Κατήγγειλε ότι επί έναν χρόνο την παρακολουθούσε η ΕΥΠ, με έξι συνεχόμενες δίμηνες, εγκρίσεις και ενδιάμεσα μολύνθηκε το κινητό της με το Predator που της εστάλη ως μήνυμα από τον ΕΟΔΔΥ για το ραντεβού εμβολιασμού της – Ανέφερε ότι δεν δικαιολογείται η παρακολούθηση της και ούτε και σήμερα έχει καταλάβει τον λόγο, βάσιμο ή μη.
Καταιγιστικές ήταν οι περιγραφές και οι αναφορές της Artemis Seaford, Ελληνοαμερικανής και υπηκόου των ΗΠΑ, στη σημερινή (20/4/2023) συνεδρίαση της Επιτροπής PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναφορικά με τη διπλή παρακολούθηση την οποία υπέστη επί έναν χρόνο κατά την παραμονή της στην Ελλάδα από τον διπλό μηχανισμό ΕΥΠ – Predator.
Συνοπτικά, η κ. Seaford επιβεβαίωσε και κατήγγειλε ότι παρακολουθείτο από την ΕΥΠ κατά το διάστημα μεταξύ Ιουλίου 2021 και Ιουλίου 2022, με έξι συνεχόμενες εισαγγελικές εγκρίσεις ανανεούμενες ανά δίμηνο χωρίς να καταλαβαίνει ακόμη και σήμερα για ποιον λόγο υπήρξε στόχος παρακολούθησης και ενδιάμεσα, παρέλαβε στο κινητό της τηλέφωνο παγιδευμένο μήνυμα απολύτως παρόμοιο με εκείνα που έστελναν ΕΟΔΔΥ και ηλεκτρονική διακυβέρνηση για την υπενθύμιση του προγραμματισμένου ραντεβού εμβολιασμού για COVID. Η μάρτυρας τόνισε ότι έλαβε το παγιδευμένο μήνυμα ανάμεσα σε άλλα κανονικά μηνύματα και ήταν το μοναδικό που ζητούσε μεταφορά της σε έναν άλλο προορισμό (domain) για δήθεν επιβεβαίωση του ραντεβού. Επισήμανε ότι στο κακόβουλο μήνυμα υπήρχαν στοιχεία και πληροφορίες που το κράτος και η κυβέρνηση είχαν στην κατοχή τους.
Ιδιαίτερα επικριτική ήταν επιπλέον ως προς τη στάση κυβέρνησης και κράτους απέναντι στη δική της περίπτωση παρακολούθησης και στα άλλα θύματα, αναφέροντας ότι κινήθηκε με βάση το πολιτικό κόστος και μπλόκαρε με νόμο τη δυνατότητα των θυμάτων να μάθουν όλη την πραγματικότητα και να επιδιώξουν τη λογοδοσία των υπευθύνων, μπλοκάροντας παράλληλα και τις αρμοδιότητες κα τις δυνατότητες των Ανεξάρτητων Αρχών που σχετίζονται.
Επίσης, η μάρτυρας υπογράμμισε ότι δεδομένου ότι η φύση της δουλειάς της στον ιδιωτικό φορέα της Meta δεν δικαιολογούσε καμιά παρακολούθηση της από τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες, αλλά ούτε και είναι πολιτικός, δημόσιο πρόσωπο, δημοσιογράφος κ.ο.κ., κανείς δεν μπορεί να νιώθει ασφαλής ότι δεν παρακολουθείται.
Από την άλλη πλευρά, η κ. Seaford δεν απέκλεισε, απαντώντας σε ερωτήσεις του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και της THE LEFT Στέλιου Κούλογλου και της Ολλανδής ευρωβουλεύτριας από την πλευρά του Renew Europe Sophie In’t Veld, η παρακολούθηση της να έχει σχέση με άρθρο το οποίο είχε προηγουμένως δημοσιεύσει αναφορικά με την υπόθεση των σεξουαλικών παρενοχλήσεων στην Ελλάδα, συμπεριλαμβάνοντας εμπειρία που και η ίδια βίωσε.
