Το Οθωμανικό στράτευμα που πολιόρκησε τη Μονή Αρκαδίου ως τέτοιο, ήταν ακριβώς πολυεθνικό.
«Οι Μισιρλήδες»
Βασικός κορμός του ήταν οι δύο μεγάλες μονάδες τακτικού στρατού επιπέδου ενισχυμένων συνταγμάτων, που αριθμούσαν περίπου πέντε με έξι χιλιάδες άνδρες η κάθε μία. Την πρώτη αποτελούσαν στρατιώτες επιστρατευμένοι από την Ανατολία και τα Βαλκάνια με διοικητές τον γιό του Μουσταφά Πασά ,Σαλίχ Μπεσήμ Μπέη και τον γαμπρό του Σουλεϊμάν Μπέη. Ήταν το «Πολίτικο Ασκέρι». Την δεύτερη αποτελούσαν κυρίως Αιγύπτιοι στρατιώτες. Ήταν το «Μισιριώτικο Ασκέρι» με διοικητή τον ίδιο τον αρχηγό του Αιγυπτιακού στρατού Ισμαήλ Πασά.
Μεταξύ των αιγυπτιακών μονάδων μία (επιπέδου Τάγματος) την αποτελούσαν αποκλειστικά χριστιανοί Κόπτες.
Για πολλά χρόνιά μετά τη μάχη, επισκέπτες στην περιοχή εύρισκαν σε ένα σημείο βορειοδυτικά του Μοναστηριακού περιβόλου, μικρούς σωρούς από βολίδες τουφεκιών.
Ήταν ακριβώς στο πρόχωμα που είχαν φτιάξει οι Αιγύπτιοι Κόπτες στο ξεκίνημα της μάχης. Ως χριστιανοί δεν μπορούσαν να πυροβολήσουν κατά της Μονής. Όταν λοιπόν δάγκωναν το χάρτινο φυσίγγιο για να γεμίσουν τα όπλα τους –διαδικασία απαραίτητη για τα εμπροσθογεμή τουφέκια της εποχής –άφηναν να πέφτει στο χώμα και η βολίδα. Πυροβολώντας έτσι άσφαιρες βολές χωρίς να γίνονται αντιληπτοί.
Οι κόπτες σύμφωνα με καταγεγραμμένες μαρτυρίες διασωθέντων, επέδειξαν συνολικά μια διαφορετική συμπεριφορά ,τόσο στη διάρκεια της μάχης όσο και απέναντι στους αιχμαλώτους μετά. Χρόνια μετά το Ολοκαύτωμα ο τουρκοκρητικός Χασάν Μακάσης αφηγήθηκε στον οπλαρχηγό Γεώργιο Βλαστό το ακόλουθο περιστατικό.
«Όταν μπήκαμε μέσα στην «Τράπεζα» πήρα και εγώ ένα τάρταλο (σ.σ. λάφυρο).΄Ενα δίσκο που ήταν κρεμασμένος μπροστά στην εικόνα και εκεί οι καλόγεροι έβαζαν το καντήλι. Όμως μόλις βγήκα έξω τον επέταξα γιατί είδα Μισιρλήδες (σ.σ. Αιγύπτιους) να χτυπούν με την ξιφολόγχη έναν Τούρκο που κρατούσε πράγματα τση εκκλησίας»
Επίσης απολύτως χαρακτηριστικό είναι και το ακόλουθο γεγονός που σημειώθηκε από πολλούς αυτόιπτες, χριστιανούς και μουσλμάνους.Μετά την παύση της φονικής σύγκρουσης, στο προαύλιο του μοναστηριού εμφανίστηκε ένας καλόγερος που αναγνωρίστηκε ως ο Μοναχός Σχιζαχείλης να οδηγεί ομάδα Τουρκοκρητυικών που του είχαν υποσχεθεί πως θα του χαρίσουν τη ζωή,στα σημεία όπου είχαν αποκρυβεί τα πολύτιμα αντικείμενα από τον Ηγούμενο Γαβριήλ. Πρώτα ο καλόγερος υπέδειξε το σημείο όπου βρισκόταν θαμμένες οι καμπάνες ,αλλά ενώ οδηγούσε την ομάδα των λαφυραγωγών σε άλλο σημείο δέχτηκε ομοβροντία από ομάδα Κοπτών και έπεσε νεκρός, χωρίς οι ντόπιοι Τούρκοι να αντιδράσουν.
