“Ναι στο ΑΙ αλλά με περισσότερη, βαθύτερη και ουσιαστικότερη Αρχιτεκτονική σκέψη και παραγωγή”
Μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ αρχιτεκτόνων, ειδικών την Τεχνητή Νοημοσύνη αλλά και απλών χρηστών έχει ανοίξει με αφορμή άρθρο του αρχιετέκτονα Χάρη Χεϊζάνογλου* στο Facebook.
Ολόκληρο το άρθρο:
Πάμε να μιλήσουμε για τα σχεδιαστικά μέσα και το ΑΙ με αφορμή μια αρχιτεκτονική ιστορία.
Τα πρώτα χρόνια το έργο της Zaha Hadid είχε πραγματικά τεράστιο ενδιαφέρον, ειδικά για εμάς που ως φοιτητές βρεθήκαμε στο μεταίχμιο της μετάβασης από τα παραδοσιακά σχεδιαστικά μέσα, στα ψηφιακά σχεδιαστικά, απεικονιστικά και κατασκευαστικά εργαλεία, στα CAD, CAM, BIM.
Ήταν μάλλον η πρώτη φορά, μετά από αιώνες και την ανακάλυψη της ορθής προβολής, που η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής δεν βασιζόταν αποκλειστικά στην εξέλιξη των κατασκευαστικών τεχνικών και των δομικών υλικών, αλλά στην εξέλιξη των σχεδιαστικών εργαλείων και μεθόδων. Να το πώ πιο απλά, για πολλούς αιώνες το ερώτημα “πώς μπορώ να το κατασκευάσω” ήταν κυρίαρχο και αποκτούσε όλο και περισσότερες απαντήσεις ενώ το ερώτημα “πώς μπορώ να το σχεδιάσω” παρέμενε με τις ίδιες που είχε πάντα, γιατί τα εργαλεία μας παρέμεναν περίπου ίδια.
Και καθώς τα σχεδιαστικά μας μέσα δεν είναι απλά απεικονιστικά εργαλεία, αλλά νοητικά εργαλεία, δηλαδή σκεφτόμαστε με αυτά, σκεφτόμαστε με βάση τις δυνατότητες και τους περιορισμούς που μας δίνουν, όταν τα μέσα εξελίχθηκαν δίνοντάς μας επιπλέον δυνατότητες, άλλαξε και ο τρόπος να σκεφτόμαστε. Και έτσι η δυνατότητα μας να απεικονίσουμε, να σκεφτούμε και να δημιουργήσουμε νέες φόρμες μάλλον έσπρωξε την αρχιτεκτονική να αποκτήσει την πιο φορμαλιστική εκδοχή της ιστορίας της.
Από εκεί που κάποτε επιχειρούσαμε να αιτιολογήσουμε τις σχεδιαστικές αποφάσεις μας με λειτουργικά διαγράμματα και προγράμματα, βρεθήκαμε να προσπαθούμε να νοηματοδοτήσουμε τις μορφές μας και τις διαδικασίες που της παρήγαγαν για να τους δώσουμε έναν λόγο να υπάρχουν. Ίσως γιατί νιώθαμε ενοχές για το γεγονός ότι ξαφνικά μπορούσαμε να σχεδιάσουμε το οτιδήποτε, και αναγνωρίζαμε ότι το “και γιατί όχι” δεν είναι επαρκές επιχείρημα για φορτώσεις τον πλανήτη με οτιδήποτε κατεβάζει η αρχιτεκτονική κεφάλα σου θεωρώντας το ιδιοφυές.
Εκείνη την περίοδο λοιπόν, της ανάδυσης αυτού που εγώ ονομάζω radical formalism (αν και νομίζω ότι ο Adrian Forty το έχει γράψει πρώτος), το έργο της Zaha (αλλά και άλλων) σηματοδοτεί αυτή τη μετάβαση, από τα παλιά μέσα στα νέα, και από μια αρχιτεκτονική η οποία είχε στον πυρήνα της τη λειτουργία, την οικονομία, τη δομή κλπ, σε μια αρχιτεκτονική που εστιάζει στη μορφή, λειτουργεί περισσότερο σαν γλυπτό ή σαν ένδυμα, μιλάει και μιλιέται με όρους μόδας και αξιολογείται με βάση αυτό που λέμε “wow factor”.
Βεβαίως η αρχιτεκτονική είναι και θέαμα, είναι και μόδα, και φυσικά όλα αυτά υπήρχαν πολύ πριν την Zaha Hadid, όμως ποτέ νομίζω σε τέτοιο βαθμό όσο εκείνη την περίοδο, η οποία ήλθε, μας έδειξε τις δυνατότητες των νέων μέσων να γεννούν νέες μορφές, και κατά τη γνώμη μου, έχοντας πια ολοκληρώσει αυτή την αποστολή, παρήλθε.