Ως προς τα αισθήματα από την παρακολούθηση που υπέστη, δήλωσε κοκοποιημένη, σοκαρισμένη, ενώ στηλίτευσε τη στάση κυβέρνησης και κράτους υπό την έννοια ότι ουδείς την ενημέρωσε, την κατηύθυνε, την στήριξε, ενώ αντιθέτως υποβιβάστηκε η παρακολούθηση σε βάρος της, όπως και σε άλλα θύματα, ενώ αποκάλυψε ότι όλα αυτά ήρθαν από μία κυβέρνηση στην οποία πίστευε και την οποία υποστήριξε στις μέρες της εκλογής της.
Πιο αναλυτικά:
Αναφορικά με το πώς έφτασε να διαμένει στη χώρα μας, η κ. Seaford ανέφερε τα εξής:
«Είμαι Έλληνας πολίτης, γεννήθηκα και μεγάλωσα Ελλάδα. Έφυγα με την οικονομική κρίση όπως πολλοί της γενιάς μου, ψάχνοντας καλύτερες επιλογές Παιδείας και εργασίας. Ήμουν ενθουσιασμένη όταν ανέλαβε η κυβέρνηση, ότι θα είναι μια νέα σελίδα οικονομικής σταθερότητας, θεσμικής και κοινωνικής προόδου. Γι’ αυτό είναι θλιβερό να βλέπω την αποσάθρωση των προοδευτικών θεσμών και την οπισθοδρόμηση του Κράτους Δικαίου, με το σκάνδαλο των υποκλοπών».
Για το πώς ανακάλυψε ότι παρακολουθείτο, ανέφερε:
«Το φθινόπωρο του 2021 έκλεισα ραντεβού για εμβολιασμό. Στην Ελλάδα όπως και σε άλλες χώρες αυτό γινόταν μέσω κρατικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, που χρησιμοποίησα. Το κράτος έστελνε SMS για να υπενθυμίσει το ραντεβού. Πήρα μερικά, με τον χρόνο, τον τόπο και τον χώρο του ραντεβού. Λίγες ώρες μετά από ένα από αυτά, πήρα ένα ακόμη, παρόμοιο με τα άλλα. Η μόνη διαφορά σε αυτό το μήνυμα, ήταν ότι περιλάμβανε αίτημα να επιβεβαιώσω το ραντεβού και ένα link σε ένα domain το οποίο πάτησα χωρίς να υποψιαστώ κάτι. Πήρα και άλλα SMS στη συνέχεια για το ραντεβού».
Η κ. Seaford συμπλήρωσε πως επί έναν χρόνο παρέμεινε ανυποψίαστη γύρω από τι πραγματικά συνέβη μέχρι που είδε το όνομα της ανάμεσα σε άλλα ονόματα σε λίστα στόχων παρακολούθησης μέσω του Predator που δημοσιεύτηκε στον Τύπο. «Δεν μπορεί κάποιος να είχε συμφέρον να περιλάβει ψευδώς το όνομά μου σε αυτή τη λίστα, αν δεν ίσχυε. Δεν είμαι δημόσιο πρόσωπο, δεν υπήρχε λόγος να περιλαμβανόμουν σε αυτήν» είπε στην Επιτροπή η μάρτυρας.
Κατόπιν, όπως κατέθεσε, αποτάθηκε στο Citizen Lab όπου με απομακρυσμένο έλεγχο στο κινητό της, της επιβεβαίωσαν ότι είχε μολυνθεί με το Predator. «Έτσι, δεν μου προκάλεσε έκπληξη όταν λίγες ημέρες μετά έμαθα από διαρροές στα ΜΜΕ ότι παρακολουθούμαι από τις Μυστικές Υπηρεσίες. Οι παρακολουθήσεις είχαν ξεκινήσει λίγους μήνες πριν την επίθεση με το Predator και κράτησαν ένα ολόκληρο έτος, έγιναν 6 ανανεώσεις, ένας πολύ υψηλός αριθμός».
