Δυστυχώς ο τρόπος που κυβέρνηση και κόμματα συζητούν την συγκρότηση των ψηφοδελτίων και γενικώς προετοιμάζονται για τις Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές, αναδεικνύουν παθογένειες, που θα βαθύνουν σημαντικά τα ελλείμματα της δημοκρατίας μας.
Μιχάλη Σπουρδαλάκη,
Ομ. Καθηγητή Πολιτικής Κοινωνιολογίας, ΕΚΠΑ
Παθογένειες, που αυτή τη φορά δεν προέρχονται από την καθ’ έξιν αντιμετώπιση των εκλογών αυτών ως «εκλογών τρίτης τάξης». Αντίθετα η τόσο σημαντική εκλογή για την καθημερινότητά μας φαίνεται να καθορίζεται αφενός, από τη στρατηγική για την επιβεβαίωση και διεύρυνση της πολιτικής κυριαρχίας του κυβερνώντος κόμματος και φυσικά την «αξιοποίηση» των κονδυλίων της ΕΕ και αφετέρου από την επιδίωξη των κομμάτων της αντιπολίτευσης να εξισορροπήσουν τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών, αποδεικνύοντας έτσι ότι έχουν προοπτική δυναμικής ανασυγκρότησης.
Κατά συνέπεια, δεν είναι υπερβολή αν υποστηρίζαμε ότι εν πολλοίς οι επιλογές των υποψηφίων και η λογική της όλης προετοιμασίας έχει ως κύρια στόχευση εντυπώσεις, που θα αρχίσουν με τις πολιτικές ερμηνείες, δηλώσεις και «κόντρες» το βράδυ των εκλογών και θα αποτυπωθούν στα χρώματα στο χάρτη (πράσινα, μπλε, ροζ) των τηλεοπτικών μεταδόσεων των αποτελεσμάτων. Το παράδοξο αυτής της πρακτικής είναι ότι οι κομματικές αυτές παρεμβάσεις φαίνεται να συμβάλλουν στην αποπολιτικοποίηση της διαδικασίας και του περιεχομένου της, στην ουσιαστική παράκαμψη των ζωτικής σημασίας ζητημάτων, που γίνονται όλο και πιο πιεστικά στη καθημερινότητά όλων μας, και τελικά στην περαιτέρω αποξένωση των πολιτών από τα κοινά και την συλλογική και λογοδοτούσα διαχείρισή τους. Κάτι που αποτυπώνεται με τον πλέον σαφή τρόπο στις αυξανόμενες τάσεις κυνισμού και αποστράτευσης από κοινωνικούς θεσμούς και την πρωτόγνωρη αποχή από εκλογές. Εντελώς ενδεικτικά οι παραλείψεις και οι παθογένειες, που παρατηρούνται στο πλαίσιο της προετοιμασίας των εκλογών του Οκτωβρίου, είναι οι εξής:
α) Απουσία προγραμματικών προτεραιοτήτων που θα συνδέουν το τοπικό και περιφερειακό με το γενικό αναπτυξιακό προσανατολισμό της χώρας. Η ανάγκη συμμετοχής στο σχεδιασμό και την υλοποίηση σε τοπικό επίπεδο ενός αναπτυξιακού προτύπου που θα επικοινωνεί με συγκεκριμένο τρόπο στο ευρύτερο περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο έχει ξεχαστεί ακόμη και ως σύνθημα (Think global act local). Η απουσία αυτή ουσιαστικά αγνοεί την σημασία και την συμβολή του τοπικού στο υπερεθνικό κάτι που στο πλαίσιο του διεθνούς χαρακτήρα της οικονομίας και φυσικά στη συγκυρία της οικολογικής κρίσης είναι μη αποδεκτό. Και τούτο ανεξάρτητα του ιδεολογικού και πολιτικού προσανατολισμού των σχετικών φορέων.
β) Οι έντονες κομματικές παρεμβάσεις, στη διαδικασία προετοιμασίας των εκλογών του Οκτωβρίου, προφανώς αποτελούν προληπτικές δράσεις ώστε να αποτραπεί ο «κίνδυνος» αντάρτικων ψηφοδελτίων, μια και ίσως, όπως και στο παρελθόν, θα αποτελούσαν την αρχή αμφισβήτησης των όποιων ισορροπιών του κομματικού συστήματος. Επί πλέον οι κομματικές αυτές παρεμβάσεις δεν είναι τίποτα άλλο παρά η έμμεση επιβολή στις νέες αρχές της Τοπικής και Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης των προεπιλεγμένων πολιτικών του κράτους. Πολιτικών που έχουν διαμορφωθεί από ένα κομματικό σύστημα ενός εσμού «κρατικοποιημένων» (καρτελοποιημένων) κομμάτων. Σε αυτό το πλαίσιο δεν υπάρχει χώρος για ανταγωνιστικές ή έστω ιδιαίτερες πολιτικές απέναντι στη κυρίαρχη κυβερνητική γραμμή, όπως συνήθιζαν κάποτε τα «τοπικά και περιφερειακά κινήματα».
γ) Τα παραπάνω φαίνεται ότι αντικειμενικά παρακάμπτουν τη βούληση και τη διάθεση όλων σχεδόν των τοπικών συλλογικών πρωτοβουλιών. Τοπικών κινημάτων και θεσμών που έχουν ενεργό παρουσία στα πράγματα της τοπικής κοινωνίας. Η έμπρακτη παράκαμψη δημοτικών και περιφερειακών παρατάξεων από κομματικές παρεμβάσεις συμβάλλουν ενεργά στην απογοήτευση και αποστράτευση των πολιτών αποκαλύπτοντας και εντείνοντας μια σημαντική διάσταση της χρόνιας κρίσης εκπροσώπησης.
δ) Η παράκαμψη των ζωντανών κοινωνικών και ακόμη κινηματικών δυνάμεων στο πεδίο της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες στη διοικητική και πολιτική αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης. Και τούτο γιατί όχι μόνο αποστερεί από την κυβέρνηση την διεύρυνση της πολιτικής, κοινωνικής, διοικητικής και πολιτιστικής ατζέντας αλλά και την απαραίτητη συναίνεση που πάντα διευκολύνει την εφαρμογή κεντρικών πολιτικών.
Τέλος, ε) η αδιαφορία για τις τοπικές και περιφερειακές παρατάξεις περιορίζει την αναγκαία ανανέωση του πολιτικού προσωπικού και οδηγεί συνήθως στην ανακύκλωση μιας γραφειοκρατίας πολιτικών προσώπων. Το προσωπικό αυτό συνήθως συγκροτείται από στελέχη γενικών καθηκόντων χωρίς εμπειρία στο πεδίο της τοπικής και περιφερειακής πολιτικής που απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις και λογική. Η εμπειρία αυτή μάλιστα δύσκολα αποκτάται και σπάνια αξιοποιείται αφού συνήθως «οι άνθρωποι της αυτοδιοίκησης» θεωρούν το θεμελιώδες αυτό πεδίο πολιτικής εφαλτήριο για την μετακίνησή τους στην «κεντρική πολιτική σκηνή».
Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική συγκυρία αναδεικνύει τον ιδιαίτερο ρόλο της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης. Ωστόσο, οι παραπάνω πρακτικές αφήνουν μικρά περιθώρια αισιοδοξίας για το αποτέλεσμα των εκλογών του Οκτωβρίου. Η ανάγκη για διεύρυνση της ατζέντας και των ρεπερτορίων πολιτικής δράσης σε όλα τα πεδία, η έμπρακτη ενθάρρυνση της συμμετοχής των πολιτών, που θα εξισορροπεί τον τεχνοκρατικό κρατισμό της κυβέρνησης, η «από τα κάτω» ανανέωση του πολιτικού προσωπικού, η με κοινωνική ευαισθησία κατανομή και αξιοποίηση των κονδυλίων για το άνοιγμα ενός εναλλακτικού δρόμου οικονομικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης με δυσκολία μόνο και κατ’ ελάχιστον θα εξυπηρετηθούν.
Η κατάσταση που έχει δημιουργήσει ο ασταθής, παρά τα φαινόμενα, πολιτικός και κομματικός συσχετισμός, που ανέδειξαν οι πρόσφατες εθνικές εκλογές, αιτία και αποτέλεσμα της χρόνιας κρίσης κοινωνικής και πολιτικής εκπροσώπησης φαίνεται να μένει αναπάντητη. Οι ευκαιρίες που αντικειμενικά θα έδιναν οι επικείμενες εκλογές φαίνεται να χάνονται, υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο την ποιότητα της δημοκρατίας. Το τελευταίο φουσκώνει τα πανιά της πολυκέφαλης ακροδεξιάς. Τη ίδια στιγμή όμως, καλεί κάθε πολίτη, που αγωνιά για το μέλλον της δημοκρατίας, να συμμετέχει ενεργά στις εκλογές του Οκτωβρίου και να στηρίξει εκείνες τις λίγες εξαιρέσεις υποψηφίων, που βρίσκονται σταθερά στον αντίποδα των παραπάνω πρακτικών. Οι «εξαιρέσεις» αυτές δεν προβλέπεται να είναι πολλές αλλά είναι υπαρκτές και ελπιδοφόρες. Τουλάχιστον εγγυώνται ότι την άλλη φορά θα είναι αλλιώς.