«Η Αριστερά τύπτει τα στήθη της, βάζει στάχτη στα μαλλιά της, αυτομαστιγώνεται, την κεφαλήν του Ιωάννου επί πίνακι ζητά. Αλλά σύντροφοι και φίλοι ο κόσμος δεν γυρίζει γύρω σας είτε κάνετε το σωστό είτε το λάθος. Κοιτάξτε τη μεγάλη εικόνα, ψάξτε γιατί νίκησε ο αντίπαλος, όχι μόνο γιατί χάσαμε εμείς. Είναι μεγαλύτερα τα διακυβεύματα σήμερα στην Ελλάδα. Το γράφαμε δυο χρόνια πριν με τη Μυρσίνη Ζορμπά, φωνή βοώντων εν τη ερήμω. Ας το ξαναδούμε τώρα. Πολιτική δεν υπάρχει όταν νομίζεις ότι μπορείς όλα να τα καταφέρεις. Η πολιτική είναι πρωτίστως απορία. Δηλαδή αναζήτηση πόρου, αναζήτηση μονοπατιού από τον δαίδαλο που σε ξαναγυρίζει στο ίδιο σημείο»
Τα παραπάνω γράφει σε ανάρτησή του στα social o ιστορικός Αντώνης Λιάκος και παραπέμπει στο παρακάτω άρθρο που συνυπογράφουν με της Μυρσίνη Ζορμπά και είχε δημοσιευτεί στη Εφημερίδα των Συντακτών στις 27 Ιουνίου του 2021:
«Πού βρισκόμαστε σήμερα, στο μέσο της κυβερνητικής θητείας; Χρειάζεται να αντιληφθούμε τις βαθύτερες τάσεις πέρα από τα κυβερνητικά ή αντιπολιτευτικά στερεότυπα. Ο υπό ανασυγκρότηση αστισμός δεν είναι η μετεμφυλιακή Δεξιά του παρακράτους και του Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια. Δεν είναι ο ενοχικός αστισμός της Μεταπολίτευσης, ούτε οι ηττημένοι σνομπ του ’80. Δεν είναι το μετέωρο βήμα του εκσυγχρονισμού του ’90, αλλά ούτε και η άκρα δεξιά. Η ανασυγκρότηση του ελληνικού αστισμού σχεδιάστηκε ως ένα ευρύ στρατηγικό σχέδιο βαθιών δομικών αλλαγών που αναθεωρούν περίπου μισό αιώνα από τη Μεταπολίτευση.
Το επιτελικό κράτος άλλαξε τον υπουργοκεντρικό χαρακτήρα της κυβέρνησης, διαχωρίζει τη διακυβέρνηση από τη διοίκηση, εισάγει τον προγραμματισμό και το επιχειρηματικό μάνατζμεντ στην πολιτική, αν και αδιαφορεί για τη διαφάνεια και τη νομιμότητα. Η οικονομική πολιτική συνδυάζει τον ευρωπαϊκού τύπου νεοφιλελευθερισμό με μια καινοφανή, μετα-Covid, κεϊνσιανού τύπου πολιτική, που η ελληνική εκδοχή της σημαίνει διοχέτευση πόρων στους ημετέρους.
Η βίαιη καταπάτηση των δικαιωμάτων στους πρόσφυγες/μετανάστες και η αστυνομική βαναυσότητα συνδυάζεται με την επιδίωξη και την επίδειξη πολιτισμικού κεφαλαίου. Η εκκαθάριση των Πανεπιστημίων από τους φτωχούς παρείσακτους (το ένα τρίτο των φτωχών παιδιών που δεν τους επιτρέπεται η είσοδος) συνδυάζεται με τη δημιουργία πρότυπων σχολείων σε όλη τη χώρα, για να έχουν πρόσβαση και προσδοκίες τα παιδιά που δεν μπορούν να φοιτήσουν στα ιδιωτικά.