Μάλλον, για να το πώ πιο σωστά, για εμάς τους αρχιτέκτονες πλέον δεν φέρει τίποτα κανούριο ή καινοτόμο, όσο κι αν σήμερα επιμένει να υπάρχει σαν στυλ, σαν ύφος, σαν μορφολογική γλώσσα. Οκ, καταλάβαμε ότι πλέον έχουμε τα σχεδιαστικά και κατασκευαστικά μέσα και την τεχνολογία που μας επιτρέπει να φτιάχνουμε κτίρια που μοιάζουν με “πάβλοβες” (όπως λέει ένας φίλος), αλλά ταυτόχρονα καταλάβαμε ότι αυτή είναι μια αρχιτεκτονική περιορισμένου σκοπού και υψηλού κόστους. Είναι ευτύχημα που υπήρξε και υπάρχει, αλλά δεν θα μπορούσε ποτέ να επικρατήσει.
Με τον θάνατο της Zaha Hadid το 2016, κατά τη γνώμη μου κλείνει και αυτός ο κύκλος και αυτό που υπάρχει ως συνέχεια είναι απλά μια μανιέρα. Είναι η διαρκής ανακύκλωση ενός στυλ, το οποίο υπάρχει πλέον περισσότερο από την ανάγκη κάποιων να αγοράσουν ένα κτίριο το οποίο θα καθιστά αναγνωρίσιμο το όνομα του αρχιτεκτονικού brand που το σχεδίασε, παρά γιατί αυτή είναι μια πραγματικά “καλή”, “καινοτόμος”, “πρωτότυπη”, “λειτουργική” κλπ αρχιτεκτονική.
Και ακριβώς επειδή πλέον αυτό είναι μανιέρα, ακριβώς επειδή η αρχιτεκτονική σε αυτή την περίπτωση έχει μετατοπιστεί προς έναν, “ριζοσπαστικό” μεν, φορμαλισμό δε, και έχει ως πρώτιστη αξία την υπηρέτηση ενός συγκεκριμένου στυλ (με όρους μόδας), που είναι τόσο εύκολο να κάνει αυτό που μας λέει ο Πάτρικ Σουμάχερ. Να αναθέτει δηλαδή σε ένα αλγόριθμο ΑΙ να παράγει και να αναπαράγει αντίστοιχες μορφές, ή μάλλον μεταλλαγμένες κόπιες του έργου της Hadid, απομιμίσεις του ίδιου πράγματος, ξανά και ξανά και ξανά.
Και κάπως έτσι, ενώ το έργο της Hadid όσο ζούσε είχε αξία, ακριβώς γιατί υπήρχε ακόμα έμπνευση και κανείς μπορούσε να αναγνωρίσει την ανθρώπινη προσπάθεια, την ικανότητα και τον κάματο αυτού που δούλευε σε αυτό το επίπεδο υψηλής συνθετότητας, πλέον το ερώτημα είναι για πόσο ακόμα αυτό το γραφείο θα μπορεί να παράγει στυλιστικές απομιμίσεις χωρίς η αρχιτεκτονική που παράγει να χάνει την αξία της.
Και μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι απλά φίλος του ΑΙ αλλά χρήστης και σχεδόν οπαδός, όπως είμαι και θαυμαστής του έργου της Hadid. Όμως υπάρχουν δύο πράγματα που πιστεύω ότι είναι εντελώς λάθος εδώ, τα οποία όταν συνδυάζονται γίνονται ακόμα πιο λάθος.
Το ένα είναι ο τρόπος που η αρχιτεκτονική παράγεται και μιλιέται σχεδόν αποκλειστικά ως στυλ, ως εικόνα, ως μορφή, γεγονός που κατά τη γνώμη μου και στον βαθμό που αυτό αποτελεί μια άρνηση του χρηστικού, της λειτουργείας κλπ, καταλήγει να οδηγεί στην επικράτηση του τυχαίου, το οποίο δεν είναι αναγκαστικά ατύχημα, αλλά ταυτόχρονα δεν έχει πολλές πιθανότητες να καταλήξει να αποτελεί ευτύχημα.
Το άλλο είναι ο τρόπος που ένα τρομερό εργαλείο όπως το ΑΙ υποβαθμίζεται σε μια μηχανή μαζικής παραγωγής μορφών που απομιμούνται μια προϋπάρχουσα αρχιτεκτονική γραφή, ένα προϋπάρχον αρχιτεκτονικό ύφος. Μάλιστα είναι τόσο εύκολο που μπορώ και εγώ να βγάλω 100 εικόνες κτιρίων που θα απομιμούνται το ύφος της Hadid και να τις χρησιμοποιήσω σαν initiatives για να σχεδιάσω κτίρια.
Προσωπικά δεν πιστεύω ότι μπορεί να συνεχίσει να είναι αυτό η αρχιτεκτονική, δεν μπορεί να είναι αυτή η χρήση του ΑΙ, και κυρίως δεν μπορεί να είναι αυτή η χρήση του ΑΙ στην Αρχιτεκτονική.
Αυτό δεν το βάζω απλά σαν πρόβλημα “ταυτότητας” της Αρχιτεκτονικής δημιουργίας και παραγωγής, αν και υπάρχει και αυτό. Το βάζω γενικότερα σαν πρόβλημα αντίληψης και για το τί είναι η αρχιτεκτονική και για το τί είναι το ΑΙ.
Όπως συμβαίνει πάντα, όταν αλλάζει μια τεχνολογία οι πρώτοι που χάνουν τη δουλειά τους είναι οι “εφαρμοστές”. Οι πρώτοι προγραμματιζόμενοι μηχανικοί αργαλιοί εξαφάνισαν το επάγγελμα της υφάντριας (δεν είναι σεξιστικό, γυναίκες έκαναν κυρίως αυτή τη δουλεία). Οι πρώτοι ηλεκτρονικοί υπολογιστές εξαφάνισαν το επάγγελμα των ανθρώπων υπολογιστών που κάθονταν και έκαναν μαθηματικές πράξεις με το χέρι. Η έλευση του CAD περιόρισε τους επαγγελματίες σχεδιαστές που μελάνωναν σχέδια με πενάκια κλπ κλπ κλπ.
Έτσι και η έλευση του ΑΙ θα κάνει το ίδιο σε όσους παράγουν πράγματα που μπορεί να κάνει το ΑΙ. Ήδη οι άνθρωποι που δουλεύουν στον τομέα της γραφιστικής ή του illustration, έχουν πρόβλημα παρόλο που μιλάμε για δημιουργικά επαγγέλματα στα οποία δεν είναι εύκολο να αντικατασταθεί η ανθρώπινη ευφυΐα και δημιουργικότητα.
Με έναν παρόμοιο τρόπο, αν η αρχιτεκτονική που έχεις επιλέξει να υπηρετείς και να παράγεις ακολουθεί ένα συγκεκριμένο στυλ και πουλάει αυτό, αν δηλαδή είναι κάτι αντίστοιχο με την παραγωγή νυφικών, που όλα είναι ίδια αλλά όλα είναι λίγο διαφορετικά, το ΑΙ πολύ σύντομα θα μπορεί να το κάνει και πιο γρήγορα και καλύτερα από εσένα, και πιθανότατα το κάνει ήδη. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μείνουν όλοι χωρίς δουλειά, αλλά είναι βέβαιο ότι ένας μεγάλος αριθμός από junior architects που τα μεγάλα γραφεία τους παίρνουν για να γεννούν ιδέες και να κάνουν drafting θα πάει σπίτι του.
Αν από την άλλη, επιλέξουμε τη δουλειά μας να την αντιλαμβανόμαστε και να την υπηρετούμε σαν αυτό που κατά τη γνώμη μου είναι, δηλαδή κάτι συνθετότερο από την παραγωγή θεαματικών εικόνων και γυαλιστερών μορφών, και να την μιλάμε πραγματικά σαν μια διαδικασία πολυεπίπεδου problem solving σε πολλαπλές κλίμακες, σαν ένα γνωστικό πεδίο που υπάρχει μέσα σε ένα διαρκώς μεταλλασσόμενο οικονομικό και κοινωνικό συνεχές το οποίο λαμβάνει διαρκώς υπόψη του, σαν ένα σύνολο πρακτικών που έχουν ιστορική και χωρική διάσταση δηλαδή ισχυρή σχέση με τον τόπο που εφαρμόζονται και με το περιβάλλον, σαν ένα discipline που ξεκινάει από τον άνθρωπο και τις ανάγκες του και καταλήγει πάλι σε αυτόν συνδέοντας ισχυρά το φυσικό με το κατασκευασμένο, σαν μια εργαλειοθήκη γεμάτη μεθόδους, ιδέες, πολλαπλά μέσα, αλληλοσυγκρουόμενες ιδεολογίες, πατέντες, φιλοσοφίες, σχολές, αφηγήσεις, νοήματα, αποτυχίες, τυπολογίες, τυπολατρίες, αρχέτυπα, εικόνες, προεικόνες, σλόγκαν, προσωπικότητες, τεχνικές, τεχνολογίες, τεχνοτροπίες κλπ κλπ κλπ… Δηλαδή ΙΣΤΟΡΙΑ, τότε το ΑΙ θα είναι ένα ακόμα υπέροχο εργαλείο, τη χρήση του οποίου θα μπορείς να νοηματοδοτήσεις και να το χειριστείς χωρίς να σε καταπιεί.
Αυτή είναι η απάντηση, τουλάχιστον στο δικό μας τομέα, σε αυτούς που θεωρούν ότι πρέπει να περιορίσουν το ΑΙ, όχι αυτή που δίνει ο Σουμάχερ. Ναι στο ΑΙ αλλά με περισσότερη, βαθύτερη και ουσιαστικότερη Αρχιτεκτονική σκέψη και παραγωγή.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΜΕ ΟΛΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ
* Αρχιτέκτονας, απόφοιτος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ, κάτοχος μεταπτυχιακού από τη Σχολή Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου του Ντελφτ, στην Ολλανδία. Έχει εργαστεί εκτενώς σε ζητήματα αρχιτεκτονικής θεωρίας, ενώ συμμετέχει ενεργά στο σχεδιασμό κατοικιών και την εκπόνηση μελετών.