Ορθά έπραξε η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ και αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, την επίσπευση των διαδικασιών για διαρκές συνέδριο και ανάδειξη νέου/ας αρχηγού μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, ακόμα κι αν αυτό είναι σε βάρος του χρόνου που απαιτείται για την απαραίτητη, αυτοκριτική συζήτηση που πρέπει να κάνει για τα αίτια της συντριβής στις τελευταίες εκλογές. Συζήτηση που όμως μπορεί να διεξαχθεί στο έκτακτο συνέδριο του Νοεμβρίου.
Κι έπραξαν σωστά διότι το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δεν θα μπορούσε επ ουδενί να παραμείνει ακέφαλο ή έστω με μεταβατική ηγεσία επί μακρόν καθώς το Φθινόπωρο προβλέπεται κοινοβουλευτικά, οικονομικά και κοινωνικά “καυτό” με αποκορύφωμα τη συζήτηση και την ψήφιση του Προϋπολογισμού του 2024 στο τέλος του έτους. Του πρώτου, μετά από μία τριετία, που θα προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα χωρίς τη χαλαρή δημοσιονομική πολιτική που είχε επιβάλει η πανδημία και η ενεργειακή κρίση.
Ετσι λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα έχει, σε πρώτη φάση, τη δυνατότητα να ανασυνταχθεί και να αναδείξει νέο ηγέτη χωρίς αυτά να σέρνονται στο χρόνο επιτείνοντας την εσωστρέφεια και την φθορά και σε δεύτερη φάση να συζητήσει αναλυτικά τα όσα λάθη έγιναν και να χαράξει νέο πορεία με ορίζοντα τόσο τις ευρωεκλογές όσο και το τέλος της τετραετίας.
Σε κάθε περίπτωση και πέρα από τα ιδεολογικά, πολιτικά και στρατηγικά θέματα στην ατζέντα των δύο συνεδρίων, θα πρέπει να υπάρξει και μία συζήτηση για το ίδιο το όνομα του κόμματος και το τι αυτό σημαίνει τόσο συμβολικά όσο και επί τους ουσίας.
Καλώς ή κακώς το όνομα “ΣΥΡΙΖΑ”, μετά τις ήττες του 2019 και του 2023 φέρει σε μεγάλο βαθμό ένα φορτίο “τοξικότητας” μαζί με τις συμπαραδηλώσεις που φορτώθηκε από το λεγόμενο “αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο”. Κάτι που αν το ίδιο όνομα είχε μία ιστορικότητα (όπως πχ το “ΠΑΣΟΚ”) δεν θα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό και θα ξεπερνιόταν. Ας μην ξεχνάμε ότι σε πολλές χώρες, όπως στην Πορτογαλία, υπάρχουν κόμματα που ονομάζονται “Σοσιαλιστικά” ενώ στην πραγματικότητα ανήκουν στη συντηρητική παράταξη.
Το θέμα λοιπόν είναι η ουσία: Είναι ακόμη ο ΣΥΡΙΖΑ ένας Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και πρέπει να παραμείνει τέτοιος;
Παίρνοντας τις λέξεις με τη σειρά, ο “Συνασπισμός” έπαψε να είναι Συνασπισμός ήδη από το 2013 με την κατάργηση των συνιστωσών και την μετατροπή του σε κόμμα, για την ακρίβεια και σύμφωνα με το καταστατικό του, σε “κόμμα μελών”.
Για το “Ριζοσπαστική” και το “Αριστερά” ίσως χρειαστούμε τη βοήθεια των πρώτων τοποθετήσεων των τεσσάρων, μέχρι στιγμής, υποψηφίων για τη θέση του προέδρου, στην Κεντρική Επιτροπή του περασμένου σαββατοκύριακου. Κανείς τους δεν ανέφερε τη λέξη “ριζοσπαστική” αν και θεωρούμε πως είναι κάτι που θα υπερασπιζόταν, αν ποτέ τεθεί, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και όσοι τον στηρίζουν από του 53+. Σίγουρα ο “ριζοσπαστισμός” δεν αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Έφη Αχτσιόγλου αλλά και το “ριζοσπαστική Αριστερά” δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως είναι ένα θελκτικό κάλεσμα για τους Κεντρώους που επιθυμεί να προσελκύσει ο Νίκος Παππάς.
Για κανέναν από τους τρεις και για διαφορετικούς λόγους, το “Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς” δεν αντανακλά με ακρίβεια το πολιτικό του σχέδιο και όραμα για το μέλλον του κόμματος και τη θέση του στο πολιτικό σκηνικό. Μπορεί να ακούγεται περίεργο αλλά περισσότερο θα ταίριαζε στον Στέφανο Τζουμάκα κι ας μην υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι όμως μάλλον βέβαιο ότι κι εκείνος θα ήθελε να το αλλάξει αν είχε τη σύμφωνη γνώμη της κομματικής βάσης. Μίας βάσης που ίσως αντισταθεί περισσότερο στην αλλαγή του ονόματος για λόγους συναισθηματικούς, ιδιαίτερα το κομμάτι της που ήταν εκεί και συμπορεύτηκε με το κόμμα από τότε που ήταν σκέτο “Συνασπισμός”.