Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας απαίτησε 13 χρόνια, αφού το 2010 την χάσαμε κατά τρόπο ξαφνικό και εξαιρετικά επώδυνο και για μας αλλά και για τους οίκους αξιολόγησης οι οποίοι δεν είχαν «αντιληφθεί» την καταιγίδα που ερχόταν.
Του Παναγιώτη Πετράκη*
Η επενδυτική βαθμίδα είναι ένα κριτήριο – σήμα για τους διαχειριστές πολύ μεγάλων παγκόσμιων κεφαλαίων (100 έως 150 τρισεκατομμύρια$) ότι ο δανειζόμενος (στην προκειμένη περίπτωση η Ελληνική οικονομία) είναι αξιόπιστος όσον αφορά την δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων που λαμβάνει. Αφορά καταρχήν την χώρα, αλλά μέσω συστηματικού κινδύνου, επηρεάζει τον δανεισμό των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων, κυρίως μέσω των ομολογιακών τους δανείων, και μέσω των συνθηκών του δανεισμού των τραπεζών, την ρευστότητά τους, και εντέλει την δυνατότητα δανεισμού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των φυσικών προσώπων (στεγαστική πίστη, καταναλωτικά δάνεια).
Όταν λοιπόν αναβαθμίζεται μία οικονομία, όπως τώρα η Ελληνική από την Standard and Poor’s, το κόστος δανεισμού μειώνεται διότι μειώνεται το risk premium της χώρας. Και αυτό έχει συμβεί και στην Ελλάδα. Μάλιστα στην Ελλάδα συμβαίνει εδώ και έναν χρόνο, διότι οι διαχειριστές των κεφαλαίων έχουν προεξοφλήσει την εξέλιξη αυτή και συνεπώς γνωρίζουν τι θα συμβεί.
Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεωρεί «αξιόπιστα» (άρα μπορούν να χρησιμοποιούνται ως ενέχυρα δανεισμού) τα ομόλογα των κρατών που την απαρτίζουν εφόσον δύο από τους τρεις οίκους (Standard and Poor’s, Fitch, Moody’s) τα χαρακτηρίζουν ότι βρίσκονται στην επενδυτική βαθμίδα. Βέβαια για την Ελλάδα είχε κάνει μία σχετική εξαίρεση αλλά τώρα αποδεικνύεται ότι ορθώς την έχει κάνει. Η Ελλάδα έχει μία αξιόπιστη οικονομία και μπόρεσε εντός ενός προβλέψιμου χρονοδιαγράμματος να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα.
Το σημαντικότερο σημείο από την αναβάθμιση των Ελληνικών δανειακών δυνατοτήτων μέσω της επενδυτικής βαθμίδας .
Η απόδειξη ήρθε πολύ γρήγορα με την εκδήλωση του ενδιαφέροντος της ιταλικής Uni Credit να αγοράσει το 9% της Alpha Bank από το ΤΧΣ. Ένα χαρακτηριστικό ότι η πρόταση ήρθε σχεδόν δύο ημέρες μετά την αναβάθμιση της Ελληνικής οικονομίας σε μία κίνηση που η Ελληνική οικονομία είχε να δει (ενδιαφέρον για Ελληνικές τράπεζες) 17 χρόνια.
Ένα κράτος που θέλει να στηρίζει τους πολίτες του, στις κρίσεις που έρχονται, πρέπει να έχει μία οικονομία σε επενδυτική βαθμίδα όπως επίσης και δημοσιονομική ισορροπία. Σε μία μείζονα κρίση (και ποιος υποσχέθηκε ότι δε θα υπάρξει άλλη) οι δύο αυτές προϋποθέσεις είναι αναγκαίες συνθήκες για να μπορούν να στηρίξουν την κοινωνία.
Παράλληλα εξασφαλίζεται η ύπαρξη συνθηκών βελτίωσης της ρευστότητας και χρηματοδότησης της ανάπτυξης.
*Ομότιμος Καθηγητής Οικονομικών Επιστημών ΕΚΠΑ