Ας δούμε πρώτα τι λένε οι αριθμοί για τις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία. Το 2018 ο Ερντογάν είχε πάρει 52,6% και το 2014, 51,8% δηλαδή η φθορά του είναι της τάξεως του 2,5-3%, αμελητέα μετά από 20 χρόνια διακυβέρνησης. Και αυτό με αύξηση της συμμετοχής που έφτασε κοντά στο 90%.
Του Σωτήρη Ρούσσου*
Η ενωμένη αντιπολίτευση υπό τον Κιλιτσντάρογλου (44,9%) πήρε λιγότερο από το άθροισμα των ψήφων που πήραν, στις προεδρικές εκλογές του 2014,τα κόμματα που υποστηρίζουν σήμερα την υποψηφιότητά του δηλαδή το άθροισμα των Ιντσέ, Ντερμιτάς και Ακσενέρ (46,3%). Υπάρχουν κάποιες σοβαρές αλλαγές στην κοινωνική δομή της Τουρκίας που δεν έχουμε αντιληφθεί και γι’ αυτό επανερχόμαστε όλοι σε Ελλάδα και διεθνώς στο μάλλον ξεπερασμένο πια δίπολο κεμαλικοί-ισλαμιστές. Πρέπει να αναζητήσουμε άλλα δίπολα και διαχωριστικές γραμμές στην σημερινή Τουρκία.
Υπάρχει πια μια σοβαρή πόλωση μεταξύ των μεγάλων μητροπολιτικών κέντρων (Κωνσταντινούπολη, Άγκυρα, Σμύρνη) και των παραλίων από τη μια μεριά και της περιφέρειας της κεντρικής και βόρειας Τουρκίας (παράλια Ευξείνου), από την άλλη, που αντανακλά διαφορετικά οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά προτάγματα. Οι δεύτερες είναι περιοχές όπου κυριαρχούν μεσαία στρώματα, θρησκευόμενα με συντηρητική, πατριαρχική πρόσληψη της πολιτικής, που όμως δεν υποστηρίζουν υποχρεωτικά μια ισλαμιστική ατζέντα. Πρόκειται μάλιστα για στρώματα που έχουν αποκτήσει ευμάρεια και πολιτική ισχύ κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης από τον Ερντογάν και δεν είναι διατεθειμένα να τον εγκαταλείψουν σε μια κρίση που διαρκεί 2-3 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι μια υποψηφιότητα τύπου Ιμάμογλου που εκπροσωπεί κατεξοχήν τον πρώτο πόλο δεν θα είχε σοβαρές πιθανότητες να διεισδύσει εκλογικά στον δεύτερο. Πολλώ δε μάλλον που ο ετερόκλητος χαρακτήρας του αντιπολιτευτικού συνασπισμού ήταν αποκλειστικά αντι-ερντογανικός χωρίς ουσιαστικό προγραμματικό λόγο. .
Το ερντογανικό καθεστώς ελέγχει βέβαια το κράτος αλλά αυτό δεν είναι επαρκής λόγος για την ήττα της αντιπολίτευσης. Αλλιώς θα είχε βγει από σήμερα ο Ερντογάν και δεν θα περίμενε 2 βδομάδες για να πάρει ένα 0.6% που χρειάζεται για την επανεκλογή. Ούτε βέβαια η επιλογή Κιλιτσντάρογλου είναι επαρκής λόγος αφού και το ότι επέλεξαν αυτόν και όχι τον Ιμάμογλου είναι μέρος της παθολογίας της τουρκικής αντιπολίτευσης. Ο Κιλιτσντάρογλου ήταν ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής σε μια συμμαχία που έφτασε στα όρια της διάλυσης μερικούς μήνες πριν από τις εκλογές.
Τελικά η δημόσια υποστήριξη του διεθνούς παράγοντα, δηλαδή των δυτικών δυνάμεων και των μέσων τους, αποδεικνύεται πολύ βλαπτική για αυτούς που την εισπράττουν, ιδιαίτερα σε μη δυτικές χώρες. Είναι φανερό πια ότι η ήπια ισχύς της Δύσης έχει μειωθεί δραματικά σε μεγάλο μέρος του πλανήτη.
Η Τουρκία έχει αλλάξει άρδην στην εικοσαετία του Ερντογάν. Είναι πια, σύμφωνα με τον Economist, η ενδέκατη οικονομία στον κόσμο και διεκδικεί μια ηγετική θέση στη νέα τάση «αδεσμεύτων» κρατών που επιθυμούν ισόρροπη σχέση, κυρίως οικονομική, και με τη Δύση και με τις αναδυόμενες μεγάλες δυνάμεις, ειδικά την Κίνα. Στην Τουρκία σήμερα ο ηγεμονικός πολιτικός λόγος δεν παράγεται πια από τις δυτικότροπες ελίτ των μητροπολιτικών κέντρων αλλά από συντηρητικά στρώματα της ενδοχώρας που αναδείχθηκαν πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά στις δύο τελευταίες δεκαετίες και που φαίνεται ότι τα γνωρίζουμε λίγο.
*Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών. Το βιβλίο του «Επανάσταση και Εξέγερση στη Μέση Ανατολή» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg