Ωχ, άντε πάλι, «οικογενειακές αξίες» και «δημογραφική συρρίκνωση ως εθνική απειλή» και η «υπογεννητικότητα» σαν υπογλώσσιο αντίδοτο στο φεμινισμό; Κάπως έτσι παίζεται στην Πολωνία του Κατσίνσκι, στην Ουγγαρία του Όρμπαν, στην Τουρκία του Ερντογάν. Πίσω ολοταχώς στο 19ο αιώνα;
Αντιγόνη Λυμπεράκη
Μια τυπική αντανακλαστική αντίδραση φεμινίστριας boomer – η δική μου;
Μήπως όμως, σε πείσμα των αυτοματισμών, υπάρχει κάτι ουσιαστικό και χρήσιμο εκεί; Μήπως οι κουρασμένες αυτές λέξεις μπορούν επιτέλους να προλογίσουν μια καθυστερημένη ανταπόκριση σε πραγματικές κοινωνικές προκλήσεις;
Μπορεί, άραγε, η οικογένεια να μην είναι ένας σφιχτός κλοιός αφομοίωσης των νεότερων στα μέτρα των καθωσπρέπει μεγαλύτερων; Μπορεί να μη ρίχνει βαριά σκιά πάνω στην ελευθερία των ανθρώπων; Μπορεί να μην χειραγωγεί τις επιλογές και το χώρο ελευθερίας του κάθε μέλους; Μπορεί, άραγε, να αποκοπεί από την έννοια του εθνικισμού;
Εν τω μεταξύ, εμείς οι boomers έχουμε δει την οικογένεια να προσαρμόζεται και να προσφέρει ένα δημιουργικό κρίκο ανάμεσα στο άτομο και στην κοινωνία. Γνωρίζουμε δηλαδή ότι:
1. Η οικογένεια δεν είναι κάτι αναλλοίωτο και παντοτινά ίδιο. Αλλάζει το μέγεθος, η μορφή, οι ρόλοι, οι λειτουργίες και πολλές από τις αξίες της.
2. Καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι όλων των ηλικιών χωρίζουν, δεν απορρίπτουν κάθε μορφής οικογένεια και συνήθως επανεντάσσονται σε νέες οικογένειες.
3. Με τα χρόνια οι οικογένειες αλλάζουν σχήμα: γίνονται «ψηλόλιγνες», δηλαδή έχουν λιγότερα παιδιά αλλά συνυπάρχουν εν ζωή περισσότερες γενιές. Τρεις και τέσσερις γενιές που χρειάζεται να συνεννοηθούν κάπως μεταξύ τους.
4. Σε πείσμα των παραδοσιακών αρχών, οι σχέσεις στο εσωτερικό νέων μορφών οικογένειας αποδεικνύουν ότι αυτά που οι συντηρητικοί ονομάζουν χάσματα (φυλετικά, εθνικά, σεξουαλικά, συγγενικά) στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν.
5. Ξέρουμε ακόμα ότι ο συνεκτικός δεσμός δεν είναι η βιολογική-γενετική σχέση αλλά οι προσωπικές σχέσεις. Έτσι οι οικογένειες ανασυντίθενται μέσα από πολλαπλούς γάμους και διαζύγια, με ιδιότυπες σχέσεις συγγένειας τόσο οριζόντιες (ετεροθαλή αδέλφια) όσο και κάθετες (όχι μόνο δύο γονείς, όχι μόνο τέσσερις παππούδες/γιαγιάδες).
6. Γνωρίζουμε ότι κόντρα στα στερεότυπα και στις ιδεοληψίες, οι γυναίκες που εργάζονται κάνουν περισσότερα παιδιά.
7. Δυστυχώς επίσης γνωρίζουμε ότι τα παραδοσιακά στερεότυπα και η κρυμμένη βία κοστίζουν πολύ στην ελευθερία και ποιότητα ζωής των ανθρώπων αλλά και της κοινωνίας.
8. Ξέρουμε, τέλος, ότι η κοινωνία μας γηράσκει επειδή συμβαίνουν ταυτοχρόνως δύο πράγματα:
Πρώτον, παρατείνεται συνεχώς η διάρκεια της ζωής. Η μακριά ζωή δεν αποτελεί πλέον το προνόμιο λίγων και τυχερών, αλλά μια υπόσχεση για όλους και για όλες. Και γνωρίζουμε ότι οι σημερινοί μεσήλικες και αυριανοί ηλικιωμένοι (δηλαδή η γενιά του Πολυτεχνείου) δεν μοιάζουν ούτε θα μοιάζουν με τους ηλικιωμένους της γενιάς της Πίνδου. Θα έχουν μεν την ίδια ηλικία, αλλά διαφορετική ζωή και ταυτότητα.
Και δεύτερον, ότι οι άνθρωποι στις αναπαραγωγικές ηλικίες κάνουν λιγότερα παιδιά και σε μεγαλύτερη ηλικία, τα οποία όμως φροντίζουν πολύ εντατικότερα.
Η οικογένεια δεν είναι ένα και μόνο πράγμα -έρχεται σε πολλά μεγέθη, χρώματα και σχήματα. Μέσα στη συνεχή κίνηση προσαρμογής, η οικογένεια παραμένει το βασικό κύτταρο κοινωνικής συνύπαρξης και οργάνωσης της ιδιωτικής μας ζωής -της μοναδικής ζωής που έχουμε, δηλαδή.
Τι θα περίμενα, λοιπόν, από το εξαγγελθέν Νέο Υπουργείο προκειμένου να στηρίξει τις οικογένειες στους νέους τους όλους;
Θα ήθελα να μιλάει για τις οικογένειες -στον πληθυντικό, όχι για την οικογένεια.
Θα ήθελα να έχει κάτι να πει για τις διαφορετικές ηλικίες και γενιές, κάτι ταιριαστό στις ξεχωριστές ανάγκες της καθεμιάς. Για παράδειγμα, η γενιά Ζ (νέα άτομα που γεννήθηκαν μετά το 2000) έχει διαφορετικές ανάγκες και κώδικες επικοινωνίας.
Θα ήθελα να κατανοεί τα διαφορετικά επίδικα και ζητούμενα κάθε φάσης της ζωής. Για παράδειγμα να αντιλαμβάνεται το δίλημμα των γυναικών 50-67 ανάμεσα στην απασχόληση και στην ανάγκη να φροντίσουν εγγόνια και υπερήλικες γονείς.
Θα ήθελα να βοηθήσει τους μικρούς να ζήσουν καλύτερα σε έναν κόσμο αλλαγών και απρόβλεπτων εξελίξεων -κοινωνικών και τεχνολογικών, να διαχειριστούν με τον καλύτερο τρόπο μια μακρά ζωή.
Να προσφέρει ευκαιρίες προσαρμογής για αλλαγές επαγγελματικών ταχυτήτων και διαδρομών. Να μην είναι οι άνθρωποι αβοήθητοι απέναντι στις ανάγκες των παιδιών και των γονιών τους, να μην είναι μοναχικοί διαιτητές σε μια μάχη γενεών που τους συνθλίβει στο μέσον.
Να στηρίξει τους μεγαλύτερους σε ηλικία, από τα 65 ως τα 80, ώστε να παραμείνουν ενεργοί, οικονομικά δημιουργικοί και ανεξάρτητοι για όσο περισσότερο μπορούν και επιθυμούν. Το χρειάζονται οι ίδιοι αλλά τους χρειάζεται και η κοινωνία.
Να μην παραβλέψει τις ανάγκες και τις προτεραιότητες όσων είναι πάνω από 80 χρονών, να μην ξεχάσει ότι έχουν κι αυτοί δικαιώματα. Δεν είναι οι ναυαγοί του πλοίου της νεότητας-πρέπει να αντιμετωπίζονται με σεβασμό και αξιοπρέπεια.
Ειδικότερα όμως, οι προσδοκίες οι δικές μου έχουν ταυτότητα.
Η φεμινίστρια μέσα μου γνωρίζει ότι χάσμα φύλου σε όλα τα στάδια (από τα κοριτσάκια με τα κοτσιδάκια μέχρι την προγιαγιά τους) υποσκάπτει την ανάπτυξη.
Η οικονομολόγος μου ψιθυρίζει ότι μια οικονομία που αξιοποιεί όλες τις δεξαμενές δημιουργικότητας θα ευημερεί και, κυρίως, θα είναι περισσότερο ανθεκτική στις αβεβαιότητες και στις κρίσεις.
Η εκπαιδευτικός μέσα μου επιχειρηματολογεί υπέρ της άποψης ότι η εκπαίδευση δεν είναι μόνο για τα παιδιά, ούτε χορηγείται αποκλειστικά στο ξεκίνημα της ζωής.
Η πολίτις στο μυαλό μου αφηγείται πολλαπλές εκδοχές οικογένειας, με ποικιλία γονέων, συνύπαρξη σεξουαλικών προσανατολισμών, με ευκολία υιοθεσιών και με κοινό παρονομαστή το σεβασμό στην αξιοπρέπεια και στις ατομικές επιλογές.
Είναι δύσκολη η εξίσωση. Η κατανόηση μεταξύ γενεών δοκιμάζεται ακόμα και στις πιο φιλελεύθερες και ανεκτικές οικογένειες. Θα δοκιμαστεί ακόμα περισσότερο με τις δημογραφικές εξελίξεις, δηλαδή της ραγδαία επιταχυνόμενης γήρανσης του πληθυσμού. Και, κακά τα ψέματα, η προχωρημένη ηλικία φέρνει μοιραία ματαιώσεις και απογοητεύσεις, όσο κι αν προσπαθούμε να τις γλυκάνουμε.
Όπως είπε ο Teddy Roosevelt, «το γήρας είναι όπως όλα τα άλλα: για να το κάνεις καλά πρέπει να αρχίσεις νωρίς».
Από τα πρώτα χρόνια της ζωής χωρίς διαλείμματα. Μπορεί άραγε το νέο Υπουργείο να συμβολίσει μια νέα αρχή; Να κάνει ένα αποφασιστικό βήμα προς την ανοιχτή κοινωνία;
(Η Αντιγόνη Λυμπεράκη είναι Καθηγήτρια Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο –Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από το K-Report)