Σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας αντιμετωπίζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, καθώς μία στις δύο βρίσκεται με μηδενική διαθέσιμη ρευστότητα που δεν ξεπερνάει τον ένα μήνα, ενώ το 27% έχει «κόκκινες» οφειλές, αδυνατώντας να ανταποκριθεί σε βασικές υποχρεώσεις. Την ίδια στιγμή Καθολική είναι η επιρροή της ακρίβειας στην αγορά, καθώς η συντριπτική πλειονότητα την θεωρεί ως σημαντικό πρόβλημα, όπως αποτυπώνει η νέα μεγάλη έρευνα από την PulseRC σε συνεργασία και για λογαριασμό του Επαγγελματικού Επιμελητήριου Αθηνών, στην Περιφέρεια Αττικής.
Οι ανατιμήσεις σε πρώτες ύλες, καύσιμα και ενέργεια, έχουν διογκώσει σημαντικά τα λειτουργικά κόστη των επιχειρήσεων, που δίνουν αγώνα επιβίωσης. Η έρευνα του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ είναι ενδεικτική για τη δυσχερή κατάσταση στην οποία συνεχίζουν να βρίσκονται οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Ειδικότερα σχεδόν 1 στις 2 επιχειρήσεις δήλωσε ότι έχει μηδενικά ρευστά διαθέσιμα (25,6%) ή διαθέσιμα που επαρκούν το πολύ για ένα μήνα (21,2%). Τα μεγαλύτερα προβλήματα ρευστότητας αντιμετωπίζουν οι μικρότερες με βάση τον αριθμό εργαζομένων και τον κύκλο εργασιών επιχειρήσεις, ενώ πολύ σοβαρό πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις εστίασης όπου το ποσοστό εκείνων που δεν έχουν ταμειακά διαθέσιμα ή τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν το πολύ για ένα μήνα ανέρχεται στο 53,7% (35,8% δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα και το 17,9% έχει ταμειακά διαθέσιμα που επαρκούν το πολύ για ένα μήνα).
Επιπλέον, το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες-ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις παραμένει ακόμα υψηλό (27,2%). Για τις επιχειρήσεις αυτές, τα προβλήματα ρευστότητας είναι εντονότερα καθώς και η δυνατότητά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης. Ο βαθμός υπερχρέωσης των μικρών και πολύ μικρών διαφοροποιείται ανάλογα με τον κλάδο και το μέγεθος των επιχειρήσεων.
Στο 64% η απαισιοδοξία
Πάνω από 1 στους 2 στην Αττική ανησυχεί σίγουρα ή μάλλον για την εργασία του, με αύξηση αυτών που ανησυχούν πολύ σε 27% από 21% τον περασμένο Νοέμβριο. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρηματίες ανησυχούν ακόμη περισσότερο, με τα αντίστοιχα ποσοστά να έχουν αυξηθεί σε σε 32% από 23%.
Η ακρίβεια όπως την ζούμε στην Ελλάδα είναι θέμα της χώρας μας και όχι διεθνές, σύμφωνα με το 57% των ερωτηθέντων και αποτελεί πολύ σημαντικό ή αρκετά σημαντικό πρόβλημα για το 87%, δηλαδή σχεδόν 9 στους 10.
Η κύρια κατηγορία δαπανών που έχει γίνει καθημερινό πρόβλημα για τους πολίτες είναι τα βασικά αγαθά (φαγητό, τρόφιμα, ποτά, supermarket), λέει το 59%, ενώ 30% προκρίνει την ενέργεια (ηλεκτρικό ρεύμα, καύσιμα, θέρμανση). Αξιοσημείωτη είναι η διαφορά στα ίδια ερωτήματα για τους επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες, που προκρίνουν κατά 45% τα βασικά αγαθά και κατά 36% την ενέργεια.
Δεν έκανε φέτος διακοπές 1 στους 3 ερωτηθέντες, ενώ από τους υπόλοιπους, ένα επιπλέον 18% το κατάφερε αλλά μειώνοντας τις δαπάνες του. Ακόμη και οι λιγότεροι από 1 στους 5 που δήλωσαν ότι πλήρωσαν περισσότερα, δεν το έκαναν από επιλογή, αλλά με τεράστια διαφορά (62%) προέκριναν ως αιτία τις αυξημένες τιμές.
Ο πρόεδρος του ΕΕΑ Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, δήλωσε σχετικά με τα ευρήματα της έρευνας: «Όταν περίπου 9 στους 10 συμμετέχοντες σε μία έρευνα απαντούν ότι τους απασχολεί το θέμα της ακρίβειας, φαίνεται ξεκάθαρα και το μέγεθος του προβλήματος για το σύνολο της κοινωνίας. Νοικοκυριά και επιχειρήσεις βάλλονται καθημερινά και κανείς δεν ξέρει που θα σταματήσει όλο αυτό καθώς η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι οι ανατιμήσεις σε τρόφιμα, βασικά αγαθά και καύσιμα θα συνεχιστούν. Ρόλο σε αυτό -ειδικά για τα τρόφιμα- θα παίξει και η καταστροφή στη Θεσσαλία.
Μετά τη δεκαετή οικονομική κρίση και τα μνημόνια, έχουμε εισέλθει σε μία νέα δύσκολη κατάσταση για την οικονομία και το επιχειρείν που οδηγεί σε περαιτέρω φτωχοποίηση της κοινωνίας. Οι προβληματισμοί και οι ανησυχίες των πολιτών φαίνονται και στο κύμα απαισιοδοξίας που επικρατεί στην αγορά, όπως αποτυπώνεται στην έρευνα, ενώ και οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης απασχολούν σε πολύ μεγάλο βαθμό τους πολίτες.
Η κυβέρνηση οφείλει να δει με προσοχή την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί και να προχωρήσει άμεσα σε παρεμβάσεις για να κρατήσει όρθια την κοινωνία και ανοιχτές τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έχουν βρεθεί για ακόμη μία φορά στο “μάτι” του κυκλώνα».
Έρχονται νέες αυξήσεις των τιμών
Οι ενδείξεις που υπάρχουν σήμερα στην αγορά μόνο ευοίωνες δεν είναι και αυτό διότι, το πετρέλαιο θέρμανσης δείχνει να διαμορφώνει μία τιμή άνω του 1,5 ευρώ, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που θεωρούν ότι η τιμή μπορεί με βάση τα σημερινά δεδομένα ίσως και να φτάσει τα 1,6 ευρώ το λίτρο. Η διάθεσή του πετρελαίου θέρμανσης θα ξεκινήσει σε περίπου 20 ημέρες, στις 15 Οκτωβρίου.
Μάλλον ανησυχητικά είναι τα μαντάτα και από το μέτωπο του φυσικού αερίου που το τελευταίο διάστημα η τιμή του κινείται ανοδικά και πλέον βρίσκεται πάνω από τα 40 ευρώ η μεγαβατώρα, ενώ λίγες εβδομάδες πριν ήταν κάτω από τα 30 ευρώ η μεγαβατώρα.
Όπως είναι φυσικό και η χονδρική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος θα επηρεαστεί. Ήδη βρίσκεται πάνω από τα 110 ευρώ η μεγαβατώρα και με βάση τις προβλέψεις τις επόμενες ημέρες θα… «τσιμπήσει» αφού δεν θα μπορούν λόγω της κακοκαιρίας να στηρίξουν το σύστημα οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Εξαιτίας των υψηλών λειτουργικών κοστών, το 43,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δήλωσε ότι αύξησε τις τιμές του το πρώτο εξάμηνο του 2023. Το ποσοστό αυτό, αν και είναι μειωμένο σε σχέση με το δεύτερο και το πρώτο εξάμηνο του 2022 (49,1% και 59,2% αντίστοιχα), παραμένει εξαιρετικά υψηλό.
Το πληθωριστικό κύμα εμφανίζεται να διατηρείται και το δεύτερο εξάμηνο του 2023, καθώς το 21,1% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι σκοπεύει να αυξήσει τις τιμές του έναντι μόλις 4,4% που δήλωσε ότι θα τις μειώσει.
Τα μεγαλύτερα ποσοστά επιχειρήσεων που δήλωσαν ότι αύξησαν τις τιμές τους εντοπίζονται στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα, τις τιμές τους αύξησε το πρώτο εξάμηνο του 2023 το 48,7% των επιχειρήσεων με κύκλο εργασιών πάνω από 300.000 ευρώ, το 48,3% των επιχειρήσεων με κύκλο εργασιών 100.000-300.000, το 42,2% των επιχειρήσεων με κύκλο εργασιών 50.000-100.000 ευρώ ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών έως 50.000 ευρώ ήταν 35,9%.
Σε κλαδικό επίπεδο είχαμε σαφώς μικρότερα ποσοστά επιχειρήσεων που αύξησαν τις τιμές τους στους τομείς των υπηρεσιών (37,3%) και της μεταποίησης (41,2%), σε σχέση με τις επιχειρήσεις στον τομέα του εμπορίου (50,8%).
Χρεωμένες οι επιχειρήσεις εστίασης
Οι επιχειρήσεις εστίασης φαίνεται πως με διαφορά αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα υπερχρέωσης, καθώς το 20,9% αυτών έχει τρεις ή και περισσότερες ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων συνεχίζει να αυξάνεται καθώς με βάση τα ευρήματα της έρευνας αυξήθηκε μεσοσταθμικά το κόστος ενέργειας κατά 20,8%, το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 19,5%, το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 17,3% και το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων κατά 7,9%. Συνέπεια του αυξημένου κόστους λειτουργίας ήταν περισσότερες από 4 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις να αυξήσουν τις τιμές τους.
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, μετά τη σημαντική ενίσχυση που κατέγραψε το δεύτερο εξάμηνο του 2022 στις 69,5 μονάδες αποτελώντας την υψηλότερη επίδοση που έχει καταγραφεί σε έρευνα κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, υποχώρησε ήπια το πρώτο εξάμηνο του 2023 στις 66,7 μονάδες.
Το στοιχείο αυτό σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα ευρήματα της έρευνας υποδηλώνει ότι η κατάσταση των επιχειρήσεων, μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις, έχει σταθεροποιηθεί και επανέλθει στα προ πανδημίας επίπεδα.
Οι προσδοκίες, μάλιστα, των ελληνικών ΜμΕ ενισχύονται περαιτέρω. Ειδικότερα και όσον αφορά το δεύτερο εξάμηνο του 2023, ο δείκτης προσδοκιών αυξάνεται στις 67,8 μονάδες (66,5 το προηγούμενο εξάμηνο), χωρίς ωστόσο να προσεγγίζει τα προ πανδημίας επίπεδα.
Στουρνάρας: Παρεμβάσεις για την στήριξη των ΜμΕ
Για τη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) στην ελληνική οικονομία και τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, μίλησε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στο συνέδριο που διοργανώνει η ΓΣΕΒΕΕ και το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών με θέμα: «Οι προκλήσεις των μικρών επιχειρήσεων σε ένα μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον». Παράλληλα, παρουσίασε τις προτάσεις του για εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές στήριξης των ΜμΕ.
Ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι άμεσα συνυφασμένη με την ανάπτυξη και ευημερία των ΜμΕ. «Η προσπάθεια για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση σε ένα νέο πρότυπο ανάπτυξης με έμφαση την επιχειρηματικότητα και την εξωστρέφεια απαιτεί τη στήριξη των ΜμΕ με νέες εθνικές και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. Άμεση προτεραιότητα αποτελεί η έγκαιρη αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και ειδικά αυτών που σχετίζονται με τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την ενίσχυση των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο, πράσινη ενέργεια και ψηφιακές τεχνολογίες. Στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών δράσεων είναι απαραίτητη η υλοποίηση της πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημιουργία ενός «Πακέτου Αρωγής» για τις ΜμΕ (SME “Relief Package”)», τόνισε.
Οι παρεμβάσεις στήριξης των ΜμΕ που ο κ. Στουρνάρας θεωρεί ότι θα πρέπει να υλοποιηθούν, αναπτύσσονται σε τέσσερις βασικούς τομείς:
- Διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση
- Αξιοποίηση των εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων για την ενίσχυση της τραπεζική χρηματοδότησης των ΜμΕ
Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ οι μεγάλες επιχειρήσεις συνεχίζουν να υπερτερούν ως προς το ύψος των δανειακών πόρων που αντλούν από το τραπεζικό σύστημα, τάση που παρατηρείται και σε πολλές χώρες διεθνώς. Συνεπώς, η τραπεζική χρηματοδότηση των ΜμΕ θα μπορούσε να ενισχυθεί με περαιτέρω αξιοποίηση των εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων. Τα τελευταία έτη, η συμβολή των χρηματοδοτικών εργαλείων εγχώριων και διεθνών αναπτυξιακών φορέων, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) και η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα (ΕΑΤ), στην πιστωτική επέκταση των ΜμΕ υπήρξε σημαντική. Ειδικότερα, την τριετία 2020-2022 περίπου το ήμισυ των τραπεζικών δανείων προς ΜμΕ υποστηρίχθηκε από ευρωπαϊκά ή κρατικά προγράμματα στήριξης, αναλογία πολύ υψηλότερη από την αντίστοιχη για το σύνολο των επιχειρήσεων. Το πρώτο εξάμηνο του 2023 οι εκταμιεύσεις επιχειρηματικών δανείων προς ΜμΕ που συνδέονται με χρηματοδοτικά εργαλεία ανήλθαν περίπου σε 600 εκατ. ευρώ και αντιπροσώπευαν σχεδόν το 1/4 των νέων δανείων καθορισμένης διάρκειας προς ΜμΕ έναντι μόλις 10% για το σύνολο των επιχειρήσεων.
Θα πρέπει τέλος να τονιστεί η σημασία της κεφαλαιακής ενδυνάμωσης και γενικότερα της εξυγίανσης των λεγόμενων μη συστημικών τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων και των συνεταιριστικών τραπεζών, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν έναν πιο ενεργό ρόλο στην χρηματοδότηση των ΜμΕ.
Διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης
Η διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης με αξιοποίηση των κεφαλαιαγορών, καθώς και μετοχικών σχημάτων Venture Capital (που επενδύουν σε νέες επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας) και Private Equity (που επενδύουν σε επιχειρήσεις μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο), η συμμετοχική χρηματοδότηση (crowdfunding), η λειτουργία των επιχειρηματικών αγγέλων (business angels), και οι επιταχυντές των νεοφυών επιχειρήσεων (startup accelerators) είναι απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να ξεπεραστούν οι δυσκολίες πρόσβασης στην χρηματοδότηση. Ωστόσο, όπως έχει επισημανθεί και στην Έκθεση Πισσαρίδη (2020), απαιτείται βελτίωση της ποιότητας των λογιστικών καταστάσεων και συνολικά της εταιρικής διακυβέρνησης ώστε να ξεπεραστούν προβλήματα ασύμμετρης πληροφόρησης που εμποδίζουν την είσοδο δυνητικά ενδιαφερόμενων επενδυτών.
Επιπλέον, η διεύρυνση της χρηματοδότησης με την υποστήριξη των μικροπιστώσεων πρέπει να επιταχυνθεί. Ο τομέας των μικροχρηματοδοτήσεων στην Ελλάδα βρίσκεται σε εκκίνηση καθώς ήδη τρία ιδρύματα έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την ΤτΕ, ενώ όσον αφορά τις κεφαλαιουχικές χρηματοδοτήσεις ενεργό ρόλο έχει η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων με το σχεδιασμό και προσφορά προγραμμάτων, δύο εκ των οποίων υποστηρίζονται από πόρους του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Αξιοποίηση και καλύτερος συντονισμός των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων
Δεδομένης της ανόδου των επιτοκίων οι επιχειρηματίες θα πρέπει επίσης να αξιοποιήσουν τους διαθέσιμους πόρους από τα ευρωπαϊκά προγράμματα. Στο πλαίσιο αυτό, οι εγχώριες επιχειρήσεις υποβοηθούνται ήδη από τα χαμηλότοκα δάνεια που χορηγούνται στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility – RRF). Υπενθυμίζεται ότι το ελάχιστο επιτόκιο χορήγησης δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (TAA) για προς τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις παραμένει σε 0,35%, ενώ για τις υπόλοιπές επιχειρήσεις από τις 24 Οκτωβρίου του 2022 διαμορφώθηκε σε 1%. Οι ιδιαίτερα επωφελείς όροι χρηματοδότησης αντανακλώνται στη ζήτηση των ΜμΕ για τα εν λόγω δάνεια καθώς έως τις αρχές Ιουνίου από το συνολικό αριθμό των επενδυτικών σχεδίων που είχαν υποβληθεί στο δανειακό σκέλος του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0 ποσοστό 61% (260 από τα 425) είχε κατατεθεί από πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ). Προς την ίδια κατεύθυνση, στα συμπεράσματα πρόσφατης έρευνας συγκυρίας της ΕτΕ, αναφέρεται ότι το ήμισυ των ΜμΕ με ενεργά επενδυτικά σχέδια στοχεύει ή ήδη αξιοποιεί πόρους του ΤΑΑ.
Πέρα από τους πόρους του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας πρέπει να αξιοποιηθούν οι πόροι των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων και το InvestEU, το οποίο αποσκοπεί στην κινητοποίηση ιδιωτικών πόρων για την τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να εξετασθούν πρόσθετες δράσεις ενίσχυσης των ΜμΕ μεσω του REPowerEU, του EU Green Industry Plan και του προτεινόμενου από την Επιτροπή European Sovereignty Fund για την ενίσχυση της βιομηχανίας.
Δεδομένου όμως ότι πολλές φορές οι ευρωπαϊκοί πόροι που κατευθύνονται στις ΜμΕ είναι κατακερματισμένοι, απαιτείται η θεσμοθέτηση Εθνικής Στρατηγικής για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις και την Επιχειρηματικότητα (αντίστοιχη με την Εθνική Βιομηχανική Στρατηγική), στο πλαίσιο της οποίας θα πρέπει να εντάσσονται και οι επενδυτικές προτεραιότητες του ΕΣΠΑ και του Εθνικού Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Κάτι τέτοιο θα επιτρέψει τον καλύτερο συντονισμό των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων κατά το στάδιο του σχεδιασμού πολιτικής επιτυγχάνοντας την μεγιστοποίηση του αποτελέσματος των συγχρηματοδοτούμενων ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Επισημαίνεται, ότι η αξιολόγηση του αντίκτυπου των προγραμμάτων δημόσιας στήριξης, αποτελεί το κλειδί για την τελειοποίηση του σχεδιασμού τους και την αξιολόγηση της απόδοσής τους.
Πέρα από τα ανωτέρω, δεδομένου ότι οι ελληνικές ΜμΕ σε αρκετές περιπτώσεις έχουν έλλειψη επαρκών γνώσεων γύρω από σημαντικά χρηματοοικονομικά θέματα (λόγω έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού), κρίνεται αναγκαία η υλοποίηση στοχευμένων δράσεων αναβάθμισης της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης και διευκόλυνσης της προσβασιμότητας στην ενημέρωση για τις διαθέσιμες πηγές χρηματοδότησης των ΜμΕ.
Βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, περιορισμός του διοικητικού φόρτου, βελτίωση της πρόσβασης στην αγορά και εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού
Η συμμόρφωση με κανονισμούς, πρότυπα και διοικητικές διατυπώσεις επηρεάζει τις ΜμΕ περισσότερο από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις λόγω των περιορισμένων οικονομικών και ανθρώπινων πόρων τους. Όπως έχει αναδείξει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατά μέσο όρο, μια μεγάλη εταιρεία δαπανά 1 ευρώ ανά εργαζόμενο για να συμμορφωθεί με το ρυθμιστικό πλαίσιο, μια μεσαία επιχείρηση ξοδεύει περίπου 4 ευρώ και μια μικρή επιχείρηση δαπανά έως και 10 ευρώ.
Συνεπώς θα πρέπει να δοθεί έμφαση στη μείωση της γραφειοκρατίας με περιορισμό των υποχρεώσεων υποβολής αναφορών και δεδομένων, στην αξιολόγηση των νομοθετικών προτάσεων όσον αφορά τις πιθανές επιπτώσεις στις ΜμΕ και συνολικά στην καλύτερη νομοθέτηση ώστε να περιοριστεί ο διοικητικός φόρτος. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εξεταστούν και καινοτόμες λύσεις μέσω «προστατευόμενου κανονιστικού περιβάλλοντος» (regulatory sandbox). Αυτό παρέχει επικαιροποιημένες πληροφορίες στις ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές, καθώς και πείρα σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες, ενώ παράλληλα καθιστούν εφικτή την εφαρμογή πειραματικών δράσεων σε επίπεδο πολιτικής. Σημειώνεται ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν ήδη πειραματιστεί με αυτήν την μέθοδο όσον αφορά τις καινοτόμες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.
Καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών
Mε την πανδημία και το πλέον αυξανόμενο κόστος ενέργειας και πρώτων υλών, ο αριθμός των τιμολογίων που πληρώνονται καθυστερημένα αυξάνεται σημαντικά. Παρά τη σχετική οδηγία της ΕΕ, λιγότερο από το 40% των πληρωμών στην ΕΕ – είτε από δημόσιες αρχές είτε από επιχειρήσεις – πραγματοποιούνται εντός της συμβατικής προθεσμίας. Οι καθυστερήσεις πληρωμών θέτουν σε κίνδυνο τη ρευστότητα των ΜμΕ και μερικές φορές την ύπαρξή τους. Επιπλέον, οι καθυστερήσεις πληρωμών εμποδίζουν τις ΜμΕ να επενδύσουν, να προωθήσουν τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό τους και να προσλάβουν περισσότερους υπαλλήλους. Συνεπώς, απαιτείται ένα ισχυρότερο πλαίσιο το οποίο θα αξιοποιεί και ψηφιακά εργαλεία και το οποίο ενδεχομένως θα μπορούσε να περιλαμβάνει τον καθορισμό ανώτατων ορίων καθυστερήσεων για τις πληρωμές μεταξύ επιχειρήσεων, όπως για τον δημόσιο τομέα, θέσπιση ισχυρότερης επιβολή κυρώσεων και υποχρεώσεις παρακολούθησης, παρέχοντας στις ΜμΕ αποτελεσματικά εργαλεία επίλυσης διαφορών και εναλλακτικών μηχανισμών διαμεσολάβησης, προλαμβάνοντας τις καταχρήσεις και τις αθέμιτες πρακτικές.
Πηγές: Euro2day, SofokleousIn, News247
- Μερικές “αφελείς” ερωτήσεις για το μέλλον της (ποιάς;) Ευρώπης μετά τον θρίαμβο Τραμπ
- Μισθοί: Τρίτη από το τέλος η Ελλάδα
- Πρόεδρος της FED: «Δεν πάω πουθενά, εδώ θα μείνω»
- Συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν σήμερα στην Αθήνα
- Ξεκινάει σήμερα το έκτακτο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εν μέσω σκληρών αντιπαραθέσεων