«Η κάλπη είναι γκαστρωμένη». Σε αυτή τη φράση του ιστορικού στελέχους του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας Χαρίλαου Φλωράκη περικλείεται το στοιχείο της έκπληξης, το οποίο ενδεχομένως να κρύβεται σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Τρεις είναι οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις εκλογικών εκπλήξεων στη σύγχρονη Ιστορία:
Η ήττα του Βενιζέλου τον Νοέμβριο του 1920, η ανάδειξη της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς ως αξιωματικής αντιπολίτευσης τον Μάιο του 1958 και ακριβώς 54 χρόνια μετά η κατάληψη της δεύτερης θέσης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος εισερχόταν στο κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο για να εορτάσει μαζί με χιλιάδες Αθηναίους τον διπλασιασμό της Ελλάδας μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών (28 Ιουλίου / 10 Αυγούστου 1920), δεν μπορούσε να φανταστεί αυτό που θα συνέβαινε λίγους μήνες μετά.
Ολοκληρωτικά ταγμένος από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων στο εθνικό όραμα της Μεγάλης Ιδέας, για την υλοποίηση του οποίου συνέταξε όλους τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους της χώρας, ο Βενιζέλος θεωρούσε πως το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σηματοδοτούσε τη νέα αρχή της Ελλάδας των «δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών».
Μιας Ελλάδας εξωστρεφούς και σύγχρονης, μιας χώρας – κέντρου των πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών εξελίξεων των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας, με παραδειγματικές υποδομές και ανεξάντλητες αναπτυξιακές προοπτικές.Και μπορεί τα παραπάνω να ίσχυαν – τουλάχιστον εν μέρει – όχι μόνο στο θεωρητικό, αλλά και στο πεδίο της πραγματικότητας, οι Έλληνες ψηφοφόροι όμως είχαν αντίθετη άποψη. Και αυτή εκφράστηκε στις κάλπες του Νοεμβρίου του 1920, όταν το Κόμμα των Φιλελευθέρων ηττήθηκε από την Ηνωμένη Αντιπολίτευση, στην οποία είχαν συνασπιστεί όλα τα αντιβενιζελικά κομματικά σχήματα της εποχής, υπό την ηγεσία του Δημητρίου Γούναρη.
Ο Βενιζέλος δεν εξελέγη τότε ούτε βουλευτής και εμφανώς απογοητευμένος έφυγε αυτοεξόριστος για το Παρίσι. Αναζητώντας τα αίτια του εκλογικού αποτελέσματος, βέβαιο είναι πως η επί σχεδόν 10 συναπτά έτη επιστρατευμένη Ελλάδα είχε κουραστεί. Δεν ήταν μόνο η πολεμική ετοιμότητα διαρκείας, αλλά και το γεγονός ότι χιλιάδες νέοι άνδρες είχαν μείνει εκτός της παραγωγικής διαδικασίας και της αγοράς εργασίας, γεγονός που δημιουργούσε στους ίδιους και τις οικογένειές τους μείζον ζήτημα επιβίωσης.
Οι άνθρωποι αυτοί φαίνεται πως δεν αρκούνταν στην κάλυψη των συμβολικών και ιδεολογικών κενών τους από την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας. Άλλωστε στην Παλαιά Ελλάδα τα κενά αυτά ήταν εξαρχής από μικρά έως ανύπαρκτα.Ταυτοχρόνως, οι αυταρχικές μέθοδοι διακυβέρνησης του Βενιζέλου είχαν αρχίσει να ενοχλούν μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων, ακόμα και εντός του φιλελεύθερου χώρου.
Ο κρητικός πολιτικός, σε μια εντόνως αμφιλεγόμενη κίνηση, προχώρησε το 1917 στην ανασύσταση της Βουλής του 1915, παρότι είχαν μεσολαβήσει δεύτερες εκλογές εντός του ίδιου έτους, χωρίς τη συμμετοχή των βενιζελικών. Ήταν η λεγόμενη «Βουλή των Λαζάρων», στη λογική μιας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που «αναστήθηκε», με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα του 1915. Τέλος, η επάνοδος του Βενιζέλου στην Αθήνα και την πρωθυπουργία το 1917 μετά τη δημιουργία της κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης, κατακρίθηκε ως κίνηση επιβαλλόμενη από τις ξένες δυνάμεις και δη τη Γαλλία και τη Βρετανία.
«Ο Βενιζέλος επέστρεψε με τις ξένες λόγχες» ήταν μια από τις πιο χαρακτηριστικές αντιπολιτευτικές φράσεις της εποχής.
Η επιστροφή των Λαϊκών στην εξουσία άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Η αμφιθυμία για το τι μέλλει γενέσθαι με την Μικρασιατική Εκστρατεία, οι σπασμωδικές κινήσεις στο μέτωπο, οι αντικαταστάσεις των βενιζελικών επιτελικών αξιωματικών από φιλομοναρχικούς, οι οποίοι είχαν μείνει για χρόνια μακριά από τις πολεμικές εξελίξεις, καθώς και η ενδυνάμωση του κεμαλικού κινήματος οδήγησαν στο δράμα της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Τα ξημερώματα της 12ης Μαΐου 1958 μια από τις μεγαλύτερες εκλογικές εκπλήξεις της ελληνικής Ιστορίας ήταν γεγονός. Η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ) είχε αναδειχθεί αξιωματική αντιπολίτευση, 9 μόλις χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου. Ο αστικός κόσμος και η αμερικανική πρεσβεία αναζητούσαν τις αιτίες του αποτελέσματος, ενώ τα Ανάκτορα και ο στρατός προετοίμαζαν ήδη τη δράση τους για τον περιορισμό της Αριστεράς σε όλα τα επίπεδα.
Τι συνέβη, όμως, και φθάσαμε στο 24,45% της ΕΔΑ; Ποιος ήταν ο προγραμματικός λόγος της και ποια κοινωνικά στρώματα επέλεξαν τους συνδυασμούς της; Ανατρέχοντας πίσω στο 1954 και στις τότε δημοτικές εκλογές, μπορεί κανείς να βρει τα πρώτα δείγματα της εκλογικής ανόδου της Αριστεράς. Τότε, με πρωτοβουλία του πολιτευτή Γεωργίου Καρτάλη, το κέντρο σε συνεργασία με την ΕΔΑ είχε εκλέξει δημάρχους και στις τρεις μεγάλες πόλεις της χώρας (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη).
Λίγο αργότερα, το 1956, η συμμετοχή της ΕΔΑ στον εκλογικό συνασπισμό Δημοκρατική Ένωσις εναντίον της ΕΡΕ του Καραμανλή αποτέλεσε το δεύτερο σημαντικό βήμα, ειδικότερα για την επανανομιμοποίηση της Αριστεράς σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Στην κατεύθυνση αυτή σημαντικότατο ρόλο έπαιξε και η λεγομένη «αποσταλινοποίηση» του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, μετά το θάνατο του Στάλιν και την άνοδο του Χρουστσόφ στην εξουσία.
Άλλωστε, πρωτοστατώντας η ΕΔΑ στις τεράστιες κινητοποιήσεις που έγιναν στην Αθήνα και την επαρχία την περίοδο 1954 – 1956 για το Κυπριακό, είχε εκπέμψει ένα έντονο πατριωτικό στίγμα, γεγονός που την κατέστησε ακόμα πιο αποδεκτή σε σημαντικό τμήμα όσων είχαν αμφιβολίες για τον εξωτερικό προσανατολισμό της.Πλην αυτών, διακριτός παράγοντας ώθησης της ΕΔΑ στις εκλογές του 1958 ήταν η εμπέδωση των επιπτώσεων της υποτίμησης Μαρκεζίνη στα λαϊκά στρώματα. Μπορεί να είχαν περάσει πέντε χρόνια από την υποτίμηση, αλλά ενώ για τους δημοσιονομικούς, νομισματικούς και τους στόχους των ισοζυγίων οι αριθμοί ήταν σαφώς βελτιωμένοι, οι μισθοί παρέμεναν καθηλωμένοι και οι προοπτικές κοινωνικής ανέλιξης ήταν αναιμικές.
Τέλος, οι συνεχείς διασπάσεις του κέντρου, ο πολυκομματισμός, αλλά και οι ατέρμονες διεργασίες μεταξύ κυρίως του Σοφοκλή Βενιζέλου και του Γεωργίου Παπανδρέου για την αρχηγία του φιλελεύθερου χώρου είχαν κουράσει χιλιάδες κεντρώους ψηφοφόρους, πολλοί εκ των οποίων στράφηκαν προς την ΕΔΑ. Σύμφωνα, λοιπόν, με πολλούς εκλογολόγους, μια πιο προσεκτική ανάλυση των τεκταινομένων της δεκαετίας του 1950 – και δη του δεύτερου μισού – θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ασφαλή πρόβλεψη της ανόδου της Αριστεράς. Παρόλα αυτά το 24,45% έχει παραμένει στη συλλογική μνήμη ως η μεγάλη ανατροπή της μετεμφυλιακής εποχής.