Το master plan της κυβέρνησης και του επιτελικού κράτους είναι η στεγανοποίηση της εξουσίας, που συνοδεύεται από αδιαφάνεια. Ο ελληνικός αστισμός είδε δύο φορές να απειλούνται τα ερείσματά του, αρχικά στη Μεταπολίτευση και έπειτα στην κρίση. Δεν πρέπει να παραβιάσουν οι πληβείοι το άδυτο της εξουσίας ξανά, όπως την πρώτη περίοδο του ΠΑΣΟΚ το 1981 και όπως ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Πλήρες σφράγισμα όλων των αρμών εξουσίας σε όλα τα πεδία: από την τοπική αυτοδιοίκηση ώς το Πανεπιστήμιο· αλλοίωση του εκλογικού σώματος· έλεγχος και καθοδήγηση της πληροφόρησης.
Ο δεύτερος στόχος αφορά τη χρησιμοποίηση του κράτους και τη διοχέτευση πόρων -οικονομικών, πολιτισμικών, κύρους κλπ.- από τον δημόσιο προς τον ιδιωτικό τομέα. Το Πρόγραμμα Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι παράδειγμα. Η ανάλυση των στοιχείων του δείχνει πως η μεθόδευση αυτή δεν αφορά μόνο τους σημαντικούς ευρωπαϊκούς πόρους, αλλά δημιουργεί έναν μόνιμο μηχανισμό.
Επαναλαμβάνεται στην ασφάλιση, στο νέο ΕΣΥ που θα στηρίζεται και στον ιδιωτικό τομέα, και στις ετεροβαρείς συμπράξεις δημοσίου-ιδιωτικού τομέα. Δεν πρόκειται για τη συρρίκνωση του κράτους -σύμφωνα με τα νεοφιλελεύθερα δόγματα- αλλά για τη χρήση του ως εργαλείου κοινωνικής αναδιανομής. Οχι από τους λίγους στους πολλούς, όπως το κράτος πρόνοιας. Ακριβώς αντίστροφα. Η επιλεκτικότητα της διοχέτευσης των πόρων λειτουργεί ως κοινωνική μηχανική. Οι στόχοι έχουν περιγραφεί στην έκθεση Πισσαρίδη.
Αυτοί οι σκοποί αγιάζουν τα μέσα, που δικαιολογείται να είναι σκληρά, αυστηρά απέναντι στις υπάλληλες τάξεις, απαλλαγμένα από επιτρεπτισμούς, συμβιβασμούς και χαλαρότητα. Οι διαμαρτυρίες για άδικα μέτρα, παράνομες αναθέσεις, αναξιοκρατικούς διορισμούς, άνομες συμβάσεις, περιφρόνηση των κοινοβουλευτικών κανόνων, παραβιάσεις της νομιμότητας αντιμετωπίζονται με αδιαφορία από την κοινή γνώμη γιατί η διακυβέρνηση δεν κρίνεται ως προς τη νομιμότητά της, αλλά ως προς την αποτελεσματικότητά της. Η νομιμότητα θεωρείται παρακολούθημα της γραφειοκρατίας, της καθυστέρησης, της γκρίνιας, της μιζέριας.
Το νέο μπλοκ εξουσίας είναι συνεκτικό, με ισχυρά υλικά συμφέροντα, πολιτικούς και κοινωνικούς δεσμούς και κυρίως κοινές πολιτισμικές αναφορές. Συγκροτείται με ταχύτητα ένα νέο καθεστώς αλήθειας. Εξ ου η αδιαφορία και η περιφρόνηση στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης. Δεν επιδιώκει απλώς βραχύβιες πολιτικές νίκες. Ανασυγκροτεί τον αστισμό καταργώντας κάθε προηγούμενο κοινωνικό συμβόλαιο, ξαναγράφοντας τους νέους κανόνες και θέτοντας, το ένα μετά το άλλο, τα πλαίσια και τους όρους πολιτικής έκφρασης και δράσης, θεσμικής νομιμότητας, κοινωνικής συμβίωσης και τα πρωτόκολλα συμπεριφοράς.
Δεν το ενδιαφέρει η κοινωνική συνοχή, αντίθετα ευαγγελίζεται τον ανταγωνισμό των φιλελεύθερων ατόμων για τις ευκαιρίες που εκείνο κατά περίπτωση θα ορίζει. Η κοινωνία δεν υπάρχει ως έννοια, τα άτομα χωρίζονται σε φοβικά και τολμηρά, ικανά και ανίκανα, νικητές και ηττημένους, παλιομοδίτες και καινοτόμους, αμετάπειστους νοσταλγούς του παρελθόντος και ριψοκίνδυνους οραματιστές του μέλλοντος, ιδεοληπτικούς και μιζεραμπιλιστές έναντι μαχητών και επιτυχημένων. Ο νέος κόσμος δεν τους χωρά όλους. Καλεί όμως όλους να ανταγωνιστούν για μια θέση σ’ αυτόν. Ακόμη και οι χαμένοι από χέρι δύσκολα θα απορρίψουν την πρόσκληση.
Αυτό είναι το στοίχημα που παίζεται, αυτό το πλαίσιο ξεδιπλώνεται σε όλη την έκταση των δομικών αλλαγών στην οικονομία, στους θεσμούς, στην κοινωνία, στα συμβολικά νοήματα. Τα μεγάλα έργα, οι οικονομικές συμφωνίες και συμπράξεις, η αποδιάρθρωση της αγοράς εργασίας και της δημόσιας εκπαίδευσης, η κερδοσκοπία των ακινήτων, οι λεόντειες συμφωνίες υπέρ των τραπεζών, η διοχέτευση του δημόσιου πλούτου και χώρου σε ιδιώτες, η καταπάτηση του δημοσίου συμφέροντος και η άρνηση λογοδοσίας είναι το πρώτο εργοτάξιο ανασυγκρότησης, που επιδιώκει να εξασφαλίσει μετά τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης πεδία επιχειρηματικού κέρδους και κερδοσκοπίας χωρίς όρια, χωρίς ρίσκο, με γενναιόδωρες ροές και εγγυήσεις του Δημοσίου.
Αλλά δεν αρκεί, χρειάζεται και δεύτερο εργοτάξιο για να ανασυγκροτηθεί ο αστισμός ως ηγεμονία και φαντασιακός παράδεισος. Να σβήσουν οι μνήμες των λαθών της διαχείρισης της κρίσης, των αιτίων και πρωταιτίων που οδήγησαν σ’ αυτήν, να ξαναγραφεί η ιστορία της Μεταπολίτευσης, να καταργηθούν οι διαχωριστικές γραμμές Αριστεράς – Δεξιάς, για να εξαφανιστούν τα επικίνδυνα νοήματα, να αμφισβητηθούν τα ενοχλητικά δικαιώματα, να γίνει παραδοξότητα η κοινωνική κινητικότητα, να ενοχοποιηθούν οι λαϊκές πρακτικές, να επιβληθεί πειθαρχία και υποταγή, τάξη και νόμος και κυρίως αυτή να εσωτερικευτεί ως η νέα ταυτότητα και η μοναδική δίοδος προς κάθε είδους ευκαιρίες -καριέρας, πλουτισμού, κοινωνικής καταξίωσης. Ολα στο κυνήγι της επιτυχίας, στην υπηρεσία της ευτυχιοκρατίας, με ενέσεις αισιοδοξίας.
Με λίγα λόγια, στην ανασυγκρότηση του αστισμού που επιχειρείται σήμερα δεν αρκεί η ριζική συντηρητική αναδιάρθρωση στην οικονομία και τους θεσμούς. Ούτε η επιβολή νέων κανόνων και μεθόδων στο πολιτικό σύστημα, δηλαδή μια αυταρχικού τύπου διακυβέρνηση. Επιζητά ακόμη πιο ριζικές αλλαγές. Ζητά να διαχειριστεί το μεδούλι της ύπαρξης των υποκειμένων για να το αναπλάσει, να ανασυγκροτήσει τις ίδιες τις υποκειμενικότητες ως τέτοιες, τις επιθυμίες, τις ιδέες, τις προσδοκίες, τις στάσεις και τις συμπεριφορές και να τις βάλει σε μια νέα υποδειγματική κοινωνική ροπή και αλληλεξάρτηση.
