Στη Φλόριντα, την πολιτεία που κυβερνά ο Ρον Ντε Σάντις, απολύθηκε διευθύντρια σχολείου γιατί κάποιοι γονείς σκανδαλίστηκαν με την προβολή του έργου του Μιχαήλ Αγγέλου «Δαβίδ».
Στις 26 λέξεις της προηγούμενης περιγραφής κλείνονται πολλές ειδήσεις, συμπυκνώνονται γενναίες οπισθοδρομήσεις και αναθεωρείται η ιστορία της ηλιθιότητας και του ανθεκτικού σκοταδισμού. Φαίνεται , η κορύφωση δεν έχει έρθει ακόμα. Ή μάλλον έχουμε ένα ρεαλιστικό «διάγραμμα» με πολλές κορυφώσεις. Για την ηλιθιότητα και τον σκοταδισμό λέω.
Μέσα στα απέραντα πορνομάγαζα του διαδικτύου, κάποιοι γονείς θέλησαν να σώσουν τα παιδιά τους από τους πειρασμούς της μεγάλης γλυπτικής. Οι γονείς- πελάτες επέβαλαν το πουριτανικό εκπαιδευτικό δίκαιο. Συγχρόνως και μάλλον άθελά τους, υπενθύμισαν ότι μπορεί κανείς να μπερδεύει τα chat rooms με τις επιστημονικές θέσεις των Antal, Hauser, Gombrich, κ.α. Για τον Antal, κατά τον 16ο αιώνα (σ.σ. τον αιώνα που δημιουργήθηκε το, απαγορευμένο στην Φλόριντα, έργο και έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του, ο δημιουργός του) «οι ριζοσπαστικές και ρηξικέλευθες τάσεις αρχίζουν με τον καιρό να αντιμετωπίζουν δυσκολίες και διώξεις». Συνεχίζει δε, «στα λαϊκά στρώματα και σ΄ένα μέρος του κλήρου ήταν φανερή μια βαθειά θρησκευτική έξαρση, παράλληλη με το κοινωνικό και θρησκευτικό κίνημα της γερμανικής Μεταρρύθμισης» . Η κάμψη της αστικής τάξης και η αναβίωση μιας θαλερής φεουδαρχίας τον 16ο αιώνα, μαζί με την ανάδυση στην Ευρώπη, νέων οικονομικών δυνάμεων, ανταγωνιστικών της Ιταλίας, συνέβαλαν στην παλινδρόμηση.
Για τον Hauser, ο Μικελάντζελο, διατείνεται ότι «ζωγραφίζει col cervello (με το νου) και όχι colla mano (με το χέρι)». Αυτή η αντιδιαστολή του καλλιτέχνη από τον τεχνίτη, «στην πραγματικότητα είναι ένδειξη ενός φόβου να έρθει σε επαφή με τη συνηθισμένη πραγματικότητα». «Με αυτή την έννοια», συνεχίζει ο Hauser, ο Μικελάντζελο «είναι το πρώτο παράδειγμα του μοντέρνου, μοναχικού, δαιμονικά παρακινημένου καλλιτέχνη». Ή, αποτελεί την εισήγηση, «μιας νέας αντίληψης για τη δύναμη της μεγαλοφυΐας» κατά Gombrich.
Κοινωνικές συνθήκες και καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά, εκκενώνονται σήμερα από τη σκηνή, τουλάχιστον στη πολιτεία της Φλόριντα. Εκτός του έργου και του δημιουργού, δοκιμάζονται και οι θέσεις και των ιστορικών/ερμηνευτών, από μια ημιμαθή νεοπουριτανική «αντιμεταρρύθμιση» που παρακινεί ο κυβερνήτης ντε Σάντις. Κατάργηση μαθημάτων σεξουαλικού προσανατολισμού, χαλάρωση μέτρων περιορισμού οπλοκατοχής κ.λπ. Ο (πιθανά) αντιΤράμπ, συντηρητικός υποψήφιος, κατασκευάζει ένα «κόμμα τσαγιού» μακριά από την παγωμένη Αλάσκα της Σάρα Πέιλιν, στα ζεστά, κροκοδείλια νερά της Φλόριντα. Έχει ρεύμα, λένε, μέσα στο συντηρητικό κόμμα. Στην πραγματικότητα φαίνεται, συγκεφαλαιώνει ένα ευρύ ρεύμα συντηρητικής παλινόρθωσης που παραλλαγές του συναντάμε σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ αλλά και σε πολλές χώρες της Δύσης.
Ο συντηρητισμός συχνά εκφράζεται με λογοκριτικό μανδύα, αφού το πετσόκομμα λόγου ή έργου τέχνης, το κλάδεμα της συμβολικής του λειτουργίας, αποτελεί ένα γευστικό εργαλείο για τις μάζες. Την περίοδο της μετεμφυλιακής και αντικομμουνιστικής έξαρσης στη χώρα μας, το κούρεμα των μαθητών και η ενδυματολογική καταστολή, κυρίως των κοριτσιών, ο έλεγχος της κινηματογραφικής και λογοτεχνικής παραγωγής, η γραμματικοσυντακτική καταστολή στη διδασκαλία του κειμένου, οι εσωτερικοί κανονισμοί του σχολείου, αποτελούσαν το πολιτιστικό ισοδύναμο της στρατιωτικής κατίσχυσης των νικητών του εμφυλίου.
Το (αποκρουστικά) ενδιαφέρον σήμερα, είναι αυτό το εξαμβλωματικό μείγμα ευσεβισμού και πουριτανισμού σε συνδυασμό με το διαδικτυακό πορνοξεχείλωμα. Εκτός των άλλων, απο-ερωτικοποιεί και «πολεμικοποιεί» τις σχέσεις και ξεφουσκώνει την ευφρόσυνη, ερωτική ένταση μέσα από μια εικονοδιάρροια. Υπό αυτούς τους πολιτιστικούς όρους ο Δαβίδ του Μικελάντζελο είναι όντως προκλητικός. Αποκλίνει από την «τσόντα», τους σεμνότυφους ηδονοβλεψίες και την πολιτική τρώγλη που, διεθνώς, τους στεγάζει.
Δημήτρης Σεβαστάκης
Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ – Σαββατοκύριακο