Υποχωρούν σημαντικά για τρίτη εβδομάδα οι τιμές του πετρελαίου, καθώς η διάθεση στην αγορά του μαύρου χρυσού συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από οικονομικό σκεπτικισμό και οι επενδυτές ανησυχούν πρωτίστως για τη ζήτηση πετρελαίου στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Το Brent ξεκίνησε την εβδομάδα στα 80,83 δολάρια το βαρέλι για συμβόλαια παράδοσης Ιανουαρίου, καταγράφοντας πτώση κατά 60 σεντς σε σχέση με το κλείσιμο της Παρασκευής.
Η τιμή του αμερικανικού αργού για παράδοση τον Δεκέμβριο υποχωρούσε επίσης κατά 61 σεντς, στα 76,56 δολάρια.
Οι αρχικές αυξήσεις λόγω του πολέμου στη Γάζα έχουν πλέον εξαφανιστεί. Οι τιμές του Brent και του αμερικανικού αργού είχαν αυξηθεί σχεδόν 2% την περασμένη Παρασκευή, καθώς το Ιράκ εξέφρασε την υποστήριξή του για τις περικοπές πετρελαίου του ΟΠΕΚ+, αλλά έχασαν περίπου 4% την προηγούμενη εβδομάδα, καταγράφοντας απώλειες όπως δεν είχαν συμβεί από τον Μάιο.
Τις τελευταίες τρεις εβδομάδες οι τιμές μειώθηκαν περισσότερο από 10%, επειδή τα αδύναμα οικονομικά στοιχεία από τις μεγάλες καταναλωτικές χώρες, τις ΗΠΑ και την Κίνα, οδηγούν σε προβλέψεις για μείωση της ζήτησης.
Η Κίνα παρήγγειλε πρόσφατα λιγότερο πετρέλαιο από τη Σαουδική Αραβία για τον Δεκέμβριο. Η Αμερικανική Υπηρεσία Ενεργειακών Πληροφοριών (EIA) ανακοίνωσε επίσης την περασμένη εβδομάδα ότι η παραγωγή αργού πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες φέτος θα αυξηθεί ελαφρώς λιγότερο από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως, ενώ η ζήτηση θα μειωθεί. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η κατανάλωση βενζίνης στις Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσε να υποχωρήσει την επόμενη χρονιά στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο δεκαετιών.
Σε αυτό το περιβάλλον βέβαια, οι περιορισμοί στην παραγωγή που επιβλήθηκαν από τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία μέχρι το τέλος του χρόνου έχουν περιορισμένη μόνο επίδραση.
Η προσφορά δεν έχει επηρεαστεί από γεωπολιτικά γεγονότα μέχρι στιγμής. Οι προμήθειες αργού από τη Μέση Ανατολή -η πηγή περίπου του ενός τρίτου του παγκόσμιου πετρελαίου- παρέμειναν ίδιες μετά τη σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, ενώ οι προμήθειες από τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνονται.
«Η αβεβαιότητα για την κατανάλωση των δύο μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων, της Κίνας και των ΗΠΑ, είναι ο κύριος μοχλός της τιμής του πετρελαίου», τονίζουν Ευρωπαίοι παράγοντες της αγοράς στη «Ναυτεμπορική» και προσθέτουν: «Τα αδύναμα οικονομικά στοιχεία από την Κίνα, τον μεγαλύτερο εισαγωγέα αργού πετρελαίου στον κόσμο, αύξησαν επίσης τους φόβους για μείωση της ζήτησης. Ο “δράκος” είναι σε αποπληθωρισμό, απόδειξη της χαμηλής κατανάλωσης που δεν τονώνει την ανάκαμψη».
Την ίδια ώρα, οι αμερικανικές εταιρείες ενέργειας μείωσαν τον αριθμό των εξεδρών πετρελαίου που λειτουργούν, για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2022, όπως δήλωσε η εταιρεία ενεργειακών υπηρεσιών Baker Hughes (BKR.O).
Οι εκτιμήσεις της Goldman Sachs
Ο υπουργός Πετρελαίου του Ιράκ Χαγιάν Αμπντούλ Γάνι επισκέφθηκε πρόσφατα την περιοχή του Κουρδιστάν για να συζητήσει την επανέναρξη των εξαγωγών πετρελαίου μέσω του λιμανιού του Τσεϊχάν, στην Τουρκία. Ο αγωγός έχει σταματήσει από τον Μάρτιο λόγω διαμάχης μεταξύ Τουρκίας και Ιράκ και επίσης υπέστη ζημιές από τον μεγάλο σεισμό που έπληξε την περιοχή τον περασμένο Φεβρουάριο .
Η παραγωγή αργού, σε αυτή την περίπτωση, θα μπορούσε να αυξηθεί και αυτός ήταν ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν την Goldman Sachs Group Inc. να μειώσει την πρόβλεψή της για τη μέση τιμή του Brent για το επόμενο έτος στα 92 δολάρια το βαρέλι.
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα εξακολουθεί να παραμένει αισιόδοξη για τη ζήτηση, προβλέποντας αύξηση κατά 2,5 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως το 2023 και 1,6 εκατομμυρίων το 2024.
