηση μέσα από την τεχνητή νοημοσύνη σε παγκόσμια κλίμακα.
«Οι εκτιμήσεις μας υποδηλώνουν διαισθητικά ότι λιγότερες θέσεις εργασίας στις EM (αναδυόμενες αγορές) είναι εκτεθειμένες στην αυτοματοποίηση από ό,τι στις DM (ανεπτυγμένες αγορές), αλλά ότι το 18% της εργασίας παγκοσμίως θα μπορούσε να αυτοματοποιηθεί από την τεχνητή νοημοσύνη σε σταθμισμένη ως προς την απασχόληση βάση», αναφέρει η έκθεση της Goldman Sachs.
Σύμφωνα με την ανάλυση της τράπεζας, το Χονγκ Κονγκ, το Ισραήλ, η Ιαπωνία, η Σουηδία και οι ΗΠΑ είναι πιθανό να είναι οι πέντε πρώτες χώρες που θα επηρεαστούν περισσότερο. Εν τω μεταξύ, οι εργαζόμενοι στην ηπειρωτική Κίνα, τη Νιγηρία, το Βιετνάμ, την Κένυα και, στην τελευταία θέση, την Ινδία, είναι λιγότερο πιθανό να δουν την εργασία τους να αντικαθίσταται από την τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης.
Ωστόσο, δεν έχει ακόμη καταστεί σαφές πόσο ανατρεπτική θα είναι στην πραγματικότητα η τεχνητή νοημοσύνη, παρόλο που τα στοιχεία δείχνουν ότι θα επηρεάσει αναμφίβολα την αγορά εργασίας.
«Ο αντίκτυπος της τεχνητής νοημοσύνης θα εξαρτηθεί τελικά από την ικανότητα και το χρονοδιάγραμμα υιοθέτησής της», αναφέρει η έκθεση, προσθέτοντας ότι δύο βασικοί παράγοντες θα είναι το πόσο ισχυρή θα γίνει πραγματικά η τεχνολογία της τεχνητής νοημοσύνης και πόσο θα χρησιμοποιηθεί στην πράξη.