Το περασμένο Σάββατο 15 Απριλίου, στις 23:45, η Γερμανία έθεσε εκτός λειτουργίας τους τρεις τελευταίους πυρηνικούς αντιδραστήρες της. Μερικές εκατοντάδες διαδηλωτές γιόρτασαν το γεγονός στην Πύλη του Βρανδεμβούργου ύστερα από κάλεσμα της Greenpeace.
του Jean-Michel Bezat (*)
Έτσι έκλεισε μία περιπέτεια που ξεκίνησε το 1955 ο καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ. Η μακρινή διάδοχός του Άγγελα Μέρκελ πήρε τη σχετική απόφαση τον Μάιο του 2011, δύο μήνες μετά το δυστύχημα της Φουκουσίμα, στην Ιαπωνία.
Η Γαλλία, πάλι, έφερε ξανά στην επιφάνεια ένα πρόγραμμα έξι αντιδραστήρων πεπιεσμένου ύδατος, συνεχίζοντας την πολιτική που ξεκίνησε ο στρατηγός ντε Γκολ μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτές οι δύο αντίθετες επιλογές δείχνουν ότι η ενεργειακή πολιτική, κυρίως η πυρηνική ενέργεια, παραμένουν ένα από τα μεγάλα σημεία διαφωνίας στο γαλλογερμανικό «ζευγάρι».
Κι όμως, επί είκοσι χρόνια οι δύο χώρες ακολουθούσαν μία κοινή γραμμή στον τομέα της ενέργειας. Αλλά αυτή η συμμαχία δεν μπορούσε να συνεχιστεί όταν η Γερμανία, με πρωτεργάτες τους Πράσινους, είχε τόσο ισχυρή αντίθεση στην πυρηνική ενέργεια. Το σύνθημα «Πυρηνική ενέργεια; Όχι ευχαριστώ!» καθόρισε τη μάχη κατά της πυρηνικής ενέργειας στις δεκαετίες του 1970 και του 1980.
Η πυρηνική ενέργεια είναι, αντιθέτως, εγγεγραμμένη στο πολιτικό DNA της Γαλλίας. Η σύμπραξη των γκωλικών και των κομμουνιστών, ο πολιτικός συγκεντρωτισμός, η ανάπτυξη μίας τεχνοκρατίας που διαμορφώθηκε από το κράτος και το μονοπώλιο της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού αποτελούν γαλλικές εξαιρέσεις άγνωστες στη Γερμανία, που άνοιξαν τον δρόμο στην πυρηνική ενέργεια για μη στρατιωτικούς σκοπούς. Όλα ήταν έτοιμα ήδη από το τέλος της δεκαετίας του 1960 προκειμένου να επιταχυνθεί η κατασκευή πυρηνικών σταθμών μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1973 και να επιτευχθεί η κάλυψη του 75% των ενεργειακών αναγκών με πυρηνική ενέργεια. Ο Εμανουέλ Μακρόν διάλεξε, λοιπόν, τη συνέχεια.
Κι έτσι, μία σελίδα έκλεισε στη Γερμανία, ενώ ένα νέο κεφάλαιο άνοιξε στη Γαλλία. Σε μία Ευρώπη που πρέπει να απαντήσει σε μία διπλή πρόκληση (καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και αναζήτηση νέων ενεργειακών πόρων μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία), οι γαλλογερμανικές εντάσεις δεν ήταν ποτέ τόσο μεγάλες. Η Γαλλία δεν είναι μόνη σε αυτήν τη μάχη: Η Φινλανδία ήδη εγκαινίασε τον σταθμό του Ολκιλουότο, με καθυστέρηση 13 ετών. Σε άλλες 10 χώρες της ΕΕ, το πολιτικό κλίμα δεν ευνοεί την πυρηνική ενέργεια.
Σύμφωνα με το Παρίσι, το Βερολίνο ασκεί πιέσεις για να περιορίσει τις γαλλικές φιλοδοξίες και να επιβάλει στις Βρυξέλλες το δικό του μοντέλο ενεργειακής μετάβασης. Η Γαλλία εκτιμά ότι η πρόεδρος της Κομισιόν, που θα έπρεπε να υπερασπίζεται την «τεχνολογική ουδετερότητα» των ενεργειακών πηγών χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα, έχει την κακή συνήθεια να συντάσσεται με τα συμφέροντα της χώρας της.
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θεωρεί ότι η πυρηνική ενέργεια δεν έχει στρατηγική σημασία για το μέλλον, αντίθετα με την ηλιακή ενέργεια, την αιολλική ενέργεια, το υδρογόνο και τις μπαταρίες. Το Παρίσι θα πρέπει, λοιπόν, να δώσει μάχη για να πείσει ότι η πυρηνική ενέργεια αποτελεί ένα όπλο στην κλιματική μάχη, ενώ μπορεί να συμβάλει και στην ανάκτηση της βιομηχανικής κυριαρχίας της Ευρώπης. Η πυρηνική μάχη μεταξύ Παρισιού και Βρυξελλών δεν θα τελειώσει σύντομα.
(*) Ο Ζαν-Μισέλ Μπεζά είναι αρθρογράφος της Monde
(Πηγή: Le Monde)