Κυρίαρχο ερώτημα των τελευταίων μηνών αποτελεί το που θα σταματήσει το ξέφρενο ράλι ανόδου της τιμής του ελαιόλαδου.
Γιάννης Πάζιος*
Οι αναταράξεις που έχουν προκληθεί είναι τεράστιες σε όλη την αλυσίδα παραγωγής – τυποποίησης – διάθεσης – κατανάλωσης. Και αν οι παραγωγοί επιτέλους νιώθουν ικανοποιημένοι γιατί διαμορφώνονται συνθήκες αύξησης των εισοδημάτων τους και απόσβεσης των απωλειών περασμένων ετών. Και ο κλάδος των πωλήσεων διαμορφώνει υψηλά ποσοστά κερδοφορίας μιας και η μεγάλη μερίδα του λέοντος αγοράστηκε με τιμή παραγωγού τα 4.8€/kgr ωστόσο από τον Απρίλιο και εντεύθεν που ξεκίνησε η ανοδική πορεία η αγορά προσαρμόστηκε αναντίστοιχα προς τα πάνω. Το ερώτημα που παραμένει είναι για πόσο ακόμα θα διατηρηθεί αυτή η κατάσταση μιας και το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών έχει εξαερωθεί σε ένα περιβάλλον εκρηκτικού πληθωρισμού και σε μια ελληνική αγορά με ποικίλες στρεβλώσεις.
Γνωρίζουμε πως η τιμή ενός προϊόντος στην ελεύθερη αγορά διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από την προσφορά και την ζήτηση. Αυτό που παρατηρήθηκε και την φετινή χρονιά είναι πως η μεγάλη ελαιοπαραγωγός χώρα η Ισπανία διαμόρφωσε απώλειες άνω του 50% στην ετήσια παραγωγή της, ενώ η Ιταλία άνω του 30%, γεγονός που οδήγησε στην μείωση της παγκόσμιας προσφοράς κάτι που ευνόησε την αύξηση της τιμής, ωστόσο τα νέα από την πλευρά της κατανάλωσης δηλαδή της ζήτησης δεν είναι ενθαρρυντικά. Η συρρικνωμένη αγοραστική δύναμη ιδιαίτερα των Ευρωπαίων και μεταξύ αυτών, των πολιτών από χώρες με παραδοσιακά μεγάλη κατανάλωση όπως η χώρα μας έχει δείξει τα πρώτα σημάδια κάμψης. Ιδιαίτερα στην χώρα μας αυτή την στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο η τιμή διαμορφώνεται στα 8 ευρώ το κιλό για τον παραγωγό ενώ σε επίπεδο τυποποιημένου ελαιολάδου η πώληση ξεκινά από τα 10 ευρώ + ΦΠΑ το λίτρο και ανεβαίνει! Ο περίφημος δε 16κιλος τενεκές (μια διαχρονική παθογένεια που απαξιώνει το προϊόν και τις προοπτικές του) έχει σκαρφαλώσει στα 130 με 140 ευρώ χωρίς τα μεταφορικά. Η χώρα μας φέτος αναμένεται με τις έως τώρα εκτιμήσεις (πάντα με τον φόβο των καιρικών συνθηκών ante portas) να έχει μια μέτρια από πλευράς ποσοτήτων χρονιά, γεγονός που υποδηλώνει πως οι υψηλές τιμές θα διατηρηθούν και θα αυξηθούν. Βρισκόμαστε, ωστόσο, στο σημείο αναζήτησης της νέας ισορροπίας που τελικά θα διαμορφωθεί από τους καταναλωτές μιας και το διαθέσιμο εισόδημα θα τους οδηγήσει είτε σε υποκατάστατα είτε σε συρρίκνωση της ετήσιας κατανάλωσης τους. Βέβαια, θα πρέπει να σημάνουμε και ένα καμπανάκι αναφορικά με τους ελέγχους μιας και η περίοδος αυτή προσφέρεται για τους πάσης φύσεως επιτήδειους γι’ αυτό πρέπει να επιλέγουμε επώνυμο – τυποποιημένο και κατά προτίμηση ΠΟΠ/ΠΓΕ ελαιόλαδο. Η Ελλάδα, δυστυχώς, έχει και την αδυναμία να μην επιθυμεί να αξιοποιεί το πυρηνέλαιο της κάτι που θα αποτελούσε μια εξαιρετική εναλλακτική ιδιαίτερα για τον κλάδο HoReCa δυστυχώς, όμως επιμένουμε να το εξάγουμε χύμα σε τρίτες χώρες και εκεί να υπόκειται σε επεξεργασία και διάθεση προς κατανάλωση. Παράλληλα θα πρέπει να αναμένουμε την επόμενη καλλιεργητική περίοδο για να εξετάσουμε κατά πόσο θα έχει μόνιμα ή όχι χαρακτηριστικά η επίδραση των καιρικών φαινομένων στις βασικές ελαιοπαραγωγικές χώρες για να εξετάσουμε το βάθος – διάρκεια του φαινομένου.
Αυτό που προέχει να αντιληφθούμε είναι ότι έχουμε μπει σε ένα νέο κύκλο για την παγκόσμια οικονομία, μιας και οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές ανακατατάξεις, σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της θα προκαλούν συνεχείς κραδασμούς ιδιαίτερα στην ευαίσθητη αγορά τροφίμων. Οι κρίσεις έως τώρα έδειξαν πως χώρες οι οποίες παράγουν μπορούν να έχουν ηπιότερες επιπτώσεις. Γι’ αυτό προέχει να διαμορφώσουμε ένα περιβάλλον με στόχο την επισιτιστική επάρκεια, την διατροφική ασφάλεια με βιώσιμη παραγωγή τροφίμων για να μπορούμε να προσαρμοζόμαστε. Αυτό απαιτεί σχέδιο, όραμα, επιστημοσύνη, πολιτική βούληση και εκπαίδευση. Τα καιρικά φαινόμενα στις γειτονικές χώρες της Μεσογείου που οδηγούν ένα προϊόν σε κρίση θα χτυπήσουν και σε εμάς την πόρτα, ήδη βλέπουμε τα πρώτα σημάδια. Άρα, σε μια χώρα που δεν διαθέτει καν αξιόπιστα δεδομένα για να μπορούμε να συνάγουμε συμπεράσματα και να χαράσσουμε πολιτικές, απαιτούνται γενναίες αποφάσεις που σίγουρα θα ενοχλήσουν κατεστημένα συμφέροντα αλλά θα απελευθερώσουν τις πραγματικές δημιουργικές δυνάμεις που θα δώσουν μια νέα προοπτική στην ύπαιθρο και ευρύτερα στις αναπτυξιακές προοπτικές μας.
Έως τότε απλά θα περιμένουμε άλλους να διαμορφώνουν τις εξελίξεις και εμείς να ακολουθούμε ουραγοί.
Η σύσταση μας βέβαια είναι πως το ελληνικό ελαιόλαδο που αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της γαστρονομίας μας πρωταρχικά για λόγους υγειοπροστατευτικούς αλλά και δευτερευόντως για την στήριξη του έλληνα αγρότη αξίζει ακόμα και κάτω από αυτές τις δύσκολες συνθήκες να το προτιμήσουμε, περιορίζοντας κάποιες άλλες ελαστικές δαπάνες. Κάθε ευρώ που μένει στην χώρα είναι πολύτιμο πόσο μάλλον όταν αυτό αφορά και την υγεία μας!
*Διευθυντής του Αγροτικού Συνεταιρισμού «Ένωση Μεσσηνίας»