«Ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»ֹ ο απόστολος Παύλος ομολογεί ότι για τίποτε άλλο δεν θα επέτρεπε στον εαυτό του να καυχηθεί, παρά μόνο για το σταυρό του Χριστού. Αυτός είναι «ἡ ὡραιότης τῆς ἐκκλησίας», κατά το λόγο του ιερού υμνωδού, ο θρήνος και η ήττα των δαιμόνων. Πάνω σε αυτόν, που ήταν ξύλο φθοράς και θανάτου, σύμβολο αιδούς και αισχύνης, αναρτάται το πανάγιο σώμα του Χριστού και τον καθιστά ξύλο ζωής, φυτό ζωηφόροֹ πάνω σε αυτόν τελεσιουργείται εφάπαξ η προσκομιδή της Αναστάσεως. Ποτέ στην ορθόδοξη πνευματικότητα δεν χωρίστηκε ο Σταυρός από την Ανάστασηֹ το «ἀναστάς» πάντοτε ἔπεται του «σταυρωθείς».
Για αυτό, το σταυρό του Χριστού δεν τον λούζει το πένθος και το δάκρυ, η απογοήτευση και η απόγνωση, αλλά τον περιβάλλει η αλλόκοτη για τον κόσμο και τους κάθε εποχής σταυρωτές χαρμολύπη της Ορθοδοξίας, η προσμονή και η βέβαιη ελπίδα της Αναστάσεως. Καυχάται ο απόστολος Παύλος για το σταυρό του Χριστού, και η καύχηση δεν είναι σημείο έπαρσης και αλαζονείας, αλλά φως εκ του ανεσπέρου φωτός της Αναστάσεως του Χριστού. Ζώντας το σταυρό των δοκιμασιών τους οι Άγιοι δεν λιποψυχούν, αλλά πορεύονται στη μαρτυρία και το μαρτύριο της «ἐν χαρᾷ ἀειζωίας».
Ο σταυρός του Χριστού είναι για αυτούς που πιστεύουν το κριτήριο και το εχέγγυο συνάμα της πνευματικής τους πορείας. Η κοσμική αντίληψη βέβαια τα αντίθετα ακριβώς πρεσβεύει֗ ότι δηλαδή η αναζήτηση της άνεσης, της καλοζωίας, της ευδαιμονίας είναι ο μόνος σκοπός αυτής της ζωής, ένας σκοπός που σίγουρα αγιάζει τα μέσα για την ευόδωσή του. Ο αγιασμός αυτών των μέσων είναι που δυστυχώς οδήγησε στην απανθρωποποίηση πολλών – χριστιανικών μάλιστα -κοινωνιών και στην καλλιέργεια του δόγματος της υπερίσχυσης του δυνατοτέρου, της αρχής δηλαδή που από της δημιουργίας και εντεύθεν διέπει τις κοινωνίες των άλογων ζώων και που δικαιότατα απομακρύνει τους νέους μας.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, ο άγιος Ισχυρός, επέδειξε και απέδειξε μια ανήκουστη ισχύ τείνοντας τα χέρια στο σταυρό. Ο κόσμος, ακόμη και εκείνες τις φοβερές στιγμές, ζητούσε διά του «ἐκπροσώπου» του – του σταυρωθέντος ληστού – τεκμήρια της δύναμής τουֹ «ἐάν εἶσαι γιός τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπό τό σταυρό, σῶσε τόν ἑαυτό σου κι ἐμᾶς». Η προσάρτηση και η ανύψωση του Χριστού στο σταυρό αποτέλεσε κα αποτελεί για πολλούς κα τότε και τώρα σημείο αντιλογίας֗ χωρίς το φως της Αναστάσεως είναι αδύνατο να κατανοηθεί αυτό το μυστήριο.
Σύμφωνα με τα ισχύοντα κατά τη λειτουργική πράξη της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, όπου και όποτε τελείται η θεία Λειτουργία, ακόμη και κατά την πιο απλή άμνημη μέρα, ακόμη και στο πιο φτωχό εκκλησάκι, ο λειτουργός ιερέας και οι συμμετέχοντες πιστοί τελούν Πάσχα. Η συμμετοχή στο σταυρωμένο και αναστημένο σώμα του Χριστού διά της θείας Μεταλήψεως είναι κατ’ εξοχήν μεταδοτική αυτής της πασχάλιας χαράς και αξιώνει αυτής της ευφροσύνης τον πιστό άνθρωπο, που σταυρωμένος στα προβλήματα και τις αδυναμίες του ποθεί την ένωση με τον Χριστό.
Εάν επισκεφθούμε τα μοναστήρια μας, που διατηρούν κατά τεκμήριο ακέραιη την παράδοσή μας –η οποία ποτέ δεν χωρίστηκε από τη θεολογία-, θα δούμε τον σταυρωμένο Χριστό όχι πίσω από την αγία Τράπεζα, όπως συνηθίζεται στους περισσότερους ναούς, αλλά στο κέντρο του τέμπλου, πάνω από την ωραία Πύλη. Όπως γνωρίζουμε, το ιερό Βήμα συμβολίζει τη Βασιλεία του Θεούֹ ό,τι τελούμε στο ναό ονομάζεται ακολουθία και τελείται με προσανατολισμό προς το ιερό Βήμα. Η λέξη «ἀκολουθία» ενέχει το στοιχείο της κίνησης, της πορείας όλων προς τη Βασιλεία. Ως εκ τούτου, πίσω από την αγία Τράπεζα θεολογικώς ορθή θέση έχει μόνον η εικόνα της Αναστάσεως του Χριστού, άρρηκτα συνδεόμενη με το σταυρό, αλλά πάντοτε επόμενη σε σχέση με εκείνον. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν φέτος να απαντήσουμε θετικά σε μια πρόσκληση της Εκκλησίας να συσταυρωθούμε – δηλαδή να θυσιάσουμε τα πάθη και τον κακό εαυτό μας- μαζί με τον Χριστό στην προοπτική της κοινής Ανάστασης. Αλλά και να αντισταθούμε σε έναν πειρασμό: να λυπηθούμε τον Χριστό, ο οποίος δεν είναι αξιολύπητος, μα παραμένει παντοδύναμος Θεός, ο οποίος εκούσια και από απόλυτη αγάπη θυσιάζεται για το πλάσμα Του. Είθε λοιπόν με αυτή την προοπτική να εορτάσουμε τη μεγάλη εορτή που ακολουθεί, λαμβάνοντας φως από το σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού.
Αρχιμανδρίτης Άγγελος Ανθόπουλος
Πρωτοσύγκελλος Ιεράς Μητροπόλεως Περιστερίου
Θεολόγος – Φιλόλογος