Πέραν του ότι ούτως ή άλλως η ψήφος είναι μυστική, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να αποκαλύψω το τι ψήφισα σε αυτές τις εκλογές. Θα εξομολογηθώ όμως ότι δηλώνω προκαταβολικά “κοψοχέρης” όποιο και να είναι το αποψινό αποτέλεσμα και αυτό διότι έχω την πεποίθηση ότι κάτι παρόμοιο αισθάνονται εκατοντάδες, αν όχι και χιλιάδες άλλοι ψηφοφόροι.
Η αλήθεια είναι λοιπόν ότι αυτή τη φορά, μετά από 45 και πλέον χρόνια συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία ψήφισα με βαριά καρδιά κάνοντας μία επιλογή που μετά βίας εκφράζει ένα 0,5% των όσων πιστεύω σε σχέση με το ατομικό και συλλογικό μας παρόν και μέλλον. Ποσοστό… νικοτίνης σε ένα ελαφρύ τσιγάρο δηλαδή και πάλι όμως μεγαλύτερο από εκείνο όσων έχω απορρίψει.
Δεν είναι όμως μόνο το ελάχιστο ποσοστό ταύτισης με ένα πολιτικό κόμμα που βαραίνει το χέρι καθώς βάζει το ψηφοδέλτιο στο φακελάκι. Είναι η απόσταση που χωρίζει τα προγράμματα όλων των κομμάτων από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας αλλά και από τις νέες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουμε στο προσεχές μέλλον. Κλιματική αλλαγή, οικονομικές, ενεργειακές και γεωπολιτικές πολυκρίσεις, κατάρρευση του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος, αδυναμία προσδιορισμού ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου που θα αντικαταστήσει το σημερινό αποτυχημένο μοντέλο της υποτιθέμενης “βαριά βιομηχανίας” και μονοκαλλιέργειας του τουρισμού, η έλλειψη κάθε αναφορά στον πρωτογενή τομέα παραγωγής αλλά και η έλλειψη προτάσεων για την αντιμετώπιση του θηριώδους ιδιωτικού και δημόσιου χρέους, του δημογραφικού προβλήματος της χώρας.
Τα προγράμματα των κομμάτων εξουσίας μοιάζει να είναι κυριολεκτικά εκτός τόπου και χρόνου ή στην καλύτερη περίπτωση θυμίζουν λογιστικά φύλλα κάποιας μικρομεσαίας επιχείρησης ενώ των μικρότερων κομμάτων θυμίζουν ουτοπίες φτιαγμένες με υλικά του 19ου ή των αρχών του 20ου αιώνα χωρίς νέες επεξεργασίες και οράματα που να μπορούν να που κάτι στις αυριανές γενιές.
Οσο για τα πρόσωπα; Από την κορυφή της ιεραρχίας των πολιτικών κομμάτων έως τη μεσαία και κατώτερη στελεχιακή τους βάση μοιάζει να πρόκειται για όσους είτε ακολουθούν μια προδιαγεγραμμένη επαγγελματική καριέρα λόγω οικογενειακής παράδοσης είτε να προέρχονται από κομματικούς σωλήνες είτε να μην ήταν ικανοί να σταδιοδρομήσουν σε οποιονδήποτε άλλο τομέα. Το επίπεδο του πολιτικού προσωπικού με εξαιρέσεις που μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού είναι αβυσσαλέα κατώτερο όχι μόνο σε σύγκριση με πολιτικούς άλλων ιστορικών περιόδων αλλά ακόμη και με το μέσο όρο στην κοινωνία μας.
Κι όμως, αυτό το ελλειμματικό προσωπικό σπεύδει να βαφτίσει “αντισυστημική” κάθε πρόταση ανανέωσης του πολιτικού και κομματικού συστήματος και “λαϊκισμό” κάθε προγραμματική θέση που επιχειρεί να αντιμετωπίσει τα μεγάλα προβλήματα της καθημερινότητας ή να οραματιστεί ένα καλύτερο μέλλον για εμάς τους πολίτες και τα παιδιά μας.
Αν δε κρίνει κανείς τα κόμματα εξουσίας από τον τρόπο που κυβέρνησαν τα τελευταία 20 χρόνια η λέξη “κυβερνώ” θα πρέπει να αντικατασταθεί με τη λέξη “διαχειρίζομαι” και μάλιστα, όπως έχει άλλωστε ειπωθεί και δημόσια, “βλέποντας και κάνοντας”. Καμιά προοπτική, καμιά πραγματική διέξοδος από τους δημοσιονομικούς κανόνες που επιβάλλονται ως στενός κορσές από ξένα κέντρα και κεντρικές τράπεζες. Κι όπως είναι επόμενο, όταν δεν υπάρχει πραγματικό περιεχόμενο στον όρο της διακυβέρνησης έτσι στερείται και περιεχομένου η ουσιαστική αντιπολίτευση. Το αποτέλεσμα το είδαμε στις προηγούμενες κάλπες: επιδοκιμάστηκε η κουτσά-στραβά διαχείριση της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης και αποδοκιμάστηκε σκληρά η έλλειψη προγραμματικής αντιπολίτευσης που στερείτο αιχμής αλλά και οράματος για μια ουσιαστική αλλαγή.
Θα μπορούσαμε να γράφουμε σελίδες επί σελίδων για την κρίση εκπροσώπησης των πολιτικών κομμάτων και τις αιτίες τους που βρίσκονται τόσο εντός του πολιτικού συστήματος όσο και στον τρόπο λειτουργίας των ΜΜΕ αλλά και των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων καθώς και στην αποδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών και τα κενά στην πολιτική και ιστορική μας παιδεία. Ωστόσο εκείνο που στην πραγματικότητα συμβαίνει είναι ότι όλα ανεξαιρέτως τα πολιτικά κόμματα, από τα μεγαλύτερα ως τα μικρότερα εκπροσωπούν “επάξια” έναν Παλιό Κόσμο που μετά βίας πλέον στέκεται στα πόδια του και που ανά πάσα στιγμή θα πέσει και θα μας πλακώσει θάβοντας μαζί κάθε προοπτική για το μέλλον.
“Και τότε γιατί πήγες να ψηφίσεις;” ίσως κάποιος ρωτήσει. Η απάντηση είναι πως ψήφισα, έστω και με βαριά καρδιά, διότι θεωρώ ακόμη πως η ψήφος στις εκλογές είναι ΚΑΙ δικαίωμα αλλά ΚΑΙ υποχρέωση. Είναι η ελάχιστη υποχρέωση που έχουμε έτσι ώστε να υπερασπιστούμε τη Δημοκρατία και τα δημοκρατικά δικαιώματα που κινδυνεύουν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Εστω κι αν αυτή ή Δημοκρατία είναι βαριά τραυματισμένη.
Δυστυχώς ο Παλιός Κόσμος θα επιχειρήσει να επιβιώσει για άλλα τέσσερα δύσκολα χρόνια χωρίς να διαφαίνεται κάτι καινούργιο να έρχεται από το μακρινό ορίζοντα. Ας ελπίσουμε ότι θα καταφέρουμε κι εμείς, ως κοινωνία να επιβιώσουμε έστω και χωρίς ελπίδα να αλλάξει κάτι προς το καλύτερο. Κουράγιο λοιπόν!