«Σήμερα είναι μία ιστορική ημέρα καθώς φαίνεται να διαμορφώνεται η απαιτούμενη συναίνεση», ανέφερε η υπουργός Εσωτερικών, Νίκη Κεραμέως, μετά τις τοποθετήσεις των εισηγητών και ειδικών αγορητών των κομμάτων επί της αρχής του σχεδίου νόμου «Άρση των περιορισμών για την εγγραφή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εκλογέων εξωτερικού» στην Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής.
Η κ. Κεραμέως, με παρέμβασή της, σχολίασε πως από τη «θετική στάση των κομμάτων της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, των Σπαρτιατών, της Νίκης και της Πλεύσης Ελευθερίας στο νομοσχέδιο φαίνεται να διαμορφώνεται η αυξημένη πλειοψηφία των 200 βουλευτών για την ισχύ του νόμου. Είναι μία ιστορική ημέρα για την Ελλάδα. Θέλουμε να ευχαριστήσουμε πάρα πολύ όλες τις παρατάξεις γι’ αυτό. Θα είμαστε εδώ για να κάνουμε μία ενδελεχή συζήτηση. Θεωρώ μείζονος σημασίας αυτήν την ημέρα, με τη διαμόρφωση αυτής της κοινοβουλευτικής θητείας να υπάρχει μία ιστορική συναίνεση και ευχαριστούμε τα κόμματα για αυτήν τη συνεργασία».
Για παιχνίδι εντυπώσεων εκ μέρους της κυβέρνησης κάνει λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ και την επικρίνει ότι με το νομοσχέδιο που αφορά την άρση περιορισμών για εγγραφή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εκλογέων εξωτερικού, αντιμετωπίζει τους απόδημους Έλληνες ως εκλογικό κοινό, ενώ ενημέρωσε ότι πρόκειται να καταθέσει τροπολογία, η οποία αποτελεί κατά την κρίση του την πιο ολοκληρωμένη πρόταση.
Κατά την επεξεργασία του νομοσχεδίου στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Θεόφιλος Ξανθόπουλος, υπενθύμισε την πρόταση του κόμματός του για την ψήφο όλων των ομογενών και για την εκλογή συγκεκριμένων βουλευτών Επικρατείας, υποστήριξε ότι ανάλογη ήταν τότε και η πρόταση Γεραπετρίτη και καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι αντί να σεβαστεί την ευρεία συναίνεση, που επετεύχθη και να οργανώσει έναν διάλογο ώστε να επιτευχθεί η καινούργια σύνθεση, να αξιολογηθούν οι όροι και οι προϋποθέσεις αλλά και να ενσωματωθούν οι παρατηρήσεις του Συνήγορου του Πολίτη, αίρει τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς οι οποίες έγιναν δεκτές με την ευρεία πλειοψηφία του 2019 με διαδικασίες κατεπείγοντος. Όπως είπε ο κ. Ξανθόπουλος, έτσι αναιρεί την ουσία και τη συνταγματική ρύθμιση που ψήφισε τότε και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι πέραν της πολιτικής αλαζονείας, της παραγωγής πολιτικών εντυπώσεων και της εκμετάλλευσης του πατριωτισμού, που την διακατέχει, η κίνηση αυτή είναι και συνταγματικά απερίσκεπτη.
