Τρείς ανήλικοι που λήστεψαν δύο 16χρονους συνελήφθησαν χθες το βράδυ στην Κηφισιά σε ένα ακόμη από τα δεκάδες περιστατικά παραβατικότητας που τον τελευταίο καιρό παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις.
Σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, το περιστατικό σημειώθηκε λίγο μετά τις 11 το βράδυ στην οδό Ρόδου όπου οι τρεις ανήλικοι, ηλικίας 14, 15 και 16 ετών πλησίασαν δύο 16χρονους και υπό την απειλή βίας αφαίρεσαν από τον ένα το ρολόι που φορούσε.
Στο σημείο κλήθηκαν αστυνομικοί, που μετά από αναζητήσεις εντόπισαν και συνέλαβαν τους τρεις ανήλικους δράστες.
Το φαινόμενο αποτελεί πλέον μάστιγα για την ελληνική κοινωνία, όπως φαίνεται και από τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΑΣ, μίλησαν στις «Συνδέσεις» της ΕΡΤ η Έλενα Συρμαλή, εγκληματολόγος και πρόεδρος του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας και η δικηγόρος Εβίτα Βαρελά εστιάζοντας στο ρόλο του σχολείου και της οικογένειες.
«Πάντοτε για ανηλίκους μιλάμε για παραβατικότητα γιατί δεν θέλουμε να δημιουργηθεί αυτό που λέμε αυτοεκπληρούμενη προφητεία, δηλαδή η συμπεριφορά του να καταλήξει να δικαιολογεί τις προσδοκίες μας» ξεκαθάρισε η κα Συρμαλή.
Μιλώντας για τις πιο σκληρές πράξεις βίας που παραπέμπουν σε αποτρόπαια εγκλήματα, τόνισε ότι στη χώρα μας υπάρχουν αυξομειώσεις κάθε χρόνο στον δείκτη παραβατικότητας.
«Τα τελευταία χρόνια, η αλήθεια είναι, ότι έχουμε αύξηση των πράξεων βίας, όπως βιασμοί και σωματική βία. Επομένως, αυτό πρέπει να μας προβληματίσει και πρέπει να μας χτυπήσει καμπανάκι. Γιατί όταν μιλάμε για παραβατικότητα ανηλίκων και τέτοιες σκληρές πράξεις βίας, έχουμε να κάνουμε με κοινωνικές παθογένειες» τόνισε η κα Συρμαλή με την ιδιότητα της εγκληματολόγου.
Τον Σεπτέμβριο καταγράφηκαν 1.353 συλλήψεις ανηλίκων
Από την πλευρά της η δικηγόρος Εβίτα Βαρελά που έχει κληθεί να υπερασπιστεί θύματα και θύτες εστίασε στο ότι θα πρέπει να μιλάμε για εγκλήματα που διαπράτονται από ανήλικους καθώς διώκονται από τον Ποινικό κώδικα.
«Ως συνήγορος υπεράσπισης αναλαμβάνω υποθέσεις ανηλίκων που δεν έχουν καταλάβει πώς έχουν βρεθεί σε αυτή τη θέση, πολλές φορές έχοντας ένα ρόλο τον οποίο δεν έχουν αντιληφθεί ότι έχουν αναλάβει και βρίσκονται να έχουν μπροστά τους ποινικές δικογραφίες που ενδεχομένως να τους συνοδεύουν για πάρα πολλά χρόνια» επισήμανε στην εκπομπή.
Όπως ανέφερε στους παρουσιαστές της εκπομπής Χριστίνα Βίδου και Κώστα Παπαχλιμίντζο «μόνο τον Σεπτέμβριο καταγράφηκαν 1.353 συλλήψεις ανηλίκων και σχηματίστηκαν ισάριθμες δικογραφίες ανηλίκων. Δηλαδή, είχαμε για 300 σχεδόν ληστείες και κλοπές».
