Στο 4,6 % διαμορφώθηκε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2023 από 6,1% τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή σημείωσε νέα πτώση, ενώ ο δείκτης των τροφίμων παρέμεινε σε υψηλό επίπεδο και συγκεκριμένα στο 14,3% (από 14,8% τον Φεβρουάριο).
Η πτώση του πληθωρισμού οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μείωση των τιμών ενέργειας, ενώ οι τιμές των τροφίμων συνέχισαν να αυξάνονται με πάρα πολύ υψηλούς ρυθμούς, ενώ οι ανατιμήσεις αφορούν ένα ευρύ φάσμα της ελληνικής οικονομικής δραστηριότητας. Επίσης, συνέβαλε το γεγονός ότι η σύγκριση γίνεται με τον Μάρτιο του 2022, όταν οι τιμές της ενέργειας εκτινάχθηκαν λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Ειδικότερα, η τιμή του ρεύματος μειώθηκε 25,8% σε ετήσια βάση, του πετρελαίου θέρμανσης κατά 22,1% και των καυσίμων – λιπαντικών κατά 7,2%, ενώ η τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε 9,2%.
Στα τρόφιμα, οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν στα γαλακτοκομικά – αυγά (23,1%), στα κρέατα (19,8%), στα έλαια και λίπη (17,5%), στο ψωμί – δημητριακά (15,6%) και στον καφέ – κακάο – τσάι (14%), ενώ ο αποκαλούμενος και ως πληθωρισμός των τροφίμων «έτρεξε με ρυθμό 14,3%. Παράλληλα, οι τιμές στα είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού αυξήθηκαν κατά 17,8%.
Πολύ μεγάλες ήταν οι αυξήσεις και στα είδη ένδυσης – υπόδησης (14,4%), στα φαρμακευτικά προϊόντα (13,9%) και στα είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού (17,8%).
«Φωτιά» πήραν και οι τιμές των μεταφορών. Πάνω από 32% ακριβότερα είναι τα ταξίδια με αεροπλάνο και τα ταξί και 12,8% ακριβότερα τα ακτοπλοϊκά.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις της Eurostat, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα έφτασε το 5,4% τον Μάρτιο του 2023 (από 6,5% τον Φεβρουάριο), ενώ στο 6,9% είναι το αντίστοιχο ποσοστό σε επίπεδο ευρωζώνης.
Ο ετήσιος πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ μειώθηκε από 8,5% τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με την εκτίμηση της Eurostat. Τον Φεβρουάριο οι τιμές καταναλωτή είχαν αυξηθεί κατά 6,5% στη χώρα μας, σύμφωνα με τη Eurostat και κατά 6,1% σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Τα στοιχεία
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, από τη σύγκριση του Γενικού ΔΤΚ του μηνός Μαρτίου 2023 με τον αντίστοιχο Δείκτη του Μαρτίου 2022 προέκυψε αύξηση 4,6% έναντι αύξησης 8,9% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2022 με το 2021.
Ο Γενικός ΔΤΚ κατά τον μήνα Μάρτιο 2023, σε σύγκριση με τον Φεβρουάριο 2023 παρουσίασε αύξηση 1,2%, έναντι αύξησης 2,7% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του προηγούμενου έτους .
Ο μέσος ΔΤΚ του δωδεκαμήνου Απριλίου 2022 – Μαρτίου 2023, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Δείκτη του δωδεκαμήνου Απριλίου
2021 – Μαρτίου 2022, παρουσίασε αύξηση 9,2% έναντι αύξησης 3,5% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του
δωδεκαμήνου Απριλίου 2021 – Μαρτίου 2022 με το δωδεκάμηνο Απριλίου 2020 – Μαρτίου 2021.
Σύγκριση μήνα με μήνα
Η αύξηση του Γενικού ΔΤΚ κατά 1,2% τον μήνα Μάρτιο 2023, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Δείκτη του Φεβρουαρίου 2023, προήλθε κυρίως από τις μεταβολές στις ακόλουθες ομάδες αγαθών και υπηρεσιών:
1. Από τις αυξήσεις των δεικτών κατά:
• 0,1% στην ομάδα Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ψωμί και δημητριακά, μοσχάρι, χοιρινό, αλλαντικά, τυριά, λαχανικά διατηρημένα ή επεξεργασμένα, καφέ. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση κυρίως των τιμών σε: νωπά ψάρια, γιαούρτι, ελαιόλαδο, νωπά λαχανικά.
