Ο Ευάγγελος Βενιζέλος με δήλωσή του προτείνει να νομοθετηθεί η αρμοδιότητα της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για να αποφανθεί για το κόμμα Κασιδιάρη. Ταυτόχρονα προειδοποιεί πώς δεν πρέπει να συνεχιστεί ο διάλογος ανάμεσα στον Υπουργό Εσωτερικών και στον Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, καλώντας τον να απέχει από οποιαδήποτε διαδικασία.
Ο κ. Βενιζέλος δήλωσε συγκεκριμένα: «Η δημόσια αντίδραση του Αντιπρόεδρου του Αρείου Πάγου – Προέδρου του Α1 Τμήματος για τη νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης με την οποία καθορίζεται ο δικαστικός σχηματισμός που θα κρίνει τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 32 της εκλογικής νομοθεσίας ( ΠΔ 26/2012, όπως ισχύει) και ο αδιανόητος θεσμικά δημόσιος διάλογός του με τον Υπουργό Εσωτερικών, καθιστούν αναγκαίες άμεσες κινήσεις που δεν θα επιτρέπουν σε κανέναν να θέσει, σε οποιοδήποτε επίπεδο, ζητήματα σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα στον νόμιμο δικαστή, τη δικαστική προστασία και ακρόαση και τη νόμιμη δίκη (άρθρα 8 και 20 παρ.1 Συντ., άρθρο 6 παρ.1 ΕΣΔΑ).
Προτείνω να οριστεί νομοθετικά ως αρμόδιος ο υφιστάμενος μείζων σχηματισμός του Αρείου Πάγου, η Ολομέλεια του, κατά τις ισχύουσες ως προς αυτήν ρυθμίσεις.
Θεωρώ αυτονόητο ότι ο κ. Αντιπρόεδρος του ΑΠ θα προβεί σε δήλωση αποχής από οποιαδήποτε σχετική διαδικασία».
Ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου και πρόεδρος του Α1 Τμήματος Χρήστος Τζανερίκος, σε δήλωσή του, αναφέρει ότι με την τροπολογία του ΥΠΕΣ που αλλάζει τη διαδικασία στον Άρειο Πάγο για τον τρόπο ελέγχου της νομιμότητας των κομμάτων που θα δηλώσουν συμμετοχή στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου «εισάγεται πρωτοφανής για τα δικαστικά χρονικά ρύθμιση, καθόσον αποτελεί ευθεία παρέμβαση στη λειτουργία του Αρείου Πάγου».
Αναλυτικότερα, η δήλωση του κ. Τζανερίκου έχει ως εξής:
«Με βάση την τροπολογία – προσθήκη του ΥΠΕΣ, με την οποία τροποποιείται η παρ. 1 του άρθρου 32 του π. δ. 26/2012, εισάγεται η πρωτοφανής για τα δικαστικά χρονικά ρύθμιση, που θεσμοθετεί την ολομέλεια πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου. Πρωτοφανής, καθόσον αποτελεί ευθεία παρέμβαση στη λειτουργία του Αρείου Πάγου, αφού τόσο κατά το άρθρο 23 του προϊσχύσαντος Ν. 1756/1988, όσο και κατά το άρθρο 27 του ήδη ισχύοντος Ν. 4938/2022: “ …Κάθε τμήμα συγκροτείται από τον Πρόεδρο και τέσσερις (4) αρεοπαγίτες…” και όχι από το σύνολο των αρεοπαγιτών, που υπηρετούν σ’ αυτό, ο αριθμός των οποίων, σημειωτέον, δεν είναι ο ίδιος σε όλα τα τμήματα, αλλά μπορεί να μεταβάλλεται, με σχετικές αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου ή σε έκτακτες περιπτώσεις με πράξεις του Προέδρου του ΑΠ, που εγκρίνονται από την ολομέλεια αυτού. Ουδέποτε έχει προβλεφθεί ολομέλεια τμήματος συγκροτούμενη απ’ όλους του Δικαστές αυτού. Να σημειωθεί, ακόμη, ότι σε περίπτωση ισοψηφίας σε “ ολομέλεια” τμήματος με άρτιο αριθμό Δικαστών, αφού οι πολυμελείς συνθέσεις (άρθρο 4 Ν. 1756/1988 και ήδη ισχύοντος 4938/2022) πρέπει να έχουν περιττό αριθμό, θα έπρεπε να εισαχθεί (δίκην σωματείου) ρύθμιση ότι υπερισχύει η γνώμη του Προέδρου του.
