Από το 2024 εισερχόμαστε σε έναν «νέο κόσμο», μας είπε στο πρόσφατο webinar η UBS.
Πέρα από τα μακροοικονομικά μεγέθη και το ύψος των επιτοκίων οι παράγοντες που θα καθορίσουν τις εξελίξεις συνολικά για την επόμενη 10ετία και που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε συνοψίζονται σε 5 “D”: Deglobalization (αποπαγκοσμιοποίηση), Demographics (δημογραφικές τάσεις), Digitalization (ψηφιοποίηση), Decarbonization (απανθρακοποίηση) και Debt (χρέος).
Αναστροφή της παγκοσμιοποίησης
Ο νέος κόσμος της επόμενης δεκαετίας θα είναι λιγότερο διασυνδεδεμένος και ενοποιημένος. Η UBS πιστεύει ότι το εμπόριο ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ έχει ήδη κορυφωθεί και στο εξής θα έχουμε τη μειωσή του. Με τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Κίνα να έχουν συνηθίσει πια να ανταλλάσσουν δασμούς, κυρώσεις και άλλους περιορισμούς σε εξαγωγές και εισαγωγές, η τάση αυτή επιταχύνεται.
Επιπλέον οι εντάσεις ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα θα μπορούσαν να χωρίσουν τελικά τον κόσμο σε ανταγωνιστικά, μη συμβατά εμπορικά, χρηματοοικονομικά και τεχνολογικά στρατόπεδα. «Το πώς όμως ακριβώς η απο- παγκοσμιοποίηση θα διαμορφώσει την παγκόσμια οικονομία τη δεκαετία που έρχεται εξαρτάται λιγότερο από το εάν θα συμβεί και περισσότερο από το γιατί συμβαίνει» επισημαίνει η ελβετική τράπεζα.
Εάν για παράδειγμα είναι αποτέλεσμα πρωτίστως πολιτικών λόγων – δηλαδή αυξανόμενων μέτρων προστατευτισμού και επιδοτήσεων – πιθανότατα θα περιορίσει τη συνολικά προσφορά αγαθών και τη δυναμική της ανάπτυξης, ενώ ανά περιόδους θα δίνει ώθηση στον πληθωρισμό.
Αν, ωστόσο, η απο- παγκοσμιοποίηση είναι αποτέλεσμα πρωτίστως οικονομικών λόγων – δηλαδή αποτέλεσμα της ολοένα και μεγαλύτερης αξιοποίησης της αυτοματοποίησης, της εστίασης στην ολοκληρωμένη παραγωγή, της επανεκτίμησης του κόστους υπό το πρίσμα της αύξησης των μισθών στις αναδυόμενες αγορές· ή της δημιουργίας πιο ανθεκτικών αλυσίδων εφοδιασμό, οι επιπτώσεις θα είναι πολύ διαφορετικές. Σε αυτό το σενάριο, το καθαρό αποτέλεσμα θα είναι υψηλότερη προσφορά, χαμηλότεροι πληθωριστικοί κίνδυνοι και προοπτικές υψηλότερης ανάπτυξης.
Δημογραφικές τάσεις
Οι δημογραφικές τάσεις προκαλούν πονοκέφαλο σε πολλές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο. Χώρες που καλύπτουν το 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ βλέπουν τον πληθυσμό τους να συρρικνώνεται. Αυτές περιλαμβάνουν την Ιαπωνία, την Κίνα, αλλά και αρκετά ευρωπαϊκά κράτη. Η αναλογία συνταξιούχων προς ατόμων σε ηλικία εργασίας έχει αυξηθεί παγκοσμίως από το 11,8% στο 14,8% την τελευταία δεκαετία. Στις χώρες υψηλού εισοδήματος μάλιστα έχει στην ίδια περίοδο σκαρφαλώσει στο 29,1% από 23,2%.