«Θα αναλάβουμε πρωτοβουλία με τροπολογία που θα καταθέσουμε, που αποτελεί μια ολοκληρωμένη πρόταση. Οι τιθέμενοι περιορισμοί ως δικλείδες ασφαλείας αποσκοπούν στην αποτροπή οποιασδήποτε επέμβασης επί του εκλογικού αποτελέσματος, σε βαθμό ικανό να αλλοιώσει την βούληση του εκλογικού σώματος. Πρόκειται για ένα από τα δύο μοντέλα που εφαρμόζονται στην ευρωπαϊκή πρακτική και αυτό προτείνουμε και ήταν η βέλτιστη πρακτική της κλειστής εκπροσώπησης. Δεν υπάρχει χώρα, που έχει διασπορά, και να μην εφαρμόζει ένα από τα δύο συστήματα, είτε τον περιορισμό με κριτήρια που αποδεικνύουν τον πραγματικό δεσμό των ομογενών με την πατρίδα, είτε της κλειστής εκπροσώπησης. Επομένως θα επιμείνουμε στην άσκηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι για όλους και θα ξανακαταθέσουμε την τροπολογία που καταθέσαμε το 2021. Θα τηρήσουμε το συνταγματικό πνεύμα για σύνθεση, συναίνεση και για αξιολόγηση των προϋποθέσεων, ώστε να μην είναι ανάχωμα αλλά διευκόλυνση των εκλογέων. Θα διεκδικήσουμε την διευκόλυνση της πρόσβασης στο δικαίωμα και για τους εκλογείς του εσωτερικού και θα αναδείξουμε και τα παιχνίδια εντυπώσεων που προσβάλλουν το συνταγματικό πνεύμα και αντιμετωπίζουν τους απόδημους ως εκλογικό κοινό υποτιμώντας την αγάπη τους για την Ελλάδα» αντιπρότεινε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Ξανθόπουλος, από την έναρξη της εισήγησής του, τόνισε ότι δεν αντιλαμβάνεται την σπουδή με την οποία συζητάμε ένα τόσο σοβαρό θέμα, κάτι το οποίο υπονομεύει την ψυχραιμία και την φρόνηση με την οποία οφείλουμε να το προσεγγίζουμε. Υποστήριξε ότι με τον τρόπο που το φέρνει η κυβέρνηση, υπονομεύει και καταστρατηγεί το πνεύμα του Συντάγματος, γιατί δεν δημιουργεί τις αναγκαίες προϋποθέσεις συναινέσεων, όπως απαιτεί η ψήφιση της διάταξης με τα δύο τρίτα της πλειοψηφίας των βουλευτών, ενώ το φέρνει με μια διαδικασία επείγοντος.
«Καταλαβαίνουμε την ανάγκη των Ελλήνων του εξωτερικού να αποτελούν μέρος του εθνικού κορμού, καταλαβαίνουμε ότι καθοριστικό στοιχείο είναι η ελληνική ταυτότητα, αλλά πρέπει να αναλογιστούμε αν το νομοσχέδιο αυτό συνεισφέρει σε αυτό στο μέτρο του δυνατού, στην παρουσία των ελληνικών κοινοτήτων στα πολιτικά πράγματα της χώρας» τόνισε και προσέθεσε πως είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιζητεί την απρόσκοπτη άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των συμπολιτών, γι΄ αυτό, όπως ανέφερε, ψήφισε σε μια συμβιβαστική πρόταση, σύστησε μια νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την διευκόλυνση της ψήφου των αποδήμων και δεν κατέθεσε μια αυτόνομη αυστηρά κομματική την δική του. Επίσης, ο κ. Ξανθόπουλος ανάφερε ότι κατέθεσε συγκεκριμένη πρόταση στην Αναθεώρηση του Συντάγματος, χωρίς την οποία δεν θα υπερψηφιζόταν ο νόμος για την διευκόλυνση της ψήφου των αποδήμων. Εξήγησε ότι «παρότι θεωρούσαμε ότι ορθότερη είναι η χωρίς διακρίσεις δική μας πρόταση, υπερψηφίσαμε τον νόμο του 2019, γιατί θέλαμε να έχουν φωνή οι Έλληνες του εξωτερικού και προσερχόμαστε και στην συζήτηση αυτή την πρόθεση».
«Θέτουμε όμως ένα σοβαρό πολιτικό ζήτημα το οποίο ευσχήμως προσπαθεί να αποκρυβεί από την δημόσια συζήτηση. Βεβαίως μιλάμε για την ψήφο των πολιτών οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους και έχουν το δικαίωμα της ψήφου. Αυτό όμως είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι ότι με βάση το δίκαιο του δικαιώματος, που έχουμε στην Ελλάδα, ο καθένας ο οποίος έλκει καταγωγή από έναν πρόγονο δικαιούται να απαιτήσει να αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια και ως εκ τούτου να αποκτήσει αυτοδικαίως το δικαίωμα της ψήφου. Διότι η αναφορά στον νόμο αφορά για απόδοση προϋπάρξασας ιδιότητας. ‘Αρα καταλαβαίνουμε την προσέγγιση της υπουργού, αλλά πρέπει να πούμε ανοιχτά στην κοινωνία ότι υπάρχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα το οποίο δεν το βλέπει το νομοσχέδιο, για το πώς αυτού του είδους η δυνατότητα δεν θα επεκταθεί αλόγιστα και ενδεχομένως να υπάρξει κι ένα εκλογικό σώμα εκτός Ελλάδος ισοβαρές με αυτό εντός Ελλάδος».
