Μία ηλικιωμένη Ισραηλινή όμηρος, που αφέθηκε ελεύθερη από τη Χαμάς στη διάρκεια της νύχτας, είπε πως χτυπήθηκε από μαχητές κατά τη μεταφορά της στη Γάζα στις 7 Οκτωβρίου, αλλά στη συνέχεια είχε καλή μεταχείριση στη διάρκεια της αιχμαλωσίας της στον παλαιστινιακό θύλακο.
Η 85χρονη Γιοτσεβέντ Λίφσιτς ήταν μια από τις δύο γυναίκες που αφέθηκαν ελεύθερες αργά χθες, Δευτέρα. Η άλλη γυναίκα που απελευθερώθηκε ήταν η Ισραηλινή Νούριτ Κούπερ, 79 ετών. Όμως οι σύζυγοι και των δύο, ηλικίας 83 και 84 ετών, παραμένουν όμηροι μαζί με άλλους περίπου 220 πολίτες στα χέρια της Χαμάς.
Για χρόνια, η Λίφσιτς και ο άντρας της, έφερναν Παλαιστινίους από την Γάζα στο Ισραήλ, προκειμένου να νοσηλευθούν σε Ισραηλινά νοσοκομεία για καρκίνο και άλλες σοβαρές ασθένειες και ήταν ακτιβίστρια υπέρ της ειρήνης στην περιοχή. Βρέθηκε να είναι θύμα της βίας μεταξύ των τεράτων της Χαμάς και ενός αδίστακτου Νετανιάχου.
«Πέρασα από κόλαση, δεν πιστεύαμε ούτε ξέραμε ότι θα φθάναμε σε αυτή την κατάσταση», δήλωσε στους δημοσιογράφους, καθισμένη σε αναπηρική καρέκλα έξω από το νοσοκομείο του Τελ Αβίβ όπου μεταφέρθηκε μετά την απελευθέρωσή της.
Με αδύναμη όψη, η Λίφσιτς είπε πως την έβαλαν πάνω σε μοτοσικλέτα και την μετέφεραν από το κιμπούτς της στη γειτονική Γάζα.
«Όταν ήμουν πάνω στη μοτοσικλέτα, το κεφάλι μου ήταν στην μία πλευρά και το υπόλοιπο κορμί μου στην άλλη πλευρά. Οι νεαροί με χτύπησαν στον δρόμο. Δεν μου έσπασαν τα πλευρά, αλλά πονούσα και δυσκολευόμουν να αναπνεύσω».
Άπαξ και έφθασε στη Γάζα, είπε πως οι απαγωγείς της την οδήγησαν μέσα σε σήραγγες, τις οποίες συνέκρινε με ιστό της αράχνης, και τη μεταχειρίστηκαν καλά.
Η Λίφσιτς είπε πως την επισκέφθηκε γιατρός, ο οποίος και εξασφάλισε ότι η ίδια και άλλοι όμηροι θα έπαιρναν το ίδιο είδος φαρμάκων που έπαιρναν και στο Ισραήλ.
Είπε πως ο ισραηλινός στρατός δεν έλαβε αρκετά σοβαρά υπόψη την απειλή της Χαμάς, και πως ο πολυδάπανος φράκτης ασφαλείας, που υποτίθεται ότι θα κρατούσε μακριά τους μαχητές, «δεν βοήθησε καθόλου».
Η κόρη της ηλικιωμένης, η Σάρον Λίφσιτς, που ζει στο Λονδίνο, καλλιτέχνης και ακαδημαϊκός, είπε πως είναι «απίστευτο» που ξαναβρέθηκε μαζί της – «που κρατάει το χέρι της και τη φιλάει στο μάγουλο».
«Είναι πολύ έξυπνη και θέλει πολύ να μοιραστεί τις πληροφορίες, να περάσει τις πληροφορίες στις οικογένειες των άλλων ομήρων με τους οποίους ήταν μαζί», δήλωσε στο BBC.
Είπε πως θα εξακολουθήσει να κάνει εκστρατεία για την απελευθέρωσή του πατέρα της, του Όντεντ Λίφσιτς, και των υπόλοιπων ομήρων.
«Ελπίζω να τον φροντίζουν και να έχει την ευκαιρία να μιλάει», είπε η Σάρον Λίφσιτς.
«Μιλάει καλά αραβικά, άρα μπορεί να επικοινωνήσει πολύ καλά με τους ανθρώπους εκεί.
»Γνωρίζει πολλούς ανθρώπους στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη. Θέλω να πιστεύω ότι θα είναι ΟΚ.
»Η μητέρα μου είπε πως τους φρόντιζαν και υπήρχε ένας γιατρός εκεί, αυτό είναι πολύ καθησυχαστικό για όλους.
»Είναι τόσοι οι άνθρωποι που έχουμε χάσει — είναι μια μικρή αχτίδα φωτός αλλά υπάρχει επίσης τεράστιο σκοτάδι».
Η Λίφσιτς είπε πως η ίδια και η μητέρα της εξακολουθούν να ονειρεύονται την ειρήνη με τους Παλαιστίνιους, ακόμη κι αν μια αναμενόμενη χερσαία εισβολή στη Γάζα από το Ισραήλ απειλεί να προκαλέσει ευρύτερο πόλεμο στην περιοχή.
«Πρέπει να βρούμε τρόπους γιατί δεν υπάρχει εναλλακτική. Το αντίθετο, με κάνει ακόμη πιο αποφασισμένη», είπε.
«Ο δρόμος έχει γίνει μακρύτερος — έχουμε να κάνουμε με πένθος και απώλεια σε επίπεδο που δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ξεπεράσουμε, αλλά ως έθνη πρέπει να βρούμε έναν δρόμο προς τα εμπρός».