Ακόμη και εάν όλοι οι άλλοι παράγοντες μείνουν σταθεροί, η χαμηλότερη αύξηση του εργατικού δυναμικού σημαίνει χαμηλότερες προοπτικές ανάπτυξης. Η αύξηση του ποσοστού των συνταξιούχων σημαίνει επίσης υψηλότερο χρέος. Σε οικονομίες που στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις υπηρεσίες το πλήγμα σε παραγωγικότητα και ανάπτυξη θα είναι ακόμη πιο ισχυρό. Το κατά πόσον η παγκόσμια κοινότητα θα μπορέσει να περιορίσει τον αρνητικό αντίκτυπο των δημογραφικών τάσεων, θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από το τρίτο D: Digitilization.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός
Η άνοδος της τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μία εποχή υψηλότερης παραγωγικότητας, αντισταθμίζοντας τις δημογραφικές προκλήσεις και στηρίζοντας την ανάπτυξη και την υποχώρηση του πληθωρισμού σε συγκεκριμένα αγαθά και υπηρεσίες παρά τη συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού. Επιπλέον οι εμπροσθοβαρείς επενδύσεις σε τεχνητή νοημοσύνη και ημιαγωγούς θα μπορούσε να τονώσει τη ζήτηση βραχυπρόθεσμα.
Ωστόσο ο αντίκτυπος της AI δεν θα είναι τόσο σημαντικός εάν αυτή τονώσει πρωτίστως την προσφορά σε τομείς που επηρεάζονται ούτως ή άλλως λίγο από τις δημογραφικές τάσεις (πχ μεγαλύτερη υιοθέτηση των chatbots στις επαγγελματικές υπηρεσίες ) και αποτύχει να τονώσει την προσφορά σε κλάδους που αντιμετωπίζουν ισχυρότερες πιέσεις (πχ ρομπότ στην υγειονομική περίθαλψη και φροντίδα ατόμων).
Απανθρακοποίηση
Η προσπάθεια για καθαρή ενέργεια και μηδενικές εκπομπές άνθρακα ενισχύθηκε από φόβους για την ενεργειακή επάρκεια και την εκδήλωση ακραίων καιρικών φαινομένων. Τα επόμενα χρόνια, αναμένεται τόσο τα δημόσια όσο και τα ιδιωτικά κεφάλαια να στηρίξουν την ενεργειακή μετάβαση. «Βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, πιστεύουμε η ενεργειακή μετάβαση θα μπορούσε να διαταράξει τον εφοδιασμό, καθώς η αποθήκευση ενέργειας και τα εμπόδια συνδεσιμότητας με το δίκτυο περιορίζουν την αξιοπιστία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ενέργειας, ακόμη και αν το κόστος και οι λειτουργοί κίνδυνοι των ορυκτών καυσίμων, αυξάνονται» σημειώνει η UBS. Μακροπρόθεσμα, βλέπει την ώθηση προς την απανθρακοποίηση να έχει καθαρά θετική συμβολή στην παγκόσμια προσφορά.
Χρέος
Και κάπως έτσι φτάνουμε στο 5ο D: Debt. Η δυναμική του χρέους θα εξαρτηθεί από το πώς τα προηγούμενα 4 D θα επηρεάσουν την ανάπτυξη, τον πληθωρισμό και τα επιτόκια. Το παγκόσμιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει αυξηθεί από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και έπειτα, καθώς ο κόσμος ήρθε αντιμέτωπος με την αδύναμη ζήτηση. Η αφθονία της προσφοράς χρήματος και τα χαμηλά επιτόκια από τις κεντρικές τράπεζες για πολλά χρόνια κράτησαν το βάρος των τόκων για τις κυβερνήσεις σε διαχειρίσιμα επίπεδα. Στο εξής οι δημογραφικές προκλήσεις και οι επενδύσεις που συνδέονται με την απανθρακοποίηση, την ψηφιοποίηση και την απο- παγκοσμιοποίηση θα ωθήσουν ανοδικά τα χρέη, ενώ και τα αυξημένα επιτόκια εντείνουν τα βάρη για τις κυβερνήσεις.