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ παρατήρησε επίσης, ότι μετά την αποτυχία να πείσουμε τους πολίτες να ψηφίσουν, έπρεπε να δούμε πώς θα βελτιώσουμε τον υπάρχοντα νόμο και υποστήριξε ότι εδώ δεν γίνεται αυτή η συζήτηση. Σύμφωνα με τον κ. Ξανθόπουλο, έπρεπε να γίνει μία συζήτηση επί συγκεκριμένων προϋποθέσεων κι όχι όποιος εγγράφεται στους εκλογικούς καταλόγους να μπορεί να έχει το δικαίωμα της ψήφου.
«Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ είναι συνεπές σε θέματα αρχών και την ιστορία του», ανέφερε ο ειδικός αγορητής του Κινήματος, Παναγιώτης Δουδωνής, στη συζήτηση επί της αρχής του νομοσχεδίου «Άρση των περιορισμών για την εγγραφή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εκλογέων εξωτερικού» στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής.
«Οι θέσεις μας δεν υπαγορεύονται από τη συγκυρία ή από εκλογικό ωφελιμισμό ή μία δέσμευση που είχε κάποτε είχε λεχθεί στο παρελθόν, αλλά στηρίζονται στις πεποιθήσεις μας και η διευκόλυνση της άσκησης της ψήφου των κατοίκων του εξωτερικού είναι στις αρχές μας. Και για εμάς, στη στάθμιση που γίνεται, οι αρχές και οι αξίες μας είναι υπεράνω των επικοινωνιακών ενεργειών της κυβέρνησης περί συναίνεσης, άρα δεν ψηφίζουμε γιατί είχαμε πει κάτι στο παρελθόν ή γιατί μας “στριμώξατε” αλλά ψηφίζουμε γιατί για μας είναι ένα θέμα αρχών», υπογράμμισε ο κ. Δουδωνής.
Ο αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ παρατήρησε πως τίθεται ένα θέμα συνταγματικής ύλης ειδικά όταν η κυβέρνηση έχει αναφέρει πως θέλει να ανοίξει μία συνταγματική αναθεώρηση. Τόνισε πως «δεν υπήρξε μία διακομματική συζήτηση επί της ουσίας των προτεινομένων ρυθμίσεων, αλλά υπήρξε απλά μία ενημέρωση». Όπως επεσήμανε, «οι όποιες αλλαγές γίνουν, αυτές δεν μπορούν μετά να αρθούν καθώς κατά τη νομική επιστήμη δημιουργείται ένα δημοκρατικό νομικό κεκτημένο, γι’ αυτό θα έπρεπε να είμαστε προσεκτικοί και αυτά όλα να συζητηθούν, και να αφήναμε να παρέλθει ένας ικανός χρόνος από τις πρόσφατες εκλογές που ψήφισαν οι ομογενείς από τον τόπο κατοικίας τους ώστε να έχουν εξαχθεί ασφαλή συμπεράσματα.
Ο κ. Δουδωνής, έδειξε επιφυλακτικός για το πόσο αίρονται πραγματικά τα εμπόδια για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των Ελλήνων του εξωτερικού. Μεταξύ άλλων, ζήτησε από την υβέρνηση να γίνει μία απογραφή των αποδήμων καθώς αυτό, όπως είπε, είναι ένα κεφαλαιώδες ζήτημα.
«Απαιτείται ειλικρινής φροντίδα για τη σύνδεση των αποδήμων με την πατρίδα. Απαιτείται μέριμνα για τα σχολεία μας και για τη διδασκαλία των Ελληνικών. Και απαιτείται, βέβαια, μία πολιτική που θα επιτρέψει σε όσους έφυγαν τα τελευταία χρόνια της κρίσης και θέλουν να γυρίσουν να μπορούν να γυρίσουν. Γιατί αυτό θα είναι ένα μεγάλο κέρδος για τη δυναμική και την προοπτική του τόπου», σημείωσε ο αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
«Μνημείο υποκρισίας, τυχοδιωκτισμού, ψηφοθηρίας και ψεμάτων», χαρακτήρισε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Γκιόκας, το νομοσχέδιο για την άρση περιορισμών για εγγραφή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους, εκλογέων του εξωτερικού, επισημαίνοντας πως ανοίγει πολύ επικίνδυνους δρόμους, αφού παραχωρεί δικαίωμα εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους χωρίς καμία απολύτως υποχρέωση, με βάση και την αστική λογική της ενεργητικής σχέσης δικαιώματος και υποχρέωσης.