«Χριστιάν Κόφτη»
Ακόμη ένα περιστατικό αφηγήθηκε ο ηλικιωμένος ιερέας Γιάννης Παλιεράκης στον Μητροπολίτη Κρήτης Τιμόθεο Βενιέρη κατά την δεκαετιά του 1920.
Ο Παλιεράκης ως έφηβος υπήρξε ένας από τους υπερασπιστές του Αρκαδίου και ένας από τους λίγους άντρες που πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Αφηγήθηκε τι βίωσε την πρώτη νύχτα της αιχμαλωσία του στο Ρέθυμνο.
«Τη νύχτα εκείνη θέλησα να ουρήσω αλλά φοβόμουν να το πω.Αποφάσισα όμως και το είπα στο σκοπό. Ο στρατιώτης μου είπε να βγω έξω αλλά του είπα ότι φοβούμαι (σ.σ. υπήρχαν συγκεντρωμένοι ντόπιοι μουσουλμάνοι που ζητούσαν εκδίκηση για την απώλεια συγγενών τους στη μάχη). Αυτός όμως με μεγάλο θάρρος ,βάνει τη χέρα του στο στήθος του και μου δείχνει ένα χρυσό σταυρό. Τον βγάνει τον φιλεί και μου τον δίνει να τον φιλήσω και μου λέει «Χριστιάν Κόφτη» αδιαφορώντας αν τον έβλεπε ή αν τον άκουγε ο αξιωματικός του».
Οι «Τουρκοκρητικοί»
Ακόμη ένα τμήμα του Οθωμανικού στρατού, ήταν αυτό των «ατάκτων» ή «Μπασιμπουζούκων». Επρόκειτο για την παλαιά τουρκική παράδοση των αυτόκλητων εθελοντών που συνόδευαν κάθε στράτευμα λειτουργώντας πάντα ως ελαφρύ πεζικό (ανιχνευτές) αλλά και σκόπιμα ως λαφυραγωγοί και τρομοκράτες προς υποταγήν του ντόπιου πληθυσμού.
Στην Κρήτη βέβαια δεν υπήρχαν «Μπασιμουζούκοι». Δεν υπήρχε δηλαδη αυτό το Βαλκανικό συνονθύλευμα παραβατικών άεργων που ζούσαν μόνο από πολεμικές ενέργειες και την λαφυραγώγηση. Τους «ατάκτους» του Μουσταφά Πασά στο Αρκάδι, αποτέλεσαν οι φανατικότεροι των Κρητικών Μουσουλμάνων και Αλβανοί, ομοίως Μουσουλμάνοι, που είχαν παρουσία στο νησί από την εποχή της αιγυπτιοκρατίας (1830-1840) στελεχώνοντας αποκλειστικά την Οθωμανική Χωροφυλακή.
Σε κάθε περίπτωση η συμπεριφορά ακριβώς των ντόπιων μουσουλμάνων στο Αρκάδι, υπήρξε αλλοπρόσαλλη. Καταρχήν πολέμησαν γενναιότερα –γεγονός στο οποίο συγκλίνουν όλες οι μαρτυρίες –από το σύνολο του Οθωμανικού στρατεύματος, ενώ οι αντεγκλήσεις με τους χριστιανούς συντοπίτες τους που διασώθηκαν θυμίζουν ομηρικά έπη:
-«Τεσλίμ (Σκύψτε-παραδοθείτε) μωρέ για να σωθείτε!»
-«Μπαρούτι έχωμε να σας ε-πολεμούμε ένα μήνα!»
-«Αμα μπούμε μέσα δε θα αφήσωμε αρθούνι!(ρουθούνι- κανέναν ζωντανό)»
-«Κοπιάστε μα σας έχωμε τραπέζι στρωμένο!»