Τα αισθήματα που ένιωσε, τα περιέγραψε ως εξής η κ. Seaford, κάνοντας παράλληλα αναφορά και στο ποια ήταν και είναι η αντιμετώπιση του γεγονότος, αλλά και συνολικά της υπόθεσης παρακολουθήσεων και υποκλοπών, από την πλευρά κυβέρνησης και κράτους:
«Ένιωσα εξαιρετικά σοκαρισμένη, μονάχη, κακοποιημένη, μολυσμένη με κάτι ψηφιακό που απωθεί τους άλλους και κρατούν απόσταση από εμένα. Ο συνδυασμός της ισχύος του κράτους από την μία πλευρά (αναφερόμενη προφανώς στην ΕΥΠ) και των τεχνολογικών δυνατοτήτων του κακόβουλου λογισμικού από την άλλη, όπως και σε άλλα περιστατικά, είναι πραγματικά τρομακτικός. Μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης, πρέπει να δει κανείς πώς αντέδρασαν κράτος και κυβέρνηση. Να δει το ένστικτο αυτοπροστασίας της κυβέρνησης για τον περιορισμό του πολιτικού κόστους, με τις κρατικές Αρχές να υποβαθμίζουν το σκάνδαλο και τα θύματα να μην μπορούν να επιτύχουν τη λογοδοσία των υπευθύνων, την καλύτερη επιτήρηση των Μυστικών Υπηρεσιών και της χρήσης κακόβουλων λογισμικών».
«Δεν είμαι πολιτικός, δεν είμαι δημόσιο πρόσωπο, δεν είμαι μέλος κόμματος, δεν είμαι δημοσιογράφος, είμαι ιδιώτης, πολίτης ενός κράτους με ισχυρές δημοκρατικές παραδόσεις και προσήλωση στο Κράτος Δικαίου» επεσήμανε η μάρτυρας και συμπλήρωσε: «Αν κάποιος σαν κι εμένα είναι σήμερα μπροστά σας, για να συζητήσει το ότι στοχοποιήθηκε με το Predator, φαίνεται ότι κανένας δεν περιμένει να είναι ασφαλής»,
Σε άλλο σημείο της κατάθεσής της, η κ. Seaford επανέλαβε και πρόσθεσε, σε ό,τι αφορά πώς αισθάνθηκε και τι έπραξαν κράτος και κυβέρνηση:
«Φοβήθηκα, ότι αν μιλήσω και διαμαρτυρηθώ, αυτές οι δυνάμεις (κράτος και κυβέρνηση) θα προσπαθήσουν να με απαξιώσουν, θα υπονοήσουν ότι υπήρχαν βάσιμοι λόγοι να στοχοποιηθώ, ότι έχω κάνει κάτι κακό. Έψαξα να βρω μπορούσα να κάνω. Είπα, “είμαι θύμα εγκλήματος. Σίγουρα το κράτος θα έρθει να με υποστηρίξει, θα μου δώσει τρόπους να αναζητήσω την λογοδοσία των υπευθύνων”. Δυστυχώς, δεν ήταν έτσι στην πραγματικότητα. Προς μεγάλη μου απογοήτευση, μετά την αποκάλυψη της πρώτης περίπτωσης ταυτόχρονης παρακολούθησης από ΕΥΠ και Predator για τον δημοσιογράφο Θ. Κουκάκη, η κυβέρνηση μπλόκαρε με νόμο στη δυνατότητα ενημέρωσης των ατόμων που στοχοποιήθηκαν».
Η κ. Seaford υπέβαλλε ακόμη περισσότερες επισημάνσεις ως προς τη μη προστασία των θυμάτων από το κράτος και την κυβέρνηση. Είπε χαρακτηριστικά:
«Εργάζομαι σε θέματα ασφαλείας, καταλαβαίνω την ανάγκη του κράτους να προστατεύει τα συμφέροντά του σε βάρος της ενημέρωσης των παρακολουθούμενων, αλλά το γεγονός ότι η δυνατότητα να ενημερώνονται οι στόχοι παρακολούθησης μπλοκαρίστηκε με νόμο ακριβώς όταν ξέσπασε μία τέτοια υπόθεση που επηρέαζε τόσο πολλά άτομα που δεν υπήρχε κανείς να φαντάζεται λόγο για τον οποίο να θεωρούνται απειλή για την εθνική ασφάλεια, δεν αφήνει περιθώρια να είναι καλόπιστη η όλη ενέργεια . Προχώρησα σε καταγγελία στη Δικαιοσύνη, το ίδιο έκαναν και άλλοι. Μέχρι σήμερα, παρά την έρευνα της Δικαιοσύνης δεν έχουν ασκηθεί διώξεις και δεν έχουν αποδοθεί κατηγορίες. Δεν έχω πολλές ελπίδες ότι θα βρεθεί ο υπεύθυνος, ούτε ότι θα υπάρξει λογοδοσία. Μέχρι σήμερα δεν ξέρω γιατί βρέθηκα υπό παρακολούθηση, δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν λόγο, βάσιμο ή αβάσιμο, ένα κίνητρο για να υπάρχει τέτοιο ενδιαφέρον σε μένα από οποιονδήποτε».
Στη συνέχεια, η κ. Seaford πρόσθεσε:
«Είχα τουλάχιστον την ελπίδα ότι το κράτος θα αξιοποιήσει την ευκαιρία για μεταρρυθμίσεις πάνω στο θέμα των κακόβουλων λογισμικών, τόσο σε σχέση με τις Μυστικές Υπηρεσίες αλλά και για εταιρικά προϊόντα σαν το Predator. Δυστυχώς, και αυτή η ελπίδα συντρίφτηκε. Πάρθηκαν ορισμένα μέτρα, όπως η απαγόρευση χρήσης εταιρικών προϊόντων κακόβουλου λογισμικού και η εμπορία τους. Ελάχιστα ωστόσο αναφέρθηκαν σε σχέση με το τι μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση». Αναφέρθηκε μάλιστα στο σημείο αυτό, στην έκδοση σχετικού προεδρικού Διατάγματος στις ΗΠΑ.
Ως προς τις Ανεξάρτητες Αρχές που εμπλέκονται, η κ. Seaford ανέφερε:
Την ίδια ώρα, δεν βελτιώθηκε η δυνατότητα της αρμόδιας Aνεξάρτητης Αρχής να επιβλέπει και δημιουργήθηκε σύγχυση για τις αρμοδιότητες και τις δυνατότητες που έχει. Το πιο σημαντικό, εμποδίστηκε η ενημέρωση όσων έχουν στοχοποιηθεί για τρία χρόνια μετά. Έτσι, άνθρωποι σαν εμένα δεν μπορούν να πάνε στις Ανεξάρτητες Αρχές να ενημερωθούν για το τι συνέβη, ενώ, η πλειοψηφία της αρμόδιας Επιτροπής απαρτίζεται από τα ίδια άτομα που αρχικά εξέδωσαν τις σχετικές αποφάσεις παρακολούθησης. Υπάρχει μία σαφής σύγκρουση συμφερόντων εδώ. Τι σημαίνει αυτό για όσους παρακολουθήθηκαν, με κάποιους από τους οποίους έχω μιλήσει; Αισθάνονται απαίσια, δυσκολεύονται να μιλήσουν, νιώθουν πως έχουν τα πάντα να χάσουν και λίγα να κερδίσουν, ειδικά όταν δεν υπάρχουν διαδικασίες που επιφέρουν τη λογοδοσία των υπευθύνων, κάτι που είναι λυπηρό».
