Σε έναν αγώνα επιβίωσης υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες έχουν επιδοθεί εδώ και αρκετούς μήνες οι επαγγελματίες και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου *
Η ακρίβεια στην αγορά, το υψηλό λειτουργικό κόστος, τα διαρκώς αυξανόμενα επιτόκια δανεισμού και η έλλειψη ρευστότητας έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κοκτέιλ που θέτει σε κίνδυνο την προοπτική ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Για το θέμα της ακρίβειας μπορεί να διαπιστώνεται μία υποχώρηση του πληθωρισμού, όμως οι τιμές σε βασικά αγαθά, όπως τα τρόφιμα, συνεχίζουν ακάθεκτες την ανοδική τους πορεία. Αυτό έχει ως συνέπεια την συρρίκνωση του προϋπολογισμού των νοικοκυριών που κατευθύνεται στην αγορά. Όπως έχει προκύψει από σχετικές έρευνες, το μηνιαίο εισόδημα για πάρα πολλές οικογένειες διαρκεί για τις πρώτες 18 ημέρες του μήνα. Είναι επόμενο λοιπόν να περιορίζεται η κατανάλωση, κάτι που λειτουργεί σε βάρος του επιχειρείν.
Την ίδια ώρα συνεχίζεται το ράλι ανόδου των επιτοκίων δανεισμού. Μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο έχουν αυξηθεί έξι φορές, με αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες δανειολήπτες να βρίσκονται σε δυσχερή θέση, αδυνατώντας να ανταποκριθούν στις νέες υψηλότερες δόσεις. Εξαιτίας αυτής της δυσμενούς εξέλιξης εκτιμώ ότι θα δούμε ματαίωση αρκετών επενδυτικών σχεδίων ενώ πολύ σύντομα θα συζητάμε για περαιτέρω αύξηση των «κόκκινων» δανείων καθώς και του ιδιωτικού χρέους.
Το θέμα όμως της λειτουργίας του τραπεζικού τομέα εξελίσσεται σε βραχνά για το σύνολο των επιχειρήσεων, καθώς πέρα από το όλο και «ακριβότερο» χρήμα υπάρχει ένας ξεκάθαρος αποκλεισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τον τραπεζικό δανεισμό και τα χρηματοδοτικά «εργαλεία» του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Πρόκειται για μία τελείως στρεβλή θεώρηση των πραγμάτων όπου σε ένα καθεστώς ελεύθερης οικονομίας οι τράπεζες δεν ενισχύουν με τον τρόπο που θα έπρεπε το επιχειρείν, με αποτέλεσμα να υπάρχει σοβαρή έλλειψη ρευστότητας στην αγορά.
Όλα τα παραπάνω έχουν διαμορφώσει ένα δυσμενές επιχειρηματικό περιβάλλον και απαιτούνται άμεσες δράσεις και πρωτοβουλίες για τη βελτίωση του. Και μάλιστα σε μία χρονική συγκυρία που παραδοσιακά παρατηρείται ένα «πάγωμα» της αγοράς εξαιτίας της ανασφάλειας που προκαλεί κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Η θέση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών είναι ξεκάθαρη. Τα μεγάλα πολιτικά κόμματα οφείλουν να προτάξουν το εθνικό συμφέρον και να χαράξουν μία κοινή γραμμή για τα μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν σήμερα την οικονομία μας. Καθώς υπάρχει το ενδεχόμενο –λόγω του συστήματος της απλής αναλογικής- να πάμε και σε δεύτερες κάλπες, δεν πρέπει να αφήσουμε να χαθεί άλλος χρόνος. Χιλιάδες επιχειρήσεις βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού και περιμένουν με αγωνία κάποια μέτρα που θα ενισχύσουν την προσπάθεια τους να παραμείνουν στις επάλξεις. Σε αυτή την προεκλογική περίοδο δεν χρειάζεται ούτε η τοξικότητα ούτε οι εντάσεις. Θέλουμε να ακούσουμε συγκεκριμένες προτάσεις και ρεαλιστικές λύσεις και κυρίως να δούμε επιτέλους μία σοβαρή προσπάθεια αντιμετώπισης όλων αυτών που μας κρατάνε πίσω ως κοινωνία και οικονομία. Ο επιχειρηματικός κόσμος δεν ενδιαφέρεται για μικροκομματικά συμφέροντα και για την ικανοποίηση των αιτημάτων των κομματικών στρατών. Μας απασχολεί μόνο η δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών μέσα στις οποίες θα μπορέσουν να εξελιχθούν οι επιχειρήσεις, δημιουργώντας θέσεις απασχόλησης και ενισχύοντας τα κρατικά έσοδα ώστε να υπάρξει ένα καλύτερο μέλλον για τη χώρα.
*Πρόεδρος του Επαγγελµατικού Επιµελητηρίου Αθηνών και Επίτιµος Διδάκτορας ΠΑ.ΠΕΙ.