Η ρύθμιση, που εισάγεται με την επίμαχη τροπολογία, παρά την κατ’ επίφαση αιτιολογία της, δηλαδή της “ θωράκισης της όποιας απόφασης του Αρείου Πάγου” για την ανακήρυξη ή μη κομμάτων, που αναφέρονται στο άρθρο 32 του π. δ. 26/2012, ώστε να μην μπορεί αυτή να αμφισβητηθεί, αποτυπώνει, φωτογραφικά, τη δυσπιστία και την έλλειψη εμπιστοσύνης στο πρόσωπό μου, εκ μέρους της Κυβέρνησης, που είχε τη σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, αναφορικά με την άσκηση της διακριτικής μου ευχέρειας να ορίζω την (πενταμελή) σύνθεση του τμήματος του οποίου είμαι Πρόεδρος. Άραγε οι εκατοντάδες χιλιάδες αποφάσεις των τμημάτων του Αρείου Πάγου, που έχουν εκδοθεί ή θα εκδοθούν με τις πενταμελείς τους συνθέσεις και όχι από τις ολομέλειές τους δεν είναι θωρακισμένες και μπορεί να αμφισβητούνται; Η δεύτερη προσθήκη, κατά την οποία το Α1 τμήμα του ΑΠ, μπορεί να ζητεί στοιχεία για την τεκμηρίωση της σχετικής του κρίσης, από τις κατά περίπτωση αρμόδιες ή άλλες αρχές ήταν εντελώς περιττή, αφού με την ήδη ισχύουσα από τον περασμένο Φεβρουάριο ρύθμιση το τμήμα ελέγχει και αυτεπαγγέλτως τη συνδρομή των προϋποθέσεων ανακήρυξης, Στο πλαίσιο, επομένως, της αυτεπάγγελτης έρευνάς του, από πού θα αντλούσε τα στοιχεία, για την τεκμηρίωση της κρίσης του; από τον μπακάλη της γειτονιάς;
Τέλος, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο ΥΠΕΣ, προαναγγέλλοντας την τροπολογία σε εκπομπή της ΕΡΤ την Πέμπτη 06-04-2023, παρενέβη, ανεπίτρεπτα, ευθέως στην κρίση του Α1 τμήματος του ΑΠ, αφού δήλωσε, μεταξύ άλλων: “ Δεν μπορεί να υπάρχει μια βαθιά αντίφαση, από τη μια μεριά το ποινικό τμήμα της δικαιοσύνης (σημ: ξέχασε να πει κατωτέρου του ΑΠ Δικαστηρίου) να τον καταδικάζει (τον Κασιδιάρη) ως αρχηγό εγκληματικής οργάνωσης και να έρχεται ένα άλλο τμήμα της δικαιοσύνης επίσης, το Α1 του Αρείου Πάγου, που λέει ότι είναι πολιτικός αρχηγός”. Δηλαδή, ο ΥΠΕΣ, εμμέσως, πλην σαφώς υπέδειξε στους Δικαστές του Α1 τμήματος ποια θα πρέπει να είναι η κρίση τους, για το συγκεκριμένο θέμα».
Άμεση ήταν η απάντηση του υπουργού Εσωτερικών Μάκη Βορίδη αναφορικά με τις καταγγελίες του αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου και προέδρου του Α1 Τμήματος ότι η τροπολογία για το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη αποτελεί παρέμβαση στη λειτουργία της Δικαιοσύνης.
«Σε δημοκρατικά πολιτεύματα η νομοθέτηση ανήκει στην αρμοδιότητα της Βουλής και όχι στην επιλογή του κάθε δικαστή» σημειώνει ο υπουργός Εσωτερικών. Σύμφωνα με τον κ. Βορίδη, η νομοθετική πρωτοβουλία θωρακίζει την κρίση της Δικαιοσύνης, όποια κι είναι αυτή, ενώ «η σύνθεση του Α1 Τμήματος είναι δεδομένη και ουδόλως επηρεάζεται από την κυβερνητική νομοθετική πρωτοβουλία».
Μάλιστα, αιχμές αφήνει για τον ΣΥΡΙΖΑ, χαρακτηρίζοντας ανεξήγητη τη στάση του. «Προτιμά για ένα τέτοιο ζήτημα κατ’ επιλογήν περιορισμένη σύνθεση δικαστηρίου αντί για την ολομέλεια του δικαστικού σχηματισμού», αναφέρει.
Αναλυτικά η απάντηση Βορίδη
Η Κυβέρνηση σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και δεν αντιπαρατίθεται με αυτήν. Επισημαίνουμε ότι για μία μείζονος σημασίας επικείμενη κρίση που αφορά την συμμετοχή στις εκλογές κομμάτων που έχουν ως ιδρυτικά τους μέλη ή ως υποψήφιους τους ή ως πραγματικούς αρχηγούς καταδικασμένους για το κακούργημα της ηγεσίας εγκληματικής οργανώσεως, η θέση της Κυβέρνησης είναι απλή: περισσότερα μάτια, εγκυρότερη κρίση, χωρίς καμία εξαίρεση δικαστή του αρμόδιου τμήματος από τη σύνθεση.
Η νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης θωρακίζει την κρίση της Δικαιοσύνης, όποια και αν θα είναι αυτή. Τονίζεται ότι η σύνθεση του Α1 Τμήματος είναι δεδομένη και ουδόλως επηρεάζεται από την κυβερνητική νομοθετική πρωτοβουλία. Σε κάθε περίπτωση, είναι αυτονόητο ότι σε δημοκρατικά πολιτεύματα η νομοθέτηση ανήκει στην αρμοδιότητα της Βουλής και όχι στην επιλογή του κάθε δικαστή.
Είναι δε μάλλον ανεξήγητη η στάση του ΣΥΡΙΖΑ που προτιμά για ένα τέτοιο ζήτημα κατ’ επιλογήν περιορισμένη σύνθεση δικαστηρίου αντί για την ολομέλεια του δικαστικού σχηματισμού.
Σε ό,τι με αφορά, ουδέποτε προεξόφλησα την κρίση της Δικαιοσύνης, αντιθέτως κατ’ επανάληψη έχω δηλώσει ότι προφανώς δεν μπορώ να την προδικάσω αλλά εξήγησα τον λόγο που κατέστησε αναγκαία την ήδη υφιστάμενη νομοθετική ρύθμιση. Χωρίς αυτήν άλλωστε δεν θα υπήρχε δυνατότητα της σχετικής κρίσεως από το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου.