Στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της εφημερίδας φτάνουν σχεδόν καθημερινά μηνύματα νέων ανθρώπων που αναζητούν δουλειά ως δημοσιογράφοι, γραφίστες ή σελιδοποιοί. Επισυνάπτουν τα βιογραφικά τους, επιμελημένα και καλά φορμαρισμένα, και δείγμα της δουλειάς τους.
Του ΚΙΜΠΙ
Εχουν αποφοιτήσει από πανεπιστημιακές σχολές ή δημόσια και ιδιωτικά ΙΕΚ, αλλά στην περιγραφή τής μέχρι τώρα εμπειρίας τους αντιλαμβάνεται κανείς ότι έχει προηγηθεί μια εργασιακή περιπλάνηση στην οποία τα μίντια είναι η εξαίρεση, ο κανόνας είναι η πώληση, η εστίαση, τα κολ σέντερ. Ντρέπομαι που δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στη μικρή προσδοκία τους να έχουν μια ευκαιρία σε μια συνεταιριστική εφημερίδα/ιστοσελίδα. Συχνά έχω την παρόρμηση να απαντήσω σε μία/έναν προς μία/έναν, ώστε να μην είναι το αναπάντητο μήνυμά τους μια συντριβή της ελπίδας και λαχτάρας για δουλειά. Τουλάχιστον όχι από μας.
Συμβαίνει φυσικά σε όλες τις δουλειές, σε όλους τους κλάδους, σε όλες τις επιχειρήσεις. Κατακλύζονται από βιογραφικά νέων ανθρώπων με καλά προσόντα και συνήθως με απείρως πιο αναπτυγμένες ψηφιακές δεξιότητες από αυτούς που κατέχουν τις ήδη κατειλημμένες θέσεις εργασίας. Κινητικότητα υπάρχει, δεν μπορεί να πει κανείς, να είναι καλά και οι κρατικές επιδοτήσεις θέσεων εργασίας. Αλλά η πραγματική βασική τάση είναι να μειώνονται οι κανονικές θέσεις πλήρους απασχόλησης στους περισσότερους κλάδους, Και ο μοχλός είναι η λεγόμενη ψηφιοποίηση και η χρήση συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης που υποκαθιστούν φυσικούς εργαζόμενους. Ισως το πιο ευρύ παράδειγμα στην Ελλάδα, που εξακολουθεί να εξαρτάται πολύ από μπετά και τουρισμό, είναι οι ανακεφαλαιοποιημένες με χρήματα των φορολογουμένων τράπεζες. Μέσα σε πέντε χρόνια έχουν μειώσει το προσωπικό τους κατά 10.000 και πλέον άτομα, μεταφέροντας όλο και μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών στην ηλεκτρονική τραπεζική και μετατρέποντας τους πολίτες σε πελάτες του εαυτού τους. Ψηφιακό σελφ σέρβις.
Αν η ψηφιακή υποκατάσταση μιας θέσης εργασίας σε τράπεζα φαίνεται εύκολη υπόθεση, αν το ίδιο συμβαίνει σε τεράστια κλίμακα στη βιομηχανία ή στα λοτζίστικ, όπου τα ρομπότ έχουν διαταχθεί ήδη στις νέες, ανέπαφες αλυσίδες παραγωγής, αναρωτιέται κανείς πώς η τεχνητή νοημοσύνη θα μπει σε δουλειές σαν τη δική μας, τη δημοσιογραφία. Εχει ήδη μπει με πολλούς τρόπους, αλλά το ερώτημα είναι αν μπορεί πράγματι να υποκαταστήσει τον συντάκτη ενός κειμένου. Κάναμε το πείραμα, παραγγείλαμε ένα θέμα σε σύστημα τύπου chatbot και το αποτέλεσμα δεν ήταν και για πέταμα. Με λίγη επεξεργασία θα μπορούσε να ξεγελάσει έναν φορτωμένο στη δουλειά αρχισυντάκτη. Αλλά στην πράξη ο ψηφιακός κειμενογράφος/ρεπόρτερ δεν θα ξεπερνούσε σε ποιότητα τα κυβερνητικά non paper που αναπαράγονται αμάσητα ή τις κραυγαλέα φιλτραρισμένες πληροφορίες που μεταδίδουν τα εγχώρια και παγκόσμια ενημερωτικά μονοπώλια. Κανένα chatbot δεν μπορούσε να παραγάγει τη βραβευμένη έρευνα για το ναυάγιο της Πύλου ή τη διεθνή έρευνα για τις υποκλοπές. Καμιά τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη φυσική ανθρώπινη βούληση που απαιτεί μια έρευνα υψηλού ρίσκου, η οποία ενοχλεί τα κέντρα εξουσίας και ισχύος.
Φυσικά η ζημιά μπορεί να γίνει και μάλιστα σε τεράστια κλίμακα. Δηλαδή η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να καταργήσει κατά δεκάδες εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε κάθε κλάδο δραστηριότητας. Αυτό θα έπρεπε να είναι πηγή χαράς και ελπίδας για την ανθρωπότητα. Γιατί η ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στην παραγωγική διαδικασία αυξάνει τόσο ιλιγγιωδώς την παραγωγικότητα της εργασίας των φυσικών ανθρώπων, που επιτρέπει να δουλεύουν λιγότερο από ποτέ, παράγοντας επίσης περισσότερο από ποτέ πλούτο. Η AI είναι το κορυφαίο επίτευγμα της συλλογικής ανθρώπινης διάνοιας που επιτρέπει (και) τεχνικά το «πέρασμα από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας». Μιλάει κανείς γι’ αυτό; Μιλάει για δραστική μείωση των ωρών εργασίας με ταυτόχρονη αύξηση των αμοιβών; Φυσικά όχι, γιατί οι απαλλοτριωτές της συλλογικής διάνοιας, οι κάτοχοι της ΑΙ, προτιμούν να την περιβάλλουν με τη μεταφυσική αχλύ που ενσπείρει φόβο και δέος στους ανθρώπους, λες και οι αλγόριθμοι που βρίσκονται πίσω από τις χιλιάδες εφαρμογές και κινούν τα ρομπότ έχουν μια βούληση άλλη από αυτή των κατασκευαστών τους ή πολύ περισσότερο των ιδιοκτητών τους. Δεν διώχνει το web banking τους τραπεζοϋπαλλήλους, αλλά οι τραπεζίτες. Δεν απολύουν τα ρομπότ τους εργαζόμενους της Amazon, αλλά ο Μπέζος. Γιατί για τους ανθρώπους που ελέγχουν την παγκόσμια παραγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα, στην υλική και την άυλη οικονομία, η τεχνητή νοημοσύνη είναι ταυτόχρονα μέσο εκτόξευσης της κερδοφορίας τους και απαλλαγής από το απεχθές βάρος της εργασίας με όλα τα ενοχλητικά παρελκόμενά της: αμοιβές, δικαιώματα, συνδικάτα.
Από αυτή την άποψη η ΑΙ, απαλλαγμένη από κάθε μυστικιστικό περιτύλιγμα (σ.σ. όχι, τα ρομπότ δεν θα εξεγερθούν κατά των ανθρώπων, εκτός αν οι ιδιοκτήτες τους τα προγραμματίσουν γι’ αυτό), είναι το νέο μεγάλο πεδίο σύγκρουσης κεφαλαίου και εργασίας. Οχι μόνο για να ελεγχθεί ο ρυθμός ενσωμάτωσής της στην παραγωγή ώστε να αποφευχθεί η βίαιη και μαζική καταστροφή θέσεων εργασίας, αλλά και για να διεκδικηθούν τα οφέλη της σε χρόνο (λιγότερες ώρες εργασίας) και σε χρήμα (αυξήσεις αμοιβών).
Η ΑΙ ξαναφέρνει στο επίκεντρο το θέμα της διανομής του πλούτου. Από τους τεχνολάγνους γράφεται συχνά ότι «η τεχνητή νοημοσύνη πρόκειται να εξελιχθεί στον μεγαλύτερο δημιουργό πλούτου στην ιστορία της ανθρωπότητας, υλικού και πνευματικού». Αλλά δεν υπάρχει μεγαλύτερη φυσική βλακεία από όση περιέχει αυτή η φράση. Οι άνθρωποι, τα εκατομμύρια επιστημόνων, τεχνικών, εργαζόμενων, ακόμη και ανυποψίαστων χρηστών των ψηφιακών εφαρμογών, παραμένουν οι μόνοι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου, έστω κι αν για τη δημιουργία του δεν μεσολαβεί ένα ξύλινο αλέτρι, μια ατμοκίνητη ή ηλεκτροκίνητη μηχανή, αλλά ένα περίπλοκο λογισμικό, κι αυτό φτιαγμένο από τους ίδιους.
Σε τελική ανάλυση το πρόβλημα δεν είναι να αποτρέψουμε την τεχνητή νοημοσύνη και τις απελευθερωτικές για την ανθρωπότητα εφαρμογές της, αλλά να απαλλαγούμε από τη φυσική -και (αυτό)καταστροφική- βλακεία του κεφαλαίου.
💬 Θεωρίες για την υπεραξία
Σκεπτόμενες μηχανές δεν υπήρξαν, δεν υπάρχουν και δεν μπορούν να υπάρξουν. Μπορεί να χρησιμοποιούμε την ενεργητική φωνή όταν λέμε ότι το ρομπότ κίνησε το χέρι του ή σκότωσε τον εχθρό, αλλά αυτό δεν μεταφράζεται σε ενεργητική διάθεση: το ρομπότ δεν κάνει τίποτα επειδή το «αποφάσισε», απλά λειτουργεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σύμφωνα με το λογισμικό που σχεδιάστηκε και εγκαταστάθηκε από τους κατασκευαστές του, ανθρώπους με σάρκα και οστά, με σκέψη και βούληση…
Πέτρου Παπακωνσταντίνου, «Ανθρωποι και ρομπότ»
Πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
[email protected], kibi-blog.blogspot.com