• 1,2% στην ομάδα Αλκοολούχα ποτά και καπνός, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών στα αλκοολούχα ποτά (μη σερβιριζόμενα).
• 29,4% στην ομάδα Ένδυση και υπόδηση, λόγω επαναφοράς μέρους των τιμών στα επίπεδα πριν από τις χειμερινές εκπτώσεις.
• 1,2% στην ομάδα Διαρκή αγαθά-Είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες, λόγω επαναφοράς των τιμών στα επίπεδα πριν από τις χειμερινές εκπτώσεις και λόγω αύξησης κυρίως των τιμών στα είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού.
• 0,3% στην ομάδα Υγεία, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών στα νοσοκομεία και κλινικές.
• 0,8% στην ομάδα Μεταφορές, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, εισιτήρια μεταφοράς επιβατών με αεροπλάνο. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση κυρίως των τιμών στο πετρέλαιο κίνησης.
• 0,6% στην ομάδα Ξενοδοχεία-Καφέ-Εστιατόρια, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε εστιατόρια-ζαχαροπλαστεία-καφενείακυλικεία, ξενοδοχεία-μοτέλ-πανδοχεία.
• 0,8% στην ομάδα Άλλα αγαθά και υπηρεσίες, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών στα άλλα είδη ατομικής φροντίδας.
2. Από τις μειώσεις των δεικτών κατά:
• 1,9% στην ομάδα Στέγαση, λόγω μείωσης κυρίως των τιμών σε: φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης.
• 0,4% στην ομάδα Επικοινωνίες, λόγω μείωσης κυρίως των τιμών στις τηλεφωνικές υπηρεσίες.
Σύγκριση σε ετήσιο επίπεδο
Η αύξηση του Γενικού ΔΤΚ κατά 4,6% τον μήνα Μάρτιο 2023, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Δείκτη του Μαρτίου 2022, προήλθε κυρίως από τις μεταβολές στις ακόλουθες ομάδες αγαθών και υπηρεσιών:
1. Από τις αυξήσεις των δεικτών κατά:
• 14,3% στην ομάδα Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ψωμί και δημητριακά, κρέατα (γενικά), ψάρια (γενικά), γαλακτοκομικά και αυγά, έλαια και λίπη, φρούτα (γενικά), λαχανικά (γενικά), ζάχαρησοκολάτες-γλυκά-παγωτά, λοιπά τρόφιμα, καφέ-κακάο-τσάι, μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμούς φρούτων.
• 3,7% στην ομάδα Αλκοολούχα ποτά και καπνός, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών στα αλκοολούχα ποτά (μη σερβιριζόμενα).
• 14,4% στην ομάδα Ένδυση και υπόδηση, λόγω αύξησης των τιμών στα είδη ένδυσης και υπόδησης.
• 11,0% στην ομάδα Διαρκή αγαθά-Είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: έπιπλα και διακοσμητικά είδη, οικιακές συσκευές και επισκευές, υαλικά-επιτραπέζια σκεύη και σκεύη οικιακής χρήσης, είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού, οικιακές υπηρεσίες.
• 5,6% στην ομάδα Υγεία, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: φαρμακευτικά προϊόντα, ιατρικά προϊόντα, ιατρικέςοδοντιατρικές και παραϊατρικές υπηρεσίες, νοσοκομειακή περίθαλψη.
• 1,9% στην ομάδα Μεταφορές, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: καινούργια αυτοκίνητα, μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, μοτοποδήλατα-μοτοσυκλέτες, ανταλλακτικά και αξεσουάρ αυτοκινήτου, συντήρηση και επισκευή εξοπλισμού προσωπικής μεταφοράς, εισιτήρια μεταφοράς επιβατών με ταξί, εισιτήρια μεταφοράς επιβατών με αεροπλάνο, εισιτήρια μεταφοράς επιβατών με πλοίο. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση κυρίως των τιμών στα καύσιμα και λιπαντικά.
• 2,9% στην ομάδα Αναψυχή-Πολιτιστικές δραστηριότητες, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: μικρά είδη αναψυχής-άνθηκατοικίδια ζώα, κινηματογράφους-θέατρα, γραφική ύλη και υλικά σχεδίασης, πακέτο διακοπών.
• 2,2% στην ομάδα Εκπαίδευση, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: δίδακτρα πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, δίδακτρα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
• 7,5% στην ομάδα Ξενοδοχεία-Καφέ-Εστιατόρια, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: εστιατόρια-ζαχαροπλαστεία-καφενείακυλικεία, ξενοδοχεία-μοτέλ-πανδοχεία.
• 6,2% στην ομάδα Άλλα αγαθά και υπηρεσίες, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: κομμωτήρια και καταστήματα προσωπικής φροντίδας, άλλα είδη ατομικής φροντίδας, ασφάλιστρα υγείας.
2. Από τη μείωση του δείκτη κατά:
• 10,4% στην ομάδα Στέγαση, λόγω μείωσης κυρίως των τιμών σε: ηλεκτρισμό, πετρέλαιο θέρμανσης. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από την αύξηση κυρίως των τιμών σε: ενοίκια κατοικιών, επισκευή και συντήρηση κατοικίας, υπηρεσίες κοινοχρήστων, φυσικό αέριο, υγραέριο, στερεά καύσιμα.
• 1,9% στην ομάδα Επικοινωνίες, λόγω μείωσης κυρίως των τιμών στις τηλεφωνικές υπηρεσίες
Στην ετήσια Έκθεσή του για την ελληνική οικονομία ο Διοικητής Γ. Στουρνάρας δεν έκρυψε την ανησυχία του για τον σχεδόν σίγουρο περιορισμό της πιστωτικής επέκτασης το 2023 λόγω της αύξησης του κόστους τραπεζικής χρηματοδότησης, που προκαλούν η άνοδος των επιτοκίων και η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Όπως σημειώνει, «η επικείμενη επιβράδυνση του ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ το 2023 θα επιδράσει αρνητικά, αφενός, στη ζήτηση δανείων από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και, αφετέρου, στην προσφορά πιστώσεων εκ μέρους των τραπεζών, καθώς ο πιστωτικός κίνδυνος θα αυξηθεί λόγω της συνακόλουθης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών».
Επίσης, όπως αναφέρει η ΤΤΕ, ορατός είναι ο κίνδυνος «η αύξηση του κόστους των πιστώσεων να περιορίσει την ικανότητα αποπληρωμής εκ μέρους των δανειοληπτών του ιδιωτικού τομέα με δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου –ιδιαίτερα των νοικοκυριών–, το πραγματικό εισόδημα των οποίων έχει ήδη συμπιεστεί από τον πληθωρισμό».
Πέραν ωστόσο της αβεβαιότητας που δημιουργεί η άνοδος του κόστους δανεισμού, θετική αναμένεται να διατηρηθεί η ζήτηση για δάνεια, κυρίως μέσα από τις ευκαιρίες που δημιουργούν τα χρηματοδοτικά εργαλεία του ΕΣΠΑ (2021-2027) και του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας τουλάχιστον έως το 2026, τα κεφάλαια των οποίων θα λειτουργήσουν ως ανάχωμα στις πιέσεις της μειωμένης ζήτησης για δάνεια.
Η ανάλυση της ΤΤΕ εντοπίζει το πρόβλημα που δημιουργείται από την άνοδο των επιτοκίων κυρίως στην πλευρά της ζήτησης, δηλαδή στη διάθεση για δανεισμό από την πλευρά των επιχειρήσεων.
Το συμπέρασμα αυτό ενισχύει και η έρευνα SAFE (Survey on the Access to Finance of Enterprises), με βάση τα ευρήματα της οποίας οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη χώρα μας ανέφεραν «προθυμία των τραπεζών να χορηγήσουν πιστώσεις», μολονότι, σύμφωνα με τις επιχειρήσεις, οι γενικότερες προοπτικές της οικονομίας επέδρασαν αρνητικά.
Αντίθετη ήταν η τάση στη Ζώνη του Ευρώ, όπου η διαθεσιμότητα τραπεζικών δανείων παρουσίασε υποχώρηση, κυρίως λόγω της μειωμένης προθυμίας των τραπεζών να χορηγήσουν πιστώσεις, αλλά και της σημαντικής επιδείνωσης στο οικονομικό περιβάλλον.