Συχνά οι ληστείες με τη χρήση βίας καταλήγουν σε σωματικές βλάβες
Και όπως τόνισε, πάρα πολλές ληστείες από ανήλικους γίνονται πλέον με τη χρήση βίας και μπορούν να καταλήξουν σε σωματικές βλάβες. «Αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι βρισκόμαστε σε ένα φαινόμενο που πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτό. Είναι θέμα που ξεκινάει από την οικογένεια αδιαμφισβήτητα» ανέφερε η Εβίτα Βαρελά η οποία τοποθετήθηκε και στα ζητήματα πρόληψης και καταστολής αυτών των φαινομένων.
Και όπως είπε η τοποθέτηση των 750 καμερών (σ.σ. στην Αθήνα) που είναι μέσα στα σχέδια της κυβέρνησης για το Δήμο Αθηναίων, ως μέσο πρόληψης κυρίως του εγκλήματος αλλά και εξιχνίασης, θα βοηθήσει σε αυτόν τον τομέα.
«Μια άλλη παράμετρος της ανήλικης παραβατικότητας είναι η ατιμωρησία σε σχέση με την εξιχνίαση των εγκλημάτων και την πρόληψη του επόμενου εγκλήματος», πρόσθεσε η νομικός.
Αναφορικά με τα προσωπικά δεδομένα και τις ευρωπαϊκές οδηγίες σημείωσε ότι πρέπει να είναι σεβαστή. Ωστόσο, όπως ανέφερε, «υπάρχουν χώροι στις εισόδους σπιτιών, είτε καταστημάτων που δεν πρέπει να βιντεοσκοπείται, διότι θεωρείται αυτοματοποιημένη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων». Το παράδοξο όμως είναι ότι από την καταγραφή αυτών των σημείων εξιχνιάζονται συχνά και πολλά εγκλήματα.
Πρέπει να διαχωριστεί η πρόληψη από την καταστολή
Από την πλευρά της η κα Συρμαλή τόνισε ότι πρέπει να διαχωριστεί η πρόληψη με την καταστολή. «Είναι δύο διαφορετικές πολιτικές στο πλαίσιο της αντεγκληματικής πολιτικής». Και όπως επισήμανε θα πρέπει για να αποτυπωθεί το πρόβλημα για να ξέρουμε ακριβώς τι συμβαίνει ανά περιοχή.
«Θα πρέπει να έχουμε μια καλύτερη αστυνόμευση που μπορεί να λειτουργήσει προληπτικά και φυσικά χωρίς την ενημέρωση και τη συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας δεν μπορεί να γίνει απολύτως τίποτα», πρόσθεσε η εγκληματολόγος.
Συμπλήρωσε, μάλιστα, ότι σε όλες τις μελέτες αποτυπώνεται το ότι ηπαραβατική συμπεριφορά για να φτάσει στην κοινωνία ξεκινάει πρώτα από το σχολείο και συνδέεται είτε με σχολική αποτυχία είτε με μη λειτουργικότητα μέσα στην τάξη, είτε με μη δεσμευτική του ανηλίκου με τις δραστηριότητες του σχολείου.
«Όταν εντοπίζουμε μια παραβατική συμπεριφορά μέσα στο σχολείο, μπορούμε να τη διαχειριστούμε πιο εύκολα, πιο απλά και λιγότερα επίπονα και μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε καλύτερα πριν βγει έξω από το σχολείο και δημιουργηθεί πρόβλημα. Το μπούλινγκ που λέμε μέσα στο σχολείο δεν είναι κάτι απλό, κάτι που συμβαίνει μεταξύ μαθητών μέσα στο σχολείο. Το μπούλινγκ μπορεί να γίνει σωματική κακοποίηση έξω από το σχολείο» συμπλήρωσε η κα Βαρελά.
Παίρνοντας θέση στις δράσεις που εξαγγέλονται από επίσημους φορείς για την αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας η πρόεδρος του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας η εστίασε στη συνδρομή των γονέων στην όλη προσπάθεια.
«Όταν βλέπουν οι γονείς μια επίμονη επιθετική συμπεριφορά, όταν οι γονείς είναι δέκτες παραπόνων από το σχολείο και η αντίδρασή τους αντί να απευθυνθούν σε έναν ειδικό που είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει κάποιος γονιός, το αντιλαμβάνονται αυτό ως γονεϊκή αποτυχία δική τους και έρχονται σε αντιπαράθεση με τον καθηγητή, τότε δεν μπορούμε να βρούμε λύση. Η πολιτεία έχει αντιληφθεί ότι υπάρχει πρόβλημα και θα κάνει ό,τι χρειαστεί αλλά και οι γονείς πρέπει να καταλάβουν ότι πρώτα το πρόβλημα θα εμφανιστεί στο σπίτι, μετά στο σχολείο και μετά έξω στο δρόμο», όπως είπε.
Η κα Συρμαλή υπενθύμισε ότι η βία είναι εργαλείο επιβολής και ελέγχου λέγοντας χαρακτηριστικά: «Όταν αναλύουμε παράγοντες κινδύνου και μεταβλητές που μπορεί να οδηγήσουν σε παραβατική συμπεριφορά σε σχέση με τους ανηλίκους εξετάζουμε σχολείο και συνομήλικους, εξετάζουμε οικογένεια και ατομικά χαρακτηριστικά». Επιπλέον, όπως δήλωσε, έχουμε ένα κοινωνικό πλαίσιο το οποίο σε μεγάλο βαθμό κοινωνικοποιεί τη βία στον λόγο ή σωματική βία.
Αγγελική Καρδαρά στο AnatropiNews: Το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας είναι διαχρονικό και οικουμενικό
Η Αγγελική Καρδαρά, Διδάκτωρ Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογος, Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος και Επ. Υπεύθυνη Crime & Media Lab (ΚΕ.Μ.Ε.), Συγγραφέας-Εισηγήτρια και Εκπαιδεύτρια E-Learning ΕΚΠΑ, μιλάει στο AnatropiNews για το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας και πώς έχει εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια.
«Παιδιά που είναι θύματα βίας και κακοποίησης από τους γονείς τους, ή παιδιά που βιώνουν συναισθήματα απόρριψης από τους γονείς τους, παιδιά που δεν έχουν λάβει την προσοχή και το ουσιαστικό ενδιαφέρον που θα έπρεπε να είχαν λάβει, παιδιά που περιθωριοποιούνται στο σχολικό τους περιβάλλον, παιδιά που βιώνουν διαρκώς τη χαρακτηριζόμενη «σχολική αποτυχία» και νιώθουν ότι η αξία τους δεν αναγνωρίζεται, μπορεί να προσπαθήσουν να διεκδικήσουν με αρνητικούς τρόπους την προσοχή και τη «θέση» τους στο σχολείο και την ευρύτερη κοινωνία», τονίζει.
Εξάλλου, «η έννοια της «δυσλειτουργικής οικογένειας» είναι πολυσύνθετη και πολυδιάστατη, περιλαμβάνει και τις ορατές δυσλειτουργίες (όπως, οξύτατα κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα, χρήση ουσιών, ή/και κατάχρηση αλκοόλ από έναν ή και τους δύο γονείς, ή/και άλλα μέλη της οικογένειας, ένας ή και δύο γονείς στη φυλακή κλπ.), αλλά και τις μη ορατές δυσλειτουργίες που καταγράφονται ακόμα και σε οικογένειες που φαινομενικά δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα και έχουν ένα καλό κοινωνικο-οικονομικό και εκπαιδευτικό υπόβαθρο», αναφέρει, επίσης.
Συνέντευξη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο
-Το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας πώς έχει εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια; Τι έχει αλλάξει – αν έχει αλλάξει – μετά τη χρήση του διαδικτύου;
Το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας είναι διαχρονικό και οικουμενικό. Δεν εντοπίζεται δηλαδή μόνο στις σύγχρονες κοινωνίες, αλλά όπως και σε όλες τις μορφές εγκληματικότητας, οι ρίζες του είναι βαθιές, δεδομένου ότι έγκλημα και κοινωνία είναι δύο έννοιες απολύτως συνυφασμένες μεταξύ τους.
Η ανήλικη παραβατικότητα διαπιστώνεται ότι χρονολογείται ήδη από το 306 π.Χ. στη Ρώμη, όπου μεταξύ των πρώτων νόμων των Ρωμαίων υπήρχαν ειδικές διατάξεις για τους ανήλικους που έκλεβαν. Αναγνώριζαν όμως ότι η ευθύνη των ανηλίκων ήταν περιορισμένη.
Σαφώς στο φαινόμενο της ανήλικης παραβατικότητας καταγράφονται διαφοροποιήσεις, με την πάροδο των ετών.To έτος 2000 η ανήλικη παραβατικότητα (13-17 ετών) κυμαινόταν στο 7%, το 2020 μειώθηκε στο 4,5, ωστόσο καταγράφηκε αύξηση στα επιμέρους «σκληρά εγκλήματα», τα οποία χαρακτηρίζονται και ως «εγκλήματα βίας» (violent crimes), όπου εκεί ο δείκτης της εγκληματικότητας παρουσιάζεται ιδιαίτερα αυξημένος, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία. Πιο συγκεκριμένα, το 2020 είχαν καταγραφεί 16 ανθρωποκτονίες με πρόθεση έναντι 7 το 2000, 32 βιασμοί έναντι 6, 486 ληστείες έναντι 62, 440 περιπτώσεις ναρκωτικών έναντι 330. Συνεπώς παρατηρούμε ότι καταγράφεται μία σημαντική αύξηση εγκλημάτων με εμπλοκή εφήβων (13-17 ετών), κυρίως ληστειών και υποθέσεων ναρκωτικών, στοιχείο το οποίο οφείλει να μας προβληματίσει και να αναδείξουμε παράλληλα τα σοβαρά κοινωνικά ζητήματα που σχετίζονται με το φαινόμενο. Επίσης βλέπουμε, σε υποθέσεις, να καταγράφεται μία εκτεταμένη χρήση βίας και οι έφηβοι/ες να δρουν περισσότερο σε ομάδες και όχι κατά μόνας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η σκιαγράφηση του προφίλ των ανήλικων παραβατών αποκαλύπτει ότι πρόκειται για νέους που δεν θέτουν προσωπικούς στόχους, δεν έχουν όνειρα για εξέλιξη ως προς τις σπουδές τους και ως προς την επαγγελματική τους πορεία, η σχέση τους με το σχολείο είναι κακή, η εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς είναι κλονισμένη. Άρα, στο επίκεντρο του ερευνητικού ενδιαφέροντός μας, στη σύγχρονη εποχή, πρέπει να τεθεί ο τρόπος λειτουργίας της οικογένειας, του σχολείου, της τοπικής κοινωνίας και οι επιδράσεις που ασκούν στην ανηλικότητα. Αναμφίβολα η εκτεταμένη και ανεξέλεγκτη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, από ανήλικα άτομα ακόμα και πολύ μικρών ηλικιών, επιδρά με αρνητικό πρόσημο στο φαινόμενο. Σε αυτό το σημείο βέβαια να υπογραμμίσω ότι η τεχνολογία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας στη σημερινή εποχή, άρα και οι ανήλικοι/ες είναι αναμενόμενο ότι θα την αξιοποιήσουν, για ενημέρωση, διασκέδαση, επικοινωνία με τους φίλους/φίλες, αλλά η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι αναγκαίο να γίνεται με όριο, μέτρο, επίβλεψη γονέων ειδικά στις μικρές ηλικίες. Απαραίτητη επομένως είναι η εκπαίδευση των ανηλίκων ως προς τη σωστή χρήση του διαδικτύου, ώστε να ενημερωθούν και για τους σοβαρούς κινδύνους που ελλοχεύουν.
