Το πρόβλημα παραμένει σταθερά το ίδιο και περικλείεται στη φράση «ο τουρισμός ως ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας»
Αγγελική Μητροπούλου
Ετος 2023. Σταθερά ο τουρισμός παραμένει το «αντικείμενο των αναπτυξιακών μας ερώτων» (1), η τουριστική σεζόν (η θερινή τουλάχιστον) βαίνει προς το τέλος της για φέτος, τα περιστατικά με τους σερβιτόρους-κολυμβητές έχουν ήδη ξεχαστεί προ πολλού, όπως και τα περιστατικά με τους δασκάλους που κοιμούνται στις παραλίες σε δημοφιλή νησιά των Κυκλάδων. Ωστόσο, οι πιέσεις και η απορρύθμιση που προκαλεί ο τουρισμός δεν πρέπει να ξεχνιούνται όσο είμαστε «off season». Στον δημόσιο διάλογο -κυρίως στο εξωτερικό- χρησιμοποιείται ο όρος «το αόρατο βάρος του τουρισμού», μια έννοια περιγραφική, που περικλείει ένα σύνολο παραγόντων οι οποίοι δεν είναι εύκολο ούτε να εντοπιστούν αλλά ούτε και να ποσοτικοποιηθούν. Το «αόρατο» αυτό βάρος αποτυπώνει όλες τις απειλές, τις προκλήσεις αλλά και την αρνητική επίδραση του τουρισμού στους τόπους, στις κοινωνίες και στο περιβάλλον.
Τέτοια πίεση ασκείται, μεταξύ άλλων, και από τα εκατοντάδες οικήματα που δηλώνονται πλέον ως καταλύματα Airbnb και στα ελληνικά νησιά. Εφόσον τα καταλύματα αυτά δεν καταγράφονται ως «τουριστικά», είναι πολύ δύσκολο να αποτυπωθεί πόσους τουρίστες φιλοξενούν, ώστε όλα τα σχετικά μεγέθη και δείκτες να συνυπολογιστούν στα τουριστικά μεγέθη, παραμένοντας έτσι ουσιαστικά «αόρατα».
Εκτός από τη διαχειριστική δυσκολία που περικλείει αυτή η «θολή» συνθήκη στην οποία βρίσκονται εδώ και χρόνια τα Airbnb καταλύματα στην Ελλάδα, το όλο ζήτημα συνδέεται και με την ύπαρξη ακόμα ενός επιβαρυντικού για τους τόπους και τους ανθρώπους φαινομένου, αυτού της «μυκονοποίησης». Μέσα από αυτόν τον όρο επιχειρούν όσοι και όσες ασχολούνται με θέματα τουριστικής ανάπτυξης να αναδείξουν σε δραματικούς τόνους την κατάσταση στην οποία έχουν ήδη βρεθεί ή τείνουν να βρεθούν αρκετά νησιά, κυρίως των Κυκλάδων. Και οι τόνοι είναι δραματικοί γιατί ο όρος αυτός έρχεται να υπερθεματίσει σχετικά με μια ήδη δυσμενή συνθήκη υπερεξάρτησης από τον τουρισμό, που συχνά μέχρι πρόσφατα καλυπτόταν από τον όρο «τουριστικοποίηση». Τι περιλαμβάνει η «μυκονοποίηση»; Περιλαμβάνει σκληρές συνθήκες εργασίας σε θέρετρα για τους υπαλλήλους των τουριστικών επαγγελμάτων, απλησίαστες τιμές για τους περισσότερους τουρίστες, συχνά χαμηλής αισθητικής και αμφιβόλου ποιότητας παρεχόμενες υπηρεσίες, αλλά και ανεξέλεγκτη αύξηση των καταλυμάτων που προσφέρονται προς ενοικίαση από τουρίστες μέσω της πλατφόρμας Airbnb.
Αυτή τη φορά «off season», οφείλουμε να ανοίξουμε πάλι τη συζήτηση με όρους που να μπορούν να οδηγήσουν σε εφαρμόσιμες προτάσεις πολιτικής για τη θέσπιση πλαισίου και ρυθμίσεων για το Airbnb ακόμα και με ειδικές διατάξεις για τις νησιωτικές περιοχές και τους κορεσμένους τουριστικούς προορισμούς.
Πόσες φορές έχουμε διαβάσει την είδηση «για έξωση» δημόσιων υπαλλήλων από τα οικήματα που διαμένουν πριν καν λήξει η σχολική χρονιά σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς γιατί οι ιδιοκτήτες τους «τα δίνουν σε τουρίστες ως Airbnb»; Στο διά ταύτα, όταν ένα φαινόμενο μοιάζει σε κάποιες περιοχές σχεδόν ανεξέλεγκτο, η Πολιτεία πρέπει να παρεμβαίνει και να το ρυθμίζει κατάλληλα για την προστασία ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, ιδίως όταν ο αριθμός των θεωρούμενων ευάλωτων ομάδων, αλλά και ο πληθυσμός αυτών, διαρκώς αυξάνεται.
Παλιότερα είχαμε τους «ρουμτουλέτηδες», τώρα έχουμε τους «airbnbήδες». Το πρόβλημα παραμένει σταθερά το ίδιο και περικλείεται στη φράση «ο τουρισμός ως ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας». Διότι σημαντικό είναι να διασφαλίζουμε τις μοναδικές και αυθεντικές εμπειρίες στους τόπους, όπως το να μένει κανείς, για παράδειγμα, σε κάποιο παραδοσιακό κατάλυμα που δεν είναι ξενοδοχείο, ή να αναγνωρίζουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις οι τιμές και οι παροχές των Airbnb καταλυμάτων είναι καλύτερες και πιο προσιτές, ωστόσο δεν πρέπει κανείς να αγνοεί ότι ταυτόχρονα μπορεί να αποκτήσει και διαστάσεις προβλήματος για αρκετούς πολίτες που αναζητούν στέγη με πιο σταθερούς όρους. Το Airbnb έχει διπλή υπόσταση, τόσο ως φαινόμενο που σχετίζεται με τον τουρισμό όσο και ως φαινόμενο που σχετίζεται με το στεγαστικό ζήτημα.
Ως εκ τούτου, απαιτούνται γενικά γενναίες παρεμβάσεις για τη ρύθμιση της αγοράς κατοικίας και τον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων που έχουν η λειτουργία της αγοράς και η τουριστικοποίηση σε όλες τις γειτονιές, είτε μιλάμε για μεγάλες πόλεις είτε για νησιά (2). Είναι άλλωστε κοινός τόπος ότι παραδείγματα αποτελεσματικής διαχείρισης του Airbnb υπάρχουν και έχουν εφαρμοστεί σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βάση συζήτησης και στην Ελλάδα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να εφαρμοστούν με μεθόδους «αντιγραφής-επικόλλησης» στις νησιωτικές περιοχές, ακριβώς λόγω της νησιωτικότητας και της διαφορετικής μεταχείρισης που αυτή επιτάσσει. Θέλει μεγάλη προσοχή αν το βάρος των ρυθμίσεων θα το έχει η Τοπική Αυτοδιοίκηση ή η κεντρική κυβέρνηση, επιτρέποντας έτσι προσαρμοσμένες λύσεις και παρεμβάσεις ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής.
Στην Ελλάδα γενικότερα, όπως έχει ειπωθεί και σε άλλες περιπτώσεις, πρέπει να κινηθούμε με προσοχή σχετικά με τους βαθμούς αποκέντρωσης που πρέπει να δοθούν για την εφαρμογή πολιτικών σχετικά με τη ρύθμιση του Airbnb, ενώ θα πρέπει να καταλήξουμε μάλλον σε ένα μεικτό σχήμα, όπου ένα γενικότερο πλαίσιο ρύθμισης θα τεθεί από τη Γενική Κυβέρνηση, ενώ θα δίνεται παράλληλα η δυνατότητα για επιπλέον ρυθμίσεις σε τοπικό επίπεδο αν οι δείκτες τουριστικής πίεσης υποδηλώνουν ότι μια περιοχή βρίσκεται σε κατάσταση κινδύνου (3). Ωστόσο, το τι θεωρείται ακριβώς «τουριστική πίεση» ή «φέρουσα ικανότητα» και ποια είναι τα «όρια» είναι μια συζήτηση για την οποία αξίζει να αφιερώσουμε ξεχωριστό κείμενο.
Τέλος, δεν πρέπει να εξετάζουμε το φαινόμενο του Airbnb αποκομμένο από άλλες τάσεις και φαινόμενα της εποχής που φαίνεται ότι εδραιώνονται ούτε βέβαια να το δαιμονοποιούμε. Σημασία έχει να κατανοήσει κανείς πώς αυτό το φαινόμενο επιδρά διαφορετικά στις περιοχές όπου εμφανίζεται και εδραιώνεται και πώς επηρεάζει συνδυαστικά όχι μόνο την τοπική οικονομία αλλά και την κοινωνία και το περιβάλλον. Και ότι η τουριστική κίνηση, η οποία διέρχεται και μέσα από τα Airbnb καταλύματα στα νησιά, όταν παραμένει αχαρτογράφητη και αόρατη, μπορεί να μετατραπεί σε πολύ μεγάλη απειλή για τα νησιά-τουριστικούς προορισμούς.
Η Αγγελική Μητροπούλου είναι υποψήφια διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αιγαίου και επιστημονική συνεργάτιδα του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ
1. Νικολακάκης Μιχάλης (2017), «Μοντέρνα Κίρκη: Τουρισμός και Ελληνική Κοινωνία την Περίοδο 1959-1974», εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
2. Σιατίτσα Δήμητρα (2022), «Αξιοποίηση του οικιστικού αποθέματος και περιορισμοί στην εμπορευματοποίηση της κατοικίας», στο «Υπάρχει Άλλος Δρόμος! 18 συνεντεύξεις με αριστερούς εμπειρογνώμονες για την προοπτική της χώρας», εκδόσεις Η Εφημερίδα των Συντακτών, σελίδες 163-173.
3. Μητροπούλου Α. (Οκτώβριος 2028), «Airbnb και πλατφόρμες ενοικίασης κατοικιών: Ποια η σχέση τους με τα φαινόμενα του “υπερτουρισμού” και της “τουριστοφοβίας”», Σύγχρονα Θέματα 143-144, σελίδα 32.