- Όσον αφορά τους όρους και τις προϋποθέσεις λήψης τραπεζικής χρηματοδότησης, οι επιχειρήσεις ανέφεραν εξαιρετικά υψηλή αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων, αλλά και των λοιπών χρεώσεων, τελών και προμηθειών, μια τάση που παρατηρήθηκε και στις υπόλοιπες χώρες του ευρώ.
Όπως πάντως παρατηρεί η ΤΤΕ, σε αντίθεση με την Ευρωζώνη, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα κατέγραψαν αύξηση της διαθεσιμότητας τραπεζικών δανείων, που σε συνδυασμό με τη μείωση των αναγκών των επιχειρήσεων για εξωτερική χρηματοδότηση συνέβαλε στην υποχώρηση του συνολικού δείκτη κενού εξωτερικής χρηματοδότησης σε επίπεδα παραπλήσια με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Εκτός από την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης, οι περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα κατέγραψαν ως κυριότερα προβλήματα την εξεύρεση ειδικευμένου προσωπικού και την αύξηση του κόστους παραγωγής ή εργασίας.
Η αυξημένη προθυμία των τραπεζών να χορηγήσουν δάνεια στις επιχειρήσεις ενισχύεται από την επάνοδο στην κερδοφορία, που με τη σειρά της υποβοήθησε η άνοδος των επιτοκίων και η υψηλή συσχέτιση που εμφανίζει η χρηματοδότηση με τα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου. «Η άνοδος των επιτοκίων θα συνεχίσει να στηρίζει την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών το προσεχές διάστημα μέσω της ενίσχυσης των καθαρών εσόδων από τόκους, αλλά και της ενδεχόμενης αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία με τη συγκράτηση του κόστους δανεισμού», σημειώνει η ΤΤΕ.
Ο διοικητής Γιάννης Στουρνάρας χαρακτήρισε “αξιοσημείωτη εξέλιξη” την επιστροφή του κλάδου σε κερδοφορία το 2022, εκτιμώντας ότι το γεγονός αυτό δημιουργεί τις αναγκαίες συνθήκες για αντιμετώπιση των τρεχουσών και μελλοντικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ελληνική και ευρωπαϊκή, ευρύτερα, οικονομία. Στις προκλήσεις αυτές, ο κεντρικός τραπεζίτης περιλαμβάνει την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης της κεφαλαιακής τους βάσης, καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας των κεφαλαίων τους με μείωση της αναβαλλόμενης φορολογίας από τα επίπεδα του 70% περίπου που διαμορφώνεται σήμερα. Μια σημαντική αποστολή στην οποία καλούνται, επίσης, να ανταπεξέλθουν οι εγχώριες τράπεζες είναι η διεύρυνση των χρηματοδοτήσεων προς την πραγματική οικονομία μέσω της υποστήριξης των υγιών επιχειρηματικών σχεδίων.
Οι κυριότεροι παράγοντες που αναμένεται να ενισχύσουν τους δείκτες κερδοφορίας το προσεχές διάστημα, σύμφωνα με την κεντρική τράπεζα, είναι η άνοδος των επιτοκίων, μέσω της ενίσχυσης των καθαρών εσόδων από τόκους, η ενδεχόμενη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας -που θα οδηγήσει σε μείωση του κόστους δανεισμού, η συνέχιση της πιστωτικής επέκτασης με αξιοποίηση των πόρων του RRF, η συγκράτηση των λειτουργικών εξόδων μέσω επενδύσεων στον ψηφιακό μετασχηματισμό και την καινοτομία, καθώς και η ενίσχυση των εσόδων από προμήθειες σε δραστηριότητες πέραν των πιστοδοτήσεων, όπως ασφαλιστικά προϊόντα, διαχείριση περιουσίας κ.λπ.
Αρνητικά αναμένεται να επιδράσει, ωστόσο, στους δείκτες της κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών μια ενδεχόμενη αύξηση του πιστωτικού κινδύνου λόγω αύξησης των επιτοκίων, παρατεταμένου υψηλού πληθωρισμού και επιβράδυνσης της οικονομίας, σε συνδυασμό με το αυξημένο κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών μέσω της έκδοσης ομολόγων για την κάλυψη των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL).