Το 2023 θα μείνει χωρίς αμφιβολία στη μνήμη μας, ως το έτος των μεγάλων καταστροφών από καιρικά φαινόμενα. Πρώτα ήρθαν οι πυρκαγιές σε Αττική, Έβρο, Ρόδο, Κέρκυρα, Σαμοθράκη κ.α. με την απώλεια 1.500.000 στρεμμάτων δασικών εκτάσεων (EFFIS), κατοικιών και αγροτικών εκμεταλλεύσεων καθώς, και το σπουδαιότερο, τον φρικτό θάνατο 28 συνανθρώπων μας. Το συνολικό κόστος εκτιμάται, ότι ξεπερνά τα 1,5 διςΕυρώ, ενώ αν λάβει κανείς υπόψη του τις μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις σε κρίσιμους τομείς που επλήγησαν όπως ο τουρισμός, η πρωτογενής παραγωγή και οι υποδομές, ο λογαριασμός εκτοξεύεται πολύ υψηλότερα.
Χαράλαμπος Γκότσης*
Ενώ δε οι φωτιές δεν είχαν καλά καλά σβήσει, η θεομηνία σε Πήλιο, Βόλο, Τρίκαλα και κυρίως στην Καρδίτσα, ήρθε για να επιφέρει βαρύτατο πλήγμα στις ζωές αλλά και στην οικονομία της περιοχής με ανυπολόγιστες ακόμη τις ακριβείς οικονομικές επιπτώσεις. Η Θεσσαλία μετρά 17 νεκρούς, χιλιάδες αστέγους καθώς και ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού που έμεινε χωρίς εργασία ή απώλεσε ξαφνικά την οικονομική και επιχειρηματική του δραστηριότητα.
Το κόστος της καταστροφής
Οι ζημιές από την πλημύρα Daniel είναι πολύ σημαντικές, αφού δεν πρόκειται μόνο για την απώλεια της φετινής σοδιάς και των αποθηκευμένων προϊόντων, αλλά και για την καταστροφή των γεωργικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, μέρος των οποίων θα χρειασθεί μεγάλο χρονικό διάστημα για να επανέλθουν σε λειτουργία, ενώ κάποιες από αυτές δεν θα τα καταφέρουν. Αυτό σημαίνει, ότι μεσοπρόθεσμα μειώνεται το παραγωγικό δυναμικό της χώρας, με ότι αυτό σημαίνει για τα μακρομεγέθη της.
Σε ότι αφορά δε τις επιπτώσεις στον πρωτογενή τομέα, αρκεί κανείς να αναλογισθεί το μέγεθος της συμμετοχής συγκεκριμένων προϊόντων στο σύνολο της εθνικής παραγωγής για να αντιληφθεί τη σημασία του. Προϊόντα όπως, κρέας, γάλα, σκληρό σιτάρι, βαμβάκι, όσπρια οινοστάφυλα, βιομηχανική ντομάτα, αμύγδαλα, κάστανα, καρύδια, ακτινίδια, μήλα, λαχανικά, ζωοτροφές κ.α. συμμετέχουν με ποσοστά από 10% έως 80% στο σύνολο της εθνικής παραγωγής. Έτσι, μετά την καταστροφή των προϊόντων στα χωράφια ή στις αποθήκες, θα υπάρξουν ελλείψεις στην αγορά , οι οποίες είναι βέβαιο ότι θα επιφέρουν ανατιμήσεις και αυξημένες εισαγωγές. Το άμεσο κόστος συνεπώς, το οποίο υπολογίζεται με προβολές , λαμβάνοντας ως βάση την ηπιότερη κατά τρεις φορές εμπειρία του Ιανού, θα ανέλθει περίπου στα 1,5 δις Ευρώ.
Μεγάλες θα είναι επίσης οι μεσοπρόθεσμες οικονομικές ζημιές, οι οποίες απαιτούν την αποκατάσταση τόσο των υποδομών που καταστράφηκαν, όπως και την αποζημίωση των πληγέντων. Με την πρώτη μακροσκοπική εκτίμηση διαπιστώνονται καταστροφές σε κατοικίες, αντιπλημμυρικά έργα, δίκτυα ύδρευσης, δρόμους, γέφυρες, ζωικό κεφάλαιο, κτίρια και τεχνολογικός εξοπλισμός επιχειρήσεων καθώς και πρώτες ύλες για τη λειτουργία τους. Η αποκατάσταση και λειτουργία όλων αυτών αποτελούν βασική προϋπόθεση για την επαναφορά της ζωής και της οικονομίας σε κανονικούς ρυθμούς. Το έργο αυτό απαιτεί χρόνο, μεθοδικότητα, συνεργασίες και κεφάλαια. Πάνω από όλα όμως χρειάζεται σχέδιο αναπτυξιακής ανασυγκρότησης ολόκληρης της περιοχής, αξιοποιώντας την ευκαιρία μιας νέας αρχής μετά από την καταστροφή. Η ιδέα μιας ριζικής αντικατάστασης στις παραδοσιακές μαζικές καλλιέργειες με εξαγώγιμα κηπευτικά προϊόντα σε συνδυασμό με την κατασκευή ενός Cargoαεροδρομίου στην περιοχή της Καλαμπάκας για την μεταφορά των προϊόντων στα μεγάλα ευρωπαϊκά κέντρα, η οποία περιέχεται σε μελέτη μας στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς που έγινε πριν από τριάντα χρόνια, θα μπορούσε να ανασυρθεί και να αποτελέσει την πρώτη ύλη. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δεν υπάρξει σχέδιο και απλά δοθούν άναρχα αποζημιώσεις, υπάρχει κίνδυνος τα κεφάλαια να διοχετευθούν από τους ζημιωθέντες σε άλλες αστικές κυρίως περιοχές.
Πηγές άντλησης κεφαλαίων
Το συνολικό κόστος για τις αποζημιώσεις, την αποκατάσταση των υποδομών αλλά και τη χρηματοδότηση νέων σχεδίων στο πλαίσιο της ανασυγκρότησης ολόκληρης της περιοχής, θα ανέλθει με πρόχειρους υπολογισμούς πάνω από 5 δις Ευρώ, θα επιμερισθεί δε σε 3-5 χρήσεις. Η τελική επιβάρυνση που θα προκύψει όμως στο ΑΕΠ θα μετριασθεί από τις κατασκευαστικές δραστηριότητες, οι οποίες έχουν θετική επίδραση στο σχηματισμό του.
Σε ότι αφορά τις πιθανές πηγές άντλησης των αναγκαίων κεφαλαίων, αυτές αναζητούνται σε εθνικούς πόρους αλλά και κυρίως σε ευρωπαϊκά κονδύλια. Ο δημοσιονομικός χώρος του ενός περίπου δις Ευρώ, που περιέχεται στον υπό εκτέλεση προϋπολογισμό για έκτακτες ανάγκες, έχει ήδη εξαντληθεί, τα όποια δε κεφάλαια θα διατεθούν, περί τα 500 εκ., θα είναι αποτέλεσμα αναμόρφωσής του, που σημαίνει θα κοπούν από άλλες χρήσεις για να χρησιμοποιηθούν κυρίως για αποζημιώσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων.Δυστυχώς, τα προηγούμενα τρία χρόνια με τις αλλεπάλληλες κρίσεις, κορονοιός, ενέργεια και ουκρανικός πόλεμος, δαπανήθηκαν τεράστια ποσά για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε οριζόντια βάση και όχι στοχευμένα στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, όπως όφειλε να γίνει. Αυτά σε μια χώρα με ένα τεράστιο χρέος, το οποίο διογκώθηκε περαιτέρω κατά 32 δις Ευρώ, αγγίζοντας τα 404 δις συνολικά.
Η υπόσχεση δε της Κας Von der Leyen για ενίσχυση της Ελλάδας με 2,25 δις Ευρώ προς αντιμετώπιση μιας έκτακτης φυσικής καταστροφής, τα οποία προέρχονται από το Ταμείο Αλληλεγγύης κατά 400 εκ και τα υπόλοιπα 1,825 από τα αδιάθετα ποσά του ΕΣΠΑ της περιόδου 2014-2020, είναι μια καλή είδηση, αρκεί να υπάρξουν διαδικασίες γρήγορης υλοποίησης, αφού γνωρίζουμε ότι στην Ευρώπη οι πολιτικοί αποφασίζουν αλλά οι τεχνοκράτες υλοποιούν, οι οποίοι όμως έχουν τους δικούς τους ρυθμούς. Από την άλλη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει ότι η Ελλάδα φέτος θα παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ, ενώ η δαμόκλειος σπάθη του Δημοσιονομικού Συμφώνου περιμένει στη γωνία την 1η Ιανουαρίου να επιστρέψει, με καθόλου ευχάριστες εκπλήξεις για τις υπερχρεωμένες κυρίως χώρες.
Η επενδυτική βαθμίδα και η ανώμαλη προσγείωση
Οι παραπάνω δεσμεύσεις της χώρας μας, συνδέονται βέβαια άμεσα με την πορεία της προς την κανονικότητα, ανακτώντας σταδιακά υπό προϋποθέσεις την επενδυτική βαθμίδα από όλους τους οίκους. Όμως, η επικοινωνιακή πλειοδοσία με την ανακήρυξη της «κατάκτησης» της επενδυτικής βαθμίδας ως εθνικού στόχου, προσγειώθηκε όχι μόνο στον πλημμυρισμένο θεσσαλικό κάμπο, αλλά και στο ταμπλό των αποδόσεων των κρατικών μας 10ετών ομολόγων. Στις 8/9, ημέρα αναβάθμισης από την DBRS το επιτόκιο ήταν 3,94% στις 13/9 σκαρφάλωσε στα 4,05%. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δεν είναι ένα θετικό γεγονός. Είναι, και μάλιστα πολύ σημαντικό, αλλά μόνο του δεν επαρκεί ούτε για την εισροή φθηνών κεφαλαίων από τον εξωτερικό για άμεσες επενδύσεις, ούτε ότι οι δανειολήπτες θα πληρώνουν εφεξής μικρότερες δόσεις για την εξυπηρέτηση των δανείων τους. Αντίθετα μάλιστα, από τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχίζει με την αύξηση των επιτοκίωναναφοράς, οι δόσεις θα αυξάνονται, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να μην είναι σε θέση να ανταποκριθούν με τα κουτσουρεμένα από τον πληθωρισμό εισοδήματά τους.
*Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς