Το οικονομικό μοντέλο του καταναλωτικού φιλελευθερισμού, που θεωρεί την κατανάλωση ως δικαίωμα και ως ένδειξη ανάπτυξης, έχει δημιουργήσει τέτοιες διαστρεβλώσεις, που εξυμνούν τον ατομικισμό και αναιρούν κάθε έννοια του κοινού καλού σε κοινωνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο απαξιώνοντας και διαλύοντας κάθε αίσθηση δημοκρατικής αυτοθυσίας και συνύπαρξης. Δεν είναι εφικτό για αντιπροσώπους εθνών κρατών, στην συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών να σκεφτούν πέρα από τα στενά εθνικά πλαίσια.
Του Πέτρου Βαμβακά*
Η 78η ετήσια συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών άνοιξε αυτήν την εβδομάδα με την καθιερωμένη παρέλαση των ηγετών των χωρών μελών του παγκόσμιου οργανισμού. Η βιώσιμη ανάπτυξη, η αντιμετώπιση της εξάπλωση της φτώχειας, η κλιματική κρίση, και η συνεχιζόμενη ανισότητα και βία κατά των γυναικών ήταν οι βασικές κατευθύνσεις της συνάντησης τις οποίες οριοθέτησε ο γενικός γραμματέας Αντόνιο Γκουτέρες. Και ενώ όλη η παραπάνω θεματολογία ακούγεται ως επαναλαμβανόμενη, η εικόνα σε όλους τους τομείς είναι δυσμενής και κινείται προς την λάθος κατεύθυνση.
Ο κύριος Γκουτέρες, με την ατζέντα που έφερε στο προσκήνιο προσπάθησε να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, ιδιαίτερα μετἀ από τα γεγονότα στην μετἀ κόβιντ εποχή των δύο τελευταίων χρόνων. Η πρόσφατη πανδημία, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις, και πέρα από την Ουκρανία, η επισιτιστική κρίση, η παγκόσμια κάθετη άνοδος των γυναικοκτονιών, αλλά και τα καταστροφικά ακραία καιρικά φαινόμενα, είναι σημαντικοί αλληλοσυνδεόμενοι παράγοντες που έχουν σαν αποτέλεσμα την οπισθοδρόμηση σε βασικούς στόχους της βιώσιμης διαβίωσης για ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη αλλά και των πληθυσμών.
Η μαζική μετανάστευση και η ανθρωπιστική καταστροφή, αλλά και οι πολιτικές, κοινωνικές, και οικονομικές εντάσεις και κρίσεις σε όλες τις χώρες του κόσμου είναι παράγωγα της ίδιας παθογένειας. Η γενικότερη κρίση δημοκρατίας σε αναπτυσσόμενες δημοκρατίες, η άνοδος στρατιωτικών κυβερνήσεων και η άνοδος της τρομοκρατίας, είναι η πολιτική όψη αυτής της αλληλοσυνδεόμενης παγκόσμιας κρίσης. Η διεθνής κοινότητα και τα Ηνωμένα Έθνη από την τελευταία δεκαετία προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν την ορατή και τότε κρίση, με το να εντοπίσουν μερικούς στόχους βελτίωσης παραγόντων.
Το 1992 το ορόσημο του 2015 και των αναπτυξιακών στόχων για την χιλιετία (Millennium Development Goals) έθετε οχτώ στόχους βελτίωσης, αλλά σε καμία των περιπτώσεων την πλήρη αντιμετώπιση.
Μέχρι το 2015 να μειωθεί κατά το ήμισυ ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν εισόδημα λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα, και των ανθρώπων που υποφέρουν από πείνα. Να διασφαλιστεί ότι αγόρια και κορίτσια σε όλο τον κόσμο θα ολοκληρώνουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Να εξαλειφθεί η ανομοιογένεια των δυο φύλων από όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Να μειωθεί κατά 2/3 η θνησιμότητα των παιδιών κάτω από 5 χρονών. Να μειωθεί κατά 3/4 η θνησιμότητα των γυναικών λόγω επιπλοκών της κύησης, της διακοπής της και του τοκετού. Να μειωθεί κατά το ήμισυ ο αριθμός των φορέων του AIDS, των θυμάτων της ελονοσίας και άλλων μολυσματικών ασθενειών. Να ενταχθούν οι αρχές της αειφόρου ανάπτυξης στις εθνικές πολιτικές. Βέβαια, κανένας από τους στόχους δεν έχει επιτευχθεί, και ένα καινούργιο πιο διευρυμένο πλαίσιο βιώσιμης ανάπτυξης με δεκαεπτά στόχους και με βάθος χρόνου δεκαπενταετίας ανακοινώθηκε. Το καινούργιο αυτό πλαίσιο με ημερομηνία λήξης το 2030, διεύρυνε τους 8 αρχικούς στόχους, και εμπεριέχοντας και μία μεγάλη δόση ενοχής, ανέβαζε τον πήχη πολύ ψηλότερα, θέτοντάς τους εξαρχής μη εφικτούς.
Εκεί που ο στόχος των προηγουμένων στόχων ήταν η μείωση, το 2015 οι στόχοι για το 2030 ήταν η εξάλειψη. Μη κατανοώντας βέβαια ότι η βασική αίτια και δυσκολία που οδήγησε στην αποτυχία των στόχων της χιλιετίας ήταν και είναι η αντίληψη ότι το μοντέλο του φιλελεύθερου αχαλίνωτου καταναλωτισμού είναι μονόδρομος. Ιδιαίτερα σε ένα πλανήτη με περιορισμένες πρώτες ύλες, αναπτυσσόμενο πληθυσμό, και με δυσανάλογη απεριόριστη ζήτηση.
Οι 17 στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης προσπάθησαν να περιέχουν τρεις διαστάσεις, οικονομική, κοινωνική και περιαυτολογική. Το αποτέλεσμα ήταν η ατζέντα που δημιουργήθηκε το 2015 να είναι ένα μεγαλόπνοο όραμα με σεβαστούς και επιθυμητούς στόχους, αλλά περισσότερο στα πλαίσια της επιστημονικής φαντασίας παρά στα πλαίσια της εφικτής πολιτικής, μέσα στα σημερινά οικονομικά και πολιτικά πλαίσια του σημερινού ανταγωνιστικού έθνους κράτους. Μηδενική Φτώχεια, Μηδενική Πείνα, Καλή Υγεία και Ευημερία, Ποιοτική Εκπαίδευση, Ισότητα των Φύλων, Καθαρό Νερό και Αποχέτευση, Φθηνή και Καθαρή Ενέργεια, Αξιοπρεπής Εργασία και Οικονομική Ανάπτυξη, Λιγότερες Ανισότητες, είναι μερικοί από τους 17 στόχους.
Δεν νομίζω να υπάρχει αντίθετη γνώμη σε κανένα από τα 194 κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο επιβεβαιώθηκε και αυτήν την εβδομάδα. Από τον πρόεδρο των ΗΠΑ μέχρι το αντιπρόεδρο της Κίνας, και τον πρόεδρο της Γκάνας υπάρχει συμφωνία στους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης.
Η μέχρι στιγμής υλοποίηση όμως σηματοδοτεί κάτι τελείως διαφορετικό. Η κατάσταση σήμερα σε όλους τους τομείς είναι δυσμενέστερη. Υπάρχει τεράστια άνοδος στην φτώχεια και στην πείνα, η επισιτιστική ανασφάλεια είναι μεγαλύτερη ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, η άνοδος της βίας, η κλιματική κρίση των τελευταίων μηνών και η παγκόσμια κρίση δημοκρατίας δίνουν μια αποθαρρυντική εικόνα ενώ οι γεωπολιτικές συγκρούσεις γίνονται πιο έντονες και αλληλεπιδράσεις είναι τεράστιες.
Οι τοποθετήσεις των ηγετών της τελευταίας εβδομάδας, δυστυχώς εκτός μερικών εξαιρέσεων, δείχνει μια παγκόσμια πολιτική ελίτ η οποια δεν έχει συνειδητοποιήσει την πολυπλοκότητα, το μέγεθος και την πηγή του προβλήματος.
Το οικονομικό μοντέλο του καταναλωτικού φιλελευθερισμού, που θεωρεί την κατανάλωση ως δικαίωμα και ως ένδειξη ανάπτυξης, έχει δημιουργήσει τέτοιες διαστρεβλώσεις, που εξυμνούν τον ατομικισμό και αναιρούν κάθε έννοια του κοινού καλού σε κοινωνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο απαξιώνοντας και διαλύοντας κάθε αίσθηση δημοκρατικής αυτοθυσίας και συνύπαρξης. Δεν είναι εφικτό για αντιπροσώπους εθνών κρατών, στην συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών να σκεφτούν πέρα από τα στενά εθνικά πλαίσια.
Η βιωσιμότητα του πλανήτη πρέπει να περάσει από τα κράτη στις κοινωνίες των πολιτών, και θεσμούς διαφορετικούς από τους σημερινούς το οποίο θα χρειαστεί πάνω από 7 χρόνια και απλοποιημένους στόχους.
*Ο Πέτρος Βαμβακάς, είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Διεθνών Σπουδών του Emmanuel College της Βοστώνης