Η κ. Seaford προέβη επίσης και σε σύνδεση του θέματος της συζήτησης με την εξαγωγή του Predator από την Ελλάδα σε αφρικανικά κράτη, αναφέροντας τα ακόλουθα:
«Χρησιμοποιούνται κακόβουλα λογισμικά μέσα στην Ελλάδα που συνδέονται με κρατικές παρακολουθήσεις, αλλά υπάρχει και απουσία ελέγχου σε εξαγωγές κακόβουλων λογισμικών υπό κρατική εποπτεία, ακόμη και σε χώρες όπως το Σουδάν όπου είναι σε εξέλιξη εμφύλιος πόλεμος, αλλά και στη Μαδαγασκάρη ή το Μπαγκλαντές. Πεθαίνουν άνθρωποι εκεί και μετά, αυτό “επιστρέφει” πίσω στην Ε.Ε. ως κίνδυνος για την ασφάλεια της, όταν οι λάθος παίκτες αποκτούν τέτοια τεχνολογία επειδή ακριβώς εξάγεται από κράτη της Ε.Ε.».
Τέλος, απαντώντας στο κρίσιμο ερώτημα, το οποίο ετέθη τόσο από τον κ. Στέλιο Κούλογλου όσο και από τη Sophie Int’ Veld αν είναι δυνατόν η παρακολούθηση της από τον διπλό μηχανισμό Predator – ΕΥΠ να οφειλόταν σε άρθρο της αναφορικά με το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης σε περιοδικό, η κ. Seaford είπε:
«Πραγματικά θα με λυπούσε αν το άρθρο για τα προβλήματα σεξισμού στην Ελλάδα κατέληγε να είναι ο λόγος που θυματοποιήθηκα ακόμη περισσότερο, αυτή η διάδραση μεταξύ σεξισμού και παρακολουθήσεων. Αλλά ειλικρινά δεν ξέρω τι σύνδεση θα υπήρχε. Δεν περιγράφεται συγκεκριμένο πρόσωπο ώστε να υπάρχει κίνητρο για να στοχοποιηθώ. Αυτό που περιγράφω προέρχεται από την πραγματική εμπειρία μου … αλλά δεν έχει στόχο να καταγράψει ένα πραγματικό περιστατικό, να μιλήσει για ένα πραγματικό πρόσωπο. Δίνω και άλλα παραδείγματα, δεν περιγράφω ένα μόνο άτομο … είναι μία διαδεδομένη εμπειρία … γυναίκες να αποκρούουν το ενδιαφέρον ανδρών σε θέσεις εξουσίας και να εκδιώκονται ή αγνοούνται … περιγράφονται ευρύτερα θέματα, όχι ένα συγκεκριμένο άτομο», υπογράμμισε η κ. Seaford. Δεν απέκλεισε ωστόσο την εικασία της κ. In’ t Veld να βρέθηκε κάποιος σε πανικό ή να θέλησε να αντλήσει τυχόν πληροφορίες σε βάρος τρίτου προσώπου ή κάποιου εσωτερικού αντιπάλου.
Να σημειωθεί, ότι σε πολιτικό κενό έπεσε απόπειρα της ευρωβουλεύτριας της ΝΔ και του ΕΛΚ Άννας Μισέλ Ασημακοπούλου να εκμαιεύσει απάντηση για πιθανή σύνδεση ανάμεσα στη φύση της δουλειάς και των καθηκόντων της κ. Seaford στη Meta με την παρακολούθηση της, πιθανώς από ιδιώτες, καθώς η μάρτυρας επανέλαβε με έμφαση ότι η διπλή παρακολούθηση της προηγήθηκε αρκετά από μία έκθεση θεμάτων ασφαλείας (σε ό,τι αφορά το Facebook) που παρουσίασε στην εταιρεία η ομάδας της και επίσης, πρόσθεσε ότι η παγίδευση της με Predator έγινε με χρήση κρατικών στοιχείων για τον εμβολιασμό της, σε συνδυασμό με την παρακολούθηση της από τις ελληνικές Μυστικές Υπηρεσίες.