Αφού ενημέρωσε την αρμόδια κοινοβουλευτική Επιτροπή, στην οποία εξελίσσεται η επεξεργασία του νομοσχεδίου, ότι το ΚΚΕ θα καταψηφίσει, υπογράμμισε ότι το νομοσχέδιο ανοίγει πάρα πολύ επικίνδυνους δρόμους για την αλλοίωση του εκλογικού σώματος, αλλά και τελικά του εκλογικού αποτελέσματος, αφού καταργώντας κάθε κριτήριο που ίσχυε μέχρι σήμερα, με βάση το νόμο του 2019, δίνει τη δυνατότητα να διαμορφωθεί ένα εκλογικό σώμα, δυνητικά τεράστιο και ανυπολόγιστο που θα περιλαμβάνει ψηφοφόρους χωρίς κανέναν οικονομικό και κοινωνικό δεσμό με την Ελλάδα, θα περιλαμβάνει ψηφοφόρους που έρχονται ενδεχομένως μόνο για διακοπές στη χώρα, που θα συμμετέχουν στις εκλογές με κριτήριο τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες των χωρών όπου κατοικούν και το κυριότερο, δεν θα υφίστανται καμία συνέπεια από την όποια πολιτική τους επιλογή.
Ο κ. Γκιόκας είπε ότι η κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα που στηρίζουν το νομοσχέδιο πρέπει να εξηγήσουν στον ελληνικό λαό ότι με αυτό θα συνδιαμορφώνουν ψηφοφόροι, που δεν εργάζονται στην Ελλάδα, το είδος των εργασιακών σχέσεων (αν ισχύει 8ωρο ή 10ωρο), θα συνδιαμορφώνουν το ύψος της σύνταξης που θα παίρνουν οι συνταξιούχοι, χωρίς οι ίδιοι να λαμβάνουν σύνταξη, θα συνδιαμορφώνουν τι σχολεία και τι νοσοκομεία θα έχουμε στην Ελλάδα, όταν οι ίδιοι δεν θα επισκεφτούν ποτέ αυτά τα σχολεία και τα νοσοκομεία, θα συνδιαμορφώνουν τι φορολογία θα πληρώνουν οι Έλληνες πολίτες, χωρίς αυτοί να πληρώνουν ποτέ, θα συνδιαμορφώνουν την εξωτερική πολιτική που θα εφαρμόζεται, όταν δεν θα κληθούν οι ίδιοι να υπερασπιστούν τα σύνορα.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ χαρακτήρισε ως παράδειγμα υποκρισίας εκ μέρους της κυβέρνησης, τον ισχυρισμό ότι διευκολύνονται όσοι είναι ήδη εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους και αντέτεινε πως η κυβέρνηση δεν λέει ότι σύμφωνα με το δίκαιο του αίματος, που ισχύει στη χώρα μας για την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας, ο Έλληνας υπήκοος προσδιορίζεται από τα γονίδια του, και αυτοί οι εγγεγραμμένοι τελικά, μπορούν να διευρυνθούν σε απροσδιόριστο αριθμό. Όπως ανέφερε, σήμερα οι εγγεγραμμένοι είναι περίπου 800.000, όμως με το υφιστάμενο δίκαιο της ιθαγένειας και το δίκαιο του αίματος, αυτός ο αριθμός μπορεί να πάει στα δύο ή τρία εκατομμύρια, γεγονός που «ανοίγει επικίνδυνους δρόμους, διευρύνεται ανυπολόγιστα το εκλογικό Σώμα και διαμορφώνονται προϋποθέσεις για καταλυτική αλλοίωσή του και για ανοιχτή επίδραση στο εκλογικό αποτέλεσμα». Ακόμη, υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση δεν βάζει κανένα όριο στην απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας και άρα την αυτόματη εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν τη δυνατότητα αυτή, μετανάστες τρίτης ή και τέταρτης γενιάς που δεν έχουν καμία επαφή με την ελληνική πραγματικότητα.
«Απέναντι στην άθλια υποκρισία και τα πολιτικά παιχνίδια της κυβέρνησης, η θέση του ΚΚΕ είναι σταθερή, ξεκάθαρη και θέση αρχών, γεγονός που αποδείχθηκε και στο αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών, όπου το ποσοστό του ΚΚΕ στους απόδημους ήταν περίπου το διπλάσιο των ψήφων από αυτό που πήρε εντός της επικράτειας» είπε και καταλήγοντας καταλόγισε στην κυβέρνηση την υπονόμευση των κριτηρίων του προηγούμενου νόμου, ενώ τόνισε ότι απεναντίας από ότι ισχυρίζεται η κυβέρνηση περί συναφών πρακτικών από άλλες χώρες, δεν τις έλαβε υπόψη της.