Γιατί δεν πέφτει η τιμή στα πρατήρια
Οι πολίτες πάντως που ήλπιζαν σε πτώση της τιμής του λίτρου βενζίνης στην αντλία, μετά τη συνεχή υποχώρηση της τιμής του Brent, γρήγορα απογοητεύτηκαν. Οι τιμές των καυσίμων συνεχίζουν να βρίσκονται ψηλά, παρά την όποια διακύμανση λίγων λεπτών στις διεθνείς αγορές.
Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές στην αντλία παραμένουν γενικά υψηλές και οι καταναλωτές δεν τρέφουν ελπίδες επιστροφής στις τιμές του παρελθόντος. Ο λόγος διατήρησης των υψηλών τιμών στα πρατήρια στην Ελλάδα δεν είναι άλλος από τους πολύ υψηλούς ειδικούς φόρους στα καύσιμα.
Για το θέμα κλήθηκε να απαντήσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης:
«Καταρχάς να πούμε ότι – γι’ αυτό το οποίο λέτε – αυτό είναι και ένα μέρος του αντικειμένου του ελέγχου των υπηρεσιών, να βλέπουμε να μην μειώνονται οι τιμές με την ταχύτητα που αντιστοίχως αυξάνονται, ειδικά όταν οι αιτίες που δημιουργούσαν την προγενέστερη αύξηση έχουν αρχίσει να περιορίζονται. Αυτός είναι και ο ρόλος των ελεγκτικών αρχών», όπως είπε και όποιος κατάλαβε – κατάλαβε. Δύσκολο…
Ο ίδιος εξήγησε για τους ελέγχους: «Να σας πω ότι από την αρχή του έτους, έχουν γίνει, όπως έχω σημειώσει, περισσότεροι από 20.000 έλεγχοι στην αγορά, έχουν διαπιστωθεί πάνω από 1521 παραβάσεις και το ποσό των προστίμων αυτών ανέρχεται στα επτά εκατομμύρια ευρώ – των παραβάσεων, γιατί δεν έχουν καταλήξει όλοι οι έλεγχοι σε παραβάσεις. Ενώ έχουν βεβαιωθεί και έχουν εισπραχθεί πέντε εκατομμύρια τριακόσιες χιλιάδες». Προφανώς, οι έλεγχοι δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα…
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μίλησε για μάχη κατά της ακρίβειας ενώ οι τιμές καλπάζουν, κάνοντας διαδοχικά limit up αλά χρηματιστήριο καθημερινά.
«Για να καταλάβει κανείς σχηματικά αυτή τη μάχη που δίνουμε κατά της ακρίβειας, κυρίως τη δίνουμε μαζί με τους πολίτες, οι οποίοι την αντιμετωπίζουν καθημερινά και εμείς έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Αυτή η μάχη ουσιαστικά έχει τρεις πυλώνες. Ο πρώτος είναι οι έλεγχοι… Ο δεύτερος πυλώνας, είναι οι στοχευμένες παρεμβάσεις, στο πετρέλαιο, στο ρεύμα, στα τρόφιμα. Τώρα έχουμε αυτό το οποίο επέβλεψε ο πρωθυπουργός και θα γίνεται και διαρκώς και από το υπουργείο κυρίως και από τις αρμόδιες υπηρεσίες, η μόνιμη μείωση τιμής, τουλάχιστον 5% για 6 μήνες… Ποιος είναι ο τρίτος και κατ΄ εμέ ο σημαντικότερος πυλώνας;
Είναι η αύξηση του εισοδήματος. Σε μια οικονομία πληγωμένη που είχε παράξει μόνο αρνητικές ειδήσεις – παρήγαγε αρνητικές ειδήσεις για πάρα πολλά χρόνια – έχουμε πλέον το εξής: Σε δύσκολες περιόδους, σε περιόδους εισαγόμενων κρίσεων, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά έχουμε αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης.
Και συνέχισε στο ίδιο μοτίβο για την ακρίβεια, μιλώντας περισσότερο σε ρόλο σχολιαστή παρά κυβερνητικού εκπροσώπου:
«Για να το πούμε πολύ απλά. Όποιος λέει ότι πατάει ένα κουμπί και εξαφανίζεται η ακρίβεια, εξαπατά τους πολίτες. Καμία από τις επιμέρους παρεμβάσεις, είτε των ελέγχων είτε των στοχευμένων παρεμβάσεων, είτε της αύξησης του εισοδήματος, δεν λύνουν από μόνες τους το πρόβλημα. Όλες μαζί όμως, είναι ένα πλέγμα πολιτικών που μειώνει τις συνέπειες – και σε κάποιες περιπτώσεις τις εκμηδενίζει – της εισαγόμενης ακρίβειας για τους πολίτες.
Γιατί όμως είναι σημαντική η μόνιμη παρέμβαση αύξησης του εισοδήματος; Η οποία θα έχει και άλλα επεισόδια. Επίκειται αύξηση του κατώτατου μισθού, μια συνολική πολιτική με τις τριετίες και πολλές άλλες παρεμβάσεις, που θα φτάσει σε περαιτέρω αύξηση του μέσου μισθού, και όλα αυτά έχουν γίνει ήδη προ 4ετίας. Γιατί αυτές οι παρεμβάσεις μένουν, ακόμα και όταν η εισαγόμενη ακρίβεια αρχίζει να υποχωρεί. Αυτό είναι πολύ σημαντικό».