Ταυτόχρονα, χωρίς να υπάρχει σχετική διαταγή από τον Μουσταφά πασά «επιχείρησαν» μετά την κατάληψη της Μονής να μετατρέψουν το Καθολικό σε ισλαμικό τέμενος. Ενας ντόπιος Μουεζίνης ανέβηκε στη στέγη του Ναού και άρχισε να απαγγέλει τους σχετικούς στίχους από το Κοράνι. (Την αλλαγή…χρήσης του Ναού ουδέποτε την επικύρωσε ο Μουσταφά Πασάς ούτε η Υψηλή Πύλη).
Τουρκοκρητικοί ήταν εκείνοι που αθέτησαν την υπόσχεση τους σε 37 εξαιρετικούς χριστιανούς πολεμιστές από τα χωριά Ζωνιανά, Κράνα και Λειβάδια που αμύνονταν στην Τράπεζα της Μονής μετά την ανατίναξη της κύριας πυριτιδαποθήκης. Τους υποσχέθηκαν πως θα τους προστατεύσουν αν παρέδιδαν τα όπλα τους. Αλλά μόλις αυτό συνέβη, εισέβαλαν στην αίθουσα και τους κατέσφαξαν όλους ,πλην ενός νεαρού που σώθηκε προσπέφτοντας στα πόδια ενός αξιωματικού του τακτικού στρατού.
Στον αντίποδα ωστόσο,τουρκοκρητικός βρήκε στα ερείπια και παρέδωσε αργότερα σε συγγενείς της τη μοναδική διασωθείσα από τη μεγάλη έκρηξη ,ένα κοριτσάκι τεσσάρων τότε.Τουρκοκρητικός αξιωματικός του Τακτικού, ήταν περιμάζεψε από τα χαλάσματα το λάβαρο της Μονής και λίγα χρόνια αργότερα το επέστρεψε.
«Εγώ είμαι του Ελληνικού Στρατού»
Τουρκοκρητικοί προσπάθησαν να σώσουν από την εκτέλεση τον Κωνσταντή Δασκαλάκη – γιό της ηρωικής Δασκαλάκαινας- παρότι γνώριζαν πως ήταν εξαιρετικά επικίνδυνος πολεμιστής, δηλώνοντας ότι δεν είναι Ελλαδίτης αλλά Κρητικός. Ο Δασκαλάκης φορούσε στολή εθνοφρουρού του Ελληνικού Στρατού και ήταν ενταγμένος στο Σώμα των 17 Ελλαδιτών εθελοντών του Φρουράρχου Δημακόπουλου. Οι 11 σκοτώθηκαν στη διάρκεια της Μάχης, αλλά οι διασωθέντες με διαταγή του Μουσταφά επρόκειτο να εκτελεστούν, σε αντίθεση με τους ντόπιους επαναστάτες για τους οποίους υπήρξε διαταγή να μην θιχτούν. Μάλιστα ένας συγχωριανός του Μπαϊρακαγασής (Μουσουλμάνος οπλαρχηγός) από το χωριό Αμνάτος Ρεθύμνου, τον πλησίασε ενώπιον του εκτελεστικού αποσπάσματος και φώναξε «Εσύ δεν είσαι μπρε ο χωριανός μου ο Δασκαλάκης ;»
Ο Κωνσταντής Δασκαλάκης ωστόσο αρνήθηκε στην πράξη να σωθεί, δηλώντας «Όι ,εγώ ΄μαι του Ελληνικού Στρατού».
Ομοίως δύο τουρκοκρητικοί από το χωριό Άδελε (σ.σ. το χωριό του Γιαμπουδάκη) ,οι Μεχμέτ Σπαθάκης και Γιουσούφ Αληατζηδάκης, προπάσθησαν να σώσουν τον Νικόλαο Γαληνάκη που επίσης φορούσε στολή του Ελληνικού Εθελοντικού Σώματος δηλώντας στον επικεφαλής τους εκτελεστικού αποσπάσματος:
«Όσκε (Όχι) ,αυτός είναι Κρητικός από το Ρέθεμνος» .Στην άρνηση του Γαληνάκη ,ο Μεχμέτ Σπαθάκης επέμεινε:
«Γιάντα μωρέ Νικολή λες ψώματα; Εσύ δεν είσαι που μου ΄ραψες ετούτανέ απού φορώ;»
Ο νεαρός επαναστάτης ωστόσο επέμεινε και εκτελέστηκε δια λογχισμών μαζί με τον Δασκαλάκη και τον Ηρωικό Φρούραρχο της Μονής Ιωάννη Δημακόπουλο.
Τακτική ήττα –Στρατηγική νίκη
Στο Αρκάδι, αντίθετα με το ότι είναι ευρύτερα γνωστό ,δεν σημειώθηκε μια ανατίναξη, αλλά τρείς.Η πρώτη και ισχυρότερη ήταν αυτή στον «Τσεπανέ» (οιναποθήκη) που είχε μετατραπεί σε πυριτιδαποθήκη και υπήρξε και η φονικότερη. Η δεύτερη ήταν αυτή στο Ηγουμενείο στο ισόγειο του οποίου επίσης φυλασσόταν ποσότητα πυρίτιδας και η τρίτη, μικρότερης ισχύος προκλήθηκε από μοναχούς που μάχονταν στα κελιά του νότιου τοίχου του Μοναστηριού.
Ο Μουσταφά Ναϊτλή Πασάς ,εξαιρετικής μόρφωσης Αλβανικής καταγωγής και ήδη Μεγάλος Βεζύρης στην Υψηλή Πύλη, στάλθηκε από τον Σουλτάνο στην Κρήτη ως γενικός διοικητής μόλις εννέα ημέρες μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1866. Είχε αποδείξει ήδη της ικανότητες στο πεδίο της μάχης, αφού ήταν ο μόνος Οθωμανός αξιωματικός που κατά την επανάσταση του 1821 είχε επιτύχει σημαντικές νίκες κατά των επαναστατών στην Κρήτη και γι’ αυτό έφερε τιμητικά τον τίτλο «Γκιριτλής»(«Κρητικός»).
Εκστράτευσε με ισχυρό στρατό κατά του Μοναστηριού, σχεδόν 15.000, όχι επειδή δεν γνώριζε το ολιγάριθμο της φρουράς του (περίπου 250 επαναστάτες και Ελλαδίτες εθελοντές ) αλλά επειδή πίστευε πως μπορούσε να τραβήξει στο μικρό οιροπέδιο του Αρκαδίου και να συντρίψει το σύνολο του επαναστατικού Στρατού υπό τον Συνταγματάρχη Πάνο Κορωναίο. Πράγμα που δεν συνέβη –για διάφορες αιτίες – με αποτέλεσμα η σημαντική Οθωμανική τακτική νίκη στο Αρκάδι να μεταβληθεί σε στρατηγική ήττα σε σύντομο χρόνο, καθώς η θυσία των αμυνομένων προκάλεσε νέο κύμα φιλελληνισμού στην Ευρώπη και στις Η.Π.Α και ισχυρή πίεση υπέρ της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα.
Έτσι, παρότι η Μεγάλη Κρητική Επανάσταση, χάρη στις στρατιωτικές αλλά και διπλωματικές ικανότητες του Ναϊτλή Μοσταφά Πασά δεν ευοδώθηκε, απέδωσε στους Κρήτες ένα διακριτό από άλλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Σύνταγμα,τον «Οργανικό Νόμο» (Χριστιανοί Δικαστές, Δημόσιοι Υπάλληλοι, ελεύθερη οπλοφορία, Σχολεία όλων των βαθμίδων, μικτή Χωροφυλακή κ.α). Κάθε παραβίαση των διατάξεων του οποίου οδηγούσε σε νέες επαναστάσεις (1878-1889-1897), ώσπου εκχωρήθηκε Αυτονομία (1897) ή οποία μετά την ελληνική νίκη στους Βαλκανικούς μετουσιώθηκε στην Ενωση.
Βιβλιογραφία
-Τιμόθεου Βενέρη, «Το Αρκάδι διά των Αιώνων»
-Παντελή Πρεβελάκη «Παντέρμη Κρήτη»
-Βασιλείου Ψιλάκη «Ιστορία της Κρητης»
-Το Αρκάδι μέσα από το αρχείο του Πάυλου Βλαστού (Ασπασία Παπαδάκη –Ημερίδα 23-10 -2016 Ρέθυμνο)
Κείμενο: Γιώργος Δ. Παπαδάκης στο ertnews.gr