-Θα μπορούσαμε να πούμε ότι υφίσταται ένας φαύλος κύκλος βίας-θυματοποίησης, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα «ντόμινο» και τα παιδιά θύματα να γίνονται τελικά δράστες εγκληματικών ενεργειών;
Ναι, σε κάποιες τουλάχιστον περιπτώσεις διαπιστώνεται ένας φαύλος κύκλος βίας-θυματοποίησης-εγκληματικής δράσης, καθώς ανήλικοι δράστες μπορεί να έχουν υπάρξει και οι ίδιοι θύματα στο πλαίσιο της οικογένειάς τους. Ειδικότερα, παιδιά που είναι θύματα βίας και κακοποίησης από τους γονείς τους, ή παιδιά που βιώνουν συναισθήματα απόρριψης από τους γονείς τους, παιδιά που δεν έχουν λάβει την προσοχή και το ουσιαστικό ενδιαφέρον που θα έπρεπε να είχαν λάβει, παιδιά που περιθωριοποιούνται στο σχολικό τους περιβάλλον, παιδιά που βιώνουν διαρκώς τη χαρακτηριζόμενη «σχολική αποτυχία» και νιώθουν ότι η αξία τους δεν αναγνωρίζεται, μπορεί να προσπαθήσουν να διεκδικήσουν με αρνητικούς τρόπους την προσοχή και τη «θέση» τους στο σχολείο και την ευρύτερη κοινωνία. Άλλωστε σκιαγραφώντας το προφίλ των ανήλικων παραβατών στη χώρα μας διαπιστώνουμε και την κακή σχέση τους με το σχολείο (παρατεταμένες και αδικαιολόγητες απουσίες, πολύ χαμηλές σχολικές επιδόσεις, πρώιμη εγκατάλειψη των σχολικών σπουδών) αλλά και τις πολύ σοβαρές δυσλειτουργίες στον πυρήνα των οικογενειών αυτών των νέων. Η έννοια της «δυσλειτουργικής οικογένειας» είναι πολυσύνθετη και πολυδιάστατη, περιλαμβάνει και τις ορατές δυσλειτουργίες (όπως, οξύτατα κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα, χρήση ουσιών, ή/και κατάχρηση αλκοόλ από έναν ή και τους δύο γονείς, ή/και άλλα μέλη της οικογένειας, ένας ή και δύο γονείς στη φυλακή κλπ.), αλλά και τις μη ορατές δυσλειτουργίες που καταγράφονται ακόμα και σε οικογένειες που φαινομενικά δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα και έχουν ένα καλό κοινωνικο-οικονομικό και εκπαιδευτικό υπόβαθρο. Οι εν λόγω δυσλειτουργίες αφορούν (μεταξύ άλλων) σε συμπεριφορές απάθειας, αδιαφορίας και συναισθηματικής απόσυρσης γονέων προς τα παιδιά τους, Παράλληλα στη σύγχρονη εποχή η σφοδρή υγειονομική κρίση άσκησε τους δικούς της κλυδωνισμούς στον κοινωνικό και κατ’ επέκταση στον οικογενειακό ιστό, αφήνοντας κατά την άποψή μου το «αποτύπωμά» της και στο φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας. Συμπερασματικά, η ανάγκη ενίσχυσης της πρόληψης και έγκαιρης παρέμβασης κρίνεται επιτακτική.
-Η κακοποίηση ζώων από ανήλικους μας απασχολεί επίσης. Πώς σκιαγραφείται το προφίλ των ανηλίκων που προβαίνουν σε αυτή την πράξη και ποιος είναι ο ρόλος της εκπαίδευσης στην πρόληψη αυτού του φαινομένου;
Πρόκειται, αναμφίβολα, για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα και είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει ολοκληρωμένη ενημέρωση για το φαινόμενο της κακοποίησης ζώων. Στο βιβλίο μου «Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους» αναφέρομαι σε μία σχετική τυπολογία που περιλαμβάνει ανήλικους που κακοποιούν ζώα. Οι τυπολογίες ασφαλώς δεν ακολουθούνται κατά γράμμα, αλλά μας δίνουν το έναυσμα για περαιτέρω διερεύνηση. Βάσει της συγκεκριμένης τυπολογίας μπορούμε να εντάξουμε σε τρεις μεγάλες κατηγορίες τους ανήλικους που κακοποιούν ζώα, ανάλογα και με την ηλικία τους. Πρόκειται για τις ακόλουθες:
- Ο πειραματιστής (The Experimenter): Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται ανήλικοι ηλικίας 1-6 ετών. Κατά κανόνα πρόκειται για παιδιά προσχολικής ηλικίας που δεν έχουν ακόμα αναπτύξει τη γνωστική τους ωριμότητα ώστε να κατανοήσουν ότι τα ζώα έχουν αισθήματα, ότι πονάνε και ότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν παιχνίδια. Επίσης, μπορεί να είναι το πρώτο κατοικίδιο του παιδιού, ή το παιδί να μην έχει την εμπειρία λόγω ηλικίας και λόγω έλλειψης εκπαίδευσης να φροντίσει το ζώο και να αντιληφθεί τις ανάγκες του. Μπορεί, από την άλλη πλευρά, ο ανήλικος να «αντιγράφει» κακοποιητικές συμπεριφορές ενηλίκων. Επομένως, η εκπαίδευση του ανηλίκου είναι αναγκαία από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, και μάλιστα από την προσχολική ηλικία, προκειμένου να υπάρξει έγκαιρα ευαισθητοποίηση για τα ζώα και τα δικαιώματά τους.