Έως τον Μάιο του 2012 ο ελληνικός δικομματισμός, αποτελούμενος από το δίπολο ΠΑΣΟΚ – ΝΔ, φάνταζε ακλόνητος, ασχέτως των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων. Άλλωστε, σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης δεν υπήρξαν εκλογικά μηνύματα που να υποδείκνυαν το αντίθετο. Αν εξαιρέσει κανείς το ιστορικό χαμηλό της Νέας Δημοκρατίας τον Οκτώβριο του 2009, αποτέλεσμα που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται αφενός στην κούραση από τον τρόπο διακυβέρνησης της περιόδου 2004-2009 και αφετέρου στην προγραμματική οδό που ακολούθησε ο Κώστας Καραμανλής προαναγγέλλοντας τη λήψη σκληρών δημοσιονομικών μέτρων σε περίπτωση επανεκλογής, τα δύο κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία σπανίως συγκέντρωναν κάτω από το 80%- 85% των ψήφων.
Όλα αυτά άλλαξαν στις κάλπες του Μαΐου 2012.
Η Νέα Δημοκρατία έπεσε στο 18,85% και το ΠΑΣΟΚ στο 13,18%, χάνοντας μάλιστα τη δεύτερη θέση από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα. Η μεν συντηρητική παράταξη χτυπήθηκε κυρίως από τα δεξιά της και συγκεκριμένα από το νέο κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων (10,6%) και τη ναζιστική Χρυσή Αυγή (6,97%) και σε δεύτερο βαθμό από τον κεντρώο χώρο, με την εμφάνιση της Δημοκρατικής Συμμαχίας και της Δημιουργίας Ξανά (κανένα από τα δύο κόμματα δεν μπήκε στη Βουλή, αλλά συνολικά συγκέντρωσαν 4,7%). Το δε ΠΑΣΟΚ θεωρήθηκε από σημαντικότατο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας όχι μόνο διαχρονικά υπαίτιο για τις αιτίες που οδήγησαν στην οικονομική κρίση, αλλά και υπεύθυνο για τους εξαιρετικά σκληρούς όρους του πρώτου Μνημονίου.
Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ αφενός πλαισίωσε το ισχυρό αντιμνημονιακό κύμα της εποχής, αφετέρου βασίστηκε σε δύο καίρια πολιτικά επιχειρήματα: «Εμείς δεν κυβερνήσαμε, άρα δεν φταίμε για την κρίση» και «Εμείς δεν κλέψαμε». Το 16,78% που έλαβε στις εκλογές ήταν η απαρχή της επερχόμενης ανόδου προς την εξουσία.
Το παρασκήνιο
Σημαίνοντα στελέχη του Κόμματος των Φιλελευθέρων συνιστούσαν στον Ελευθέριο Βενιζέλο να μην προχωρήσει στην προκήρυξη των εκλογών για την 1η Νοεμβρίου του 1920 κι ενώ ακόμα η Ελλάδα βρισκόταν σε εκστρατεία στα εδάφη της Μικράς Ασίας.
Ο ίδιος όμως αφενός είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται το έλλειμμα νομιμοποίησης της κυβέρνησής του, αφετέρου αισθανόταν πανίσχυρος μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών.
Ο υπουργός της ΕΡΕ και μετέπειτα αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Γεώργιος Ράλλης είχε προειδοποιήσει το 1958 τον Καραμανλή ότι με το εκλογικό σύστημα που επελέγη για τις εκλογές του Μαΐου υπήρχε κίνδυνος να βγει δεύτερο κόμμα η ΕΔΑ.
Ο Ράλλης, ο Παπαληγούρας, καθώς και άλλα στελέχη της κυβέρνησης αποχώρησαν τότε από την ΕΡΕ, αφενός λόγω της διαφωνίας τους με τον Καραμανλή για το εκλογικό σύστημα, αφετέρου διαμαρτυρόμενοι για τον αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης του Μακεδόνα πρωθυπουργού. Η κίνησή τους χαρακτηρίστηκε από μερίδα του τύπου ως αποστασία. Στο σχεδιασμό του εκλογικού συστήματος έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο ο Γεώργιος Παπανδρέου. Ο μετέπειτα «Γέρος της Δημοκρατίας» αρεσκόταν από την εποχή του Μεσοπολέμου να εκπονεί εκλογικά συστήματα, ανάλογα με την εκάστοτε συγκυρία. Ήταν αυτός που έφτιαξε το σύστημα της λεγόμενης «στενοευρείας» για τις εκλογές του 1923, που αποτέλεσε τη βασική αιτία της αποχής των Λαϊκών από τις κάλπες.