Για να μείνει σε διαχειρίσιμα επίπεδα το χρέος, απαιτούνται υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης. Και αυτοί θα έρθουν εάν αξιοποιηθούν επαρκώς η AI, η πράσινη ενέργεια και οι τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού. Σε περίπτωση αποτυχίας, θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένη για χρηματοπιστωτική πίεση, υψηλούς φόρους και πληθωριστικές εκπλήξεις.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε πρόσφατα ότι η Ευρώπη βρίσκεται τώρα σε μια κρίσιμη καμπή, με την αποπαγκοσμιοποίηση, το δημογραφικό αλλά και τις οικονομικές προκλήσεις της απανθρακοποίησης και του περιορισμού των ρύπων να σκοτεινιάζουν τον ορίζοντα.
«Υπάρχουν πλέον αυξανόμενες ενδείξεις ότι η παγκόσμια οικονομία κατακερματίζεται σε ανταγωνιστικά μπλοκ», είπε στο Ευρωπαϊκό Τραπεζικό Συνέδριο.
Εστιάζοντας στην Ευρώπη, είπε ότι η συνεχής μείωση του πληθυσμού που βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία φαίνεται ότι θα κλιμακωθεί από το 2025, παράλληλα με τις φυσικές καταστροφές που γίνονται λόγω της κλιματικής κρίσης, όλο και πιο συχνές χρόνο με το χρόνο.
Η απάντηση της Ευρώπης απέναντι σε αυτούς τους κραδασμούς θα πρέπει να είναι, όπως είπε η Λαγκάρντ, «τεράστιες επενδύσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα» αλλά και αυτό που ονόμασε «κοινή προσπάθεια των γενεών».
«Καθώς εμφανίζονται νέα εμπόδια στο εμπόριο, θα χρειαστεί να ξανασχεδιάσουμε τις αλυσίδες εφοδιασμού και να επενδύσουμε σε νέες που να είναι πιο ασφαλείς, πιο αποτελεσματικές και πιο κοντά στο σπίτι», είπε η Λαγκάρντ στην κεντρική της ομιλία.
“Καθώς οι κοινωνίες μας γερνούν, θα χρειαστεί να αναπτύξουμε νέες τεχνολογίες ώστε να μπορούμε να γίνουμε πιο παραγωγικοί με λιγότερους εργαζομένους. Η ψηφιοποίηση θα βοηθήσει. Και καθώς το κλίμα μας υπερθερμαίνεται, θα πρέπει να προωθήσουμε την πράσινη μετάβαση χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις.”
Η Λαγκάρντ επισήμανε ακόμη ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις η προγραμματισμένη πράσινη μετάβαση της ΕΕ θα απαιτήσει πρόσθετη επένδυση 620 δισεκατομμυρίων ευρώ (672 δισεκατομμύρια δολάρια) κάθε χρόνο μέχρι το τέλος της δεκαετίας και ότι σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν άλλα 125 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως για την ψηφιακή μετάβαση.
«Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις παρουσιάζουν τα υψηλότερα επίπεδα χρέους από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση ανάκαμψης θα τελειώσει το 2026. Οι τράπεζες θα έχουν κεντρικό ρόλο να διαδραματίσουν, αλλά δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτές να αναλάβουν τόσο μεγάλο ρίσκο στους ισολογισμούς τους», πρόσθεσε, τονίζοντας την ανάγκη για την ένωση κεφαλαιαγορών (CMU) καθώς οι συνομιλίες συνεχίζονται ακόμη για μια πιθανή CMU για την Ευρώπη. Στόχος είναι να δημιουργηθεί μια ενιαία κεφαλαιαγορά ώστε να είναι πιο ανταγωνιστική ως προς εκείνη των Η.Π.Α. Ο επίσημος στόχος της είναι «η ροή χρήματων – επενδύσεων και αποταμιεύσεων – σε ολόκληρη την ΕΕ έτσι ώστε να μπορούν να ωφεληθούν οι καταναλωτές, οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από το πού βρίσκονται».
Με πληροφορίες από CNBC, Bloomberg, FT