Είναι μια φιλόδοξη και κοπιώδης ανάπλαση της κοινωνίας με συνείδηση ότι εκπολιτίζει βαρβάρους. Ξερίζωμα των παλιών επιβλαβών ιδεών. Βιοπολιτικό φυτώριο μεταλλαγμένων απολιτίκ υβριδίων. Οι πρώτοι σπόροι φυτεύτηκαν στην περίοδο της κρίσης ως ενοχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας για την υστέρησή και την απόκλισή της από τον κανόνα. Ως εσωτερίκευση του μνημονιακού υπερεγώ, ως σύνδρομο αντι-ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικό και πολιτισμικό.
Παράλληλα με τη στεγανοποίηση από την Αριστερά πρέπει να διορθωθούν όλες οι «ελαττωματικές ιδέες» που ξεφυτρώνουν στην κοινωνία, να σβήσουν οι ουτοπικές προσδοκίες, να ευθυγραμμιστούν οι πολίτες στην υπακοή και τον θαυμασμό απέναντι στον αστισμό ως ανώτερο τρόπο ζωής, ως μοναδικό ιδεώδες. Τους το προτείνουν επιτυχημένοι επιχειρηματίες, φιλάνθρωποι και φιλότεχνοι, προβεβλημένοι συνταγματολόγοι και διανοούμενοι, κοσμοπολίτες βασιλικοί γόνοι και πρωταθλητές, επικοινωνιολόγοι και ΜΜΕ, θινκ τανκς και κοινωφελή πολιτιστικά ιδρύματα.
Εχουν ανεβάσει ταχύτητα οι μηχανές παραγωγής αναπαραστάσεων των προτύπων, έχουν οργανωθεί τα φυτώρια απολίτικης ναρκισσιστικής συνείδησης νέων, όλα είναι έτοιμα για το μεγάλο φιλόδοξο εγχείρημα. Οχι, η Ν.Δ. δεν είναι απομονωμένη. Βρίσκεται στο κέντρο ισχυρών δικτύων που δεν είναι κομματικά, αλλά παράγουν και υπηρετούν την ίδια πολιτική.
Το μείζον διακύβευμα είναι οι μεγάλες αλλαγές που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες σήμερα, και μαζί η ελληνική: επιγραμματικά, πράσινη μετάβαση – τέταρτη βιομηχανική επανάσταση.
Ποιες δυνάμεις όμως θα καθοδηγήσουν τις αλλαγές στην κοινωνία και ποιο μοντέλο κοινωνίας θα επιβάλουν; Ο νέος εργασιακός νόμος έδωσε μια πρόγευση του είδους της κοινωνίας που επιδιώκει ο ελληνικός αστισμός. Η Ελλάδα επιστρέφει στα Βαλκάνια, καθώς οι κοινωνικοί δείκτες τη δείχνουν ουραγό της Ευρώπης, κοντά στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία.
Το ερώτημα λοιπόν ποιοι επωφελούνται και ποιους αποκλείει η ανασυγκρότηση του ελληνικού αστισμού θα αποτελεί από δω κι εμπρός το κρίσιμο ζήτημα. Συμπεριληπτική ανάπτυξη ή κοινωνικός ακρωτηριασμός; Με ποιες συμμαχίες και διαδικασίες μπορεί να συγκροτηθεί το αντίπαλο δέος, το πολιτικό υποκείμενο που θα καθοδηγήσει τη χώρα μέσα από τις μεγάλες αλλαγές και τις μεγάλες κρίσεις;»