Η Νέα Δημοκρατία και ο αρχηγός της Αντώνης Σαμαράς πίεζαν διαρκώς για τη συντόμευση του βίου της κυβέρνησης Παπαδήμου και τη διεξαγωγή εκλογών. Η καταψήφιση της κυβέρνησης Παπαδήμου από τον Πάνο Καμμένο οδήγησε στη διαγραφή του από Νέα Δημοκρατία, ενώ η άρνηση 21 βουλευτών του κόμματος να υπερψηφίσουν το δεύτερο Μνημόνιο στις 12 Φεβρουαρίου 2012 οδήγησε στην έξοδό τους από την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Οι διαγραφέντες αποτέλεσαν τη μήτρα για τη γέννηση των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Από το κόμμα είχε διαγραφεί το 2010 η Ντόρα Μπακογιάννη, διότι υπερψήφισε το μνημόνιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Ο Πρόεδρος της Βουλής του 2009 Φίλιππος Πετσάλνικος και ο πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ Ρουμελιώτης ήταν τα δύο πρώτα πρόσωπα που είχαν ακουστεί ως πιθανοί πρωθυπουργοί μετά την παραίτηση του Γ. Παπανδρέου.
Ο δεύτερος μάλιστα φέρεται να είχε επιβιβαστεί τότε στο αεροπλάνο για να ταξιδεύσει από την Ουάσινγκτον στην Αθήνα. Τελικά προτιμήθηκε ο Λουκάς Παπαδήμος, κατόπιν συνεννοήσεως και με τους δανειστές.65,10% ήταν η συμμετοχή στις εκλογές του Μαΐου 2012. Οι περίπου 6,5 εκατομμύρια Έλληνες που ψήφισαν ήταν οι περισσότεροι της τελευταίας δεκαετίας.
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος υπήρξε μακράν ο δημοφιλέστερος Έλληνας βασιλιάς. Γνωστός και ως «κουμπάρος», καθώς είχε ορίσει νονούς της κόρης του Σοφίας τον Στρατό και τον Ναυτικό εν σώματι, σύχναζε στα καφενεία της Αθήνας και του άρεσε να κάνει παρέα με τις λαϊκές τάξεις. Βωμολοχούσε συστηματικά και σε καμία περίπτωση δεν διακρινόταν από τα βασιλικά ήθη της εποχής.
Ο Δημήτριος Γούναρης ήταν ο αντίπαλος του Βενιζέλου στις καταστροφικές εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920. Παρότι ξεκίνησε την πολιτική καριέρα του ως μεταρρυθμιστής και μέλος της ομάδας των «Ιαπώνων», ο Γούναρης επελέγη από τον Κωνσταντίνο να εκπροσωπήσει την πιο σκληρή μορφή της εθνικοφροσύνης και της συντήρησης. Δύο χρόνια μετά τον εκλογικό θρίαμβο του 1920, ήταν ένας εκ των έξι εκτελεσθέντων, ως υπαίτιος της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Ο Γιάννης Πασαλίδης, πολιτική προσωπικότητα κοινής αποδοχής για το ήθος και το ύφος του, ήταν ο επικεφαλής της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς στις εκλογές του 1958. Μαιευτήρας – γυναικολόγος με καταγωγή από τη Γεωργία, ο Πασαλίδης βρέθηκε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 στη Θεσσαλονίκης, όπου και βοήθησε αφιλοκερδώς εκατοντάδες γυναίκες πρόσφυγες να φέρουν στον κόσμο τα παιδιά τους. Έχαιρε τεράστιας εκτίμησης στον προσφυγικό – και όχι μόνο – πληθυσμό της πόλης. Στην επαναληπτική βουλευτική εκλογή που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 1953 στη Θεσσαλονίκη, ο Πασαλίδης παραλίγο να ξεπεράσει την υποψήφια του Συναγερμού Ελένη Σκούρα. Έχασε μόλις με 4.068 ψήφους διαφορά και αναδείχθηκε δεύτερος, μπροστά από την υποψήφια των Φιλελευθέρων Βιργινία Ζάννα, με διαφορά περισσότερων από 19.000 ψήφων.
Ο Ηλίας Ηλιού ήταν ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΕΔΑ στη Βουλή του 1958. Κατεξοχήν κοινοβουλευτικός άνδρας διακρίθηκε για τις μνημειώδεις παρεμβάσεις του τα ταραγμένα μετεμφυλιακά χρόνια. «Θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα» ήταν μια από τις πιο χαρακτηριστικές φράσεις του που έμειναν στην ιστορία.