- Ο δράστης που «κραυγάζει για βοήθεια» (The “Cry–for–Help” Abuser): Πρόκειται για ανήλικους ηλικίας 6 με 7 έως και 12 ετών. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα παιδιά έχουν την ωριμότητα να κατανοήσουν τη σοβαρότητα της πράξης τους και ότι το να βλάψουν τα ζώα δεν είναι μία κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά. Συνεπώς, η κακοποιητική συμπεριφορά που υιοθετεί απέναντι στα ζώα ο δράστης αυτού του τύπου, δεν είναι απόρροια της έλλειψης εκπαίδευσης, όπως στην προηγούμενη περίπτωση, αλλά είναι μία «κραυγή» για την έλλειψη προσοχής και φροντίδας που στερούνται οι ανήλικοι και είναι πιθανότερο να αποτελεί η εν λόγω κακοποιητική συμπεριφορά το σύμπτωμα ενός βαθύτερου προβλήματος που αντιμετωπίζει ο ανήλικος. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνεπώς, είναι αναγκαίο να ζητηθεί η βοήθεια του ειδικού.
• Ο δράστης με αποκλίνουσα συμπεριφορά (The Conduct–Disordered Abuser): Αφορά εφήβους 12 ετών και άνω, οι οποίοι πέρα από την κακοποίηση ζώων εμπλέκονται και σε άλλες αντικοινωνικές και αποκλίνουσες συμπεριφορές, όπως ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε χρήση ουσιών, κατάχρηση αλκοόλ, συμμετοχή σε συμμορίες, σύγκρουση με τον ποινικό νόμο κ.λπ. Σε ορισμένες από αυτές τις περιπτώσεις η κακοποίηση των ζώων είναι απόρροια, ή γίνεται συνδυαστικά με τη συμμετοχή στην αποκλίνουσα ομάδα ομηλίκων -είτε ως ένα είδος ιεροτελεστίας μύησης, είτε ως ένας τρόπος για να ικανοποιηθούν βαθύτερες ψυχολογικές ανάγκες του ανήλικου, όπως ανακούφιση της ανίας του και επίτευξη μίας αίσθησης ελέγχου-. Επομένως, εδώ η κακοποίηση ζώων είναι μόνο ένα μέρος μίας ευρύτερης αποκλίνουσας ή και παραβατικής συμπεριφοράς.
Συνοψίζοντας, κάθε πράξη βίας ανηλίκου που διαπράττεται σε βάρος ενός ζώου δεν συνεπάγεται μέν με τρόπο νομοτελειακό ότι το ανήλικο άτομο θα οδηγηθεί στην ενήλικη ζωή του στην εγκληματική δράση, ιδίως για τα παιδιά πολύ μικρών ηλικιών, στο ηλικιακό εύρος 1-6 έτη, η περιέργεια και η έλλειψη εκπαίδευσης και ενημέρωσης από τους ενήλικους δύναται να αποτελέσουν επιβαρυντικούς παράγοντες για την υιοθέτηση μίας ακραίας συμπεριφοράς απέναντι στο ζώο. Ωστόσο, κάθε πράξη βίας σε βάρος ζώου από ανήλικους πρέπει να μας προβληματίσει και ειδικά για επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές που διαρκούν μεγάλα χρονικά διαστήματα να αναζητηθεί έγκαιρα η επιστημονική βοήθεια. Ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι αναγκαίος και πολύτιμος, ώστε τα παιδιά από την προσχολική ηλικία να μάθουν να σέβονται τα ζώα και να αναγνωρίζουν τα δικαιώματά τους.